Για να το επιτύχει στηρίζεται στην υποστήριξη του ευρωιερατείου. Το έργο, άλλωστε, το έχουμε ξαναδεί. Στις εκλογές του 2012, το μόνο που δεν έκαναν οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ήταν να κολλήσουν προεκλογικές αφίσες της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ! Τώρα, αυτόν τον σκοπό υπηρετούν τα καλά λόγια που ακούστηκαν στο Γιούρογκρουπ, η επικείμενη επίσκεψη Μέρκελ, ο περιορισμένος δανεισμός από τις αγορές και οι αναμενόμενες ρητορικές υποσχέσεις για αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
Μία μικρή διαφορά στις ευρωεκλογές θα απέτρεπε τάσεις εσωκομματικής αμφισβήτησης του Σαμαρά και θα του άφηνε περιθώρια κινήσεων. Ολα δείχνουν ότι το χαμηλό εκλογικό ποσοστό της «Ελιάς» θα δρομολογήσει διαλυτικές τάσεις στο ΠΑΣΟΚ. Αυτό, όμως, δεν οδηγεί υποχρεωτικά σε ανατροπή της κυβέρνησης.
Ο μνημονιακός κοινός παρονομαστής των βενιζελικών και των γεωργοπανδρεϊκών, σε συνδυασμό με έξωθεν πιέσεις, είναι πιθανόν να οδηγήσει σε ένα νέο κυβερνητικό σχήμα. Στο ίδιο πλαίσιο εγγράφεται και η πρόσφατη πρόσκληση του πρωθυπουργού προς τη ΔΗΜΑΡ. Κοινοβουλευτικές εφεδρείες, άλλωστε, υπάρχουν και στον χώρο των ανεξάρτητων βουλευτών.
Η ιδανική εξέλιξη για τον Σαμαρά είναι όχι μόνο να ανασυγκροτήσει την κυβέρνηση και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αλλά και να ξεπεράσει τον σκόπελο της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας τον ερχόμενο Μάρτιο. Η συγκέντρωση των απαραίτητων 180 ψήφων, όμως, αν και δεν μπορεί να αποκλεισθεί, είναι εξαιρετικά δυσχερής.
Ακριβώς γι’ αυτό, ο πρωθυπουργός ετοιμάζεται για πρόωρες εθνικές εκλογές. Λόγω και του πριμ των 50 εδρών, στόχος του είναι η πρώτη θέση. Για τον σκοπό αυτό θα επιστρατευθούν όλα τα θεμιτά κι αθέμιτα μέσα και από τις εγχώριες άρχουσες ελίτ και από το ευρωιερατείο. Ακόμα και έτσι, όμως, είναι εξαιρετικά δύσκολο η Ν.Δ. να κερδίσει την πρωτιά.
Αυτός είναι ο λόγος που ο Σαμαράς συζητούσε το σενάριο της δημιουργίας μίας ευρύτερης παράταξης με την ενσωμάτωση υπολειμμάτων του ΠΑΣΟΚ, της μνημονιακής πτέρυγας της ΔΗΜΑΡ και κινήσεων της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς. Θα πρόβαλε σαν ιδεολογικό συνεκτικό ιστό την παραμονή στην ευρωζώνη και σαν κοινό πολιτικό στόχο την αποτροπή της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ, επειδή οδηγεί σε χάος. Τέλος, τον ρόλο καταλύτη για τη συσπείρωση τόσο διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων στο πλαίσιο μίας -έστω και ομοσπονδιακού τύπου- παράταξης θα έπαιζαν η εγχώρια ολιγαρχία του χρήματος και το ευρωιερατείο.
Λόγω των βαθιά ριζωμένων κομματικών στερεοτύπων, αυτό το σενάριο ήταν εξαρχής δύσκολο να πραγματοποιηθεί. Η υπόθεση Μπαλτάκου, όμως, μάλλον το ακυρώνει. Η ΔΗΜΑΡ είναι στα κάγκελα, ενώ οι «πράσινοι» βουλευτές έχουν πρόσθετο λόγο να δυσφορούν. Με άλλα λόγια, δοκιμάζεται η συνοχή της συμπολίτευσης.
