Ασυνήθιστα σύντομη για γερμανική είναι η λέξη που φιγουράρει στον τίτλο
του κύριου άρθρου του χριστουγεννιάτικου τεύχους του γνωστού
συντηρητικού βρετανικού περιοδικού «Εκόνομιστ». Ενα φωνήεν που
ακολουθείται από τέσσερα συνεχόμενα σύμφωνα - τα οποία μάλιστα γίνονται
πέντε (!), αν η προφορά της λέξης αποδοθεί με ελληνικούς χαρακτήρες:
Angst, «ανγκστ». Σημαίνει «φόβος».Ο υπότιτλος του κύριου άρθρου
του «Εκόνομιστ» επιτείνει το κλίμα ανησυχίας: «Μετά από έναν αιώνα,
υπάρχουν ενοχλητικοί παραλληλισμοί με την εποχή που οδήγησε στο ξέσπασμα
του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου»! Και τότε, την Πρωτοχρονιά του 1914, οι
Ευρωπαίοι αντιμετώπιζαν με αισιοδοξία το μέλλον τους κατά το Νέο Ετος.
Κυριαρχούσε, όπως γράφει το βρετανικό περιοδικό, «το επιχείρημα ότι οι
οικονομίες της Ευρώπης ήταν τόσο ολοκληρωμένες μεταξύ τους ώστε ο
πόλεμος ήταν μάταιος. Μέσα όμως στον χρόνο, ο κόσμος είχε εμπλακεί σε
έναν άκρως τρομακτικό πόλεμο που κόστισε 9 εκατομμύρια ζωές...».
Ο «Εκόνομιστ» υποδεικνύει τον ένοχο: «Η κινητήρια δύναμη πίσω από την καταστροφή που έλαβε χώρα στον κόσμο πριν από έναν αιώνα ήταν η Γερμανία, η οποία έψαχνε να βρει μια δικαιολογία για έναν πόλεμο που θα της επέτρεπε να κυριαρχήσει στην Ευρώπη». Το βρετανικό περιοδικό όμως επικρίνει και την «αυταρέσκεια», όπως την αποκαλεί, την ικανοποίηση δηλαδή με την κατάσταση των υπόλοιπων λαών της Ευρώπης: «Πάρα πολλοί άνθρωποι στο Λονδίνο, στο Παρίσι και αλλού πίστευαν ότι επειδή η Βρετανία και η Γερμανία ήταν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος η μία της άλλης μετά την Αμερική και έτσι δεν υπήρχε οικονομική λογική πίσω από τη σύγκρουση, δεν θα γινόταν πόλεμος».
Διαψεύστηκαν οικτρά, τότε. Υπάρχει άραγε περίπτωση να διαψευστούν και σήμερα, ακριβώς έναν αιώνα μετά, το 2014, όσοι σκέπτονται με ανάλογο τρόπο; «Η πιο ανησυχητική ομοιότητα ανάμεσα στο 1914 και τώρα είναι η αυταρέσκεια. Οι επιχειρηματίες σήμερα είναι σαν τους επιχειρηματίες τότε.
Υπερβολικά πολύ απασχολημένοι με το να βγάζουν χρήματα για να δώσουν σημασία στα ερπετά που κινούνται πέρα-δώθε στο κάτω μέρος της οθόνης με την οποία διενεργούν τις εμπορικές τους δραστηριότητες», επισημαίνει το κύριο άρθρο του «Εκόνομιστ» και αναδεικνύει έναν επιπρόσθετο λόγο ανησυχίας: «Η Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία συγκροτήθηκε ως αντίδραση στο αιματοκύλισμα του 20ού αιώνα, φαίνεται περισσότερο κομματιασμένη και ''σκισμένη'' από ανερχόμενο εθνικισμό παρά σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή μετά τον σχηματισμό της» πριν από σχεδόν εξήντα χρόνια.
