ΕΛΑΧΙΣΤΟΙ Ευρωπαίοι
(και Αμερικανοί) πολίτες γνωρίζουν για τη Διατλαντική Εταιρική Σχέση
Εμπορίου και Επενδύσεων ή TTIP (Transatlantic Tradeand Investment
Partnership). Πρόκειται για συμφωνία που από το φθινόπωρο του 2012 τελεί
υπό καθεστώς διαπραγμάτευσης μεταξύ Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των ΗΠΑ. Ο
δεύτερος γύρος των διαπραγματεύσεων της TTIP έγινε τον Νοέμβρη 2013
στις Βρυξέλλες και ο τρίτος γύρος συνεχίστηκε τον Δεκέμβριο 2013 στην
Ουάσινγκτον. Η ίδια πάντως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έσπευσε να ανακοινώσει
τον περασμένο Σεπτέμβρη πως οι πρόεδροι Barroso, VanRompuy και Obama,
μίλησαν για μείωση των κανονιστικών φραγμών στο εμπόριο ώστε να
μπορέσουν οι οικονομίες της ΕΕ και των ΗΠΑ να επωφεληθούν από τη
διατλαντική εμπορική και επενδυτική εταιρική σχέση. Ωστόσο, υπάρχουν
εύλογες απορίες σχετικά με το τι ακριβώς σημαίνει αυτό.
Εν πάση περιπτώσει, η συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαίων πολιτών δεν γνωρίζει τι είναι και τι πρεσβεύει το ΤΤΙΡ. Ποιους τομείς θα επηρεάσει και τι επιπτώσεις θα έχει στην καθημερινή τους ζωή. Ορισμένοι που έχουν παρακολουθήσει και μελετήσει το όλο ζήτημα (για παράδειγμα ο Βρετανός John Hilary) πιστεύουν πως κύριος στόχος του TTIP είναι να παραμερίσει τις κανονιστικές ρυθμίσεις που αποτελούν «εμπόδιο» στην κερδοφορία πολυεθνικών επιχειρήσεων στις δύο μεριές του Ατλαντικού.
Τα εν λόγω «εμπόδια» είναι τα κεκτημένα και οι περιβαλλοντικές ρυθμίσεις, όπως για παράδειγμα τα εργασιακά δικαιώματα, οι κανόνες ασφάλειας για τα τρόφιμα (που συμπεριλαμβάνουν τους περιορισμούς σχετικά με τα γενετικά μεταλλαγμένα τρόφιμα), οι κανονισμοί για τη χρήση χημικών τοξικών ουσιών, οι νόμοι για την προστασία των προσωπικών δεδομένων στο διαδίκτυο, ακόμη και κάποιες από τις ρυθμίσεις για τις τράπεζες που είχαν στόχο να αποφευχθεί μια επανάληψη της οικονομικής κρίσης του 2008. Μολαταύτα, οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται υπό συνθήκες μυστικότητας. Πολλοί μάλιστα διερωτώνται γιατί αποκλείστηκαν και από την ατζέντα της ελληνικής προεδρίας.
Σπεύδουμε να σημειώσουμε πως η υπό διαπραγμάτευση συμφωνία αποτελεί συνέχεια άλλων παρόμοιων πρωτοβουλιών, όπως η CETA (Εμπορικές Σχέσεις Καναδά - ΕΕ), και η TAFTA (Διατλαντική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου). Είναι αντίστοιχη της ACTA και νεκρανάσταση -όπως έχει διατυπωθεί- της ΜΑΙ, ήτοι της «Πολυμερούς Συμφωνίας Επενδύσεων». Να θυμίσουμε πως η ΜΑΙ είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και εγκαταλείφθηκε μετά την αποχώρηση της Γαλλίας από τις διαπραγματεύσεις. Πέραν τούτων, θα λέγαμε πως ουδεμία διεξαγωγή δημόσιας συζήτησης έγινε στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η δε Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προκειμένου να αποφύγει τις όποιες αντιστάσεις του Κοινοβουλίου, είχε προτείνει μια 14μελή συμβουλευτική ομάδα, η οποία μάλιστα δεν έλαβε ένα κείμενο πολιτικών κατευθύνσεων. Σε κάθε περίπτωση μια συμβουλευτική επιτροπή ή ομάδα δεν μπορεί να υποκαταστήσει ένα ολόκληρο Ευρωκοινοβούλιο. Οπόταν και επανέρχεται το ζήτημα της διαφάνειας και των δημοκρατικών αρχών της Ε.Ε. Το ζήτημα της δημοκρατικής νομιμοποίησης συμφωνιών.
