01 Δεκεμβρίου 2013

ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ '44: Ο ΑΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΣΑΡΑΦΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΔΕΣ ΣΤΗΝ ΗΠΕΙΡΟ Ο «διχασμός» της ηγεσίας του ΕΛΑΣ

Το όλο θέμα οδηγήθηκε σε συμβιβασμό, που κατέληξε στη συμφωνία της Βάρκιζας τον Φεβρουάριο του 1945
https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEi9L1S_cV6YLai-v3eoGl7Om_67WcCUUcUGt1Oy708Zz8OZi2B06AP5hAFHYltc5O4P4g-Qbs2I5WowbGPL4uwTePDAvsO3OHq9CLXO_UOqqf8y-Z2tqFUFeX_L0us0KkSShyphenhyphenG0lxpAPT0/s640/tumblr_lgoa27TmoU1qaf7wro1_500.jpg
Στη διάρκεια των Δεκεμβριανών η ηγεσία του ΕΛΑΣ άλλαξε ξαφνικά χέρια. Στις 2 Δεκεμβρίου 1944 αποφασίστηκε η επανασύσταση της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΛΑΣ, που αποτελέστηκε από το γραμματέα του ΚΚΕ Γιώργη Σιάντο και τους στρατηγούς Μάντακα και Χατζημιχάλη.Κατά κάποιον τρόπο το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ, με στρατιωτικό αρχηγό τον Στέφανο Σαράφη και καπετάνιο τον Αρη Βελουχιώτη, πέρασε σε δεύτερη μοίρα.
Η Κ.Ε. του ΕΛΑΣ ανέλαβε να διευθύνει τη μάχη του Δεκέμβρη σε Αθήνα-Πειραιά.Στο Γενικό Στρατηγείο ανατέθηκε η διάλυση των δυνάμεων του ΕΔΕΣ στην Ηπειρο και του Τσαούς Αντών (Φωστερίδης) στη Μακεδονία, όπως επίσης «η ασφάλεια των συνόρων, η επιτήρηση των αγγλικών φρουρών της ζώνης του και η ασφάλεια από αποβάσεις στην περιοχή του». Ιδιαίτερα οριζόταν σύντομη ενέργεια εναντίον των δυνάμεων του ΕΔΕΣ υπό τον Ν. Ζέρβα για να μη μεταφερθούν οι δυνάμεις του στην Αθήνα και ενισχύσουν το αγγλικό και κυβερνητικό στρατόπεδο.

Στο μεταξύ ο απεσταλμένος του Σιάντου, Π. Ρούσος, έφτασε στη Λαμία όπου έδρευε προσωρινά το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ και στη διάρκεια της συνομιλίας του με τον Σαράφη και τον Αρη διαπίστωσε κάποια δυσαρέσκεια. Ο Σαράφης δεν φαινόταν ευχαριστημένος «από τον τρόπο αντιμετώπισης της κατάστασης» ούτε «από το διχασμό του ενιαίου της στρατιωτικής διοίκησης» του ΕΛΑΣ και την «ουσιαστική αχρήστευση του Γενικού Στρατηγείου στην κρίσιμη ώρα».

Αλλά βέβαια συμφώνησε και δέχτηκε να εφαρμόσει πιστά τις διαταγές της Κ.Ε. του ΕΛΑΣ.
Το Γενικό Στρατηγείο ανέθεσε αμέσως στην Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας τη διάλυση των δυνάμεων του Τσαούς Αντών, ενώ για τις επιχειρήσεις εναντίον του Ζέρβα εξήγησε ότι θα χρειαστούν μερικές μέρες για τη συγκέντρωση των δυνάμεων. Το Γενικό Στρατηγείο ζήτησε παράλληλα από την Κ.Ε. «την άδεια να χτυπήσει όλες τις αγγλικές δυνάμεις που ήταν σκορπισμένες σε ολόκληρη την Ελλάδα. Ετσι οι δυνάμεις αυτές απομονωμένες θα αφοπλίζονταν, θα ξεκαθαριζόταν η περιοχή και δεν θα χρησιμοποιούνταν κατά των τμημάτων που θα δρούσαν στην Αθήνα».Στην τελευταία αυτή πρόταση -γράφει ο Σαράφης- «η Κεντρική Επιτροπή απάντησε αρνητικά και έδωσε εντολή μόνο να παρακολουθούμε τις κινήσεων των Αγγλων».