Μία εβδομάδα νωρίτερα, είχε προηγηθεί η γαλλική εφημερίδα «Λε Μοντ» στην έμμεση καλλιέργεια αντιγερμανικού κλίματος με ένα ολοσέλιδο δημοσίευμα, ιστορικού επιφανειακά χαρακτήρα. «Αιώνιες αντιπαλότητες από τις δύο όχθες του Ρήνου», ήταν ο εύγλωττος τίτλος. «Μεγάλος Πόλεμος - Μετά τον Ναπολέοντα, τα συμφέροντα της Πρωσίας, κατόπιν της Γερμανίας και της Γαλλίας ποτέ δεν έπαψαν να συγκρούονται μέχρι την αναμέτρηση του 1914-1918», διακήρυσσε ο υπέρτιτλος του άρθρου.
Ο Ναπολέων «οδήγησε σε κατάρρευση το 1806 το βασίλειο της Πρωσίας και τα υπολείμματα της Αγίας Ρωμαϊκής (γερμανικής) Αυτοκρατορίας και συγκρότησε τη Συνομοσπονδία του Ρήνου, το Μέγα Δουκάτο της Βαρσοβίας και το βασίλειο της Βεστφαλίας, συρρικνώνοντας την (γερμανική) αυτοκρατορία μόνο στην Αυστρία», γράφει με έκδηλη υπερηφάνεια η «Μοντ», υποθάλποντας τον σοβινισμό των Γάλλων. Αμέσως μετά προχωρεί στο κέντρισμα του συναισθήματος εθνικής ταπείνωσης των Γάλλων από τους Γερμανούς, οξύνοντας έτσι με τέχνη τα αντιγερμανικά αισθήματα του γαλλικού πληθυσμού, με αφορμή την ήττα της Γαλλίας από την Πρωσία στον πόλεμο του 1870-71.
«Το Δεύτερο Γερμανικό Ράιχ ανακηρύχθηκε από τον Βίσμαρκ στην Αίθουσα των Κατόπτρων των Βερσαλλιών στις 18 Ιανουαρίου 1871, ο βασιλιάς της Πρωσίας έγινε ο αυτοκράτορας της Γερμανίας Γουλιέλμος Α'», γράφει η «Μοντ» και προσθέτει: «Η Συνθήκη της Φρανκφούρτης, η οποία υπογράφτηκε στις 10 Μαΐου 1871, τιμώρησε σκληρά τη Γαλλία για την ήττα της και ήταν μία από τις αιτίες του πολέμου του 1914». Το τελικό συμπέρασμα αυτού του ιστορικού, κατ' επίφαση, άρθρου είναι έτσι διατυπωμένο ώστε να μπορεί να ισχύει και σήμερα: «Η συσσώρευση εντάσεων, πικριών, συγκρούσεων συμφερόντων κατέληγε σε ένα κλίμα επιθετικότητας που καθιστούσε την ειρήνη όλο και περισσότερο εύθραυστη». Ο νοών νοείτω...
Ο «Εκόνομιστ» υποδεικνύει τον ένοχο: «Η κινητήρια δύναμη πίσω από την καταστροφή που έλαβε χώρα στον κόσμο πριν από έναν αιώνα ήταν η Γερμανία, η οποία έψαχνε να βρει μια δικαιολογία για έναν πόλεμο που θα της επέτρεπε να κυριαρχήσει στην Ευρώπη». Το βρετανικό περιοδικό όμως επικρίνει και την «αυταρέσκεια», όπως την αποκαλεί, την ικανοποίηση δηλαδή με την κατάσταση των υπόλοιπων λαών της Ευρώπης: «Πάρα πολλοί άνθρωποι στο Λονδίνο, στο Παρίσι και αλλού πίστευαν ότι επειδή η Βρετανία και η Γερμανία ήταν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος η μία της άλλης μετά την Αμερική και έτσι δεν υπήρχε οικονομική λογική πίσω από τη σύγκρουση, δεν θα γινόταν πόλεμος».