Πολύ δε περισσότερο όταν οι συζητήσεις μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ διεξάγονται μυστικά είτε από υπουργούς βιομηχανίας και εμπορίου επιλεγμένων χωρών είτε από λομπίστες, πίσω από κλειστές πόρτες, χωρίς διαφάνεια.
Τούτων δοθέντων επιβεβαιώνεται ο κορυφαίος Γερμανός διανοητής Γιούργκεν Χάμπερμας όταν έχει εμφατικά τονίσει ότι «στις σημερινές συνθήκες της Ε.Ε. υπάρχει μία σκοτεινή πλευρά, ένα αυξανόμενο έλλειμμα δημοκρατίας». Αυτό το έλλειμμα εκκολάπτουν οι διατλαντικές (υπερεθνικές) ελίτ στοχεύοντας στην υπέρβαση εμποδίων στο εμπόριο από δημοκρατικούς, κοινωνικούς ή περιβαλλοντικούς περιορισμούς. Έτσι ανοίγονται οι λεγόμενες αγορές ή άλλως η «κοινότητα του κέρδους» σε προϊόντα από κλωνοποιημένα ζώα, αλλά και μεταλλαγμένα τρόφιμα. Εν τέλει, οι διατλαντικές (υπερεθνικές) ελίτ επιδιώκουν την επιθυμητή εμβάθυνση των σχέσεών τους μέσα από τεχνοκρατικές ατραπούς, που μπορεί να διασφαλίζουν την ικανοποίηση των επιταγών της «αγοράς», θέτουν όμως την ίδια τη δημοκρατία στο περιθώριο.
Στο πλαίσιο αυτό θα συμφωνήσουμε με όσους διατείνονται -μεταξύ αυτών και ο Χάμπερμας- πως ο «εκτελεστικός φεντεραλισμός» της τεχνοκρατικής Ευρώπης επεκτείνεται προς μια διακυβερνητική κυριαρχία του Συμβουλίου αντίθετη προς τις Ευρωπαϊκές Συνθήκες - ένα καθεστώς που θα επιτρέπει την ικανοποίηση των επιταγών της αγοράς χωρίς, όμως, καμιά δημοκρατική νομιμοποίηση. Εάν η Ευρώπη δεν εκδημοκρατιστεί, τότε κινδυνεύει να βρίσκεται συνεχώς σε «κατάσταση ανάγκης».
* Ο Κώστας Γουλιάμος είναι αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του ινστιτούτου έρευνας «Προμηθέας».
- See more at: http://www.philenews.com/
Εν πάση περιπτώσει, η συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαίων πολιτών δεν γνωρίζει τι είναι και τι πρεσβεύει το ΤΤΙΡ. Ποιους τομείς θα επηρεάσει και τι επιπτώσεις θα έχει στην καθημερινή τους ζωή. Ορισμένοι που έχουν παρακολουθήσει και μελετήσει το όλο ζήτημα (για παράδειγμα ο Βρετανός John Hilary) πιστεύουν πως κύριος στόχος του TTIP είναι να παραμερίσει τις κανονιστικές ρυθμίσεις που αποτελούν «εμπόδιο» στην κερδοφορία πολυεθνικών επιχειρήσεων στις δύο μεριές του Ατλαντικού.
Τα εν λόγω «εμπόδια» είναι τα κεκτημένα και οι περιβαλλοντικές ρυθμίσεις, όπως για παράδειγμα τα εργασιακά δικαιώματα, οι κανόνες ασφάλειας για τα τρόφιμα (που συμπεριλαμβάνουν τους περιορισμούς σχετικά με τα γενετικά μεταλλαγμένα τρόφιμα), οι κανονισμοί για τη χρήση χημικών τοξικών ουσιών, οι νόμοι για την προστασία των προσωπικών δεδομένων στο διαδίκτυο, ακόμη και κάποιες από τις ρυθμίσεις για τις τράπεζες που είχαν στόχο να αποφευχθεί μια επανάληψη της οικονομικής κρίσης του 2008. Μολαταύτα, οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται υπό συνθήκες μυστικότητας. Πολλοί μάλιστα διερωτώνται γιατί αποκλείστηκαν και από την ατζέντα της ελληνικής προεδρίας.