Είναι ενδεικτικό ότι ο Παπανδρέου εκμεταλλεύθηκε την υπόθεση Μπαλτάκου για να διαφοροποιηθεί περαιτέρω από τον Βενιζέλο, αφήνοντας να αιωρείται ακόμα και το ενδεχόμενο αποχώρησης του ΠΑΣΟΚ από την κυβέρνηση. Στην πραγματικότητα, απλώς εγγράφει υποθήκες για να διεκδικήσει αυτόνομο πολιτικό ρόλο μετά τις ευρωεκλογές.
Η αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης, ίσως και η προκήρυξη εθνικών εκλογών τον Μάιο, δεν είναι η πιθανότερη εξέλιξη. Δεν μπορεί, όμως, να αποκλεισθεί. Πολύ περισσότερο εάν αληθεύουν οι φήμες ότι η Χρυσή Αυγή διαθέτει κι άλλα αποκαλυπτικά βίντεο.
Πώς από την ανοχή φθάσαμε στην κήρυξη πολέμου
ΤΑ ΟΣΑ ΛΕΕΙ ο Μπαλτάκος στον Κασιδιάρη δεν εγείρουν μόνο μείζον ζήτημα για τη λειτουργία των θεσμών και ειδικά της Δικαιοσύνης. Φωτίζουν και τη στάση της ομάδας Σαμαρά έναντι της Χρυσής Αυγής. Μέχρι τη δολοφονία Φύσσα, η κυβέρνηση και το κατεστημένο μιντιακό σύστημα ανέχονταν τις εμφανείς παράνομες πράξεις και δραστηριότητες της Χρυσής Αυγής. Σχεδόν έκλειναν τα μάτια σ’ αυτά που σήμερα υπερπροβάλλουν.
Η δε Δικαιοσύνη ακολουθούσε τις αργόσυρτες διαδικασίες που στην πράξη ισοδυναμούν με ατιμωρησία. «Εβαλε φτερά» στα πόδια της μόνο όταν η κυβέρνηση έκανε στροφή, λόγω και της δολοφονίας Φύσσα. Στην πραγματικότητα, το έδαφος είχε στρωθεί, λόγω της απροθυμίας του Μιχαλολιάκου να λειτουργήσει σαν δεκανίκι της Ν.Δ.
Η εξήγηση για την αρχική στάση ανοχής και για τη μετέπειτα στροφή είναι ότι το Μαξίμου και κύκλοι των αρχουσών ελίτ ερωτοτροπούσαν με την ιδέα να χρησιμοποιήσουν το κόμμα του Μιχαλολιάκου. Οχι μόνο σαν δεκανίκι της Ν.Δ., αλλά και ως δύναμη εξισορρόπησης του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα με εμφυλιοπολεμικούς όρους. Η θεωρία των δύο άκρων, που αντανακλά αυτή την πρόθεση, προϋποθέτει ισχυρή και προκλητική Χρυσή Αυγή.
Στο Μαξίμου εκτιμούσαν ότι οι δικαστικές διώξεις και η ηθική καταρράκωσή της θα συρρίκνωναν την εκλογική επιρροή της. Προσδοκούσαν ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι της θα επέστρεφαν στο «γαλάζιο» μαντρί. Οι δημοσκοπήσεις, όμως, διαψεύδουν αυτή την προσδοκία. Ειδικά εάν συνεκτιμηθεί και το γεγονός ότι τώρα αρκετοί ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής αποφεύγουν για προφανείς λόγους να το δηλώνουν στους δημοσκόπους.
Η ιστορία, πάντως, διδάσκει ότι η προσπάθεια να ανασχεθεί ένα πολιτικό φαινόμενο με δικαστικές διώξεις, συνήθως φέρνει το αντίθετο αποτέλεσμα. Το ζήτημα, όμως, δεν αφορά μόνο το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Αφορά και τον πυρήνα του πολιτεύματος. Οι δημοκρατικοί κανόνες δεν έχουν εγκαθιδρυθεί για να εφαρμόζονται αλά καρτ και, βεβαίως, ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Ούτε η δημοκρατική ευαισθησία μπορεί να έχει ιδεολογικό πρόσημο.