Halil Karaveli Σε ορισμένους κύκλους, είναι σχεδόν θέμα πίστης το ότι οι
συνεχιζόμενες διαδηλώσεις στην Τουρκία δεν θα έχουν σοβαρές πολιτικές
συνέπειες για τον pρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Όπως έγραψε στo
ForeignAffairs.gr αυτή την εβδομάδα [1] ο συνεργάτης του Council on
Foreign Relations, Στίβεν Κουκ, «Ακόμα και σήμερα, καθώς συνεχίζονται οι
ρίψεις δακρυγόνων, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ερντογάν θα κερδίσει τις
εκλογές».
Η υπόθεση είναι ότι ο πρωθυπουργός μπορεί να βασιστεί
τουλάχιστον στην παθητική υποστήριξη του 50% του πληθυσμού που έδωσε την
ψήφο του στο Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) στις τελευταίες
εκλογές, που πραγματοποιήθηκαν το 2011. Ακόμα κι αν δεν είναι απόλυτα
ευχαριστημένοι με τη συμπεριφορά του, δεν είναι έτοιμοι να αποσύρουν την
υποστήριξή τους – κι αυτά είναι καλά νέα για τον Ερντογάν, ο οποίος θα
ήθελε να στέψει τον εαυτό του πρόεδρο το επόμενο έτος. Ωστόσο, θα ήταν
λάθος να υποθέσουμε ότι οι υποστηρικτές του Ερντογάν θα είναι μαζί του
για μεγάλο χρονικό διάστημα. Στο τέλος, οι διαδηλώσεις στη πλατεία Ταξίμ
- και η αντίδραση του πρωθυπουργού σ’ αυτές - αποτελούν πιθανόν το
τέλος μιας εποχής.
Όπως πολλοί έχουν επισημάνει, οι διαδηλωτές στην Κωνσταντινούπολη και
σε άλλες τουρκικές πόλεις, κατάγονται κυρίως από την κοσμική και
φιλελεύθερη αστική μεσαία τάξη. Ωστόσο, δεν είναι οι μόνοι ποι ανησυχούν
από τον αυξανόμενο αυταρχισμό του Ερντογάν. Οι θρησκευόμενοι
συντηρητικοί, η κύρια βάση των ψηφοφόρων του ΑΚΡ, είναι επίσης πολύ
ανήσυχοι με αυτό. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πιο ισχυρή θρησκευτική
κοινότητα στην Τουρκία, η αδελφότητα του μουσουλμάνου ιεροκήρυκα
Φετουλάχ Γκιουλέν, είναι πλέον ανοιχτά σε αντίθεση με τον πρωθυπουργό.
Στις 17 Απριλίου 2013, η ομάδα εξέδωσε μια ανακοίνωση εκφράζοντας την
βαθιά ανησυχία της για τους νέους περιορισμούς στην ελευθερία της
έκφρασης στην Τουρκία. Είναι δύσκολο να υπερεκτιμηθεί το πόσο δραματικό
είναι αυτό το ρήγμα: η ομάδα του Γκιουλέν ήταν ο κύριος σύμμαχος του
Ερντογάν στην πάλη για την εξουσία εναντίον του πλέον διαλυμένου
κεμαλικού κατεστημένου του κράτους.
