- Συμφέροντα, αδιαφορία και ανικανότητα συμπλέουν και μπλοκάρουν τις πολιτικές…
- Το ελληνικό κράτος, από τη δολοφονία του
Καποδίστρια και μετά, με μοναδική ανάπαυλα - όαση την περίοδο Βενιζέλου,
δεν κατάφερε να αναμορφώσει την κρατική δομή και να την εκσυγχρονίσει
- Η ΚΥΠΡΟΣ στερείται ηγεσίας που να είναι σε θέση
να σχεδιάζει, να αποφασίζει και να πραγματοποιεί ρηξικέλευθες πολιτικές
που άπτονται του εθνικού συμφέροντος
Αυτό σημαίνει ένα θεσμικό πλαίσιο οργάνωσης της κοινωνίας σε κρατικές δομές, που επιτρέπουν στο κοινωνικό σύνολο να αισθάνεται ασφαλές, να προοδεύει, να εμπεδώνει τον πολιτισμό, την κοινωνική συνοχή, την ανάπτυξη, ενώ ταυτόχρονα να οικοδομεί, να προβάλλει και να ανταπτύσσει την ταυτότητα και την εθνική του ιδιοπροσωπία. Το κράτος ως γραφειοκρατική, διοικητική δομή νομιμοποιημένης εξουσίας, διασφαλίζει ως κράτος δικαίου την ισότητα, την ισοπολιτεία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες για όλους.
Το ελληνικό κράτος, από τη δολοφονία του Καποδίστρια και μετά, με μοναδική ανάπαυλα - όαση την περίοδο Βενιζέλου και το αντίστοιχο εγχείρημά του, δεν κατάφερε να αναμορφώσει την κρατική δομή και να την εκσυγχρονίσει. Δεν έχει καμία σχέση με το σύγχρονο δυτικό κράτος, οικοδομήθηκε σε παρωχημένες δομές παραγωγής και αναπαραγωγής πελατειακών συμφερόντων, διαφθοράς, αδιαφάνειας, αδιαφορίας, ανικανότητας και αναξιοκρατίας.
Τούτο δε συμβαίνει παρά την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, το δυτικό σύστημα πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης του κόσμου, αλλά και παλαιότερα από τη δεκαετία του 1950. Η Ελλάδα πάσχει στην κρατική της δομή, η οποία δεν είναι σε θέση να διεκπεραιώσει με αποτελεσματικότητα, ταχύτητα και με κριτήριο το εθνικό συμφέρον της χώρας, αποφάσεις και επιλογές της πολιτικής ηγεσίας σε όλα τα επίπεδα, είτε αυτό είναι η οικονομία, η άμυνα, η εξωτερική πολιτική, η παιδεία και ο πολιτισμός. Το σημαντικότερο πρόβλημα της παθογένειας αυτής συνίσταται στο ότι δεν υπάρχει συνέχεια σε κανένα επίπεδο της πολιτικής λειτουργίας του κράτους.
Η απόπειρα του Κωνσταντίνου Καραμανλή στη μεταπολίτευση με την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, αργότερα του Κώστα Σημίτη με την ένταξη στην Ευρωζώνη, αλλά και του Κώστα Καραμανλή μετά το 2004 να φέρει δομικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα, απέτυχαν παταγωδώς, είτε γιατί η πολιτική βούληση δεν ήταν αρκούντως ισχυρή, είτε γιατί τα συμφέροντα που αντιτίθεντο στις αλλαγές ήσαν απολύτως ισχυρότερα. Αυτό σημαίνει μια διαρκή διαιώνιση, μέχρι και των ημερών μας ακόμα, ενός ιδιότυπου συστήματος συμφερόντων που κυριαρχεί στην κρατική δομή.
Η αδιαφάνεια και η ιδιοτέλεια, που εμπεδώνονται στη θεσμική οργάνωση και λειτουργία του κράτους, έχουν ως συνέπεια πολλές φορές την καταστροφική, για την οικονομία, την πολιτική και τον πολιτισμό, αντιμετώπιση φαινομένων κρατικής πολιτικής, για τα οποία εμφανίζεται μια εγκληματική αδιαφορία, εξαιρετικά επιζήμια για το κοινωνικό σύνολο και την εικόνα της χώρας. Το μεγάλο παράδειγμα, το οποίο προσβάλλει, όχι μόνο τη λογική, αλλά και την αισθητική κάθε Έλληνα και κάθε πολιτισμένου ανθρώπου, είναι η εικόνα των λεηλατημένων έργων των Ολυμπιακών Αγώνων, που κόστισαν μερικά δις στον ελληνικό λαό και που θα μπορούσαν, εάν υπήρχε πρόβλεψη και συνέχεια πολιτικής, να εμπλουτίσουν και να αναγεννήσουν την Αττική γη, όπως έγινε με τη Βαρκελώνη και άλλες Ολυμπιακές πόλεις.
Αυτό που μας θλίβει είναι ότι, όχι μόνο υπήρξε ατιμωρησία που συνεχίζεται, αλλά δεν διορθώνεται από καμιά πολιτική ηγεσία η κακοδαιμονία της κρατικής ανικανότητας και αδιαφορίας, η οποία εξακολουθεί να υφίσταται κατά τρόπον προκλητικό ακόμη και σήμερα, μέρες που το ελληνικό κράτος έχει αγγίξει τα όρια της κατάρρευσης και το ελληνικό έθνος διασύρεται ως αξιοπιστία, ταυτότητα και εικόνα ανά την υφήλιο. Δεν είναι δυνατό να προχωρήσει καμία πολιτική, οικονομική και οποιαδήποτε άλλη αλλαγή, όπως αυτές που επιχειρούνται τον τελευταίο καιρό αν δεν υπάρξουν δομικές αλλαγές στην κρατική μηχανή. Συμφέροντα, αδιαφορία και ανικανότητα συμπλέουν και μπλοκάρουν τις πολιτικές, γιατί απλούστατα έχουν φτιάξει όλοι το μικρομάγαζό τους, η συντεχνιακή λογική κυριαρχεί και οι αποφάσεις της πολιτικής παραμένουν στο εποικοδόμημα.
