Εξετάζοντας τις σχέσεις Τουρκίας και ISIS,
είναι πάρα πολλοί αυτοί που θεωρούν ότι η διευκόλυνση των επιχειρήσεων
του ISIS στην περιοχή από την τουρκική πλευρά, αλλά και οι οικονομικοί
και πολιτικοί δεσμοί που έχουν αναπτυχθεί ανάμεσα στις δύο πλευρές, δεν
πρόκειται να σταματήσουν.Η δε αποχώρηση του Τούρκου Πρωθυπουργού, Αχμέντ Νταβούτογλου,
λίγα πράγματα αναμένεται να αλλάξει στην τουρκική εξωτερική πολιτική.
Μία εξωτερική πολιτική που δείχνει να κινείται σε σταθερό άξονα και να
παραμένει ανεπηρέαστη από τα τεκταινόμενα στο εσωτερικό. Στην
πραγματικότητα, η απουσία του Νταβούτογλου είναι πιο πιθανό να ενισχύσει
τον απολυταρχικό Ερντογάν, ο οποίος έχει στο παρελθόν χρησιμοποιήσει τη
ναζιστική Γερμανία ως παράδειγμα αποτελεσματικής διακυβέρνησης την
οποία επιθυμεί και για τη χώρα του.
Αυτό που σίγουρα αναμένεται,
είναι η «εκκαθάριση» του τοπίου, με την απομάκρυνση ενός μεγάλου αριθμού
στελεχών της τουρκικής ηγεσίας, συμπεριλαμβανομένων και αξιωματικών που
είχαν – έχουν υποστηρίξει τις πολιτικές του Νταβούτογλου. Και όπως όλα δείχνουν, η «εκκαθάριση» αυτή θα κυλήσει ομαλά, δίχως τριγμούς στο εσωτερικό των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τις ρίζες της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Ρίζες, που συνδέονται με την ιστορία και τη γεωγραφία. Η Τουρκία βλέπει ως ιστορική κληρονομιά – ιδιοκτησία, όλες τις περιοχές που άλλοτε ανήκαν στην οθωμανική αυτοκρατορία. Τα σουνιτικά κράτη της ευρύτερης περιοχής, βλέπουν την Τουρκία να συμπεριφέρεται ως «μεγάλος αδελφός».
Ένας αδελφός που ανταγωνίζεται τους πάντες για επιρροή, σε περιφερειακό επίπεδο, ενώ παράλληλα διατηρεί βλέψεις για ρόλο και στο παγκόσμιο σκηνικό. Στον αντίποδα, η Τουρκία βλέπει τον αραβικό κόσμο και τους υπόλοιπους σουνίτες της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων και των Κούρδων, ως μία παλαιά και πλέον απολεσθείσα ιδιοκτησία, η οποία όμως έχει τον έλεγχο σημαντικών κοιτασμάτων πετρελαίου στην περιοχή. Κοιτάσματα, που δεν διαθέτει η Τουρκία και κοιτάσματα στα οποία δεν έχει καμία πρόσβαση. Δίχως αυτή την κατοχή και την πρόσβαση, η Τουρκία δεν έχει καμία τύχη στο να είναι σταθερή και ανεξάρτητη γεωπολιτικά, αλλά ούτε και να ανταγωνιστεί την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Ρωσία και άλλα κράτη της Δύσης.
Στο εσωτερικό, η τουρκική κυβέρνηση κατηγορείται από το λαό για την απώλεια αυτών των περιοχών, αλλά και την αδυναμία ανάκτησης της οικονομικής, της πολιτικής και της θρησκευτικής επιρροής του μακρινού παρελθόντος. Αυτός είναι και ενδεχομένως ο λόγος για τον οποίο οι κυβερνήσεις στην Τουρκία δεν χαίρουν της ίδιας υποστήριξης (από το ευρύ κοινό) όπως οι Ένοπλες Δυνάμεις.
Την ίδια στιγμή, η Τουρκία βρίσκεται σε μία σημαντική οικονομική πτώση. Καθώς οι σχέσεις με τη Ρωσία δεν βρίσκονται και στο καλύτερό τους σημείο (μετά την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού από τους Τούρκους), η Άγκυρα, σύμφωνα με δημοσιεύματα του Guardian, αναμένεται να χάσει φέτος περίπου 4,5 εκατομμύρια Ρώσους τουρίστες. Δεδομένου ότι ο τουρισμός συμβάλλει περίπου στο 11% του τουρκικού GDP, και δεδομένου ότι οι Ρώσοι αποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα τουριστών στην Τουρκία, τα πράγματα δεν φαίνονται τόσο ρόδινα στον τομέα αυτό.
