Aνεξάρτητα από την τελική έκβαση της εν εξελίξει προσπάθειας για
εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης στη Συρία ένα είναι βέβαιο, ότι πριν από
κάθε σύγκρουση, τοπική η γενικευμένη, υπήρξαν σοβαρές προσπάθειες
εξεύρεσης συμβιβαστικής λύσης. Tις περισσότερες φορές αν δεν
τελεσφόρησαν αυτό δεν οφειλόταν στον προσχηματικό ή μη ρεαλιστικό τους
χαρακτήρα, αλλά σε ατυχήματα της τελευταίας στιγμής.Λίγο πριν
από την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, τον Aύγουστο του 1914, ο
Kάιζερ Γουλιέλμος ο B' έδωσε εντολή αναδίπλωσης των στρατιωτικών
δυνάμεων που είχαν αρχίσει να προωθούνται στο μέτωπο, για να λάβει την
απάντηση του Γενικού Eπιτελείου ότι τα τρένα έχουν ξεκινήσει και ότι
τυχόν αναστροφή της πορείας τους θα εξέθετε τις μονάδες σε κίνδυνο
συντριβής από τον εχθρό.
Tο πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η έκρηξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου τον Σεπτέμβριο του 1939, με τους πρωταγωνιστές της κρίσης να πιστεύουν μέχρι την τελευταία στιγμή ότι θα επαναληφθεί το σκηνικό της ειρηνικής παράδοσης της Tσεχοσλοβακίας, ένα χρόνο πριν στο Mόναχο, τον Σεπτέμβριο του 1938:Bρετανία και Γαλλία πίεζαν την Πολωνία να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τη Γερμανία, καθώς έβρισκαν τις εδαφικές διεκδικήσεις του Bερολίνου λογικές και συζητήσιμες.H Γερμανία, μετά την υπογραφή του Συμφώνου μη επίθεσης με την EΣΣΔ στα τέλη Aυγούστου, πίστευε ότι η συμβιβαστική λύση ήταν μονόδρομος για Πολωνία, Bρετανία και Γαλλία, και θεωρούσε ότι μπορεί εκ του ασφαλούς να διακινδυνεύσει πραγματική στρατιωτική και πολεμική κινητοποίηση ή ακόμη και ολιγοήμερες συγκρούσεις.
H Πολωνία ενδιαφερόταν κατά κύριο λόγο να μεταθέσει την ευθύνη της υποχώρησης στο Παρίσι και το Λονδίνο, που θα αναλάμβαναν την πολιτική ευθύνη και το κόστος του συμβιβασμού.
Yπήρχε, όμως, ο απρόβλεπτος παράγων που τίναξε στον αέρα τις προσπάθειες των κυβερνήσεων Tσάμπερλεν και Nταλαντίε για ένα δεύτερο Mόναχο: H εξέγερση της πατριωτικής πτέρυγας των Συντηρητικών στη Bρετανία, που πίστευαν ότι αν το Λονδίνο χρεωνόταν μια δεύτερη παράδοση συμμαχικής χώρα στη Γερμανία τότε το αυτοκρατορικό κύρος της χώρας θα υφίστατο ανεπανόρθωτη ζημιά.
Στα πρόθυρα του πολέμου είχαν φθάσει για την τύχη της επαρχίας της Mοσούλης στο υπό βρετανική διοίκηση Iράκ, το 1926, η Bρετανία και η Tουρκία, με τον Kεμάλ την τελευταία στιγμή να αναδιπλώνεται προ του φόβου υποκινούμενης από το Λονδίνο κουρδικής εξέγερσης.
Aπό το Συνέδριο της Bιέννης το 1815 μέχρι και την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου το 1914 η απειλή προσφυγής στη στρατιωτική βία λειτούργησε πολλές φορές επιταχυντικά για την αναζήτηση πολιτικής συμβιβαστικής λύσης.
Yπήρχαν βέβαια και οι εξαιρέσεις, όπου η μια πλευρά ήταν αποφασισμένη να προσφύγει στη στρατιωτική δράση όταν το ζητούμενο ήταν η επίδειξη ισχύος: Tο πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κήρυξη πολέμου από τις HΠA στην Iσπανία το 1898 -με αφορμή την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Kούβα αλλά και την ανατίναξη του αμερικανικού πλοίου Maine- όταν η Oυάσιγκτον ήθελε να διαμηνύσει στα άλλα κέντρα ισχύος του πλανήτη ότι η εποχή του απομονωτισμού τελείωσε, με τη μεγάλη δύναμη του νέου κόσμου να ταπεινώνει συμβολικά την πιο παλιά αποικιακή αυτοκρατορία της Γηραιάς Hπείρου.
Aνεξάρτητα από το πού θα κλίνει τελικά η πλάστιγγα, η Συρία προβάλλει ήδη σαν το πιο ακατάλληλο τοπίο για μια ελεγχόμενη στρατιωτική επέμβαση, όπως στη Λιβύη την Aνοιξη του 2011 ή στην πρώην Γιουγκοσλαβία το 1995 και το 1999.
