Κάποιοι από τους πολίτες που πριν από ένδεκα μήνες ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ και οι οποίοι δηλώνουν σήμερα υποστηρικτές του, είναι ενάντια στην εξουσία και δεν βλέπουν με καλό μάτι την προοπτική να βρεθεί ο αρχηγός και το κόμμα τους στην «καυτή καρέκλα» της διακυβέρνησης στο πλαίσιο της οποίας, παρά τις όποιες επαναστατικού ύφους εξαγγελίες και υποσχέσεις, όλοι αντιλαμβάνονται ότι θα γίνουν πολλοί συμβιβασμοί, και πως, τελικά, θα υπάρξει διαχείριση και όχι ανατροπή του αστικού συστήματος.
Το ιδιότυπο «φλερτ» με κάποια στελέχη του ΣΕΒ προκαλεί έντονες αντιδράσεις όχι μόνο στους κόλπους των επιχειρηματιών, αλλά και μεταξύ αρκετών ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι ανησυχούν ότι ο κ. Τσίπρας υποκύπτει στη γοητεία της εξουσίας, πριν καν την αναλάβει, και ετοιμάζεται να οικοδομήσει γέφυρες με το εγχώριο κεφάλαιο, όπως θα αναγκαστεί να πράξει και με τους θεσμικούς παράγοντες της διεθνούς κοινότητας.
Παράλληλα, η «ευέλικτη» και περισσότερο ρεαλιστική στάση έναντι των ΗΠΑ, στο πλαίσιο της οποίας ο κ. Τσίπρας καθησυχάζει την Ουάσιγκτον, διαμηνύοντας την πρόθεσή του να παραμείνει εντός του ΝΑΤΟ, ενώ εκθειάζει την πολιτική Ομπάμα που στοχεύει στην αναθέρμανση της οικονομίας, απέχει πολύ από τον ριζοσπαστισμό που επαγγέλλεται και εξοργίζει κάποιες συνιστώσες.
Ο κ. Τσίπρας επιχειρεί να «αντιγράψει» τον Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά πέραν των αντικειμενικών δυσκολιών που παρουσιάζει το εγχείρημα σε προσωπικό επίπεδο, είναι σαφές ότι το φαινόμενο του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ και της ταχείας αναρρίχησής του στην εξουσία εκτυλίχθηκε σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον.
Ο σχεδιασμός περί μετακίνησης προς το κέντρο δημιουργεί τριβές στο εσωτερικό του κόμματος, όπως έδειξαν και οι ασαφείς θέσεις και δηλώσεις σχετικά με τις απεργίες των εκπαιδευτικών κατά τη διάρκεια των πανελλαδικών.
Οι συγκρούσεις αυτές, που δεν είναι ήσσονος σημασίας, είναι βέβαιο ότι θα έρθουν στην επιφάνεια στο επικείμενο συνέδριο του κόμματος. Ηδη καταγράφεται δημοσκοπικά μια διαρροή προς τον Αλέκο Αλαβάνο, ο οποίος, από την ασφάλεια των μικρών ποσοστών που εμφανίζει, αλλά και ως απόρροια μιας ευθύτητας που τον διακρίνει, προτάσσει με πειθώ την εναλλακτική του προσέγγιση, η οποία έχει απήχηση σε ένα, όχι αμελητέο, τμήμα της αριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ που επίσης μιλά ανοιχτά για έξοδο από το ευρώ.
Την ίδια ώρα, η βιαστική ταύτιση με το «ηρωικό όχι» της κυπριακής Βουλής που αποδείχθηκε καταστροφικό και, κατά μια έννοια, διδακτικό, σίγουρα δεν βοήθησε στην προσπάθεια διεύρυνσης προς ευρύτερα κοινωνικά στρώματα.
Παρεμβάσεις που εξαντλούνται σε προειδοποιήσεις για επερχόμενη κατάρρευση και προβολή ανέφικτων ισχυρισμών περί ανάκαμψης εντός της Ευρωζώνης, αλλά εκτός Μνημονίου, δεν πείθουν και δεν θα προσελκύσουν τους κεντρώους ψηφοφόρους που «βγάζουν κυβέρνηση» και οι οποίοι αναζητούν ενέσεις αισιοδοξίας και όχι συνωμοσιολογίες και καταστροφολογίες.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον κ. Τσίπρα είναι πως τη στιγμή που ο Αντώνης Σαμαράς και η τρικομματική κυβέρνηση προβάλλουν ένα ελπιδοφόρο αφήγημα οικοδομώντας στις θετικές εκτιμήσεις του ΔΝΤ, της Κομισιόν, ακόμη και ο ίκων αξιολόγησης, που αναβαθμίζουν την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, ο ΣΥΡΙΖΑ επενδύει στην αποτυχία της χώρας και στην κατάθλιψη των πολιτών.
Η νίκη στις εκλογές δεν πρόκειται να έρθει μέσα από ακραίες υπερβολές και καταγγελίες για τα «στρατόπεδα του συνταγματάρχη Σαμαρά». Ο κ. Τσίπρας πρέπει να πείσει τους νοικοκυραίους ότι πέρα από κραυγές διαμαρτυρίας, διαθέτει και εφαρμόσιμες λύσεις, και ταυτόχρονα να καταφέρει να συγκρατήσει το αριστερό του κοινό που αποτελεί τη βάση του. Είναι μια πολύ δύσκολη, αν όχι αδύνατη, ισορροπία.
Του Αθανασιου Έλλις |