04 Ιουνίου 2014

Περί ηλιθίων στην πολιτική

http://mignatiou.com/wp-content/uploads/2014/06/BOULH-KYPROS01-07september2013.jpgΤου Χρήστου Ιακώβου
Είθισται να χρησιμοποιούμε τον όρο ηλιθιότητα μόνο ως αντωνυμικό της εξυπνάδος, χωρίς να υπάρχει ή τουλάχιστον χωρίς να έχουμε υπ’ όψιν ένα κοινώς αποδεκτό ορισμό επί τούτου. Κατά τη γνώμη μου η διαφορά μεταξύ του οξυδερκούς ανθρώπου και του ηλιθίου είναι ότι ο δεύτερος έχει περιορισμένη αντίληψη των πραγμάτων, συνεπώς μπορεί να επαναλαμβάνει συνεχώς το ίδιο λάθος, χωρίς να αντιλαμβάνεται τις επιπτώσεις του. Αντιθέτως, ο οξυδερκής έχει όρια. Ξέρει που «στέκεται». Αντιλαμβάνεται με την πρώτη το λάθος.

Η ηλιθιότητα ενός ατόμου είναι ανεξάρτητη από την καταγωγή, το επίπεδο μόρφωσης, την κοινωνική τάξη, την ιδεολογική κατεύθυνση, τα ενδιαφέροντα ή από οποιοδήποτε χαρακτηριστικό του ατόμου. Συνεπώς, ηλιθίους μπορεί κανείς να συναντήσει από τα αλώνια μέχρι τα σαλόνια, με μια μικρή, πλην όμως ποιοτική διαφορά, ότι δηλαδή ένας μορφωμένος ηλίθιος είναι πιο επικίνδυνος από ένα αμόρφωτο ηλίθιο. Στην πολιτική κονίστρα ιδιαιτέρως, τους συναντούμε είτε στους ευωνύμους πολιτικούς είτε ευρέως στην ομάδα των κομματοκυνών. Στην περίπτωση αυτή η ηλιθιότητα των πρώτων αποτελεί την ευτυχία των δευτέρων και τανάπαλιν. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι πέριξ των ηλίθιων περιστρέφονται πολιτικοί απατεώνες. Συνεπώς, οι ηλίθιοι, με τρόπο άκρως αντανακλαστικό, συμπορεύονται, συνασπίζονται και, επειδή «εν τη ενώσει η ισχύς», ευρισκόμεθα έμπροσθεν της επικίνδυνης αλήθειας, ότι δηλαδή οι ηλίθιοι αποτελούν μία πανίσχυρη ομάδα, όπου και να βρίσκονται.

Ο ηλίθιος μπορεί να δείχνει επάρκεια σε κάποιο γνωστικό πεδίο, σε κάτι που έμαθε ή εκπαιδεύτηκε (σπούδασε) να το επαναλαμβάνει συστηματικώς, αλλά μέχρι εκεί. Πέρα από εκείνο το πεδίο δεν διαθέτει αντιληπτικές ικανότητες. Κάποτε γνώρισα ένα πανεπιστημιακό, ο οποίος εντυπωσίαζε με τις εγκυκλοπαιδικές του γνώσεις καθώς επίσης μιλούσε επαρκώς πέντε ξένες γλώσσες. Του άρεσε να φλυαρεί ακατάπαυστα και να χρησιμοποιεί επιδεικτικώς, όπως το παγόνι τα φτερά του, τις πέντε γλώσσες. Ποια σημασία όμως είχε η επιδεικτική χρήση των γλωσσών όταν σε όλες έλεγε βλακείες, επαναλαμβάνοντας την ηλιθιότητά του χωρίς να το αντιλαμβάνεται; Νομίζω ότι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πιθανότητα κάποιος να είναι ηλίθιος είναι ανεξάρτητη από τη χαμηλή ή υψηλή επίδοσή του σε οποιονδήποτε τομέα.