Οι τελευταίες εξελίξεις με τις ΔΕΠΑ και τις άλλες κινήσεις διεθνών συνεργασιών για αποκρατικοποιήσεις και επενδύσεις στη χώρα, μαρτυρούν του λόγου το αληθές. Ιδιαίτερα, η υπόθεση της συνεργασίας με την Gazprom, όπου το ζήτημα δεν ήταν μόνο η αποκρατικοποίηση της ΔΕΠΑ, αλλά κυρίως η στρατηγική συμμαχία με τη Ρωσία, που θα είχε συνέπειες θετικές για τη χώρα σε πολλά επίπεδα της κρατικής πολιτικής, πέραν την οικονομίας, θα ενίσχυε τη θέση μας στην Ευρώπη, στη Δύση και στον κόσμο.
Ταυτόχρονα ζήσαμε τον τελευταίο καιρό μια εξαιρετική κίνηση προς το Πεκίνο, του Έλληνα πρωθυπουργού. Υπήρξαν εξαγγελίες, υπήρξαν συμφωνίες. Πολύ ανησυχούμε για την ικανότητα του ελληνικού κράτους να δώσει συνέχεια σε αυτό που ξεκίνησε, να το προχωρήσει και με αποφασιστικές κινήσεις να επιφέρει τομές σε αυτό που ονομάζουμε πλατφόρμα ανάπτυξης, που πρέπει να υπερβεί το επίπεδο του λόγου και να μετατραπεί σε πράξη.
Εάν θέλουμε να πετύχουμε ως κράτος και να επιβιώσουμε, πρέπει να σκεφτόμαστε και να λειτουργούμε με φαντασία, σχεδιασμό και υλοποίηση ιδεών, πέραν του μνημονίου και πέραν της Τρόικας. Εάν ακολουθούμε μόνο την πεπατημένη της Τρόικας, θα καταφέρουμε να επιβιώνουμε, όπως αυτό που αποκαλούσε ο Μπρεζίνσκι για τη Ρωσία μετά την πτώση του σοβιετικού συστήματος, ότι πρέπει να διατηρείται εν ζωή, αναπνέοντας με το κεφάλι πάνω από το νερό.
Επιβάλλεται κοινή στρατηγική
Η ΕΛΛΑΔΑ της τροϊκανής λογικής είναι αυτό ακριβώς, δηλαδή η επιβίωση ως διατήρηση απλά εν ζωή, χωρίς την ποιότητα της Ελλάδος, τη δύναμη, την ισχύ και την παρουσία στον κόσμο. Για να υπερβούμε αυτόν τον σχεδιασμό από ανθρώπους που δεν ενδιαφέρονται για το ευτυχισμένο μέλλον της χώρας, πρέπει να φανταστούμε, να σκεφτούμε και να λειτουργήσουμε στο πλαίσιο ενός στρατηγικού σχεδιασμού που να μεταφέρει το παρόν στο μέλλον, όπως το οραματιζόμαστε και όπως αξίζει στην ιστορία, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό αυτού του τόπου.
Το ίδιο ισχύει με την παράλληλη καταστροφική εξέλιξη που έλαβεν χώραν στο έταιρο ελληνικό κράτος, την Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία βεβαίως δεν είχε την ίδια ιστορική διαδρομή μιας παθογενούς κρατικής δομής, αφού η Κύπρος είχε καλό κράτος, αποτελεσματικές δομές και θεσμούς που υπονομεύθηκαν τα τελευταία χρόνια κατά τρόπο απροκάλυπτο. Η Κύπρος, όμως, στερείται ηγεσίας που να είναι σε θέση να σχεδιάζει, να αποφασίζει και να πραγματοποιεί ρηξικέλευθες πολιτικές που άπτονται του εθνικού συμφέροντος, δηλαδή της επιβίωσης της Κύπρου ως κοινωνίας, ως πολιτισμού και ως πολιτικής οντότητας. Είναι πράγματι αδιανόητο το γεγονός της απουσίας οποιασδήποτε κοινής πολιτικής στρατηγικού σχεδιασμού Ελλάδας - Κύπρου, που να φέρει τα δύο κράτη να σκεφθούν, να σχεδιάσουν και να πραγματοποιήσουν βήματα ενός ελληνικού μέλλοντος σε ένα ταραγμένο και απειλητικό για όλους, τους μόνους και αδυνάμους, κόσμο.
Η πρόσφατη άσκηση ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων στην περιοχή της Κύπρου, ήταν ένα σημαντικό βήμα που δείχνει τη συνεργασία Κύπρου - Ισραήλ, που μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά έναντι παντός επιβουλεύοντος την ύπαρξη και το μέλλον της Κύπρου. Αυτό όμως για να μπορέσει να έχει αποφασιστική αποτρεπτική ισχύ κατά παντός τρίτου και να στείλει μηνύματα παντού κυρίως στην Ουάσιγκτον, πρέπει να γίνει εν τοις πράγμασι τριμέρες, με εμπλοκή και των Αθηνών, όπως η Ελλάδα οφείλει, όχι μόνο έναντι της Κύπρου, αλλά και του Ελληνισμού, να το πράξει.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Διευθυντής Κέντρου Ανατολικών Σπουδών,
Πάντειο Πανεπιστήμιο