Όμως ο τομέας του τουρισμού δεν είναι ο μοναδικός που επλήγη από την επιδείνωση των σχέσεων με τη Μόσχα. Οι ρωσικές κυρώσεις έχουν ήδη οδηγήσει σε μία ετήσια απώλεια της τάξεως των 765 εκ. δολαρίων στις εξαγωγές των τουρκικών τροφίμων προς τη Ρωσία.
Στην ιστορική πικρία που αναφέρθηκε προηγουμένως, έρχεται να προστεθεί και η θρησκευτική διάσταση, καθώς η Τουρκία θεωρεί εαυτόν ως ηγέτη και φύλακα του Ισλάμ. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Το σκήπτρο κρατείται σταθερά από τη Σαουδική Αραβία, με τη Μέκκα και τη Μεδίνα να αποτελούν τις ιερότερες πόλεις των Μουσουλμάνων και με τα τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου να την καθιστούν μία από τις σημαντικότερες πετρελαϊκές δυνάμεις στην περιοχή.
Όλες αυτές οι ιστορικές, γεωγραφικές και θρησκευτικές πραγματικότητες καθιστούν σαφείς τους λόγους – αιτίες για τις οποίες η Τουρκία συμπεριφέρεται ως «νταής» στην περιοχή. Οι «παρενοχλήσεις» και ο εκφοβισμός έχουν έναν μόνο σκοπό. Τη διασφάλιση της επιβίωσης. Και η εκμετάλλευση των Σύρων προσφύγων ως υβριδικό όπλο κατά της Ευρώπης (με στόχο την άντληση προνομίων εισόδου στην ΕΕ – και όχι μόνο - για τους Τούρκους πολίτες) αναμένεται να ενταθεί στο διάστημα που έρχεται, καθώς όπως όλα δείχνουν, αυτή η τακτική του εκβιασμού φέρνει αποτελέσματα. Παραβιάσεις εναέριων χώρων, χωρικών υδάτων, ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κανόνων του διεθνούς δικαίου γενικότερα, είναι μόνο μερικά από τα «εδέσματα» που προσφέρει το μενού της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τις ρίζες της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Ρίζες, που συνδέονται με την ιστορία και τη γεωγραφία. Η Τουρκία βλέπει ως ιστορική κληρονομιά – ιδιοκτησία, όλες τις περιοχές που άλλοτε ανήκαν στην οθωμανική αυτοκρατορία. Τα σουνιτικά κράτη της ευρύτερης περιοχής, βλέπουν την Τουρκία να συμπεριφέρεται ως «μεγάλος αδελφός».
Ένας αδελφός που ανταγωνίζεται τους πάντες για επιρροή, σε περιφερειακό επίπεδο, ενώ παράλληλα διατηρεί βλέψεις για ρόλο και στο παγκόσμιο σκηνικό. Στον αντίποδα, η Τουρκία βλέπει τον αραβικό κόσμο και τους υπόλοιπους σουνίτες της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων και των Κούρδων, ως μία παλαιά και πλέον απολεσθείσα ιδιοκτησία, η οποία όμως έχει τον έλεγχο σημαντικών κοιτασμάτων πετρελαίου στην περιοχή. Κοιτάσματα, που δεν διαθέτει η Τουρκία και κοιτάσματα στα οποία δεν έχει καμία πρόσβαση. Δίχως αυτή την κατοχή και την πρόσβαση, η Τουρκία δεν έχει καμία τύχη στο να είναι σταθερή και ανεξάρτητη γεωπολιτικά, αλλά ούτε και να ανταγωνιστεί την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Ρωσία και άλλα κράτη της Δύσης.
Στο εσωτερικό, η τουρκική κυβέρνηση κατηγορείται από το λαό για την απώλεια αυτών των περιοχών, αλλά και την αδυναμία ανάκτησης της οικονομικής, της πολιτικής και της θρησκευτικής επιρροής του μακρινού παρελθόντος. Αυτός είναι και ενδεχομένως ο λόγος για τον οποίο οι κυβερνήσεις στην Τουρκία δεν χαίρουν της ίδιας υποστήριξης (από το ευρύ κοινό) όπως οι Ένοπλες Δυνάμεις.