Η ομάδα των ηλίθιων αποτελεί μοναδικό φαινόμενο διότι έχει τόση πολιτική και κοινωνική επιρροή αλλά ταυτοχρόνως είναι ανοργάνωτη και αχαρτογράφητη, τουτέστιν μεθερμηνευόμενον, οι ηλίθιοι δεν κυκλοφορούν με ετικέτα ούτε με σήμα και συνεπώς θα πρέπει να τους αναγνωρίσεις από τη συμπεριφορά. Ως ομάδα, δεν διαθέτει πρόεδρο και διοικητικά συμβούλια, δεν διέπεται από κανονισμούς, αλλά λειτουργεί ως πανίσχυρος συνασπισμός, πάντοτε στο πεδίο του νικητού, λόγω ακριβώς της αόρατης υποστάσεώς της. Η ηλιθιότητα δεν έχει καμία οργανωτική ανάγκη γιατί άλλοτε παρουσιάζεται ως κοινή λογική, άλλοτε ως αυτονόητο και πλειστάκις ως πλειοψηφία. Γι’ αυτό δεν θα πρέπει ποτέ να υποτιμούμε την ηλιθιότητα ακόμη και της ούτω καλουμένης κοινής γνώμης.
Αυτό που ξεγελά είναι ότι οι ηλίθιοι παρουσιάζονται με καλά οργανωνόμενο προσωπείο, είτε της σοβαροφάνειας, είτε της πολιτικής ιδεολογίας, είτε του πατριωτισμού, είτε του ψευδοπροοδευτισμού.

Οι ηλίθιοι δεν μπορούν να λειτουργήσουν απροκάλυπτα διότι χάνουν το λόγο ύπαρξής τους και αφού δεν μπορούν να προσδιορίσουν εαυτούς είναι αναγκαίο να κρύβονται πίσω από κάτι με το οποίο ταυτίζονται και το οποίο δεν θέλουν να τους το αμφισβητούν. Με αυτό τον τρόπο αντλούν αυτοπεποίθηση, άρα υπάρχουν. Συνεπώς, όταν αρχίσει να συμπεριφέρεται σαν πολιτικό ον χρειάζεται τους συμβολισμούς του κόμματος και των ιδεών, τις οποίες μονίμως εκλαμβάνει ως ανώτερες, γιατί του προσφέρουν ψυχολογικό καταφύγιο. Μόνο τότε νιώθει ασφάλεια το πολιτικό εγώ τους. Η κομματική ευπρέπεια, η τυφλή υποταγή στα κελεύσματα της ηγεσίας αποτελούν ευδιάκριτα χαρακτηριστικά του «συνδρόμου» της πολιτικής ηλιθιότητας. Γι’ αυτό ιδιαιτέρως δεν πρέπει να υποτιμούμε το ρόλο και τη σημασία των ηλίθιων στην πολιτική.

Ο ηλίθιος σε ένα πολιτικό περιβάλλον ή μία πολιτική συζήτηση ξεχωρίζει εύκολα γιατί δεν επιμένει απλώς ότι είναι ο σωστός επιμένει ότι είναι ο πιο έξυπνος. Είναι όμως εύκολο για ένα οξυδερκή να παριστάνει τον ηλίθιο, αλλά ακατόρθωτο για ένα ηλίθιο να υποδύεται τον έξυπνο. Γι’ αυτό λοιπόν, στην ελληνική γλώσσα, από τις πάμπολλες συνωνυμικές λέξεις του ηλιθίου, (βλάκας, ανόητος, κουφιοκέφαλος, άφρων κά), η πλέον θέλγουσα το καθημερινό μας λεξιλόγιο, αποτελεί η λέξη
«μαλάκας».

Ένα από τα μεγάλα σφάλματα που συνήθως κάνουν η μη-ηλίθιοι είναι ότι υποτιμούν τόσο τον αριθμό τον ηλίθιων σε μία συνομάδωση όσο και τις ζημιογόνες δυνατότητες που διαθέτουν. Κατά συνέπειαν ο συγχρωτισμός με ηλίθιους αποδεικνύεται λάθος και ως επαναλαμβόμενο καταντά ηλιθιότητα.

