02 Απριλίου 2013

«Σβήνει» η χαλυβουργία

Τυφώνας σαρώνει τη ραχοκοκαλιά της βαριάς ελληνικής βιομηχανίας, τη χαλυβουργία καθώς τα επίσημα στοιχεία για την παραγωγή του 2012 των πέντε μεγάλων μονάδων που λειτουργούν στη χώρα μας είναι χειρότερα και από τις πιο απαισιόδοξες εκτιμήσεις. Η συνολική παραγωγή έπεσε στους 1,050 εκατ. τόνους από 1,610 εκατ. τόνους το 2011 (-34,8%) και 2,5 εκατ. τόνους το 2007 ( -58%). Τα στοιχεία είναι ακόμη πιο δραματικά σε ό,τι αφορά την εγχώρια ζήτηση όπου η πτώση φτάνει το 83% (από τους 2,105 εκατ. τόνους το 2007 στις 365 χιλιάδες το 2012).

Ωστόσο ένα ακόμη πολύ αρνητικό μήνυμα αφορά στη δραματική συρρίκνωση των εξαγωγών που αποτέλεσαν λύση ανάγκης της χαλυβουργίας απέναντι στην ολοένα εντεινόμενη υποχώρηση της εγχώριας ζήτησης. Η μείωση των εξαγωγών ξεπέρασε ακόμη και τις πιο απαισιόδοξες εκτιμήσεις (685 χιλιάδες το 2012 έναντι αρχικής εκτίμησης για εξαγωγές 800 χιλιάδων τόνων) ενώ συγκριτικά με το 2011 οι εξαγωγές χάλυβα εμφανίζουν υποχώρηση της τάξης του 30%.
Έτσι η συρρίκνωση των εξαγωγών, σε συνδυασμό με τη χαμηλή ζήτηση λόγω της καθίζησης της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας και της αποτελμάτωσης των εργασιών στα μεγάλα δημόσια έργα, είχε ως αποτέλεσμα την αδρανοποίηση του μεγαλύτερου μέρους των παραγωγικών εγκαταστάσεων των χαλυβουργιών.  Από τις υφιστάμενες μονάδες κλειστό παραμένει το εργοστάσιο της Χαλυβουργίας Ελλάδος στον Ασπρόπυργο αλλά και της Σοβελ του ομίλου Βιοχάλκο (διέκοψε την λειτουργία του για το μήνα Μάρτιο), ενώ υπολειτουργεί και η μονάδα της Χαλυβουργικής στην Ελευσίνα. Σε μία βάρδια λειτουργούν οι μονάδες του Βόλου της Χαλυβουργίας Ελλάδος και της Θεσσαλονίκης της Σιδενόρ. Την περασμένη χρονιά το ανενεργό παραγωγικό δυναμικό έφτασε τους 1450 χιλιάδες τόνους, που αντιστοιχεί περίπου στο 60%  της συνολικής παραγωγής των ελληνικών χαλυβουργιών το 2007 (2,5 εκατ.τόνοι).
Σε αυτή την εικόνα έρχεται να προστεθεί το υψηλότατο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας που επιβαρύνει τις βιομηχανίες στη χώρα μας και υπονομεύει τις εξαγωγές που θα μπορούσαν αλλιώς να καλύψουν σημαντικό μέρος από το κενό που αφήνει η κατάρρευση της εγχώριας ζήτησης. «Εξαιτίας της κατάστασης αυτής οι εξαγωγές άρχισαν να μειώνονται ραγδαία, ήδη από το 4ο τρίμηνο του 2011. Η προσπάθεια των επιχειρήσεων να διατηρήσουν τη λειτουργία τους με εξαγωγές μόνο πρόσθετες ζημιές προκαλεί» σημειώνει στο «Κ» ο πρόεδρος της Ένωσης Χαλυβουργιών Ελλάδος κ. Αλέξανδρος Τικτόπουλος.
Η χαμένη ευκαιρία της Αλγερίας
Αξίζει να τονιστεί ότι η κρίση δεν έχει χτυπήσει μόνο την ελληνική αγορά χάλυβα αλλά προβλήματα αντιμετωπίζει το σύνολο του ευρωπαϊκού νότου και κυρίως η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Σε αντίθεση με τις ελληνικές βιομηχανίες ωστόσο, οι χαλυβουργίες στις συγκεκριμένες χώρες βοηθούμενες από το πλεονέκτημα του χαμηλού κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας, κατάφεραν να εκμεταλλευτούν τη ζήτηση στη Βόρεια Αφρική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αγορά της Αλγερίας, όπου οι ιταλικές εξαγωγές χάλυβα αυξήθηκαν το 2012 κατά 64,4%, οι ισπανικές εξαγωγές κατά 21,3% και οι πορτογαλικές κατά 16,5%. Με το κόστος ενέργειας να καθιστά τις τιμές των ελληνικών προϊόντων μη ανταγωνιστικές, οι ελληνικές εξαγωγές στην Αλγερία γνώρισαν τεράστιο πλήγμα υποχωρώντας κατά 41,8% από τους 492 στους 287 χιλιάδες τόνους.  «Δεν υπάρχει κανείς άλλος λόγος για τη μείωση των ελληνικών εξαγωγών το 2012, σε αντίθεση με την αύξηση των εξαγωγών των άλλων χωρών, εκτός από τη μειωμένη ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεών μας λόγω του υψηλού κόστους ενέργειας», τονίζει ο κ. Τικτόπουλος. «Το επιπλέον αυτό κόστος οι επιχειρήσεις δεν είναι δυνατόν να το μετακυλήσουν στις τιμές λόγω του διεθνούς ανταγωνισμού ή να συνεχίσουν να το απορροφούν οι ίδιες, αυξάνοντας ακόμη περισσότερο τις ζημιές τους», προσθέτει ο ίδιος.
Λύσεις εδώ και τώρα
Ο κλάδος της χαλυβουργίας στη χώρα μας διαθέτει παραγωγικές εγκαταστάσεις της πλέον προηγμένης τεχνολογίας, ενώ οι επενδύσεις που υλοποιήθηκαν την προηγούμενη δεκαετία για εκσυγχρονισμό και νέες εγκαταστάσεις ξεπέρασαν το 1 δις ευρώ. «Η βαθιά οικονομική κρίση της τελευταίας πενταετίας, έχει φέρει τον κλάδο στα έσχατα όρια αντοχής του και απειλεί άμεσα την ύπαρξή του» σημειώνει ο κ. Τικτόπουλος. Η ανάγκη να δοθεί λύση στο σοβαρότατο πρόβλημα του υψηλού κόστους της ενέργειας είναι επιτακτική και αποτελεί όρο επιβίωσης της βιομηχανίας της χώρας μας προσθέτει ο ίδιος.
(του Χάρη Φλουδόπουλου, Κεφάλαιο, 30/3/2013)