Η άνοδος του ναζισμού και του φασισμού στην Ελλάδα, οι ολοκληρωτικές και δικτατορικές διαθέσεις τους έχουν διάφορες αιτίες.
Αναφέρουμε συνοπτικά μερικές σχετικά πρόσφατες αιτίες:
1. Το μεταναστευτικό.
2. Τα στοιχεία διαφθοράς που παρουσιάστηκαν στην πολιτική ζωή της χώρας.
3. Η μεγάλη οικονομική κρίση.
Αλλά ο ναζισμός και ο φασισμός έχουν αίτια που πηγάζουν και από το παρελθόν.
Για παράδειγμα, τον Ιούλιο του 1931 κάηκε ο εβραϊκός συνοικισμός «Κάμπελ» στη Θεσσαλονίκη, που αποδόθηκε στην «Εθνικήν Ενωσιν Ελλάδος» (ΕΕΕ). Οπως έγραψε ένας Θεσσαλονικιός συγγραφέας, ο Ν. Μπακόλας, «το κάψιμο του Κάμπελ έγινε μια νύχτα του 1931 και αναστατώθηκε η Σαλονίκη. Ολοι είπαν ότι ήταν δουλειά των "τρία έψιλον" που αντιγράφανε τα καμώματα της νεολαίας του Χίτλερ».
Αργότερα ήρθε η δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936, που επέβαλε ένα κατά βάση φασιστικό καθεστώς, συγγενικό με εκείνο του Χίτλερ στη Γερμανία και του Μουσολίνι στην Ιταλία, που όμως στο βάθος είχε φιλοαγγλική πολιτική και τάχθηκε στο πλευρό των Αγγλων στον Παγκόσμιο Πόλεμο.
Με τους κατακτητές
Το 1943 η κατοχική ελληνική κυβέρνηση σε συνεργασία με τους ξένους κατακτητές ίδρυσε τα Τάγματα Ασφαλείας όπου υπολογίζεται ότι συμμετείχαν περί τους 20.000 Ελληνες, που τέθηκαν υπό τις διαταγές του αρχηγού των SS στην Ελλάδα Βάλτερ Σιμάνα. Στα περισσότερα «ολοκαυτώματα» εναντίον του ελληνικού πληθυσμού συμμετείχαν πλάι στους κατακτητές και τμήματα των Ταγμάτων Ασφαλείας. Οι Σύμμαχοι τα θεώρησαν Κουίσλινγκς στην υπηρεσία των Γερμανών.
Τον Φεβρουάριο του 1944 «αι υπογεγραμμέναι οργανώσεις του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ, της ΕΚΚΑ, η ελληνική στρατιωτική διοίκησις Αιγύπτου και η συμμαχική αποστολή εν Ελλάδι» δήλωσαν ότι «θεωρούν όλους όσοι κατετάγησαν εις τα οργανωθέντα, υπό της κυβερνήσεως Ράλλη, εξοπλισθέντα και καθοδηγούμενα υπό των κατακτητών σώματα ειδικής ασφαλείας, τάγματα ευζώνων και χωροφυλάκων και παν άλλο παρόμοιον δημιούργημα των κατακτητών ως εχθρούς του έθνους, εγκληματίας πολέμου, υπολόγους εις αυτό διά πράξεις προδοσίας».
Τελικά, ήρθε η απελευθέρωση. Οι Σύμμαχοι νίκησαν. Αλλά η Ελλάδα υπήρξε η μόνη νικήτρια χώρα όπου οι δωσίλογοι και γενικότερα οι στενοί συνεργάτες των κατακτητών σχεδόν στο σύνολό τους δεν τιμωρήθηκαν αλλά πέρασαν στην υπηρεσία του νέου αστικού ελεύθερου κράτους, ανάμεσά τους και ιδεολόγοι του ναζισμού και του φασισμού.
