Στην ελληνική «πολιτική
γεωγραφία» ο χώρος της Κεντροαριστεράς υπήρξε υπαρκτός και στρατηγικά
κρίσιμος και χρήσιμος. Και προδικτατορικά και μεταπολιτευτικά. Η
αποτίμηση του ρόλου της, των κομμάτων και των ηγεσιών που τη
συναποτέλεσαν, είναι έργο της ιστοριογραφίας. Το ερώτημα πια, μετά την
έναρξη της κρίσης και την είσοδο της χώρας στη μνημονιακή περίοδο είναι
πού βρίσκονται πλέον οι κοινωνικές δυνάμεις της, εάν υπάρχει «χώρος» και
η κατάσταση της πολιτικής συγκρότησής του.
Ο κύριος πολιτικός εκφραστής του «χώρου» αυτού στη μεταπολιτευτική περίοδο υπήρξε αναμφισβήτητα το ΠΑΣΟΚ. Η κρίση διέλυσε τις κοινωνικές συμμαχίες που εξέφρασε πολιτικά τη μεταπολιτευτική περίοδο. Το ίδιο καταποντίστηκε εκλογικά, ενώ ένα ισχυρό μέρος των κοινωνικών αυτών δυνάμεων (λαϊκό - λαϊκιστικό ΠΑΣΟΚ) βρήκε πολιτικό καταφύγιο στον ΣΥΡΙΖΑ, ένα μικρότερο κομμάτι (κυρίως μεταρρυθμιστικό - εκσυγχρονιστικό), βρήκε σημείο αναφοράς στη ΔΗΜΑΡ, και ένα άλλο μέρος παρέμεινε στο ΠΑΣΟΚ καθώς στο στοιχείο της «ιστορικότητάς» του προσελκύει ακόμα ένα τμήμα του. Βεβαίως, πολύ μικρότερες διαρροές υπάρχουν και σε άλλα κόμματα, πλην όμως η βασική κατανομή είναι ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ, αλλάζοντας τους πολιτικούς συσχετισμούς στον χώρο του «Κέντρου και της Αριστεράς».
Στην ουσία, μετά τις τελευταίες εκλογές υπήρξε στον χώρο του ευρύτερου Κέντρου και της Αριστεράς (εκτός ΚΚΕ κ.λπ.) ένα δίπολο. Από τη μια ένα ευρωπαϊκό-μεταρρυθμιστικό τμήμα (ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ) και από την άλλη ένα λαϊκιστικό και ασαφώς ευρωπαϊκό τμήμα (και με άλλα βέβαια μείγματα) που εξέφρασε πολιτικά ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το ευρωπαϊκό-μεταρρυθμιστικό τμήμα (ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ) συνεργάστηκε κυβερνητικά με τη ΝΔ για να παραμείνει η χώρα στο ευρώ, να διευκολύνει το μεταρρυθμιστικό έργο που χρειάζεται η Ελλάδα και να αναστρέψει τις επιβλαβείς λύσεις και επιλογές του μνημονίου, δηλαδή τα στοιχεία εκείνα μιας «συνταγής» που επέφεραν μια σειρά επιβλαβών αποτελεσμάτων.
Η μονοκομματική λογική της ΝΔ και η άρνησή της για έναν ευρύχωρο ιδεολογικοπολιτικά μεταρρυθμιτισμό ακόμα και σε θέματα που δεν ανήκαν στον «σκληρό πυρήνα» των «μνημονιακών υποχρεώσεων» της χώρας «έσπρωξε» τη ΔΗΜΑΡ στην έξοδο από την κυβέρνηση. Μείωσε τη «νομιμοποιητική» βάση της κυβέρνησης, ενώ ο κ. Βενιζέλος με ένα πρωτοφανές «άδειασμα» της κεντροαριστερής μεταρρυθμιστικής προοπτικής, ως αντίπαλον στον δεξιό ευρωπαϊσμό «εσωκυβερνητικό δέος», προτίμησε μια απόλυτη και χωρίς διαφοροποιήσεις «συγκατοίκηση» με τη ΝΔ.
Ο χρόνος και οι εξελίξεις θα κρίνουν την επιλογή αυτή.
Πάντως, τα δεδομένα στον χώρο της Κεντροαριστεράς αλλάζουν. Το «κενό» που αφήνει το ΠΑΣΟΚ με την αποκλειστική «οργανική» κυβερνητική σύμπλευσή του με τη ΝΔ (που πάντως αμβλύνει το δεξιό σκέλος της Κεντροδεξιάς), προφανώς θα καλυφθεί από άλλες δυνάμεις. Ένας αδιέξοδος διπολισμός, κυβέρνηση - ΣΥΡΙΖΑ, για όσους καταλαβαίνουν, όχι μόνο χρήσιμος δεν είναι, αλλά και πολιτικά επικίνδυνος για την ισορροπία του πολιτικού συστήματος. Το «κενό» πρέπει να καλυφθεί τάχιστα, με την ευρύτερη δυνατή προοδευτική, ευρωπαϊκή μεταρρυθμιστική πολιτική εκπροσώπηση...
