του Μάριου Ευρυβιάδη*
Η παρουσία κυρίως, του Έλληνα Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στην κηδεία του τ.Προέδρου Γλαύκου Κληρίδη, όπως και τα λόγια του, ότι "για την Ελλάδα, η Κύπρος ήταν και παραμένει χρέος και ευθύνη", φέρνουν επιτακτικά στο προσκήνιο το ρόλο που μια δημοκρατική Ελλάδα διαδραματίζει, αλλά κυρίως μπορεί να διαδραματίσει, ώστε να "ευτυχίσει" μελλοντικά, κατά τον Πρωθυπουργό, ο κυπριακός λαός.
Κανένας λαός δεν μπορεί να "ευτυχίσει" πολιτικά--διότι περί πολιτικής μιλούμε--εάν δεν είναι σε θέση να διαφεντεύει δημοκρατικά τον εαυτό του μέσα σε μια ευνομούμενη πολιτεία. Οι πολίτες, θα πρέπει να λειτουργούν και να εκφράζονται στο πλαίσιο ενός πολιτεύματος ευθυνοδοσίας και διαφάνειας, παράγωγο του οποίου καταλήγει να είναι μια δημοκρατική ειρήνη.
"Χρέος και ευθύνη"της Ελλάδας νοηματοδοτούνται μόνο με τα παραπάνω, και όχι με τις χουντοφασιστικές νοοτροπίες που χαρακτήριζαν τις σχέσεις Αθηνών -Λευκωσίας την δεκαετία 1964-1974.
Αναντίρρητα, μέγιστη υπήρξε η συμβολή της Ελλάδας στην επιτυχημένη ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας -Κ.Δ.-( και όχι του Αννανικού μορφώματος ) στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπορεί σε πολιτικό επίπεδο οι προσδοκίες του κυπριακού λαού να μην ευοδώθηκαν. Ωστόσο, η ένταξη έδωσε στη Κύπρο για πρώτη φορά από το 1960 θεσμικά όπλα και δύναμη έναντι στην Τουρκία και όχι μόνο. Ανεξάρτητα από την επιμέρους αξιολόγηση της κυπριακής παρουσίας στην Ε.Ε. ( και των κατά καιρούς απίστευτων πολιτικών λαθών και γκαφών των διπλωματών της), η θεσμική παρουσία και συμμετοχή της Κύπρου στον κορυφαίο ευρωπαϊκό διακρατικό οργανισμό, λειτούργησε και λειτουργεί ως τροχοπέδη, έναντι αυτών που επιβουλεύονται τα συλλογικά και ατομικά δικαιώματα των πολιτών της Κύπρου. Και σε πολλές περιπτώσεις όπου παρουσιάζονται αυθαίρετες συμπεριφορές των Βρυξελλών, μεγάλο μέρος της ευθύνης εντοπίζεται και στη Λευκωσία --στις αβελτηρίες και πολιτικές της αστοχίες.
Εάν απομονώσουμε μια και μόνο πράξη της Αθήνας που εξασφάλισε την κυπριακή ένταξη, αυτή υπήρξε η συλλογική απόφαση του Ελληνικού Κοινοβουλίου ότι η προγραμματιζόμενη διεύρυνση της Ε.Ε. του 2004, με τις δέκα υποψήφιες χώρες, θα προσέκρουε στη άρνηση της Ελλάδας εάν για τους γνωστούς πολιτικούς λόγους απεκλείετο η Κύπρος. Το μήνυμα ελήφθη, κυρίως απο τη Γερμανία, που για δικούς της γεωπολιτικούς λόγους ήθελε την ένταξη της Πολωνίας πάση θυσία. Έτσι, με Γερμανική πρωτοβουλία, η ομάδα των δέκα υποψηφίων έλαβε χαρακτήρα πακέτου--όλοι μέσα ή κανείς.
Η εξέλιξη αυτή, μαζί με το ΟΧΙ του 2004 κάθε άλλο παρά χαροποίησε Άγγλο-αμερικανούς , Τούρκους και όσους άλλους επιβουλεύοντο τις συλλογικές ελευθερίες του κυπριακού λαού, που εκφράζοντο μέσα από τη διεθνή υπόσταση της Κ.Δ., χώρας πλέον μέλους και της Ε.Ε..
Η καινούρια πρόκληση για την Ελληνική κυβέρνηση, πιθανότατα με ηγέτη τον Σαμαρά, βρίσκεται πρό των πυλών. Και "χρέος και ευθύνη"της Αθήνας, είναι να την εξουδετερώσει όπως ακριβώς έπραξε το 2004. Όπως και τότε, η κυπριακή πλευρά αδυνατεί θεσμικά να βοηθήσει αποτελεσματικά τον εαυτό της και να προστατεύσει τα ζωτικά της συμφέροντα.
