13 Ιανουαρίου 2016

Περιμένοντας τους τζιχαντιστές

Isis-turky-e1412976432581
Πως διαμορφώνεται η κοινωνική βάση του «Ισλαμικού Κράτους» στην Τουρκία
Στα τέλη Δεκεμβρίου 2015 διέρρευσε στον τουρκικό Τύπο απόσπασμα από το κατηγορητήριο του Εισαγγελέα Κωνσταντινούπολης για τη διερεύνηση της δράσης της οργάνωσης του «Ισλαμικού Κράτους» στην Τουρκία. Τα πορίσματα αναφέρουν ότι το «Ισλαμικό Κράτος» πραγματοποίησε μέχρι στιγμής πέντε επιθέσεις στο έδαφος της χώρας, μεταξύ των οποίων και η διπλή βομβιστική επίθεση με τη δολοφονία 102 ανθρώπων στην Άγκυρα τον περασμένο Οκτώβρη. Ως αρχηγός στην Τουρκία κατονομάζεται ο 26χρονος Ιλία Αϊντίν, ενώ οι αρχές του κράτους αναζητούν συνολικά 67 υπόπτους ως μέλη των πυρήνων της οργάνωσης σε διάφορες πόλεις. Όπως ήταν αναμενόμενο, η διαρροή στον αντιπολιτευόμενο Τύπο υποβαθμίστηκε από την κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ). Τέτοιες ειδήσεις πιστοποιούν την ύπαρξη αλλά και το βαθμό επιρροής του «Ισλαμικού Κράτους» εντός Τουρκίας και επομένως χαλούν την προσπάθεια του ΑΚΡ να «θολώσει τα νερά» και να ταυτίσει τις επιθέσεις της εν λόγω οργάνωσης με το ΡΚΚ.


Η εμφάνιση του «Ισλαμικού Κράτους» και τα νέα κοινωνικά δεδομένα:
Είναι γεγονός ότι η αρχική εμφάνιση του «Ισλαμικού Κράτους» αντιμετωπίστηκε τόσο από την Τουρκία, όσο και από άλλες χώρες με παρόμοιες θέσεις σε σχέση με το μέλλον της Συρίας και του Ιράκ, ως μια εξέγερση των σουνιτών ενάντια στην καταπίεση. Μέσα από αυτή την προσέγγιση δημιουργήθηκαν οι πρώτες βάσεις έμμεσης ιδεολογικής νομιμοποίησης του «Ισλαμικού Κράτους», αλλά και άλλων τζιχαντιστικών οργανώσεων που δρουν σήμερα στην περιοχή. Σταδιακά το έδαφος της Τουρκίας μετατράπηκε σε ένα από τους βασικούς σταθμούς ανεφοδιασμού των ένοπλων σαλαφιστικών κινημάτων. Χρήματα, όπλα, αλλά και μαχητές από όλο τον κόσμο που υιοθέτησαν τις αναζητήσεις του «ιερού πολέμου», περνούσαν με σχετική ευκολία από τα τουρκικά σύνορα. Όμως ο συνεχιζόμενος πόλεμος στη Συρία και στο Ιράκ δημιούργησε πολλά νέα δεδομένα πέραν από τα «αυστηρώς γεωπολιτικά», τα οποία συνήθως απασχολούν τις αναλύσεις επί του θέματος. Σήμερα έχει δημιουργεί μια νέα κοινωνική κατάσταση πραγμάτων στην περιοχή σε σχέση με την επιρροή του σαλαφισμού. Η εξέλιξη αυτή επηρεάζει καθοριστικά την κοινωνία στην Τουρκία και η συμμετοχή υπηκόων της στις δομές του «Ισλαμικού Κράτους» και άλλων παρόμοιων οργανώσεων, δημιουργεί νέα ποιοτικά δεδομένα στο επίπεδο του ισλαμικού κινήματος της χώρας.

