16 Αυγούστου 2013

Η υπερδύναμη όμηρος των "πελατών"

http://content-mcdn.ethnos.gr/filesystem/images/20130816/engine/newego_LARGE_t_1101_54236507_type12128.jpg
Του Κώστα Ράπτη
Η ωμή καταστολή από την αστυνομία και τον στρατό της Αιγύπτου των καθιστικών διαμαρτυριών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας δεν είναι απλώς το πλέον αιματηρό επεισόδιο της σύγχρονης αιγυπτιακής ιστορίας, με απολογισμό (ακόμη προσωρινό) τουλάχιστον 638 νεκρούς. Δεν είναι καν άλλη μια απόδειξη της “υποκρισίας” της Δύσης, η οποία αρνούμενη να κατονομάσει ως “πραξικόπημα” την ανατροπή του ισλαμιστή πρώτου εκλεγμένου προέδρου της Αιγύπτου Mohamad Morsi στις 3 Ιουλίου και αντιδρώντας χαλαρά στην πρώτη σφαγή δεκάδων αντικυβερνητικών διαδηλωτών έξω από την έδρα της Ρεπουπλικανικής Φρουράς λίγες μέρες μετά έδωσε με τον τρόπο της το πράσινο φως για το τωρινό πολύ μεγαλύτερο μακελειό.

Η πραγματικότητα είναι πολύ πιο ανησυχητική και από ό,τι είναι σε θέση να αντιληφθεί ο Τούρκος πρωθυπουργός Tayyip Erdogan, ο οποίος χαρακτηρίζει τις εξελίξεις στην Αίγυπτο ως “τεστ” για την δημοκρατική ρητορική των δυτικών δυνάμεων. Διότι το αιγυπτιακό αδιέξοδο (όπως άλλωστε προηγουμένως και το συριακό) επιβεβαιώνει την υποχώρηση της δυνατότητας των ΗΠΑ να διαμορφώνουν τις εξελίξεις στην περιοχή και την “ομηρία” τη υπερδύναμης από τους περιφερειακούς “πελάτες” της. 

Η κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας στη Ουάσιγκτον υπερασπίσθηκε μέχρι την παραμονή της πτώσης του τον Hosni Mubarak, ο οποίος κατά τη Hillary Clinton ήταν σε θέση “να ανταποκριθεί στις δημοκρατικές διεκδικήσεις του αιγυπτιακού λαού”, κατόπιν επένδυσε στη διαχείριση της πολιτικής μετάβασης από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, εν συνεχεία συμβιβάσθηκε με τον ενδεχόμενο μιας κυριαρχίας της Μουσουλμανικής Αδελφότητας (με την ίδια ανεδαφικότητα με την οποία οι νεοσυντηρητικοί του Bush οραματίζονταν τον εκδημοκρατισμό του Ιράκ και όλης της περιοχής δια των αμερικανικών όπλων) και τέλος χαρακτήρισε, δια στόματος John Kerry, βήμα προς την αποκατάσταση της Δημοκρατίας το πραξικόπημα της 3ης Ιουλίου. Μετά τη σφαγή, ο Barack Obama ανακοίνωσε την ακύρωση των προγραμματισμένων για τον Σεπτέμβριο κοινών αμερικανο-αιγυπτιακών στρατιωτικών ασκήσεων, αλλά είναι αργά…

Με αντίστοιχο τρόπο οι φιλελεύθερες και αριστερές δυνάμεις της Αιγύπτου που διοργάνωσαν τις ογκώδεις διαδηλώσεις της 30ής Ιουνίου δεν λειτούργησαν παρά ως οι “χρήσιμοι ηλίθιοι” για την θεαματική παλινόρθωση της παλαιάς τάξης πραγμάτων – αναμένοντας από τον στρατό (και τους πρόθυμους για κάθε προβοκάτσια πρώην έμμισθους τους Ασφάλειας, που ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο) να αναπληρώσουν τη δική τους έλλειψη πολιτικής ενότητας και κοινωνικής εμβέλειας, προς “υπεράσπιση της Επανάστασης”. Ο Mohamed el Baradei ανακοίνωσε την παραίτησή του από την αντιπροεδρία, αλλά είναι αργά…