Αναφέρομαι στην υπό εξέλιξη προσπάθεια για "επανέναρξη"των διαπραγματεύσεων που διεξάγονται, κατ´επίφαση, μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Αλλά που όλοι γνωρίζουμε ότι είναι εν δυνάμει διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και όπου η τελευταία έχει το καταλυτικό πλεονέκτημα της στρατιωτικής κατοχής στην Κύπρο.
Ακριβώς λόγω αυτής της ανισορροπίας ισχύος μεταξύ των δύο, η όλη δυναμική της διεθνούς πολιτικής ευνοεί την εφαρμογή στην Κύπρο μιας"τουρκικής ειρήνης". Κάτι τέτοιο όμως, συνεπάγεται την νομιμοποίηση των εδαφικών τετελεσμένων της εισβολής αλλά και κάτι ακόμη χειρότερο. Την νομιμοποίηση και ενός μη τετελεσμένου του 1974 το οποίο ομως σηματοδοτεί, μέχρι και σήμερα, την παταγώδη αποτυχία της τουρκικής στρατηγικής . Αυτό είναι η κατάλυση της Κ.Δ..
Αυτός υπήρξε ο στρατηγικός στόχος της Τουρκίας και των πατρόνων της από το 1964 μέχρι σήμερα. Προσπάθησαν και απέτυχαν το 1964 με το "διπλοενωσιτικό" (double enosis) Σχέδιο Ατσεσον ( ατόφια σίγουρα, διπλή όμως ένωση και, μαζί και το Καστελόριζο ως baksheesh για τη μεγαλοψυχία των Τούρκων να αποδεχθούν ατόφια μισή ένωση.) Ξαναπροσπάθησαν με τη βία το 1974 ( και αφού τους έστρωσαν τον δρόμο κάποια παλικαράκια της φακής σε Αθήνα και Λευκωσία) αλλά και πάλι απέτυχαν. Και ξαναπροσπάθησαν το 2004, με το κρατόκτονο Σχέδιο Αννάν. Και συνεχίζουν...
Η Ελλάδα, αν και φαινομενικά σε αδυναμία, μπορεί να αποτρέψει την επιβολή μιας τουρκικής ειρήνης στη Κύπρο . Μπορεί, εφόσον αρνηθεί να λειτουργήσει ως κομπάρσος στις υπό εξέλιξη διαπραγματεύσεις . Εγγλέζοι, Αμερικάνοι, Τούρκοι και Γραμματεία του ΟΗΕ, εκφραζόμενη από τον γνωστό μας Ντάουνερ , θεωρούν την Ελλάδα δεδομένη. Την καταφρονούν. Την θεωρούν κομπάρσο των εξελίξεων λόγω της στρατιωτικής ανισορροπίας στη Κύπρο. Αλλά και χειρότερα, επειδή φαίνεται να πιστεύουν οτι η Αθήνα δεν διαθέτει την πολιτική βούληση να λειτουργήσει, σε συλλογικό επίπεδο, όπως και το 2004 με τη Ε.Ε.
Όμως, όπως και το 2004, η Ελλάδα διαθέτει πολιτικό "βέτο"σε περίπτωση προσπάθειας επιβολής "τουρκικής ειρήνης" . Αρκεί μόνο να εκφράσει τη βούληση της δια στόματος Πρωθυπουργού ( Σαμαρά) ή μέσω της Βουλής των Ελλήνων, ότι αν χρειασθεί θα το χρησιμοποιήσει.
Χρέος και ευθύνη της Ελλάδας είναι, να υπάρχει και να λειτουργεί εσαεί στη Κύπρο ευνομούμενη πολιτεία με δημοκρατικό πολίτευμα , χωρίς ξένους εγγυητές , ξένους στρατούς και ξένους μπάστακες. Μόνο έτσι μπορεί να ευτυχίσει πολιτικά και να ευδαιμονήσει οικονομικά ο κυπριακός λαός. Συνεπώς η Ελλάδα, εκφραζόμενη από τον πρωθυπουργό και ιδεωδώς και μέσω της Ελληνικής Βουλής, θα πρέπει να δηλώσει επίσημα, ότι δεν προτίθεται να προσφέρει, δίκην κομπάρσου, φύλο συκής συμμετέχοντας με τη δική της στρατιωτική παρουσία στην οποιαδήποτε μελλοντική "εγγυητική"παρουσία ξένων στην Κύπρο.