Οι μαχητές του σαλαφισμού ως η πρώτη πτυχή:
Η πρώτη βασική πτυχή των αλλαγών που βιώνει το πολιτικό Ισλάμ στην Τουρκία, είναι η σχετική μαζικοποίηση στην εμφάνιση Τούρκων μαχητών στα μέτωπα του τζιχάντ (ιερού πολέμου). Ήδη από τα μέσα του 20ου αιώνα, οι αρχιτέκτονες του παγκόσμιου τζιχάντ καθόρισαν τη στρατηγική ανάπτυξης της επιρροής του σαλαφισμού σε μια ευρύτερη γεωγραφία που απλώνεται από τη Μέση Ανατολή, συμπεριλαμβάνει τη Βόρεια και Ανατολική Αφρική φτάνοντας μέχρι και τις νότιες περιοχές της Ασίας. Η επικέντρωση των συγκεκριμένων θρησκευτικών αναζητήσεων σε αυτή την περιοχή δε θα μπορούσε παρά να επηρεάσει καθοριστικά την Τουρκία. Η συμμετοχή Τούρκων υπηκόων σε ένοπλες ισλαμιστικές οργανώσεις καταγράφεται ήδη από τη δεκαετία του 1980. Τότε σε πολύ μικρούς αριθμούς, Τούρκοι πολίτες συμμετείχαν στο κάλεσμα για «ιερό πόλεμο» ενάντια στη σοβιετική παρουσία στο Αφγανιστάν. Το σημείο καμπής στη μαζικοποίηση της παρουσίας Τούρκων μαχητών στα σαλαφιστικά κινήματα ήταν οι πόλεμοι της Τσετσενίας και της Βοσνίας. Η επιστημονική έρευνα για αυτές τις περιπτώσεις παρατήρησε με σαφήνεια ότι δίπλα από τα αισθήματα θυματοποίησης και τα δεδομένα της κοινωνικής περιθωριοποίησης, οι Τούρκοι τζιχαντιστές έθεταν στο επίκεντρο τους θρησκευτικούς στόχους και ερμηνείες αυτών των κινημάτων. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 καταγράφεται αύξηση της συμμετοχής Τούρκων στην Αλ Κάϊντα, ενώ πολλοί από αυτούς πεθαίνουν κατά τις επιθέσεις αυτοκτονίας που πραγματοποίησε η οργάνωση στις Πρεσβείες των ΗΠΑ σε Κένυα και Τανζανία το 1998.

Μετά την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ, η κατάσταση πλέον διαφοροποιείται ουσιαστικά αφού η συμμετοχή Τούρκων υπηκόων στην Αλ Κάϊντα καταγραφόταν ως «μερικές εκατοντάδες». Η μικρή αριθμητική διάσταση όμως φαίνεται να εμπόδιζε την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης αντιμετώπισης του φαινομένου εντός Τουρκίας. Η υποτίμηση της νέας εξέλιξης αλλά και η γενικότερη ιδεολογική νομιμοποίηση μέσα από προσεγγίσεις τύπου «σουνιτική εξέγερση ενάντια στην καταπίεση», αποτέλεσαν παράγοντες που μετέτρεψαν τη σημερινή παρουσία του «Ισλαμικού Κράτους» εντός Τουρκίας και τη συμμετοχή Τούρκων στις δομές τέτοιων οργανώσεων σε ένα είδος «έκπληξης». Οι άνθρωποι που εντάχθηκαν στις ένοπλες ισλαμιστικές οργανώσεις και πολέμησαν στα μέτωπα του Αφγανιστάν, του Ιράκ, της Βοσνίας και της Τσετσενίας, σταδιακά υιοθέτησαν πλήρως το σαλαφισμό. Η επιστροφή τους στην Τουρκία σήμαινε ουσιαστικά τη δημιουργία της πρώτης ολοκληρωμένης κοινωνικής βάσης προσηλυτισμού και αναπαραγωγής της συγκεκριμένης πτυχής του «ιερού πολέμου».