Στην πραγματικότητα οι Αιγύπτιοι στρατηγοί δεν είναι διατεθειμένοι να διαπραγματευθούν οποιαδήποτε πολιτική λύση η οποία θα αφήνει χώρο νόμιμης ύπαρξης στη Μουσουλμανική Αδελφότητα – που εκπροσωπεί τουλάχιστον τον ένα τρίτο του πληθυσμού. Η διολίσθηση στη βία δεν είναι παρενέργεια, αλλά επιδιωκόμενος στόχος, όπως στην περίπτωση του Assad. Αν δεν η αντίδραση των ισλαμιστών πάρει αμιγώς σεκταριστικά χαρακτηριστικά, όπως δείχνουν οι επιθέσεις που ήδη εκδηλώνονται σε ενάντια κοπτικούς χώρους λατρείας, θα πρόκειται για μια βολική “αυτοεκπληρούμενη προφητεία”.

Στην πραγματικότητα οι στρατηγοί δεν έχουν καμία ανάγκη να τηρούν τα προσχήματα, εφόσον αποτελούν τον εγγυητή της ισραηλοκεντρικής περιφερειακής τάξης πραγμάτων που έχει κωδικοποιηθεί στις Συμφωνίες του Camp David το 1979 – και τον μοναδικό πραγματικό συνομιλητή των ΗΠΑ. Ακόμη και η ετήσια αμερικανική βοήθεια των 1,3 δισ. δολαρίων δεν επαρκεί προς σωφρονισμό τους: ο Barack Obama δεν τόλμησε να ξεστομίσει την απειλή διακοπή της (φοβούμενος ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η Ουάσιγκτον χάνει οποιονδήποτε “μοχλό” επιρροής των εξελίξεων), ενώ ανοίγοντας χωρίς ενδοιασμούς το βαλάντιο μετά την 3η Ιουλίου (με 12 δισ. συνολικά), η Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα πρόβαλλαν ως ικανοί αντικαταστάτες της υπερατλαντικής “γενναιοδωρίας”.

Απέναντι σε ό,τι αντιμετωπίζει ως υπαρξιακή απειλή, ο Οίκος των Σαούντ δεν έχει τους ενδοιασμούς και τις αντιφάσεις της Ουάσιγκτον: με την παροχή ασύλου στον ανατραπέντα πρώην πρόεδρο της Τυνησίας Ben Ali, την στρατιωτική επέμβαση για την καταστολή της εξέγερσης στο Μπαχρέιν, τη χειραγώγηση των εξελίξεων στην Υεμένη, ώστε ο αμφισβητούμενος πρόεδρος Saleh να αντικατασταθεί από τον αντιπρόεδρό του, την χρηματοδότηση και τον εξοπλισμό των ισλαμιστών ανταρτών στη Συρία, εις βάρος πρωτίστως της δημοκρατικής αντιπολίτευσης, και τέλος την κινητοποίηση των σκοταδιστών σαλαφιστών στην Αίγυπτο εναντίον του “επικίνδυνου” δημοκρατικού πειράματος από το οποίο επωφελούνταν η μετριοπαθέστερη Μουσουλμανική Αδελφότητα, το Ριάντ έχει αναδειχθεί σε πρωταγωνιστικό (και μέχρι στιγμής επιτυχημένο) φορέα απόκρουσης της “Αραβικής Άνοιξης”.

Η αντεπανάσταση η οποία παλινορθώνει τον παλαιό αραβικό αυταρχισμό (στρατηγούς και μονάρχες) δεν έχει βέβαια καμία εγγύηση μεσομακροπρόθεσμης επιτυχίας, στον βαθμό που αφήνει αναπάντητο το “κοινωνικό πρόβλημα” που βράζει στην περιοχή. Ωστόσο βραχυπρόθεσμα, αποκόπτοντας κάθε δυνατότητα δημοκρατικής κυριαρχίας του πολιτικού Ισλάμ, βάζει τα θεμέλια για την άνθιση ενός νέου “τζιχαντισμού”. Αλλά με αυτόν, ο Οίκος των Σαούντ γνωρίζει το παιχνίδι της “αξιοποίησης-καταστολής-ανοχής” από παλιά...



Πηγή:www.capital.gr