Σπεύδουμε να σημειώσουμε πως η υπό διαπραγμάτευση συμφωνία αποτελεί συνέχεια άλλων παρόμοιων πρωτοβουλιών, όπως η CETA (Εμπορικές Σχέσεις Καναδά - ΕΕ), και η TAFTA (Διατλαντική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου). Είναι αντίστοιχη της ACTA και νεκρανάσταση -όπως έχει διατυπωθεί- της ΜΑΙ, ήτοι της «Πολυμερούς Συμφωνίας Επενδύσεων». Να θυμίσουμε πως η ΜΑΙ είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και εγκαταλείφθηκε μετά την αποχώρηση της Γαλλίας από τις διαπραγματεύσεις. Πέραν τούτων, θα λέγαμε πως ουδεμία διεξαγωγή δημόσιας συζήτησης έγινε στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η δε Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προκειμένου να αποφύγει τις όποιες αντιστάσεις του Κοινοβουλίου, είχε προτείνει μια 14μελή συμβουλευτική ομάδα, η οποία μάλιστα δεν έλαβε ένα κείμενο πολιτικών κατευθύνσεων. Σε κάθε περίπτωση μια συμβουλευτική επιτροπή ή ομάδα δεν μπορεί να υποκαταστήσει ένα ολόκληρο Ευρωκοινοβούλιο. Οπόταν και επανέρχεται το ζήτημα της διαφάνειας και των δημοκρατικών αρχών της Ε.Ε. Το ζήτημα της δημοκρατικής νομιμοποίησης συμφωνιών.
Πολύ δε περισσότερο όταν οι συζητήσεις μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ διεξάγονται μυστικά είτε από υπουργούς βιομηχανίας και εμπορίου επιλεγμένων χωρών είτε από λομπίστες, πίσω από κλειστές πόρτες, χωρίς διαφάνεια.
Τούτων δοθέντων επιβεβαιώνεται ο κορυφαίος Γερμανός διανοητής Γιούργκεν Χάμπερμας όταν έχει εμφατικά τονίσει ότι «στις σημερινές συνθήκες της Ε.Ε. υπάρχει μία σκοτεινή πλευρά, ένα αυξανόμενο έλλειμμα δημοκρατίας». Αυτό το έλλειμμα εκκολάπτουν οι διατλαντικές (υπερεθνικές) ελίτ στοχεύοντας στην υπέρβαση εμποδίων στο εμπόριο από δημοκρατικούς, κοινωνικούς ή περιβαλλοντικούς περιορισμούς. Έτσι ανοίγονται οι λεγόμενες αγορές ή άλλως η «κοινότητα του κέρδους» σε προϊόντα από κλωνοποιημένα ζώα, αλλά και μεταλλαγμένα τρόφιμα. Εν τέλει, οι διατλαντικές (υπερεθνικές) ελίτ επιδιώκουν την επιθυμητή εμβάθυνση των σχέσεών τους μέσα από τεχνοκρατικές ατραπούς, που μπορεί να διασφαλίζουν την ικανοποίηση των επιταγών της «αγοράς», θέτουν όμως την ίδια τη δημοκρατία στο περιθώριο.
Στο πλαίσιο αυτό θα συμφωνήσουμε με όσους διατείνονται -μεταξύ αυτών και ο Χάμπερμας- πως ο «εκτελεστικός φεντεραλισμός» της τεχνοκρατικής Ευρώπης επεκτείνεται προς μια διακυβερνητική κυριαρχία του Συμβουλίου αντίθετη προς τις Ευρωπαϊκές Συνθήκες - ένα καθεστώς που θα επιτρέπει την ικανοποίηση των επιταγών της αγοράς χωρίς, όμως, καμιά δημοκρατική νομιμοποίηση. Εάν η Ευρώπη δεν εκδημοκρατιστεί, τότε κινδυνεύει να βρίσκεται συνεχώς σε «κατάσταση ανάγκης».
* Ο Κώστας Γουλιάμος είναι αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του ινστιτούτου έρευνας «Προμηθέας».