Αυτό που πρωτίστως πρέπει να συνειδητοποιηθεί και να εμπεδωθεί σε Αθήνα και Λευκωσία , διότι οι ξένοι το γνωρίζουν και το φοβούνται, είναι οτι χωρίς την ενεργή συμμετοχή της Ελλάδας δεν μπορεί να οικοδομηθεί και να νομιμοποιηθεί διεθνώς κανένα σύστημα διευρυμένων εγγυήσεων πάνω στην Κύπρο. Τελεία και παύλα.
Ως δημοκρατική χώρα, ως μέλος του Ο.Η.Ε., του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ε.Ε., η Ελλάδα δεν νομιμοποιείται να λειτουργεί ως "Εγγυήτρια Δύναμη" ξένου κράτους. Η Ελλάδα μπορεί να συμμετέχει σε συμμαχίες με αμοιβαίο όφελος με όλες τις χώρες συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου. Εγγυήτρια δεν μπορεί να είναι καμίας.
Όσοι γνωρίζουν πως λειτουργεί το διακρατικό σύστημα, κατανοούν πλήρως τι θα σήμαινε μια τέτοια τοποθέτηση της Ελλάδας. Θα ανέτρεπε όλους τους κακόβουλους σχεδιασμούς κατά της Κύπρου. Τηρουμένων των αναλογιών, θα αντιστοιχούσε με εκείνη του 2004 αναφορικά με τη διεύρυνση της Ε.Ε. χωρίς την Κύπρο.
Η Αθήνα μπορεί και πρέπει, να αρνηθεί τον ρόλο που της επιφυλάσσεται στην Κύπρο, που είναι ρόλος κομπάρσου. Εάν η Αθήνα αρνηθεί να λειτουργήσει ως φορέας νομικού φύλλου συκής για την επιβολή και "νομιμοποίηση"πάνω στη Κύπρο ενός νέο-αποικιακού και καθόλα ιμπεριαλιστικού καθεστώτος εγγυήσεων, τότε μπορεί με την πράξη της αυτή να αλλάξει το διαπραγματευτικό ισοζύγιο στην ανατολική Μεσόγειο . Αλλιώς, το ισοζύγιο αυτό μόνο χειρότερο μπορεί να γίνει. Και ο κυπριακός λαός θα δυστυχεί πολιτικά στο διηνεκές .
* Ο Μάριος Ευρυβιάδης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Η παρουσία κυρίως, του Έλληνα Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στην κηδεία του τ.Προέδρου Γλαύκου Κληρίδη, όπως και τα λόγια του, ότι "για την Ελλάδα, η Κύπρος ήταν και παραμένει χρέος και ευθύνη", φέρνουν επιτακτικά στο προσκήνιο το ρόλο που μια δημοκρατική Ελλάδα διαδραματίζει, αλλά κυρίως μπορεί να διαδραματίσει, ώστε να "ευτυχίσει" μελλοντικά, κατά τον Πρωθυπουργό, ο κυπριακός λαός.
Κανένας λαός δεν μπορεί να "ευτυχίσει" πολιτικά--διότι περί πολιτικής μιλούμε--εάν δεν είναι σε θέση να διαφεντεύει δημοκρατικά τον εαυτό του μέσα σε μια ευνομούμενη πολιτεία. Οι πολίτες, θα πρέπει να λειτουργούν και να εκφράζονται στο πλαίσιο ενός πολιτεύματος ευθυνοδοσίας και διαφάνειας, παράγωγο του οποίου καταλήγει να είναι μια δημοκρατική ειρήνη.
"Χρέος και ευθύνη"της Ελλάδας νοηματοδοτούνται μόνο με τα παραπάνω, και όχι με τις χουντοφασιστικές νοοτροπίες που χαρακτήριζαν τις σχέσεις Αθηνών -Λευκωσίας την δεκαετία 1964-1974.
Αναντίρρητα, μέγιστη υπήρξε η συμβολή της Ελλάδας στην επιτυχημένη ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας -Κ.Δ.-( και όχι του Αννανικού μορφώματος ) στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπορεί σε πολιτικό επίπεδο οι προσδοκίες του κυπριακού λαού να μην ευοδώθηκαν. Ωστόσο, η ένταξη έδωσε στη Κύπρο για πρώτη φορά από το 1960 θεσμικά όπλα και δύναμη έναντι στην Τουρκία και όχι μόνο. Ανεξάρτητα από την επιμέρους αξιολόγηση της κυπριακής παρουσίας στην Ε.Ε. ( και των κατά καιρούς απίστευτων πολιτικών λαθών και γκαφών των διπλωματών της), η θεσμική παρουσία και συμμετοχή της Κύπρου στον κορυφαίο ευρωπαϊκό διακρατικό οργανισμό, λειτούργησε και λειτουργεί ως τροχοπέδη, έναντι αυτών που επιβουλεύονται τα συλλογικά και ατομικά δικαιώματα των πολιτών της Κύπρου. Και σε πολλές περιπτώσεις όπου παρουσιάζονται αυθαίρετες συμπεριφορές των Βρυξελλών, μεγάλο μέρος της ευθύνης εντοπίζεται και στη Λευκωσία --στις αβελτηρίες και πολιτικές της αστοχίες.