Ο ηλίθιος στην πολιτική πιστεύει ακράδαντα ότι παράγει αξιολογικώς κριτική σκέψη επειδή φωνάζει ένα σύνθημα ή επειδή ταυτίζεται απόλυτα με ένα πολιτικό ή ένα κόμμα του οποίου γίνεται όχημα μεταφοράς των θέσεών του, χωρίς να διαθέτει το μυαλό του να σκεφτεί αν αυτά που λέει ή πράττει εκφράζουν ή όχι το δημόσιο συμφέρον. Εύκολα βλέπει σφάλματα όλων των κομμάτων και πολιτικών αλλά ποτέ των δικών του. Διαθέτει και το επιπλέον «προσόν», να εξωραϊζει ακόμη και τα πιο ανδραποδώδη, όταν αυτά γίνονται από το κόμμα του. Θεωρώ, όμως, πιο επικίνδυνο απ’ όλα όταν οι ηλίθιοι, είτε επαγγελματίες της πολιτικής είτε κομματόσκυλα, επιχειρούν να μας φενακίζουν παρουσιάζοντας τις προσωπικές τους φιλοδοξίες και διαπλοκές ως εθνική ανάγκη ή, κατά το χείριστον, ως εθνικό συμφέρον. Τότε γι’ αυτούς η πολιτική λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία σύμφωνα με την οποία οι προσδοκίες που στηρίζονται στην ηλιθιότητα οδηγούν τα άτομα να φέρονται με τρόπο που θέλει να αναγκάζει τους άλλους να επιβεβαιώνουν το «εγώ» τους, το οποίο βεβαίως παρουσιάζουν πάντοτε ως «εμείς». Γι’ αυτό στην πολιτική είναι λάθος να αποδίδουμε στην κακοήθεια αυτό που επαρκώς εξηγείται με την ηλιθιότητα. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι οι εθνικές μας τραγωδίες προκλήθηκαν από ηλίθια ματαιόδοξα ανθρωπάκια.

Πίσω από τους αυτοοραματιζομένους ευσχήμονες πολιτικούς μεσσίες, αυτές δηλαδή τις διαλάμπουσες αυθεντίες της πολιτικής μας, σπεύδουν αγεληδόν οι επιτήδειοι σφουγγοκωλάριοι, τα ευκολόπιστα κομματόσκυλα, τα τσογλάνια, οι ρουφιάνοι, οι αφελείς συνθηματοβόροι και όλα τα νούμερα του ευτελούς αυτού πολιτικού ζωικού είδους, αγαλιασμένοι ως κύμβαλα αλαλάζοντα, σταυροκοπιούμενοι, αυτοεξυμνούμενοι και αυτοϊκανοποιούμενοι, εν πνεύματι ομαδικής παράκρουσης. Πιστεύουν ότι ανακάλυψαν τον απεσταλμένο του Θεού. Υψώνουν γύρω τους τείχη αγιότητος και σοφίας, συντηρώντας το φαύλο κύκλο της ηλιθιότητας. Και το χειρότερο, οι πλείστοι εξ αυτών πεθαίνουν αμετάπιστοι και βυθισμένοι στην ψευδαίσθηση ότι παρέμειναν εσαεί σταθεροί στις ιδέες τους (sic).

Δυστυχώς το κόμμα των ηλιθίων αποτελούσε ανέκαθεν μία ισχυρή πολιτική δύναμη στον ελληνισμό. Είναι το μοναδικό κόμμα το οποίο κατάφερε κάτι το ανεπανάληπτο στο πολιτικό μας σύστημα, δηλαδή την οριζόντια ψηφοφορία στις εκλογές, χωρίς καν να καθιερωθεί διά νόμου, διότι τους ηλιθίους τους βρίσκεις διάσπαρτους παντού, από αριστερά μέχρι δεξιά. Κοιτάξτε γύρω σας, στην τηλεόραση, στις καφετέριες, στις προεκλογικές συγκεντρώσεις και ελάτε να ξανασυστηθούμε.

Στην πολιτική, το έδαφος θα είναι γόνιμο για τους ηλιθίους, ενόσω παραμένει ένας προνομιακός χώρος της κομματοκρατίας, η οποία σχηματίζεται αρχικώς από ομάδες στο μέτρο ιδεολογιών που εξελίσσονται σε συντεχνίες συμφερόντων και, κατ’ επέκτασιν, επαγγελματικός χώρος που ικανοποιεί φιλοδοξίες και φιλαργυρίες (βλ. ματαιοδοξίες), χώρος διαφθοράς των συνειδήσεων, χώρος που θυμίζει και μυρίζει χοιροστάσιο. Ακόμη και η πιο ανιδιοτελής είσοδος σε αυτό το χώρο θα σε φέρει αναπόδραστα στο επώδυνο δίλημμα να διαλέξεις είτε την υποδούλωση, υπερασπιζόμενος μονίμως το «αυτονόητο», ότι δηλαδή το κόμμα σου έχει πάντα δίκαιο, είτε θα σου εκτελέσουν το χαρακτήρα οι ηλίθιοι πραιτωριανοί του κόμματος. Αυτοί που φιλήδονα το πράττουν εν ονόματι της απόλυτης ελευθερίας της κομματικής έκφρασης μόνο και μόνο γιατί δεν μπορούν να καταλάβουν την αξία της ελευθερίας της σκέψης.
* Ο Χρήστος Ιακώβου είναι Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών