21 Δεκεμβρίου 2013

Συμφωνία Κύπρου- Αιγύπτου για υδρογονάνθρακες

http://www.energysequel.com/wp-content/uploads/2013/03/Cyprus-Egypt-Israel_EEZs.jpgΗ πρόσφατη συνομολόγηση και υπογραφή Συμφωνίας συνεκμετάλλευσης των κοινών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων Κύπρου και Αιγύπτου αποτελεί, αναντίρρητα, ένα σημαντικό βήμα στην περαιτέρω αναβάθμιση του ενεργειακού ρόλου της Κύπρου στην περιοχή, ως επίσης και την ανάδειξη της σημασίας που αποδίδεται στην εκμετάλλευση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.Η Συμφωνία, που αφορά στην κοινή ανάπτυξη των υδρογονανθράκων που βρίσκονται εκατέρωθεν της μέσης γραμμής που χωρίζει τις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες Κύπρου και Αιγύπτου, όπως οριοθετείται στο πλαίσιο της Συμφωνίας Οριοθέτησης της 17ης Φεβρουαρίου 2003, θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική, αφού ορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα αναπτύσσονται τα κοιτάσματα πλησίον της μέσης γραμμής, διασφαλίζοντας, μεταξύ άλλων, τη βιωσιμότητα των κοιτασμάτων και τις προοπτικές αποφυγής υπερεκμετάλλευσης, που θα τα εξαντλούσε εις βάρος της μιας εκ των δυο πλευρών.


Η ενοποίηση της εκμετάλλευσης υπό τον τρόπο που ρητά αναφέρεται στη Συμφωνία Συνεκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων εκατέρωθεν της μέσης γραμμής μεταξύ Κύπρου και Αιγύπτου αποτελεί, παράλληλα, μια ιδιαίτερα σημαντική γεωπολιτική συμφωνία, που αναδεικνύει τις φιλικές σχέσεις μεταξύ των δυο χωρών και ανοίγει τον δρόμο για την τελική αξιοποίηση των υδρογονανθράκων που βρίσκονται εκατέρωθεν της μέσης γραμμής. Η αξία της συνεκμετάλλευσης θεωρείται ευεργετική και προσοδοφόρα για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς-αδειούχους/εταιρείες εκμετάλλευσης και παραγωγής, και φυσικά τα κράτη που αδειοδοτούν τα τεμάχια προς αξιοποίηση, ειδικά αυτά που βρίσκονται εγγύτερα της μέσης γραμμής με Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες γειτονικών χωρών.

Τέτοιου είδους συμφωνίες ορίζουν ουσιαστικά τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους ανάπτυξης και εκμετάλλευσης ταμιευτήρων υδρογονανθράκων που εκτείνονται εκατέρωθεν της μέσης γραμμής, και καθορίζουν τις διαδικασίες καταμερισμού εσόδων από την ανάπτυξη των υδρογονανθρακικών πόρων, λαμβάνοντας υπόψη τη γεωγραφική έκταση και τα γεωλογικά χαρακτηριστικά του ταμιευτήρα υδρογονανθράκων, και τις περιοχές για κοινή ανάπτυξη και εκμετάλλευση του εν λόγω ταμιευτήρα.

Οι συμφωνίες κοινής ανάπτυξης αποτελούν χρήσιμο εργαλείο για τη διαχείριση της εκμετάλλευσης φυσικών πόρων -κυρίως πετρελαίου αλλά και φυσικού αερίου- που εκτείνονται πέραν της μιας Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Κλασικά παραδείγματα τέτοιων συμφωνιών στη διεθνή βιβλιογραφία, που αναδεικνύουν ταυτόχρονα και την ιδιαίτερη σημασία τέτοιων συμφωνιών σε περιφερειακό επίπεδο, αποτελούν οι διμερείς συμφωνίες μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Νορβηγίας σε τρία οικόπεδα στη Βόρεια Θάλασσα (Frigg, Statfjord και Murchison), όπου το 60,82% των κοιτασμάτων πετρελαίου βρίσκεται στη νορβηγική περιοχή και η συμφωνία για το οικόπεδο Markham μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Ολλανδίας.

Οι συμφωνίες, βασιζόμενες στην αρχή της συνεργασίας, αναβαθμίζουν τις σχέσεις των κρατών μεταξύ τους, με σημαντικές προεκτάσεις σε όλα τα επίπεδα συνεργασίας και σχέσεων, και αναδεικνύουν σημαντικές γεωπολιτικές παραμέτρους, που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην πλήρη ανάπτυξη οικονομικών, πολιτικών αλλά και ακόμη στρατιωτικών ζητημάτων, που θεωρούνται εκ των ων ουκ άνευ για την απρόσκοπτη αξιοποίηση των φυσικών πόρων φιλικά προσκείμενων χωρών.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ
Λέκτορας Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας