Δύο ανακοινώσεις που έγιναν τις
προηγούμενες ημέρες δημιούργησαν ερωτήματα αναφορικά με το οικονομικό
μέλλον της Γαλλίας και τις σχέσεις της με τη Γερμανία. Ο υπουργός
Εξωτερικών Λοράν Φαμπιούς δήλωσε πως η Γαλλία πιθανότατα δεν θα πετύχει τον στόχο που έχει θέσει για το φετινό δημόσιο έλλειμμα. Ο υπουργός Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί δήλωσε πως θα είναι πολύ δύσκολο
για τη Γαλλία να πετύχει τον στόχο της για την ανάπτυξη του ΑΕΠ φέτος.
Αυτές οι δηλώσεις ήρθαν δύο ημέρες αφότου ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ
πρότεινε ένα πιο αδύναμο ευρώ προκειμένου να δοθεί ώθηση στις ευρωπαϊκές εξαγωγές, ιδέα την οποία απέρριψε αμέσως η Γερμανία. Πίσω από αυτές τις ανακοινώσεις και προτάσεις κρύβεται μια αυξανόμενη ανησυχία του
Παρισιού αναφορικά με την οικονομική κατάσταση της Γαλλίας και, σε
κάποιον βαθμό, με τη γερμανική ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η συμμαχία μεταξύ της Γαλλίας και της Γερμανίας είναι η καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 1951, οι ηγέτες της Γαλλίας και της Δυτικής Γερμανίας -όπως και της Ιταλίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου και του Λουξεμβούργου- δημιούργησαν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα, η οποία το 1957 έγινε η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Ο στόχος της Γαλλίας ήταν ξεκάθαρος: να δημιουργηθεί μια πολιτική και οικονομική ένωση με τη Γερμανία, που θα μείωνε τις πιθανότητες ενός νέου πολέμου στην Ευρώπη. Αυτές ήταν οι πρώτες μέρες του Ψυχρού Πολέμου, όπου και οι ΗΠΑ ενδιαφέρονταν για την ενσωμάτωση της Βόννης στη Δύση.
Η συμμαχία μεταξύ της Γαλλίας και της Γερμανίας είναι η καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 1951, οι ηγέτες της Γαλλίας και της Δυτικής Γερμανίας -όπως και της Ιταλίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου και του Λουξεμβούργου- δημιούργησαν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα, η οποία το 1957 έγινε η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Ο στόχος της Γαλλίας ήταν ξεκάθαρος: να δημιουργηθεί μια πολιτική και οικονομική ένωση με τη Γερμανία, που θα μείωνε τις πιθανότητες ενός νέου πολέμου στην Ευρώπη. Αυτές ήταν οι πρώτες μέρες του Ψυχρού Πολέμου, όπου και οι ΗΠΑ ενδιαφέρονταν για την ενσωμάτωση της Βόννης στη Δύση.
Κατά τη διάρκεια των επόμενων τεσσάρων δεκαετιών, η Γαλλία μοιράστηκε άνετα την ηγεσία της Ευρώπης με τη Δυτική Γερμανία. Όμως, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και η επανένωση της Γερμανίας άλλαξαν τον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης, και μαζί με αυτόν και τον ρόλο της Γερμανίας στην Ήπειρο.
Η επανένωση της Γερμανίας δημιούργησε αμηχανία στη Γαλλία. Η πρώτη διαδικασία της γερμανικής ενοποίησης στα τέλη του 19ου αιώνα οδήγησε σε σχεδόν έναν αιώνα πολέμων στην Ευρώπη. Επιπλέον, η νέα Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ήταν μια οικονομική δύναμη με 80 εκατ. κατοίκους, που ενδεχομένως θα εκτόπιζαν τη Γαλλία από πολιτικό ηγέτη της ηπείρου.
Δύο παράγοντες συνεισέφεραν στον κατευνασμό της Γαλλίας: Πρώτον, η Γερμανία έπρεπε να επωμιστεί το οικονομικό βάρος της ενσωμάτωσης της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Δεύτερον, η Συνθήκη του Μάαστριχτ και η δημιουργία του ευρώ διασφάλιζαν στο Παρίσι ότι η γερμανική οικονομία θα παρέμενε δεμένη με τη γαλλική.
Τα νέα δεδομένα
Μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες ευημερίας, η ευρωπαϊκή κρίση απειλεί την ισορροπία δυνάμεων στον πυρήνα της Ευρώπης. Η Γερμανία έχει μετατραπεί σε ηγετική οικονομική δύναμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχει αναλάβει την πολιτική ηγεσία της κρίσης. Την ίδια ώρα, η γαλλική οικονομία χάνει προοδευτικά την ανταγωνιστικότητά της, αντιμετωπίζει ένα διαβρωτικό εμπορικό έλλειμμα, καθώς και χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με τη γειτονική της χώρα. Υπό την προεδρία του Νικολά Σαρκοζί, το Παρίσι έθεσε ως προτεραιότητα τη διατήρηση της συμμαχίας με το Βερολίνο. Όμως, με την κρίση να γίνεται όλο και πιο βαθιά, ο Ολάντ βρίσκει ότι αυτή η στρατηγική γίνεται όλο και πιο κοστοβόρα.
Η τρέχουσα στρατηγική της Γαλλίας είναι να τροποποιήσει τη σχέση με τη Γερμανία, χωρίς όμως να τη σπάσει. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Ολάντ υποσχέθηκε ανάπτυξη ως απάντηση στη λιτότητα που είχαν σχεδιάσει το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες. Όμως, όταν ανέλαβε την εξουσία «ανακάλυψε» ότι η Γαλλία θα πρέπει να μειώσει τις δαπάνες και να αυξήσει τους φόρους. Τις τελευταίες εβδομάδες, ο Ολάντ άρχισε να επικρίνει την αξία του ευρώ, υποστηρίζοντας ότι το κοινό νόμισμα είναι ασκόπως ισχυρό και πως ένα πιο αδύναμο ευρώ θα ωφελούσε τις εξαγωγές της Ευρώπης.
Η Γερμανία απορρίπτει την ιδέα αυτή, θεωρώντας πως το ευρώ δεν θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο πολιτικής χειραγώγησης. Η γερμανική απόρριψη της γαλλικής ιδέας προέρχεται, εν μέρει, από τον φόβο των πληθωριστικών συνεπειών που θα έχει η υποτίμηση του ευρώ. Το Παρίσι και το Βερολίνο είχαν μια παρόμοια διαφωνία πριν από δύο δεκαετίες, όταν έθεσαν τις βάσεις για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η τράπεζα δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα και καθ' ομοίωσιν της γερμανικής Bundesbank, με ξεκάθαρη εντολή την προτεραιότητα καταπολέμησης του πληθωρισμού. Σε αντίθεση με άλλες κεντρικές τράπεζες -όπως για παράδειγμα η αμερικανική Federal Reserve- η σταθερότητα των τιμών αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Η νέα στρατηγική του Ολάντ φέρνει επίσης τη Γαλλία πιο κοντά στα συμφέροντα της ευρωπεριφέρειας. Ορισμένες από τις προτάσεις της Γαλλίας, όπως για παράδειγμα η χορήγηση μεγαλύτερης χρηματοοικονομικής βοήθειας στην περιφέρεια και η πιθανή δημιουργία ευρωομολόγων, ευθυγραμμίζονται με τα συμφέροντα χωρών όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Ελλάδα. Όμως το γαλλικό ενδιαφέρον για διατήρηση της συμμαχίας με τη Γερμανία αναγκάζει, επίσης, το Παρίσι να αναζητήσει μια ισορροπία μεταξύ του αιτήματος για μεγαλύτερη χρηματοοικονομική βοήθεια και της απαίτησης η περιφέρεια να υιοθετήσει πιο υπεύθυνες δημοσιονομικές πολιτικές. Η Γαλλία θα το βρει όλο και πιο δύσκολο να διατηρήσει αυτήν την ισορροπία, διότι η ίδια της η οικονομική επιβράδυνση πιθανότατα θα την οδηγήσει σε αστοχία σε ό,τι αφορά τους ευρωπαϊκούς στόχους για το έλλειμμα.
Η Γαλλία και η Γερμανία ενδιαφέρονται να διατηρήσουν τη συμμαχία τους, διότι η επιβίωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαρτάται από αυτό. Όμως, η Γαλλία έχει ξεκάθαρα αρχίσει να αισθάνεται τις επιπτώσεις της πολιτικής και οικονομικής αναδιαμόρφωσης της Ευρώπης, η οποία ξεκίνησε πριν από δύο δεκαετίες. Ως αποτέλεσμα, η κύρια πρόκληση για το Παρίσι και το Βερολίνο δεν είναι μόνο η διατήρηση της συμμαχίας τους, αλλά και η διασφάλιση ότι αυτή η συμμαχία θα συνεχίσει να είναι αμοιβαία ευεργετική.
http://www.euro2day.gr