Την ίδια στιγμή, η Τουρκία βρίσκεται σε μία σημαντική οικονομική πτώση. Καθώς οι σχέσεις με τη Ρωσία δεν βρίσκονται και στο καλύτερό τους σημείο (μετά την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού από τους Τούρκους), η Άγκυρα, σύμφωνα με δημοσιεύματα του Guardian, αναμένεται να χάσει φέτος περίπου 4,5 εκατομμύρια Ρώσους τουρίστες. Δεδομένου ότι ο τουρισμός συμβάλλει περίπου στο 11% του τουρκικού GDP, και δεδομένου ότι οι Ρώσοι αποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα τουριστών στην Τουρκία, τα πράγματα δεν φαίνονται τόσο ρόδινα στον τομέα αυτό.
Όμως ο τομέας του τουρισμού δεν είναι ο μοναδικός που επλήγη από την επιδείνωση των σχέσεων με τη Μόσχα. Οι ρωσικές κυρώσεις έχουν ήδη οδηγήσει σε μία ετήσια απώλεια της τάξεως των 765 εκ. δολαρίων στις εξαγωγές των τουρκικών τροφίμων προς τη Ρωσία.
Στην ιστορική πικρία που αναφέρθηκε προηγουμένως, έρχεται να προστεθεί και η θρησκευτική διάσταση, καθώς η Τουρκία θεωρεί εαυτόν ως ηγέτη και φύλακα του Ισλάμ. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Το σκήπτρο κρατείται σταθερά από τη Σαουδική Αραβία, με τη Μέκκα και τη Μεδίνα να αποτελούν τις ιερότερες πόλεις των Μουσουλμάνων και με τα τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου να την καθιστούν μία από τις σημαντικότερες πετρελαϊκές δυνάμεις στην περιοχή.
Όλες αυτές οι ιστορικές, γεωγραφικές και θρησκευτικές πραγματικότητες καθιστούν σαφείς τους λόγους – αιτίες για τις οποίες η Τουρκία συμπεριφέρεται ως «νταής» στην περιοχή. Οι «παρενοχλήσεις» και ο εκφοβισμός έχουν έναν μόνο σκοπό. Τη διασφάλιση της επιβίωσης. Και η εκμετάλλευση των Σύρων προσφύγων ως υβριδικό όπλο κατά της Ευρώπης (με στόχο την άντληση προνομίων εισόδου στην ΕΕ – και όχι μόνο - για τους Τούρκους πολίτες) αναμένεται να ενταθεί στο διάστημα που έρχεται, καθώς όπως όλα δείχνουν, αυτή η τακτική του εκβιασμού φέρνει αποτελέσματα. Παραβιάσεις εναέριων χώρων, χωρικών υδάτων, ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κανόνων του διεθνούς δικαίου γενικότερα, είναι μόνο μερικά από τα «εδέσματα» που προσφέρει το μενού της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Μία
πολιτική όμως, που ήδη τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει σε τριγμούς
και διακυμάνσεις στις σχέσεις της Άγκυρας με το ΝΑΤΟ, τις Ηνωμένες
Πολιτείες, την Ε.Ε, αλλά και το Ισραήλ. Αν σε όλα τα
παραπάνω προστεθούν και οι κατηγορίες για παράνομες συναλλαγές στην
αγορά πετρελαίου (πολλοί είναι αυτοί μιλούν για σχέσεις ανάμεσα στην
Τουρκία και στον ISIS), είναι προφανές ότι η Άγκυρα
πέφτει συνεχώς σε λάθος επιλογές και η εξωτερική της πολιτική φαίνεται
να κινείται προς τις λάθος κατευθύνσεις.Για πολλά από τα
ατοπήματά της, είναι δεδομένο πως η Τουρκία, κάποια στιγμή, θα κληθεί να
δώσει εξηγήσεις. Το μόνο σίγουρο είναι πως η στιγμή που η τακτική του
νταή στην περιοχή θα σταματήσει να αποδίδει, δεν θα αργήσει.
*Ο Χρήστος Διαμαντόπουλος είναι Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων του Τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Πάντειου Πανεπιστημίου
*Ο Χρήστος Διαμαντόπουλος είναι Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων του Τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Πάντειου Πανεπιστημίου