Εάν απομονώσουμε μια και μόνο πράξη της Αθήνας που εξασφάλισε την κυπριακή ένταξη, αυτή υπήρξε η συλλογική απόφαση του Ελληνικού Κοινοβουλίου ότι η προγραμματιζόμενη διεύρυνση της Ε.Ε. του 2004, με τις δέκα υποψήφιες χώρες, θα προσέκρουε στη άρνηση της Ελλάδας εάν για τους γνωστούς πολιτικούς λόγους απεκλείετο η Κύπρος. Το μήνυμα ελήφθη, κυρίως απο τη Γερμανία, που για δικούς της γεωπολιτικούς λόγους ήθελε την ένταξη της Πολωνίας πάση θυσία. Έτσι, με Γερμανική πρωτοβουλία, η ομάδα των δέκα υποψηφίων έλαβε χαρακτήρα πακέτου--όλοι μέσα ή κανείς.
Η εξέλιξη αυτή, μαζί με το ΟΧΙ του 2004 κάθε άλλο παρά χαροποίησε Άγγλο-αμερικανούς , Τούρκους και όσους άλλους επιβουλεύοντο τις συλλογικές ελευθερίες του κυπριακού λαού, που εκφράζοντο μέσα από τη διεθνή υπόσταση της Κ.Δ., χώρας πλέον μέλους και της Ε.Ε..
Η καινούρια πρόκληση για την Ελληνική κυβέρνηση, πιθανότατα με ηγέτη τον Σαμαρά, βρίσκεται πρό των πυλών. Και "χρέος και ευθύνη"της Αθήνας, είναι να την εξουδετερώσει όπως ακριβώς έπραξε το 2004. Όπως και τότε, η κυπριακή πλευρά αδυνατεί θεσμικά να βοηθήσει αποτελεσματικά τον εαυτό της και να προστατεύσει τα ζωτικά της συμφέροντα.
Αναφέρομαι στην υπό εξέλιξη προσπάθεια για "επανέναρξη"των διαπραγματεύσεων που διεξάγονται, κατ´επίφαση, μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Αλλά που όλοι γνωρίζουμε ότι είναι εν δυνάμει διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και όπου η τελευταία έχει το καταλυτικό πλεονέκτημα της στρατιωτικής κατοχής στην Κύπρο.
Ακριβώς λόγω αυτής της ανισορροπίας ισχύος μεταξύ των δύο, η όλη δυναμική της διεθνούς πολιτικής ευνοεί την εφαρμογή στην Κύπρο μιας"τουρκικής ειρήνης". Κάτι τέτοιο όμως, συνεπάγεται την νομιμοποίηση των εδαφικών τετελεσμένων της εισβολής αλλά και κάτι ακόμη χειρότερο. Την νομιμοποίηση και ενός μη τετελεσμένου του 1974 το οποίο ομως σηματοδοτεί, μέχρι και σήμερα, την παταγώδη αποτυχία της τουρκικής στρατηγικής . Αυτό είναι η κατάλυση της Κ.Δ..
Αυτός υπήρξε ο στρατηγικός στόχος της Τουρκίας και των πατρόνων της από το 1964 μέχρι σήμερα. Προσπάθησαν και απέτυχαν το 1964 με το "διπλοενωσιτικό" (double enosis) Σχέδιο Ατσεσον ( ατόφια σίγουρα, διπλή όμως ένωση και, μαζί και το Καστελόριζο ως baksheesh για τη μεγαλοψυχία των Τούρκων να αποδεχθούν ατόφια μισή ένωση.) Ξαναπροσπάθησαν με τη βία το 1974 ( και αφού τους έστρωσαν τον δρόμο κάποια παλικαράκια της φακής σε Αθήνα και Λευκωσία) αλλά και πάλι απέτυχαν. Και ξαναπροσπάθησαν το 2004, με το κρατόκτονο Σχέδιο Αννάν. Και συνεχίζουν...
