01 Δεκεμβρίου 2013

Ισλαμικός… «εμφύλιος» στην Τουρκία

Ενας υπόγειος πόλεμος διεξάγεται μεταξύ του Ερντογάν και ενός μετριοπαθούς θρησκευτικού κινήματος με επικεφαλής τον πανίσχυρο πρώην ιμάμη Γκιουλέν
Της Μαργαρίτας Βεργολιά
 «Μια αδυσώπητη πολιτική διαμάχη σιγοβράζει στην Τουρκία. Ομως οι αντίθετες πλευρές δεν είναι δύο πολιτικά κόμματα, όπως θα συνέβαινε σε μια κανονική δημοκρατία», σχολιάζει στην ιστοσελίδα μεσανατολικών αναλύσεων al-Monitor ο Ραζίμ Οζάν Κιουτάχιαλι, αρθρογράφος στην φιλοκυβερνητική «Sabah».
 Πράγματι, πρωταγωνιστές αυτή τη φορά δεν είναι οι παραδοσιακοί αντίπαλοι: οι ισλαμιστές και οι κεμαλιστές. «Στη μία πλευρά», εξηγεί ο Τούρκος αρθρογράφος, «βρίσκεται ένα πολιτικό κόμμα», το κυβερνών AKP. «Στην άλλη είναι ένα θρησκευτικό κίνημα» που προβάλλεται ως εκφραστής του μετριοπαθούς Ισλάμ. Και «η πραγματική μάχη διεξάγεται για το ποιος τελικά θα κυβερνήσει τη χώρα», η οποία προετοιμάζεται πυρετωδώς πια για μια κρίσιμη εκλογική χρονιά…


Από το παρασκήνιο
 Οπως μάλιστα τώρα αποκαλύπτεται με ντοκουμέντα από την αντιμιλιταριστικών τόνων «Taraf», η ρήξη μεταξύ των δύο πλευρών υφίσταται παρασκηνιακά εδώ και τουλάχιστον 9 χρόνια: απ’ όταν η «αφρόκρεμα» της τουρκικής πολιτικής το 2004 και οι αρχηγοί των ενόπλων δυνάμεων εκείνης της εποχής συνυπέγραψαν σχέδια για τον «εξόντωση» του αφανούς ακόμη τότε αντιπάλου. Κατά την επίσημη εκδοχή, τα εν λόγω σχέδια έμειναν μόνον στα χαρτιά. Παρ’ όλα αυτά, τις τελευταίες μέρες ο υπόγειος πόλεμος έπαψε να είναι ακήρυχτος κι από το παρασκήνιο πέρασε πια στο προσκήνιο, έστω… δι’ ασήμαντον -εκ πρώτης όψεως- αφορμή.

Λίγες ημέρες αφότου τάχθηκε κατά των μικτών φοιτητικών κοιτώνων, προκαλώντας λίγο-πολύ ενδοκυβερνητικό «εμφύλιο» -με αποκορύφωμα την έντονη διαμαρτυρία του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, Μουλέντ Αρίντς-, ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν επανήλθε δριμύτερος. Στις άμεσες επιδιώξεις του, ανακοίνωσε, θα είναι το κλείσιμο των ιδιωτικών προπαρασκευαστικών σχολών στη χώρα του, γνωστών και ως ντέρσχανελερ. Η αιτία, ανέφερε, είναι ότι συμβάλλουν στην παγίωση των κοινωνικών ανισοτήτων και στον διαχωρισμό των πολιτών σε κατηγορίες Α΄ και Β΄…

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, σήμερα λειτουργούν περί τις 3.640 σχολές αυτού του είδους στην Τουρκία, προσφέροντας πάνω από 50.000 θέσεις εργασίας σε καθηγητές και μια θέση στον «ήλιο» της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε περισσότερους από ένα εκατομμύριο φοιτητές. Επισήμως, αποστολή των ντέρσχανελερ είναι να προετοιμάσουν τους μαθητές για τις τελικές εξετάσεις του Λυκείου και τις κατατακτήριες στα Πανεπιστήμια. Με το αζημίωτο, φυσικά…

Εκτός όμως από την κοινωνικο-οικονομική διάστασή του, το θέμα έχει κι άλλες, χωμένες βαθιές στο ισλαμικό… παρακράτος παραμέτρους. Πολλές από αυτές τις σχολές (κοντά στο 50%, κατά ορισμένες εκτιμήσεις) ανήκουν στο κίνημα του πανίσχυρου εκφραστή του μετριοπαθούς Ισλάμ και de facto επιχειρηματία Φετουλάχ Γκιουλέν, που από το 1999 ζει αυτοεξόριστος στις ΗΠΑ, έχει πολλάκις γραφτεί ότι διατηρεί στενές σχέσεις με τη CIA και θεωρείται ότι μέχρι και σήμερα κινεί εξ αποστάσεως τα «νήματα» εξουσίας στην Τουρκία.