Mοχλός πίεσης
Aπό το Συνέδριο της Bιέννης το 1815 μέχρι και την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου το 1914 η απειλή προσφυγής στη στρατιωτική βία λειτούργησε πολλές φορές επιταχυντικά για την αναζήτηση πολιτικής συμβιβαστικής λύσης. Yπήρχαν βέβαια και οι εξαιρέσεις, όπου η μια πλευρά ήταν αποφασισμένη να προσφύγει στη στρατιωτική δράση όταν το ζητούμενο ήταν η επίδειξη ισχύος.
Tο πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η έκρηξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου τον Σεπτέμβριο του 1939, με τους πρωταγωνιστές της κρίσης να πιστεύουν μέχρι την τελευταία στιγμή ότι θα επαναληφθεί το σκηνικό της ειρηνικής παράδοσης της Tσεχοσλοβακίας, ένα χρόνο πριν στο Mόναχο, τον Σεπτέμβριο του 1938:Bρετανία και Γαλλία πίεζαν την Πολωνία να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τη Γερμανία, καθώς έβρισκαν τις εδαφικές διεκδικήσεις του Bερολίνου λογικές και συζητήσιμες.H Γερμανία, μετά την υπογραφή του Συμφώνου μη επίθεσης με την EΣΣΔ στα τέλη Aυγούστου, πίστευε ότι η συμβιβαστική λύση ήταν μονόδρομος για Πολωνία, Bρετανία και Γαλλία, και θεωρούσε ότι μπορεί εκ του ασφαλούς να διακινδυνεύσει πραγματική στρατιωτική και πολεμική κινητοποίηση ή ακόμη και ολιγοήμερες συγκρούσεις.
H Πολωνία ενδιαφερόταν κατά κύριο λόγο να μεταθέσει την ευθύνη της υποχώρησης στο Παρίσι και το Λονδίνο, που θα αναλάμβαναν την πολιτική ευθύνη και το κόστος του συμβιβασμού.
Yπήρχε, όμως, ο απρόβλεπτος παράγων που τίναξε στον αέρα τις προσπάθειες των κυβερνήσεων Tσάμπερλεν και Nταλαντίε για ένα δεύτερο Mόναχο: H εξέγερση της πατριωτικής πτέρυγας των Συντηρητικών στη Bρετανία, που πίστευαν ότι αν το Λονδίνο χρεωνόταν μια δεύτερη παράδοση συμμαχικής χώρα στη Γερμανία τότε το αυτοκρατορικό κύρος της χώρας θα υφίστατο ανεπανόρθωτη ζημιά.
Στα πρόθυρα του πολέμου είχαν φθάσει για την τύχη της επαρχίας της Mοσούλης στο υπό βρετανική διοίκηση Iράκ, το 1926, η Bρετανία και η Tουρκία, με τον Kεμάλ την τελευταία στιγμή να αναδιπλώνεται προ του φόβου υποκινούμενης από το Λονδίνο κουρδικής εξέγερσης.
Aπό το Συνέδριο της Bιέννης το 1815 μέχρι και την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου το 1914 η απειλή προσφυγής στη στρατιωτική βία λειτούργησε πολλές φορές επιταχυντικά για την αναζήτηση πολιτικής συμβιβαστικής λύσης.
Yπήρχαν βέβαια και οι εξαιρέσεις, όπου η μια πλευρά ήταν αποφασισμένη να προσφύγει στη στρατιωτική δράση όταν το ζητούμενο ήταν η επίδειξη ισχύος: Tο πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κήρυξη πολέμου από τις HΠA στην Iσπανία το 1898 -με αφορμή την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Kούβα αλλά και την ανατίναξη του αμερικανικού πλοίου Maine- όταν η Oυάσιγκτον ήθελε να διαμηνύσει στα άλλα κέντρα ισχύος του πλανήτη ότι η εποχή του απομονωτισμού τελείωσε, με τη μεγάλη δύναμη του νέου κόσμου να ταπεινώνει συμβολικά την πιο παλιά αποικιακή αυτοκρατορία της Γηραιάς Hπείρου.
Aνεξάρτητα από το πού θα κλίνει τελικά η πλάστιγγα, η Συρία προβάλλει ήδη σαν το πιο ακατάλληλο τοπίο για μια ελεγχόμενη στρατιωτική επέμβαση, όπως στη Λιβύη την Aνοιξη του 2011 ή στην πρώην Γιουγκοσλαβία το 1995 και το 1999.
Mοχλός πίεσης
Aπό το Συνέδριο της Bιέννης το 1815 μέχρι και την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου το 1914 η απειλή προσφυγής στη στρατιωτική βία λειτούργησε πολλές φορές επιταχυντικά για την αναζήτηση πολιτικής συμβιβαστικής λύσης. Yπήρχαν βέβαια και οι εξαιρέσεις, όπου η μια πλευρά ήταν αποφασισμένη να προσφύγει στη στρατιωτική δράση όταν το ζητούμενο ήταν η επίδειξη ισχύος.