Η Ελλάδα, αν και φαινομενικά σε αδυναμία, μπορεί να αποτρέψει την επιβολή μιας τουρκικής ειρήνης στη Κύπρο . Μπορεί, εφόσον αρνηθεί να λειτουργήσει ως κομπάρσος στις υπό εξέλιξη διαπραγματεύσεις . Εγγλέζοι, Αμερικάνοι, Τούρκοι και Γραμματεία του ΟΗΕ, εκφραζόμενη από τον γνωστό μας Ντάουνερ , θεωρούν την Ελλάδα δεδομένη. Την καταφρονούν. Την θεωρούν κομπάρσο των εξελίξεων λόγω της στρατιωτικής ανισορροπίας στη Κύπρο. Αλλά και χειρότερα, επειδή φαίνεται να πιστεύουν οτι η Αθήνα δεν διαθέτει την πολιτική βούληση να λειτουργήσει, σε συλλογικό επίπεδο, όπως και το 2004 με τη Ε.Ε.
Όμως, όπως και το 2004, η Ελλάδα διαθέτει πολιτικό "βέτο"σε περίπτωση προσπάθειας επιβολής "τουρκικής ειρήνης" . Αρκεί μόνο να εκφράσει τη βούληση της δια στόματος Πρωθυπουργού ( Σαμαρά) ή μέσω της Βουλής των Ελλήνων, ότι αν χρειασθεί θα το χρησιμοποιήσει.
Χρέος και ευθύνη της Ελλάδας είναι, να υπάρχει και να λειτουργεί εσαεί στη Κύπρο ευνομούμενη πολιτεία με δημοκρατικό πολίτευμα , χωρίς ξένους εγγυητές , ξένους στρατούς και ξένους μπάστακες. Μόνο έτσι μπορεί να ευτυχίσει πολιτικά και να ευδαιμονήσει οικονομικά ο κυπριακός λαός. Συνεπώς η Ελλάδα, εκφραζόμενη από τον πρωθυπουργό και ιδεωδώς και μέσω της Ελληνικής Βουλής, θα πρέπει να δηλώσει επίσημα, ότι δεν προτίθεται να προσφέρει, δίκην κομπάρσου, φύλο συκής συμμετέχοντας με τη δική της στρατιωτική παρουσία στην οποιαδήποτε μελλοντική "εγγυητική"παρουσία ξένων στην Κύπρο.
Αυτό που πρωτίστως πρέπει να συνειδητοποιηθεί και να εμπεδωθεί σε Αθήνα και Λευκωσία , διότι οι ξένοι το γνωρίζουν και το φοβούνται, είναι οτι χωρίς την ενεργή συμμετοχή της Ελλάδας δεν μπορεί να οικοδομηθεί και να νομιμοποιηθεί διεθνώς κανένα σύστημα διευρυμένων εγγυήσεων πάνω στην Κύπρο. Τελεία και παύλα.
Ως δημοκρατική χώρα, ως μέλος του Ο.Η.Ε., του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ε.Ε., η Ελλάδα δεν νομιμοποιείται να λειτουργεί ως "Εγγυήτρια Δύναμη" ξένου κράτους. Η Ελλάδα μπορεί να συμμετέχει σε συμμαχίες με αμοιβαίο όφελος με όλες τις χώρες συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου. Εγγυήτρια δεν μπορεί να είναι καμίας.
Όσοι γνωρίζουν πως λειτουργεί το διακρατικό σύστημα, κατανοούν πλήρως τι θα σήμαινε μια τέτοια τοποθέτηση της Ελλάδας. Θα ανέτρεπε όλους τους κακόβουλους σχεδιασμούς κατά της Κύπρου. Τηρουμένων των αναλογιών, θα αντιστοιχούσε με εκείνη του 2004 αναφορικά με τη διεύρυνση της Ε.Ε. χωρίς την Κύπρο.
Η Αθήνα μπορεί και πρέπει, να αρνηθεί τον ρόλο που της επιφυλάσσεται στην Κύπρο, που είναι ρόλος κομπάρσου. Εάν η Αθήνα αρνηθεί να λειτουργήσει ως φορέας νομικού φύλλου συκής για την επιβολή και "νομιμοποίηση"πάνω στη Κύπρο ενός νέο-αποικιακού και καθόλα ιμπεριαλιστικού καθεστώτος εγγυήσεων, τότε μπορεί με την πράξη της αυτή να αλλάξει το διαπραγματευτικό ισοζύγιο στην ανατολική Μεσόγειο . Αλλιώς, το ισοζύγιο αυτό μόνο χειρότερο μπορεί να γίνει. Και ο κυπριακός λαός θα δυστυχεί πολιτικά στο διηνεκές .
* Ο Μάριος Ευρυβιάδης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο