Υπάρχει
μία αναμφισβήτητη αλήθεια: Οικονομική ανάκαμψη με κλειστές τις διεθνείς
αγορές δανεισμού δεν είναι εφικτή και βιώσιμη. Ιδίως σε συνθήκες μιας
διεθνοποιημένης ευρωπαϊκής οικονομίας. Αν ανοίξουν οι διεθνείς
πιστωτικές γραμμές, με λογικά επιτόκια, προς τη χώρα, τις τράπεζες και
τις ελληνικές επιχειρήσεις, η οικονομία θα κινηθεί με αυξητικούς
ρυθμούς, η τραπεζική ρευστότητα θα βελτιωθεί και οι επενδύσεις θα...
επανεμφανιστούν. Σ' αυτό το πλαίσιο, εάν ο στόχος είναι η εξομάλυνση των
χρηματοδοτικών ροών της ελληνικής οικονομίας, μια σωστή και μεθοδική
έξοδος στις αγορές είναι αναγκαία προϋπόθεση.
Η ελληνική κυβέρνηση χθες επιχείρησε με επιτυχία μια περιορισμένη και «πιλοτική» έξοδο στις αγορές, στην οποία ανταποκρίθηκαν οι επενδυτές, με θετικό αντίκρισμα για τη χώρα. Αυτό συνέβη γιατί οι αποδόσεις ήσαν υψηλές, τα ελλείμματα έχουν ελεγχθεί και το ελληνικό χρέος βρίσκεται υπό «ευρωπαϊκή προστασία» παρότι ακόμα δεν είναι βιώσιμο. Στο σημείο αυτό χρειάζονται δύο επισημάνσεις: Η οικονομική πολιτική της χώρας, σε συνθήκες κρίσης, δεν πρέπει να εντάσσεται σε τρέχουσες εκλογικές και επικοινωνιακές σκοπιμότητες.
Και όσο λάθος είναι οι πρώιμοι και υπερβολικοί πανηγυρισμοί, άλλο τόσο λάθος είναι μια θέση καταστροφολογικής μεμψιμοιρίας. Ούτε τελείωσαν τα «μνημόνια» ούτε περάσαμε σε συνθήκες ανάπτυξης. Η μεγάλη εικόνα της ελληνικής οικονομίας εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από έλλειμμα ανάπτυξης και επενδύσεων και από την επικίνδυνα υψηλή ανεργία. Η πραγματική οικονομία στερείται ρευστότητας, ενώ οι υφεσιακές επιλογές εξακολουθούν να επηρεάζουν αρνητικά την οικονομία μας.
Ο δρόμος μιας σταθερής και υγιούς πρόσβασης της ελληνικής οικονομίας στις κεφαλαιαγορές, αναπτυξιακού χαρακτήρα, έχει ακόμα πολλές συνδυαστικές προϋποθέσεις.
Κεντρικό ζητούμενο είναι μια ουσιαστική διευθέτηση του χρέους. Το ξαναλέμε: το πρόγραμμα εξόδου της χώρας από την κρίση θέλει σοβαρές αναθεωρήσεις για να είναι αποτελεσματικό και να οδηγηθεί η χώρα σε έξοδο από την κρίση. Ο κίνδυνος για μια μακρά πορεία μεταξύ «φθοράς και αφθαρσίας» είναι μεγάλος. Και κάτι ακόμα: Η Ευρώπη χρειάζεται μια «νέα αρχιτεκτονική» στις οικονομικές και πολιτικές λειτουργίες της, καθώς εάν δεν διορθώσει τα «συστημικά κενά της» θα βρίσκει την «κρίση του ευρώ» συνεχώς μπροστά της...
Η ελληνική κυβέρνηση χθες επιχείρησε με επιτυχία μια περιορισμένη και «πιλοτική» έξοδο στις αγορές, στην οποία ανταποκρίθηκαν οι επενδυτές, με θετικό αντίκρισμα για τη χώρα. Αυτό συνέβη γιατί οι αποδόσεις ήσαν υψηλές, τα ελλείμματα έχουν ελεγχθεί και το ελληνικό χρέος βρίσκεται υπό «ευρωπαϊκή προστασία» παρότι ακόμα δεν είναι βιώσιμο. Στο σημείο αυτό χρειάζονται δύο επισημάνσεις: Η οικονομική πολιτική της χώρας, σε συνθήκες κρίσης, δεν πρέπει να εντάσσεται σε τρέχουσες εκλογικές και επικοινωνιακές σκοπιμότητες.
Και όσο λάθος είναι οι πρώιμοι και υπερβολικοί πανηγυρισμοί, άλλο τόσο λάθος είναι μια θέση καταστροφολογικής μεμψιμοιρίας. Ούτε τελείωσαν τα «μνημόνια» ούτε περάσαμε σε συνθήκες ανάπτυξης. Η μεγάλη εικόνα της ελληνικής οικονομίας εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από έλλειμμα ανάπτυξης και επενδύσεων και από την επικίνδυνα υψηλή ανεργία. Η πραγματική οικονομία στερείται ρευστότητας, ενώ οι υφεσιακές επιλογές εξακολουθούν να επηρεάζουν αρνητικά την οικονομία μας.
Ο δρόμος μιας σταθερής και υγιούς πρόσβασης της ελληνικής οικονομίας στις κεφαλαιαγορές, αναπτυξιακού χαρακτήρα, έχει ακόμα πολλές συνδυαστικές προϋποθέσεις.
Κεντρικό ζητούμενο είναι μια ουσιαστική διευθέτηση του χρέους. Το ξαναλέμε: το πρόγραμμα εξόδου της χώρας από την κρίση θέλει σοβαρές αναθεωρήσεις για να είναι αποτελεσματικό και να οδηγηθεί η χώρα σε έξοδο από την κρίση. Ο κίνδυνος για μια μακρά πορεία μεταξύ «φθοράς και αφθαρσίας» είναι μεγάλος. Και κάτι ακόμα: Η Ευρώπη χρειάζεται μια «νέα αρχιτεκτονική» στις οικονομικές και πολιτικές λειτουργίες της, καθώς εάν δεν διορθώσει τα «συστημικά κενά της» θα βρίσκει την «κρίση του ευρώ» συνεχώς μπροστά της...