08 Απριλίου 2013

Νέες γεωπολιτικές προκλήσεις για την Κύπρο

Γράφει ο Σταύρος Λυγερός
 Η ΜΕΣΑ ΣΕ ΛΙΓΑ 24ΩΡΑ καταστροφή του κυπριακού τραπεζικού συστήματος και η συνακόλουθη μετατροπή της Κυπριακής Δημοκρατίας σε αποικία χρέους της ευρωζώνης (όπου ηγεμονεύει η Γερμανία) αλλάζουν τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην ανατολική Μεσόγειο. Ειδικά, εάν συνδυασθεί με την -κατόπιν των ασφυκτικών πιέσεων Ομπάμα- συγγνώμη του Νετανιάχου προς τον Ερντογάν, η οποία δρομολογεί την επαναπροσέγγιση του Ισραήλ με την Τουρκία.



Η γεφύρωση του χάσματος, ωστόσο, δύσκολα θα επαναφέρει τις σχέσεις του Τελ Αβίβ με την Αγκυρα στο προηγούμενο επίπεδο. Η πολιτική εμπιστοσύνη έχει διαρραγεί. Μόνο ο χρόνος θα δείξει εάν το αποτέλεσμα θα είναι απλώς η εξομάλυνση των διμερών σχέσεων, ή αντιθέτως θα αναπτυχθεί δυναμική στρατηγικής συνεργασίας. Το πιθανότερο, όμως, είναι να σταματήσει να υφίσταται η έμμεση ισραηλινή ομπρέλα προστασίας των γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ.

Το ενδεχόμενο, όμως, οι Τούρκοι να επιχειρήσουν να σταματήσουν με στρατιωτικά μέσα τις γεωτρήσεις συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες. Κι αυτό επειδή απέναντί τους δεν θα έχουν μόνο τη Λευκωσία, αλλά και τις γιγαντιαίες πετρελαϊκές εταιρείες που έχουν εξασφαλίσει τα δικαιώματα εκμετάλλευσης (η ιταλική Eni, η κορεατική Kogas και η γαλλική Total).

Εκτός αυτού, η Ευρώπη προτιμάει τα κυπριακά ενεργειακά κοιτάσματα να ελέγχονται από την αδύναμη Λευκωσία, παρά από τη δύσκολη και απαιτητική Αγκυρα, η οποία κάνει το δικό της αυτόνομο γεωπολιτικό παιχνίδι. Με τη μετατροπή της Κυπριακής Δημοκρατίας σε αποικία χρέους, άλλωστε, ο κυπριακός ενεργειακός πλούτος σε μεγάλο βαθμό θα υποθηκευθεί στους Ευρωπαίους δανειστές. Αυτό που δεν αποκλείεται είναι η τρόικα να απαιτήσει το κυπριακό φυσικό αέριο να διοχετευθεί στις ευρωπαϊκές αγορές μέσω Τουρκίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι κύκλοι προσκείμενοι στον Αναστασιάδη το έχουν ήδη προτείνει.

Προς το παρόν, όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας, η Αγκυρα χρησιμοποιεί σαν όχημα για τις επιδιώξεις της τη συνεκμετάλλευση. Ας σημειωθεί ότι η Ουάσιγκτον αναγνωρίζει το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τους ενεργειακούς πόρους της. Πάντα, όμως, προσθέτει ότι τα οφέλη πρέπει να είναι και για τις δύο κοινότητες στο πλαίσιο μίας διζωνικής, δικοινοτικής λύσης του Κυπριακού.

Στην ίδια λογική κινήθηκε και ο Νταβούτογλου. Συνέδεσε τη συνεκμετάλλευση με το κλείσιμο του Κυπριακού στη βάση ενός σχεδίου τύπου Ανάν. Ο συνάδελφός του υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Μπαγίς ήταν ακόμα πιο σαφής. Η Αγκυρα έχει ούριο τον διπλωματικό άνεμο. Αμερικανοί και Ευρωπαίοι θεωρούν ότι η υπαγωγή της Κυπριακής Δημοκρατίας στην τρόικα, σε συνδυασμό με την παρουσία του Αναστασιάδη στην προεδρία συνιστούν μοναδική ευκαιρία για να κλείσουν (στη λογική Ανάν) το Κυπριακό. Είναι αξιοσημείωτο, ωστόσο, ότι ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών δηλώνει έτοιμος να συζητήσει και τη λύση των δύο κρατών.

Η κρίση του κυπριακού τραπεζικού συστήματος, λοιπόν, χρησιμοποιήθηκε ως ευκαιρία για να εκκαθαρισθούν όχι μόνο οικονομικού, αλλά και γεωπολιτικού χαρακτήρα λογαριασμοί. Στην πρώτη πράξη, συρρικνώνεται η ρωσική παρουσία και επιρροή στη Μεγαλόνησο. Αυτός ήταν και ο λόγος που αντιμετώπισαν θετικά τις εξελίξεις οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και η Τουρκία. Και οι τρεις αυτοί παράγοντες έχουν συμφέρον απ’ αυτή την εξέλιξη.

