14 Οκτωβρίου 2013

Κίνδυνος, οι μονοσήμαντες εθνικές στρατηγικές Ορθή ασφαλώς η προσέγγιση με Ισραήλ, αλλά χωρίς αβαρίες σε άλλες επιλογές

Στην ερώτηση εάν η επίσκεψη του Ελληνος πρωθυπουργού στο Ισραήλ ήτο επιβεβλημένη και κυρίως ορθή ως επιλογή, ασφαλώς η απάντηση θα είναι θετική. Και θετικότερη οπωσδήποτε η προοπτική που οι στενότερες σχέσεις των δύο χωρών διανοίγουν, με όρους στρατηγικών παραγώγων.
Κι άλλωστε, αυτή θα ήτο η λογική κατάληξη, ως αποτέλεσμα όσων συμβαίνουν (και κυρίως όσων κυοφορούνται) σ' αυτή την κρίσιμη γεωπολιτική ζώνη. Οπου συγκλίνουν ήδη και ανατεταγμένα συμφέροντα και πρωτοβάθμιοι παίκτες. Και όπου συντελείται ταχυρρύθμως, αναδιάταξη συμμαχιών και ανακατανομή στρατηγικών ρόλων. Κάτι που ακόμη και μυωπάζοντες βλέπουν και μικρόνοοι αντιλαμβάνονται. Το ένα.

Το άλλο -σε ό,τι αφορά εμάς- σχετίζεται με τη συνολικότερη διαχείριση αυτών των ανελισσόμενων επιλογών. Που ενώ εκ των πραγμάτων είναι αυτονόητες, εν τούτοις απαιτούν προσεκτικότερη προσέγγιση ως προς τις πρακτικές και τις πολιτικές που με αυτές επενδύονται. Και πρωταρχικά: θα ήτο καίριο σφάλμα οποιαδήποτε τέτοια πολιτική να είναι μονοδρομική ως προς την εξέλιξή της και μονοσήμαντη ως προς τις στοχοθεσίες της.

Θα λέγαμε και δυνητικά επικίνδυνη, εάν: ενώ υπηρετεί νέες συμμαχίες κι επιδιώξεις, απέκλειε (ή τουλάχιστον απομείωνε) άλλες κι εκ παραδόσεως φίλιες προσεγγίσεις. Ενώ δηλαδή θα προσέθετε στο στρατηγικό μας οπλοστάσιο, την ίδια στιγμή θ' αφόπλιζε (ή και θ' ανέστρεφε αρνητικά) δυνατότητες που απορρέουν από τις σχέσεις μας με το ευρύτερο αραβικό (μουσουλμανικό) τόξο. Που μόνον επιπολαίως μπορεί να υποτιμάται, για λόγους απολύτως ευανάγνωστους. Καθώς οι συνθήκες, έως και ακραίας εχθρότητος, που συνυπάρχουν στις ισραηλο-αραβικές σχέσεις επιδρούν καταλυτικά και φορτίζουν ανάλογα κάθε πολιτική από τρίτους, είτε προς τη μία είτε προς την άλλη κατεύθυνση.

Κι αυτό παραπέμπει αυτομάτως στην ανάγκη κάποιων εξισορροπήσεων από δικής μας πλευράς. Με τρόπο που, χωρίς να εκτρέπει προς διαβλητό πολιτικό αλληθωρισμό (και τελικά σε αποδυνάμωση των νεότευκτων στρατηγικών μας) να δίδει το σταθερό μήνυμα της αδιατάρακτης κι εμπεδωμένης φιλίας με τον αραβικό κόσμο. Με την Αθήνα ν' αποβαίνει εν πολλοίς και στο μέτρο των μεγεθών που εκπροσωπεί (ως ενσωματωμένη συν τοις άλλοις στον σκληρό ευρωπαϊκό πυρήνα) εξισορροποιητικός παράγων και ειλικρινής εταίρος των δύο αυτών κόσμων. Οι οποίοι αντιμάχονται μεν, αλλά και οι οποίοι πρέπει να βρουν κάποιον κοινό τόπο. Με γενναίες λύσεις ιστορικού συμβιβασμού. Κι αυτό ακριβώς συνιστά την κομβική αντίληψη που πρέπει να επενδύει και ταυτόχρονα να κατευθύνει τους λόγους και τις ενέργειές μας σε οποιοδήποτε επίπεδο σ' αυτό τον ειδικό και φορτισμένο χώρο.

Παρεμπιπτόντως (και υπό το φως αυτού του σκεπτικού) θα λέγαμε ότι: καλύτερα θα έπραττε ο πρωθυπουργός εάν «πεταγόταν» μέχρι τη Ραμάλα και συναντούσε τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής. Οπως εξάλλου πράττουν οι περισσότεροι επίσημοι επισκέπτες του Ισραήλ. Αφού έτσι κι αλλιώς η δημιουργία παλαιστινιακού κράτους είναι πλέον διεθνώς αποδεκτή βάση για επίλυση του τραυματικού προβλήματος που ταλανίζει τους πάντες. Επενεργώντας ως εγκαιροφλεγής θρυαλλίδα στα υπονομευμένα θεμέλια των διεθνών σχέσεων.

Μπορεί μεν το Ισραήλ να είναι ισχυρός περιφερειακός παίκτης, που μαζί με την Τουρκία συναγωνίζονται διαγκωνιζόμενοι για την τοποτηρητία των ατλαντικών συμφερόντων σ' αυτή τη ζώνη.

Και μπορεί ακριβώς η Ουάσιγκτον να συμπράττει ευνοώντας ενίσχυση των περιφερειακών της αυτών συμμάχων. Αλλά δεν μπορεί να υποτιμώνται οι συνέπειες όχι μεν εχθρότητος (που δεν υπάρχει τουλάχιστον από πλευράς Ελλάδος), αλλά ενδεχόμενης ψυχράνσεως στις ελληνο-αραβικές σχέσεις.

Ή και παρεξηγήσεως προθέσεων και διμερών συμφωνιών. Οπόταν, και με ανοικτά μείζονα εθνικά μας προβλήματα, μπορεί να υποστούμε ανεπιθύμητους αιφνιδιασμούς. Με ό,τι αυτό σημαίνει.

 Και σημαίνει πολλά και για το Κυπριακό (πρωτίστως) και για τα θέματα των ΑΟΖ όσον αφορά την Ελλάδα κυρίως. Και ειδικότερα σε κάποιες ευαίσθητες ζώνες των νοτιοανατολικών παρυφών της εθνικής επικράτειας. Οπου η Τουρκία προάγει μεθοδικά γεωπολιτικά τετελεσμένα. Και όπου συγκλίνουν τα όρια και αραβικών ΑΟΖ. Εν προκειμένω της Αιγύπτου. Κι ακόμη νοτιότερα, της Λιβύης. Με τις οποίες και πρέπει να προσέλθουμε σε συμφωνημένη χάραξη γραμμών, προτού αυθαιρέτως οριοθετηθούν από την Αγκυρα.

Οπόταν και ο κρίσιμος εθνικά (και στρατηγικά) χώρος μεταξύ Κύπρου - Δωδεκανήσων - Κρήτης, θα διασπασθεί. Και αν αυτό συμβεί, τα συνεπόμενα θα είναι άκρως τραγικά, με όρους ακρωτηριασμών της εθνικής κυριαρχίας...