Λίγο αργότερα στάλθηκε εκ νέου μήνυμα στην Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ με παρόμοιο περιεχόμενο, που τελικά έστειλε διαταγή, η οποία «όριζε να ειδοποιηθούν οι αγγλικές φρουρές ότι απαγορεύεται η μετακίνησή τους και ότι σε περίπτωση που θα επιχειρούσαν να μετακινηθούν θα εμποδίζονταν με τη βία».Το πρωί στις 21 Δεκέμβρη άρχισε η επίθεση του ΕΛΑΣ κατά του Ζέρβα στην Ηπειρο. Ο ΕΛΑΣ διέσπασε τις γραμμές των αντιπάλων του. «Μόνο στις νότιες υπώρειες του Μιτσικέλι ένα τάγμα του 28 συντάγματος Πεζικού αιφνιδιάστηκε από τμήμα του ΕΔΕΣ που είχε περάσει κρυφά με βάρκα τη Λίμνη», αλλά δεν άργησε να ανασυνταχθεί.Ο Ζέρβας έκανε μια αντεπίθεση βορειοδυτικά των Ιωαννίνων «υποστηριζόμενη από ισχυρά μέσα πυρός και πυροβολικό», αλλά δεν κατάφερε πολλά πράγματα.Ο ΕΛΑΣ φαινόταν να έχει μια υπεροχή αριθμητικά αλλά και σε ηθικό, καθώς σε Αθήνα και Πειραιά αντιμετώπιζε μια μεγάλη δύναμη της εποχής.

Σύμφωνα με τον στρατηγό Σαράφη, η παρατακτή δύναμη του ΕΛΑΣ στην Ηπειρο ήταν δύναμης 11.500 ανδρών και συσσιτούντων 14.000 έναντι 9.000 παρατακτών και 12.000 συσσιτούντων του ΕΔΕΣ. Το σύνολο των απωλειών του ΕΛΑΣ κατά τις μάχες στην Ηπειρο εναντίον του ΕΔΕΣ «ήταν 680 νεκροί και τραυματίες, εκ των οποίων οι μεγαλύτερες τις δύο πρώτες μέρες».

Αλλά η επίθεση του ΕΛΑΣ ήταν καταιγιστική: την πρώτη μέρα κατέλαβε την Αρτα και στις 23 Δεκεμβρίου τα Γιάννινα. Οι δύο σοβαρές μάχες έγιναν η μία στην Αρτα και η άλλη βορειοδυτικά των Ιωαννίνων. Στη συνέχεια τα τμήματα του ΕΔΕΣ «σχεδόν διαλύθηκαν» και «μόνον ορισμένα τμήματα από διαλεγμένους αξιωματικούς και αντάρτες» υποχώρησαν προς Πρέβεζα και Ηγουμενίτσα.
Τελικά έφυγαν προς τα Επτάνησα, καταλήγοντας στην Κέρκυρα. «Η αλήθεια είναι -γράφει ο Σαράφης- ότι δεν περιμέναμε τόση γρήγορη διάλυση του ΕΔΕΣ. Περιμέναμε μεγαλύτερη αντίσταση και υπολογίζαμε τουλάχιστον 10 μέρες για την υπόθεση αυτή».Ετσι ενώ ο ΕΛΑΣ σε Αθήνα και Πειραιά υποχωρεί, οι δυνάμεις του σε άλλες περιοχές της Ελλάδας φαίνεται να πλεονεκτούν και αυτό δεν διαφεύγει την προσοχή των αντιπάλων του.

Στις 25 Δεκεμβρίου 1944 ο στρατιωτικός διοικητής Αττικής των κυβερνητικών δυνάμεων συνταγματάρχης Παυσανίας Κατσώτας ενημέρωσε τον Γ. Παπανδρέου ότι:
1 Περιοχή Αθηνών-Πειραιώς. Πρωτοβουλία εις χείρας Βρετανικών και Ελληνικών Στρατευμάτων. Υπολείπεται όμως ακόμα σοβαρά προσπάθεια.
2 Περιοχή Θεσσαλονίκης. Βρετανικά στρατεύματα παραμένουσιν εν επιφυλακή και έτοιμα προς μάχην, καθ' ον χρόνον οι στασιασταί είναι κύριοι όχι μόνον της πόλεως αλλά ολοκλήρου της Μακεδονίας και Θράκης.
3 Περιοχή Ηπείρου. Ενώ επιστεύετο μέχρι προ ολίγων ημερών ότι αι δυνάμεις του ΕΔΕΣ είναι διαθέσιμαι, ήδη πιέζονται σοβαρώς και τίθεται ζήτημα αν επαρκούν διά την ιδίαν των άμυναν.
4 Υπόλοιπη Ελλάς. Πανταχού κύριοι οι στασιασταί. Ο Κατσώτας διέβλεπε «μακρόν και σκληρόν αγώνα από πόλεως εις πόλιν και από χωρίου εις χωρίον».

Τη συνέχιση της ένοπλης αναμέτρησης Αγγλων και ΕΛΑΣ έξω από την Αθήνα σκέφτηκαν και οι δύο πλευρές. Οι Αγγλοι έκριναν ότι η συμμαχική ενότητα, η αγγλική και διεθνής κοινή γνώμη δεν επέτρεπαν τη συνέχιση αυτής της σύγκρουσης που διαρκούσε περισσότερο από ένα μήνα. Οι διεθνείς φίλοι του ΕΛΑΣ υπέδειξαν επίσης «να μη συνεχίσει τραβώντας το σχοινί». Το όλο θέμα οδηγήθηκε σε συμβιβασμό, που κατέληξε στη συμφωνία της Βάρκιζας τον Φεβρουάριο του 1945.
Αλλά οι αντιθέσεις παρέμεναν βαθιές μέσα στην ελληνική κοινωνία.