Η απόφαση του Γκιουλέν να μιλήσει δημόσια, δεν απηχεί κατ' ανάγκη μια
ιδεολογική δέσμευση για την ελευθερία του Τύπου – πιθανότερο είναι ότι
θέλει να πάρει την εξουσία από έναν αποδυναμωμένο Ερντογάν, όσο μπορεί
να το κάνει - αλλά οι επικρίσεις, ωστόσο, σκιαγραφούν τον τρόπο με τον
οποίο η κεντρική εκλογική βάση του πρωθυπουργού τον αντιλαμβάνεται. Και
ακόμη και αν η βάση δεν πρόκειται να εγκαταλείψει το ΑΚΡ, το οποίο
εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει τα συμφέροντά της, θα μπορούσε να
εγκαταλείψει τον Ερντογάν. Καθώς οι διαδηλώσεις εξασθενούν, οι
θρησκευόμενοι συντηρητικοί θα ρίξουν πιθανώς το βάρος τους πίσω από τον
πρόεδρο της Τουρκίας, τον Αμπντουλάχ Γκιούλ - ο οποίος ήταν ένας από
τους συνιδρυτές του ΑΚΡ, αλλά ο οποίος έχει επίσης γίνει ανταγωνιστής
του Ερντογάν τα τελευταία χρόνια - αν αποφασίσει να θέσει υποψηφιότητα
για επανεκλογή το 2014. Και αυτό είναι κάτι που ο Ερντογάν έχει
προσπαθήσει να προλάβει.
Αν και η απώλεια κάποιων θρησκευόμενων συντηρητικών δεν είναι τόσο
κακή, ο Ερντογάν βρίσκεται, επίσης, να χάνει έδαφος μεταξύ των πιο
κοσμικών συντηρητικών. Από την επανεκλογή του το 2011, έχει ακολουθήσει
μια ανοιχτά ιδεολογική ισλαμική ατζέντα. Έχει υποσχεθεί να «αναπτύξει
μια ευσεβή νεολαία», έκανε μια προσπάθεια να απαγορεύσει την άμβλωση και
επόπτευσε την μεταρρύθμιση στο εκπαιδευτικό σύστημα με κατεύθυνση τον
θρησκευτικό συντηρητισμό. Πρόσφατα, η κυβέρνησή του επέβαλε νέους
περιορισμούς στην κατανάλωση αλκοόλ. Αντιμέτωπος με ένα ξέσπασμα
κριτικής, ο Ερντογάν έδειξε την περιφρόνησή του για τους κοσμικούς,
λέγοντάς τους να «πηγαίνουν να πίνουν στο σπίτι τους», γεγονός που
υποδηλώνει ότι δεν υπάρχει καμία θέση στο δημόσιο χώρο για εκείνους που
έχουν προτιμήσεις πέραν εκείνων που προβλέπονται από την κυβέρνηση. Με
κάθε τέτοια δήλωση, ο Ερντογάν θεωρείται λιγότερο ως ηγέτης του κέντρου.
Η ολοένα και σαφέστερη ιδεολογική κλίση του πρωθυπουργού δεν είναι
κάτι που απευθύνεται στις πιο επιπόλαιες συντηρητικές μάζες στην
Ανατολία, που παραδοσιακά συσπειρώνονται πίσω από την κεντροδεξιά
εξαιτίας του μετριοπαθούς κοινωνικού συντηρητισμού της και την έμφαση
που δίνει στην οικονομική ανάπτυξη. Έχουν υποστηρίξει τον Ερντογάν
κυρίως λόγω της φαινομενικής ένταξής του σε αυτή την παράδοση, όχι γιατί
επιθυμούν μεγαλύτερο ρόλο της θρησκείας στην πολιτική. Κατά συνέπεια,
οι συντηρητικοί σχολιαστές των μέσων ενημέρωσης που είναι υπέρ του ΑΚΡ,
δεν δίστασαν να επικρίνουν τον Ερντογάν για την προφανή αδυναμία του να
δείξει κατανόηση. Όπως και οι πιο θρησκευόμενοι ομόλογοί τους, δεν θα
εγκαταλείψουν μάλλον το ΑΚΡ, αλλά προτιμούν προφανώς τον Γκιουλ, ο
οποίος έχει μια φήμη για την μετριοπάθειά του.