Διαψεύστηκαν οικτρά, τότε. Υπάρχει άραγε περίπτωση να διαψευστούν και σήμερα, ακριβώς έναν αιώνα μετά, το 2014, όσοι σκέπτονται με ανάλογο τρόπο; «Η πιο ανησυχητική ομοιότητα ανάμεσα στο 1914 και τώρα είναι η αυταρέσκεια. Οι επιχειρηματίες σήμερα είναι σαν τους επιχειρηματίες τότε.
Υπερβολικά πολύ απασχολημένοι με το να βγάζουν χρήματα για να δώσουν σημασία στα ερπετά που κινούνται πέρα-δώθε στο κάτω μέρος της οθόνης με την οποία διενεργούν τις εμπορικές τους δραστηριότητες», επισημαίνει το κύριο άρθρο του «Εκόνομιστ» και αναδεικνύει έναν επιπρόσθετο λόγο ανησυχίας: «Η Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία συγκροτήθηκε ως αντίδραση στο αιματοκύλισμα του 20ού αιώνα, φαίνεται περισσότερο κομματιασμένη και ''σκισμένη'' από ανερχόμενο εθνικισμό παρά σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή μετά τον σχηματισμό της» πριν από σχεδόν εξήντα χρόνια.
Μία εβδομάδα νωρίτερα, είχε προηγηθεί η γαλλική εφημερίδα «Λε Μοντ» στην έμμεση καλλιέργεια αντιγερμανικού κλίματος με ένα ολοσέλιδο δημοσίευμα, ιστορικού επιφανειακά χαρακτήρα. «Αιώνιες αντιπαλότητες από τις δύο όχθες του Ρήνου», ήταν ο εύγλωττος τίτλος. «Μεγάλος Πόλεμος - Μετά τον Ναπολέοντα, τα συμφέροντα της Πρωσίας, κατόπιν της Γερμανίας και της Γαλλίας ποτέ δεν έπαψαν να συγκρούονται μέχρι την αναμέτρηση του 1914-1918», διακήρυσσε ο υπέρτιτλος του άρθρου.
Ο Ναπολέων «οδήγησε σε κατάρρευση το 1806 το βασίλειο της Πρωσίας και τα υπολείμματα της Αγίας Ρωμαϊκής (γερμανικής) Αυτοκρατορίας και συγκρότησε τη Συνομοσπονδία του Ρήνου, το Μέγα Δουκάτο της Βαρσοβίας και το βασίλειο της Βεστφαλίας, συρρικνώνοντας την (γερμανική) αυτοκρατορία μόνο στην Αυστρία», γράφει με έκδηλη υπερηφάνεια η «Μοντ», υποθάλποντας τον σοβινισμό των Γάλλων. Αμέσως μετά προχωρεί στο κέντρισμα του συναισθήματος εθνικής ταπείνωσης των Γάλλων από τους Γερμανούς, οξύνοντας έτσι με τέχνη τα αντιγερμανικά αισθήματα του γαλλικού πληθυσμού, με αφορμή την ήττα της Γαλλίας από την Πρωσία στον πόλεμο του 1870-71.
«Το Δεύτερο Γερμανικό Ράιχ ανακηρύχθηκε από τον Βίσμαρκ στην Αίθουσα των Κατόπτρων των Βερσαλλιών στις 18 Ιανουαρίου 1871, ο βασιλιάς της Πρωσίας έγινε ο αυτοκράτορας της Γερμανίας Γουλιέλμος Α'», γράφει η «Μοντ» και προσθέτει: «Η Συνθήκη της Φρανκφούρτης, η οποία υπογράφτηκε στις 10 Μαΐου 1871, τιμώρησε σκληρά τη Γαλλία για την ήττα της και ήταν μία από τις αιτίες του πολέμου του 1914». Το τελικό συμπέρασμα αυτού του ιστορικού, κατ' επίφαση, άρθρου είναι έτσι διατυπωμένο ώστε να μπορεί να ισχύει και σήμερα: «Η συσσώρευση εντάσεων, πικριών, συγκρούσεων συμφερόντων κατέληγε σε ένα κλίμα επιθετικότητας που καθιστούσε την ειρήνη όλο και περισσότερο εύθραυστη». Ο νοών νοείτω...