Του Κώστα Ράπτη
Η λήξη της εορταστικής περιόδου αναβιώνει τις διαβουλεύσεις για το σχηματισμό νέας κυβέρνησης στην Ισπανία, καθώς στις 13 Ιανουαρίου συγκαλείται το κοινοβούλιο που αναδείχθηκε από τις εκλογές της 20ής Δεκεμβρίου – τις πρώτες μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας στις οποίες ο δικομματισμός έπαψε να προσφέρει κυβερνητικές λύσεις.


Την ίδια στιγμή, όμως, το ούτως ή άλλως περίπλοκο τοπίο περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από τις εξελίξεις στην Καταλονία, όπου η διενέργεια νέων περιφερειακών εκλογών (των τέταρτων σε μία διετία) τον Μάρτιο καθίσταται όλο και πιο πιθανή.

Το καταλανικό ζήτημα έφθασε στην οξύτερη μορφή του το περασμένο φθινόπωρο, με την επικράτηση στις εκλογές της 27ης Σεπτεμβρίου των δυνάμεων, οι οποίες προέκριναν (και με κοινοβουλευτικό ψήφισμα στις 9 Νοεμβρίου υιοθέτησαν) τη δρομολόγηση μιας 18μηνης διαδικασίας με ορίζοντα την απόσχιση από την Ισπανία. Πρόκειται ωστόσο, για ένα πολιτικά ετερόκλητο άθροισμα, το οποίο, όπως αποδεικνύεται, δεν είναι σε θέση να συμφωνήσει στον σχηματισμό τοπικής κυβέρνησης.

Ο συνασπισμός "Ενωμένοι για το Ναι” (Junts pel Sí) του απερχόμενου κεντροδεξιού προέδρου της περιφέρειας Artur Mas και των εταίρων του της Ρεπουμπλικανικής Αριστεράς Καταλονίας διαθέτει μόλις 62 από τις 135 έδρες του τοπικού κοινοβουλίου. Συνεπώς, ως ρυθμιστής προβάλλει η έτερη αυτονομιστική δύναμη, η ακροαριστερή Υποψηφιότητα της Λαϊκής Ενότητας (CUP), που διαθέτει 10 έδρες.

Οι διεργασίες στο εσωτερικό της CUP, που δομείται με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, υπήρξαν επίπονες, καθώς η μεν αντίσταση στο πρόσωπο και τις πολιτικές του Mas είναι μεγάλη, η δε επιθυμία να μην εκτροχιασθεί το χρονοδιάγραμμα της ανεξαρτητοποίησης δημιουργεί δεύτερες σκέψεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο ευρύ κομματικό σώμα που συνεδρίασε στις 27 Δεκεμβρίου, η πρόταση για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης σε μία κυβέρνηση υπό τον Mas συγκέντρωσε 1515 ψήφους, ενώ η αντίπαλη πρόταση απέσπασε... 1515 ψήφους επίσης.

Την περασμένη Κυριακή, πάντως, το ανώτερο όργανο της CUP κατέληξε με ψήφους 36 έναντι 32 να απορρίψει την εκ νέου ανάδειξη του Mas στην προεδρία της Generalitat (τοπικής κυβέρνησης). Το γεγονός ότι η καταλανική κεντροδεξιά χρεώνεται με περικοπές κοινωνικών δαπανών και περιβάλλεται από κατηγορίες για διαφθορά ήταν εντέλει το καθοριστικό στοιχείο – ενώ την πλάστιγγα έγειρε η στάση των τροτσκιστικών συνιστωσών της CUP.

Ωστόσο, το πολιτικό παιχνίδι δεν έχει τελειώσει – τουλάχιστον μέχρι τις 9 Ιανουαρίου, καταληκτική ημερομηνία για το σχηματισμό κυβέρνησης ή την προκήρυξη νέων εκλογών. "Η ευθύνη για τη νέα προσφυγή στις κάλπες τον Μάρτιο ανήκει στους Junts pel Sí” υποστήριξαν σε συνέντευξη Τύπου μετά την ψηφοφορία της Κυριακής τα στελέχη της CUP, καλώντας την "πλειοψηφία στο κοινοβούλιο" να παρουσιάσει μιαν υποψηφιότητα άλλη από την απορριφθείσα του Mas. Πρόκειται για ελιγμό, ώστε η CUP να αποσείσει την κατηγορία ότι στέκει ως εμπόδιο στην πορεία προς την ανεξαρτητοποίηση.

Σε κάθε περίπτωση, η καταλανική άκρα Αριστερά (που προπαγανδίζει την έξοδο της Καταλονίας όχι μόνο από το ισπανικό βασίλειο, αλλά και από την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ) ελπίζει ότι σε μια νέα εκλογική αναμέτρηση θα ενισχύσει περαιτέρω τις δυνάμεις της, κυρίως εις βάρος του κινήματος Podemos, το οποίο απορρίπτει την ιδέα της απόσχισης, αλλά υπεραμύνεται του δημοκρατικού δικαιώματος των Καταλανών να αποφανθούν επ' αυτού σε δημοψήφισμα.

Η απάντηση του Mas στην "μπλόφα" της CUP ήταν να δηλώσει έτοιμος να υπογράψει την προκήρυξη νέων εκλογών, μολονότι αυτό δεν αποτελεί, όπως είπε, το σενάριο που προτιμά. "Μέχρι την Κυριακή, μένει χρόνος για να υπάρξει κυβέρνηση αλλά θέλω να πω ξεκάθαρα το εξής: Το Junts pel si έκανε ήδη τόσες προτάσεις που δεν μπορούμε να κάνουμε άλλες", δήλωσε χαρακτηριστικά σε συνέντευξη Τύπου την Τρίτη.

Όλα αυτά, αναμένεται να έχουν άμεσες επιπτώσεις στο μετεκλογικό αδιέξοδο που επικρατεί στη Μαδρίτη – καθώς τα ζητήματα της εθνικής φυσιογνωμίας και της θεσμικής τάξης έχουν καταλάβει την πρώτη θέση στη συζήτηση.

Τυχόν σχηματισμός αυτονομιστικής κυβέρνησης στη Βαρκελώνη θα διευκόλυνε πιθανότατα τον (υπό προθεσμία, μετά το κακό εκλογικό αποτέλεσμα) ηγέτη των Σοσιαλιστών Pedro Sanchez να συναινέσει σε μία κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον απερχόμενο κεντροδεξιό πρωθυπουργό Mariano Rajoy, στο όνομα της διαφύλαξης της ακεραιότητας της Ισπανίας. Αντιθέτως, η διενέργεια νέων εκλογών στην Καταλονία του επιτρέπει να συνεχίσει να αντιστέκεται αφενός σε οποιαδήποτε ιδέα "μεγάλου συνασπισμού” και αφετέρου (επικαλούμενος τη διαφωνία του με τη διενέργεια δημοψηφίσματος και τη συνταγματική αναθεώρηση) στη συνεργασία με το Podemos – οδηγώντας έτσι τα πράγματα και σε πανεθνικές νέες εκλογές.

Ο φαύλος κύκλος κύκλος είναι απόλυτος. Όπως η οικονομική κρίση παρόξυνε το πρόβλημα των αυτονομιστικών τάσεων (ιδίως μετά τον περιορισμό της δημοσιονομικής αυτοτέλειας των περιφερειών) έτσι και η ραγισμένη εθνική ενότητα επιδεινώνει το πολιτικο-οικονομικό αδιέξοδο.