Τα ίδια τα μέλη του κόμματος του Ερντογάν καταλαβαίνουν την αλλαγή
των πραγμάτων. Πράγματι, ακόμη και πριν από τις διαδηλώσεις, υπήρξε μια
ευρεία ανησυχία στις τάξεις του ΑΚΡ. Οι περισσότεροι βουλευτές του ΑΚΡ
δεν είχαν αρκετό ενθουσιασμό για το σχέδιο του Ερντογάν να αλλάξει το
σύνταγμα και να εισαγάγει μια εκτελεστική προεδρία. Το σχέδιό του θα
συγκέντρωνε όλη την εξουσία στα χέρια του ανώτατου ηγέτη, μια θέση την
οποία εποφθαλμιά ο Ερντογάν, και ουσιαστικά εξουδετέρωνε όλους τους
άλλους κυβερνητικούς αξιωματούχους. Ο χειρισμός των διαδηλώσεων από τον
πρωθυπουργό έχει πλέον κάνει τα μέλη του κόμματος ακόμα πιο ανήσυχα.
Καθώς ο Ερντογάν επιτέθηκε - αποκαλώντας όσους βγήκαν στους δρόμους
«επιδρομείς», εξτρεμιστές και ξένους πράκτορες και απείλησε με αντίποινα
- ο αναπληρωτής πρωθυπουργός Μπουλέντ Αρίντς ζήτησε συγγνώμη προς τους
διαδηλωτές και δήλωσε ότι οι Αρχές θα έπρεπε να προσπαθήσουν να καλύψουν
τα αιτήματα. Ένας άλλος εκπρόσωπος του AKP, ο Καντίρ Τοπμπάς, ο
δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, παραδέχθηκε ότι ο δήμος είχε διαπράξει
ένα σοβαρό λάθος. Και ο Γκιουλ προέβη σε μια ηθική υπεράσπιση του
δικαιώματος να διαδηλώνει κανείς, μια υπενθύμιση ότι η ψηφοφορία δεν
είναι το μόνο δημοκρατικό δικαίωμα.
Είναι αλήθεια ότι ο Ερντογάν παραδοσιακά έχει ανελιχθεί από την
πόλωση. Ππροηγούμενες επιθέσεις σε κοσμικούς έγιναν για να κρατήσουν
τους θρησκευόμενους συντηρητικούς στρατευμένους πίσω από το AKP. Αλλά η
περασμένη εβδομάδα θα μπορούσε να αποτελέσει ένα μεγάλο βήμα. Όπως
αποδεικνύουν οι αντιδράσεις των άλλων ηγετικών εκπροσώπων του ΑΚΡ, όμως,
όλοι οι διάφοροι εκλογείς του Ερντογάν δεν θέλουν πλέον αντιπαράθεση.
Το βλέπουν ως απειλή για την σταθερότητα της Τουρκίας και τελικά, την
παραμονή τους στην εξουσία. Έτσι, αν και είναι απίθανο οι διαμαρτυρίες
να αναγκάσουν τον Ερντογάν να παραιτηθεί, είναι επίσης απίθανο να
επιβιώσει από την αναταραχή με αρκετό πολιτικό κεφάλαιο για να
πραγματοποιήσει τις προεδρικές φιλοδοξίες του επόμενου έτους.
Εκείνοι που ισχυρίζονται ότι οι διαμαρτυρίες δεν θα φέρουν τους
φιλελεύθερους στην εξουσία έχουν δίκιο - είναι πάρα πολύ
αποδιοργανωμένοι γι’ αυτό. Αλλά τούτο δεν σημαίνει ότι οι διαδηλώσεις
δεν έχουν πλήξει σοβαρά τον Ερντογάν. Οι χειρισμοί του στην κρίση έχουν
ενισχύσει σημαντικά την θέση του αντιπάλου του. Αρκετές δημοσκοπήσεις
έχουν ήδη θέσει τον Γκιούλ μπροστά από τον Ερντογάν σε έναν υποθετικό
ανταγωνισμό για την προεδρία. Αν μη τι άλλο, τότε, είναι ο Γκιουλ και
ενδεχομένως ένα ανανεωμένο ΑΚΡ που θα βγουν από την συμπλοκή στην
πλατεία Ταξίμ ως οι απόλυτοι νικητές.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.