Το κίνημα του πρώην ιμάμη από το Ερζερούμ -γνωστό ως Hizmet (που στα ελληνικά σημαίνει «υπηρεσία») ή ως Cemaat («κοινότητα»)- ελέγχει ένα ολόκληρο δίκτυο σχολών, νοσοκομείων, φοιτητικών κοιτώνων, ΜΜΕ και αλυσίδων λιανικών πωλήσεων, εντός κι εκτός των τουρκικών συνόρων (επεκτείνεται στην Κεντρική Ασία, τα Βαλκάνια, μέχρι και στην Αφρική). Ειδικά στην Τουρκία, πάντως, λέγεται ότι -μέσα από τις «στρατιές» των αποφοίτων των ντέρσχανελερ- ο 72χρονος Γκιουλέν έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα δικό του «κράτος εν κράτει», αποκτώντας ισχυρό έρεισμα σχεδόν σε όλους τους θεσμούς: στον κρατικό μηχανισμό, στα σώματα ασφαλείας, στη Δικαιοσύνη και, φυσικά, στο ίδιο το κυβερνών κόμμα των ισλαμιστών…

Βαθύ ρήγμα
 Μέχρι πρότινος, άλλωστε, η πιο τρανή απόδειξη της κρυφής δύναμης του Hizmet ήταν η ανάδειξη και η μετέπειτα παντοκρατορία στην τουρκική πολιτική σκηνή του ισλαμικού κόμματος του Ερντογάν, του AKP. Σε αυτήν αναφέρονται μέχρι και απόρρητα διπλωματικά τηλεγραφήματα της αμερικανικής πρεσβείας στην Αγκυρα, χρονολογημένα το 2009, που έφεραν στο φως τα WikiLeaks. Καθώς όμως ο ενισχυμένος Ερντογάν άρχισε να δημιουργεί το δικό του ηγεμονικό μοντέλο διακυβέρνησης, άρχισε να σχηματοποιείται και συν τω χρόνω να βαθαίνει το ρήγμα με τον πάλαι ποτέ μέντορά του, τον Γκιουλέν…

Τα πρώτα μαύρα «σύννεφα» άρχισαν να πυκνώνουν πάνω από τις -αμοιβαία ωφελιμιστικές- σχέσεις τους μετά την κρίση με το «Μαβί Μαρμαρά» (ο Γκιουλέν δεν είδε ποτέ με καλό «μάτι» τη ρήξη με το Ισραήλ). Επιδεινώθηκαν περαιτέρω με αφορμή τους χειρισμούς της Αγκυρας στον συριακό εμφύλιο και την προσέγγισή της με το Ιράν. Και το «γυαλί» φαίνεται ότι τελικά «ράγισε» τον Φεβρουάριο του 2012, όταν οι εισαγγελικές αρχές της Κωνσταντινούπολης επιχείρησαν να κινηθούν εναντίον του ισχυρού άνδρα των μυστικών υπηρεσιών της ΜΙΤ -και στενού συνεργάτη του Ερντογάν- Χακάν Φιντάν.

Το σκεπτικό ήταν ότι είχε παραβιάσει τη νομοθεσία, επειδή μετείχε στις μυστικές συνομιλίες του Οσλο με τους Κούρδους του PKK: μια προσέγγιση που ο Γκιουλέν επίσης δεν είδε ποτέ με καλό «μάτι». Για τον Ερντογάν, λέγεται ότι η απόπειρα εξουδετέρωσης του Φιντάν -που εξελήφθη ως παρασκηνιακή παρέμβαση του Γκιουλέν- αποτέλεσε την κρίσιμη καμπή στη λήψη της απόφασης να σπάσει τους δεσμούς με το Hizmet. Ομως τα αισθήματα ήταν ήδη αμοιβαία…

Αυτά αποτυπώθηκαν ξεκάθαρα στις μεγάλες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις του περασμένου καλοκαιριού, με αφορμή τα κυβερνητικά σχέδια ανάπλασης του πάρκου Γκεζί. Η εφημερίδα «Zaman» -συμφερόντων Γκιουλέν- «σφυροκοπούσε» καθημερινά τον Ερντογάν για την πολιτική του. Σχεδόν ταυτόχρονα, οι δύο ισχυρότεροι άνδρες του AKP, ο Τούρκος πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιουλ και ο Μπουλέντ Αρίντς (αμφότεροι άτομα του περιβάλλοντος Γκιουλέν και τώρα επικρατέστεροι κομματικοί υποψήφιοι για την πρωθυπουργία το 2015), «άδειαζαν» δημόσια τον Ερντογάν, κηρύσσοντας έτσι ατύπως τον εσωκομματικό πόλεμο για την επόμενη μέρα. Με την αποκλιμάκωση της έντασης, εν τω μεταξύ, η Ενωση Δημοσιογράφων και Συγγραφέων -που διατηρεί στενές διασυνδέσεις με τον ισλαμιστή διανοούμενο- εξέδωσε ανακοίνωση για να διαψεύσει ότι στο αντικυβερνητικό μπλοκ υπήρξε «δάκτυλος» του Hizmet.