Το αξιοσημείωτο είναι ότι με τη στάση της η Μόσχα διευκόλυνε τους ανταγωνιστές της, διαψεύδοντας τη διάχυτη εντύπωση των Ελληνοκυπρίων ότι η Ρωσία ήταν ένα στήριγμά τους. Το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες είχαν στείλει το μήνυμα ότι θα θεωρούσαν εχθρική ενέργεια ενδεχόμενη ρωσική παρέμβαση για τον απεγκλωβισμό της Λευκωσίας από τον ασφυκτικό κλοιό του Eurogroup. Μόνο εάν οι Ελληνοκύπριοι πρόσφεραν μόνοι τους πολύ μεγάλα ανταλλάγματα, η Μόσχα θα διαπραγματευόταν σοβαρά. Δεδομένου ότι η κυβέρνηση Αναστασιάδη δεν ήταν διατεθειμένη να πέσει στη ρωσική αγκαλιά, η αποστολή του Σαρρή ήταν εξ αρχής προορισμένη να αποτύχει.

Στη δεύτερη πράξη, θα κριθεί η παραμονή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ευρώ. Η υποβάθμισή της σε αποικία χρέους έχει ήδη πυροδοτήσει προβληματισμούς για τη σκοπιμότητα εξόδου. Αν και θα πρέπει να συνυπολογισθούν και οι γεωπολιτικές παράμετροι, όλα δείχνουν ότι το ρεύμα υπέρ της εξόδου θα διογκωθεί.

Ισραήλ - Τουρκία: Από τη ρήξη στην επαναπροσέγγιση

ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΦΑΝΕΣ ότι η συριακή κρίση διευκόλυνε την επαναπροσέγγιση του Ισραήλ με την Τουρκία. Και οι δύο χώρες, άλλωστε, ήθελαν με κάποιον τρόπο να κλείσουν το μεταξύ τους μέτωπο. Oσα είχε να κερδίσει ο Ερντογάν στο επίπεδο της μουσουλμανικής κοινής γνώμης τα έχει κερδίσει. Σε μία συγκυρία που η Ελλάδα και η Κύπρος είναι «στα γόνατα», θεωρεί ότι είναι ευκαιρία να βάλει χέρι στα ενεργειακά κοιτάσματά τους. Γι’ αυτό και δεν θέλει να έχει απέναντί του το Ισραήλ. Για το Τελ Αβίβ καθοριστικό κίνητρο ήταν ο έλεγχος της Συρίας μετά τον Ασαντ και η αντιμετώπιση του Ιράν.

Είναι προφανές ότι το Ισραήλ υποχρεώνεται λόγω και της γεωπολιτικής αστάθειας να αποδεχθεί έναν αυξημένο γεωπολιτικό ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή. Στο πλαίσιο αυτό, θα χαράζει την πολιτική του, λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις της Αγκυρας στο Κυπριακό, στα ελληνοτουρκικά και, βεβαίως, στο ζήτημα των ενεργειακών κοιτασμάτων. Οι Ισραηλινοί, άλλωστε, ερωτοτροπούν με την ιδέα να διοχετεύσουν το φυσικό αέριό τους στη διψασμένη για ενέργεια Τουρκία, με την κατασκευή υποθαλάσσιου αγωγού. Θα επιλέξουν, όμως, να εξαρτήσουν τις εξαγωγές τους αποκλειστικά από την Τουρκία μετά την κρίση που πέρασαν οι σχέσεις τους;

Εάν το Τελ Αβίβ επιλέξει αυτό τον δρόμο, οι δύο αυτές χώρες θα αλληλεξαρτηθούν σε πολύ μεγάλο βαθμό, γεγονός που αναπόφευκτα θα προσδώσει μία νέα ποιοτική διάσταση και στη συνεργασία τους στο γεωπολιτικό επίπεδο. Εάν οι εξελίξεις πάρουν αυτή την τροπή, οι επιπτώσεις για την Κυπριακή Δημοκρατία (και για την Ελλάδα) θα είναι ακόμα πιο δυσμενείς. Το πρώτο και εμφανές είναι ότι το κόστος για την εξαγωγή του κυπριακού φυσικού αερίου θα αυξηθεί, επειδή δεν θα υπάρχουν οικονομίες κλίμακας. Το μειονέκτημα αυτό θα εξουδετερωθεί μόνο εάν ανακαλυφθούν νέα μεγάλα κοιτάσματα στην κυπριακή ΑΟΖ.