Ο κύριος πολιτικός εκφραστής του «χώρου» αυτού στη μεταπολιτευτική περίοδο υπήρξε αναμφισβήτητα το ΠΑΣΟΚ. Η κρίση διέλυσε τις κοινωνικές συμμαχίες που εξέφρασε πολιτικά τη μεταπολιτευτική περίοδο. Το ίδιο καταποντίστηκε εκλογικά, ενώ ένα ισχυρό μέρος των κοινωνικών αυτών δυνάμεων (λαϊκό - λαϊκιστικό ΠΑΣΟΚ) βρήκε πολιτικό καταφύγιο στον ΣΥΡΙΖΑ, ένα μικρότερο κομμάτι (κυρίως μεταρρυθμιστικό - εκσυγχρονιστικό), βρήκε σημείο αναφοράς στη ΔΗΜΑΡ, και ένα άλλο μέρος παρέμεινε στο ΠΑΣΟΚ καθώς στο στοιχείο της «ιστορικότητάς» του προσελκύει ακόμα ένα τμήμα του. Βεβαίως, πολύ μικρότερες διαρροές υπάρχουν και σε άλλα κόμματα, πλην όμως η βασική κατανομή είναι ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ, αλλάζοντας τους πολιτικούς συσχετισμούς στον χώρο του «Κέντρου και της Αριστεράς».
Στην ουσία, μετά τις τελευταίες εκλογές υπήρξε στον χώρο του ευρύτερου Κέντρου και της Αριστεράς (εκτός ΚΚΕ κ.λπ.) ένα δίπολο. Από τη μια ένα ευρωπαϊκό-μεταρρυθμιστικό τμήμα (ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ) και από την άλλη ένα λαϊκιστικό και ασαφώς ευρωπαϊκό τμήμα (και με άλλα βέβαια μείγματα) που εξέφρασε πολιτικά ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το ευρωπαϊκό-μεταρρυθμιστικό τμήμα (ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ) συνεργάστηκε κυβερνητικά με τη ΝΔ για να παραμείνει η χώρα στο ευρώ, να διευκολύνει το μεταρρυθμιστικό έργο που χρειάζεται η Ελλάδα και να αναστρέψει τις επιβλαβείς λύσεις και επιλογές του μνημονίου, δηλαδή τα στοιχεία εκείνα μιας «συνταγής» που επέφεραν μια σειρά επιβλαβών αποτελεσμάτων.
Η μονοκομματική λογική της ΝΔ και η άρνησή της για έναν ευρύχωρο ιδεολογικοπολιτικά μεταρρυθμιτισμό ακόμα και σε θέματα που δεν ανήκαν στον «σκληρό πυρήνα» των «μνημονιακών υποχρεώσεων» της χώρας «έσπρωξε» τη ΔΗΜΑΡ στην έξοδο από την κυβέρνηση. Μείωσε τη «νομιμοποιητική» βάση της κυβέρνησης, ενώ ο κ. Βενιζέλος με ένα πρωτοφανές «άδειασμα» της κεντροαριστερής μεταρρυθμιστικής προοπτικής, ως αντίπαλον στον δεξιό ευρωπαϊσμό «εσωκυβερνητικό δέος», προτίμησε μια απόλυτη και χωρίς διαφοροποιήσεις «συγκατοίκηση» με τη ΝΔ.
Ο χρόνος και οι εξελίξεις θα κρίνουν την επιλογή αυτή.
Πάντως, τα δεδομένα στον χώρο της Κεντροαριστεράς αλλάζουν. Το «κενό» που αφήνει το ΠΑΣΟΚ με την αποκλειστική «οργανική» κυβερνητική σύμπλευσή του με τη ΝΔ (που πάντως αμβλύνει το δεξιό σκέλος της Κεντροδεξιάς), προφανώς θα καλυφθεί από άλλες δυνάμεις. Ένας αδιέξοδος διπολισμός, κυβέρνηση - ΣΥΡΙΖΑ, για όσους καταλαβαίνουν, όχι μόνο χρήσιμος δεν είναι, αλλά και πολιτικά επικίνδυνος για την ισορροπία του πολιτικού συστήματος. Το «κενό» πρέπει να καλυφθεί τάχιστα, με την ευρύτερη δυνατή προοδευτική, ευρωπαϊκή μεταρρυθμιστική πολιτική εκπροσώπηση...