Μετά την τελευταία εξαγγελία Ερντογάν για λουκέτο στις προπαρασκευαστικές σχολές, η πλευρά Γκιουλέν βρέθηκε και πάλι πρόσκαιρα στο ίδιο «στρατόπεδο» με την κοσμική αντιπολίτευση, αλλά και δυσαρεστημένους του AKP, που εξέφρασαν εν χορώ έντονες αντιρρήσεις. Δημοσκοπήσεις ωστόσο δείχνουν ότι το 60% της κοινής γνώμης στηρίζει τα σχέδια για κλείσιμο των ντέρσχανελερ, ενώ στο AKP εκτιμούν ότι οι εκλογικές απώλειες από τη διαμάχη θα περιοριστούν στο 1-2% το πολύ.

Οχι τυχαία, οι περισσότεροι αναλυτές αποδίδουν την επιθετική τακτική του Τούρκου πρωθυπουργού ως μια επίδειξη πολιτικής δύναμης, εν όψει των δημοτικών εκλογών του Μαρτίου, των προεδρικών του Αυγούστου και των βουλευτικών εκλογών του 2015. Κοντολογίς -καθώς μεθοδεύει τη μεταπήδησή του στην προεδρία- ο Ερντογάν θέλει να αποδείξει στους ψηφοφόρους ότι είναι ο εκφραστής του «πραγματικού Ισλάμ». Προφανής στόχος είναι η συσπείρωση της εκλογικής του βάσης, κατ’ αρχάς στις εκλογές του Μάρτη. Εάν τα ποσοστά του AKP ανέβουν, τότε η εσωκομματική ρήξη θα αποσοβηθεί και ο Ερντογάν θα μπορέσει να εντείνει τις πιέσεις για την προώθηση της συνταγματικής αναθεώρησης (για αλλαγή του πολιτικού συστήματος από κοινοβουλευτική σε προεδρική δημοκρατία), η οποία τώρα «καρκινοβατεί». «Ενα ενισχυμένο AKP σημαίνει ότι ο Ερντογάν μπορεί να πάρει αυτό που θέλει», εκτιμά η αναλύτρια Τουλίν Νταλόγλου. «Μια μειωμένη συμμετοχή στην κάλπη των δημοτικών εκλογών αντίθετα θα σημαίνει ότι δεν θα μπορέσει να επιτύχει τον στόχο του».

Ο παράγοντας Γκιουλέν
 Κάπου εδώ ωστόσο υπεισέρχεται ο παράγοντας Γκιουλέν. «Παραμένει ακόμη άγνωστο πώς το κίνημά του θα μπορούσε να επηρεάσει την κάλπη», σχολιάζει ο Ντενίζ Ζεϊρέκ, αρθρογράφος της αριστερο-φιλελεύθερης «Radikal». Προς το παρόν, εκτιμάται ότι ο βαθμός επιρροής τού πρώην ιμάμη στην εκλογική βάση κυμαίνεται μεταξύ 3 και 8%. «Αυτό όμως που είναι σίγουρο», προσθέτει, «είναι ότι έχει τη δυναμική να ταράξει τα νερά»…

Πόσο μάλλον τώρα που «η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη σχεδόν με όλα τα σημαντικά κομμάτια της κοινωνίας: με τους δασκάλους, τους φοιτητές, τους αλεβίτες, τις επαγγελματικές ενώσεις των αρχιτεκτόνων και των μηχανικών, τα συνδικάτα, τους ακαδημαϊκούς, τους δημοσιογράφους και πάει λέγοντας», επισημαίνει στην κεμαλική «Hürriyet» ο αρθρογράφος Σερκάν Ντεμιτράς. «Το να προσθέσει το κίνημα Γκιουλέν σε αυτή τη λίστα δεν θεωρείται έξυπνη κίνηση υπό τις παρούσες συνθήκες», καταλήγει, «εφόσον ο Ερντογάν έχει αρχίσει να χάνει την ελπίδα ότι θα γίνει ένας ισχυρός πρόεδρος». Αλλά αυτό μόνον ο χρόνος θα το δείξει…