Οπως αναφέρει ο Βρετανός απεσταλμένος στην Ελλάδα Κρις Γούντχαουζ: «Στη διάρκεια του 1945, η συμμετοχή στην Αντίσταση είχε καταντήσει να θεωρείται πολιτικό έγκλημα και η συνεργασία με τους Γερμανούς κατά του κομμουνισμού πολιτική αρετή. Οποια και αν ήταν τα υπέρ και τα κατά, η ωμή πραγματικότητα ήταν ότι ένας πρώην αντάρτης ήταν πιο πιθανό να βρίσκεται στη φυλακή και ένας πρώην ταγματασφαλίτης να υπηρετεί στις ένοπλες δυνάμεις ή στα σώματα ασφαλείας...».
Και ο Γούντχαουζ προσθέτει: «Ενας μακροσκελής κατάλογος πρώην αξιωματικών των Ταγμάτων Ασφαλείας που υπηρετούσαν στο Στρατό και στη Χωροφυλακή υποβλήθηκε από μένα στις αρμόδιες Βρετανικές Αποστολές, τον Ιούλιο του 1945. Αλλά αποδείχθηκε αδύνατο να επιβεβαιωθούν οι κατηγορίες, αφού τα δικαστήρια είχαν ήδη κηρύξει άκυρες τέτοιες κατηγορίες κατά των δωσιλόγων υπουργών. Ούτε και η διενέργεια ανακρίσεων ήταν ακόμη δυνατή, αφού οι μαρτυρικές καταθέσεις δεν μπορούσαν να ληφθούν παρά μόνο από τις ένοπλες υπηρεσίες, όπου οι κατηγορούμενοι είχαν ήδη περιχαρακωθεί».
Το καλοκαίρι του 1946 επήλθε και η τελική λύση στο θέμα των αξιωματικών των Ταγμάτων Ασφαλείας, όπου σύμφωνα με διαταγή του υπουργού Στρατιωτικών «η συγκροτηθείσα υπό της προηγουμένης κυβερνήσεως επιτροπή καταρτισμού δικογραφιών κατά των υπηρετησάντων αξιωματικών εις τα Τάγματα Ασφαλείας διελύετο και διετάσσετο η χρησιμοποίησίς των εις τον ενεργόν Στρατόν βάσει των ικανοτήτων των».
Ελεύθεροι δολοφόνοι
Ειδική μέριμνα ελήφθη για τους κατηγορούμενους για δολοφονίες. Με βάση τη σχετική διαταγή «δεν θα προεφυλακίζοντο υπό των εισαγγελικών αρχών αλλά παρά των στρατιωτικών μονάδων», οπότε και θ' αφήνονταν ελεύθεροι για να χρησιμοποιηθούν στον αντικομμουνιστικό αγώνα.
Ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής σε τηλεοπτική του συνέντευξη είχε χαρακτηρίσει τα Τάγματα Ασφαλείας ως «εθνική οργάνωση» και τα μέλη της «εθνικούς αγωνιστές». Αντίθετα, ο αντικομμουνιστής δημοκράτης στρατηγός Ντε Γκολ έγραψε στις αναμνήσεις του ότι μετά την απελευθέρωση:
«Από τους Γάλλους εκείνους που εγκληματικά ή με συκοφαντίες προκάλεσαν το θάνατο αγωνιστών της Αντίστασης σκοτώθηκαν χωρίς δίκη 10.842 άτομα και από αυτούς 6.675 κατά τη διάρκεια των μαχών που έδωσαν οι Μακί πριν από την Απελευθέρωση, ενώ οι υπόλοιποι κατά την εποχή των αντιποίνων. Μετά την Απελευθέρωση, 779 εκτελέστηκαν ύστερα από παραπομπή σε δίκη στα τακτικά δικαστήρια ή στα στρατοδικεία. Αριθμός θλιβερός, αν και πολύ περιορισμένος, είναι αλήθεια, σε σχέση με τον αριθμό των εγκλημάτων που έγιναν και των τρομερών συνεπειών τους».
Για το πρόβλημα του ναζισμού που έχει ανακύψει στην Ελλάδα υπάρχουν τωρινές αιτίες αλλά και αίτια που ανάγονται στο παρελθόν.