Η σημερινή κατάσταση λοιπόν έχει το παρελθόν της. Πληροφορίες από τα αρμόδια τμήματα του κράτους που δημοσιεύθηκαν την περίοδο 2014-2015, αναφέρονται σε περίπου 2.700 Τούρκους μαχητές που βρέθηκαν στη Συρία και στο Ιράκ. Ένας μεγάλος αριθμός από αυτούς επέστρεψε στη χώρα, ενώ την ίδια περίοδο περίπου 900 άτομα έχασαν τη ζωή τους πολεμώντας ως μέλη των τζιχαντιστικών οργανώσεων. Παρόμοια στοιχεία αναφέρουν ότι η συμμετοχή των Τούρκων πολιτών επικεντρώνεται στο «Ισλαμικό Κράτος», αλλά σε μικρότερους αριθμούς συμμετέχουν και σε οργανώσεις όπως η Αλ Νούρσα και η Αχρ Αλ Σιάμ. Μάλιστα πολλοί από αυτούς είναι πλέον στην ηγετική πυραμίδα των οργανώσεων τους και αναλαμβάνουν διάφορα καθήκοντα μεταξύ των οποίων και η διεύρυνση της κοινωνικής βάσης του σαλαφισμού στις χώρες από τις οποίες προέρχονται.

Η ζωή στο «πραγματικό ισλαμικό κράτος» ως η δεύτερη πτυχή:
Η δεύτερη και ίσως πιο σημαντική πτυχή της συμμετοχής Τούρκων πολιτών στις δομές των τζιχαντιστικών οργανώσεων και ειδικά του «Ισλαμικού Κράτους», είναι οι οικογένειες που αποφασίζουν να μετοικήσουν στο «Χαλιφάτο» του 21ου αιώνα. Τον Ιούνιο 2014, ο ηγέτης του «Ισλαμικού Κράτους» Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκντάντι, ανακήρυξε την ίδρυση του «Χαλιφάτου». Στην ομιλία του κάλεσε τους Μουσουλμάνους όλου του κόσμου να μεταναστεύσουν εκεί, στο πρώτο «αληθινό ισλαμικό κράτος» του 21ου αιώνα. Η μετοίκηση στο Χαλιφάτο παρουσιάστηκε ως μια από τις διάφορες θρησκευτικές υποχρεώσεις των πιστών, όπως η προσευχή και η νηστεία. Η δημιουργία αυτού του τύπου κρατικής δομής, έστω και ως αποτέλεσμα ενός κατακτητικού πολέμου, αποτελεί μέρος της κεντρικής ιδεολογικής φαντασίωσης του Ισλάμ. Το Χαλιφάτο για τους Μουσουλμάνους πιστούς αποτελεί τη δική τους «γη της επαγγελίας», εκπροσωπεί την επιστροφή στην γη που εμφανίστηκε η θρησκεία τους και αντικατοπτρίζει το ιδανικό πολιτικό δημιούργημα για την προστασία τους.

Παράλληλα η μαζική συγκέντρωση μουσουλμανικού πληθυσμού στις περιοχές που σήμερα ελέγχει το «Ισλαμικό Κράτος», διαθέτει και μια απόλυτα πραγματιστική πτυχή. Είναι μια από τις βασικότερες πτυχές της διαδικασίας κρατικής οικοδόμησης που ακολουθεί η οργάνωση. Η δημιουργία του Χαλιφάτου είναι ίσως η σοβαρότερη διαφοροποίηση του «Ισλαμικού Κράτους» από άλλες παρόμοιες οργανώσεις. Αλλά την ίδια στιγμή είναι το πιο συγκεκριμένο ρεαλιστικό μήνυμα που μπορεί να επηρεάσει χιλιάδες πιστούς να κάνουν πράξη την εγκατάσταση τους σε ένα πλαίσιο «πραγματικής θρησκευτικής ζωής» εγκαταλείποντας πίσω τους τις «άπιστες εξουσίες» στις οποίες ζούσαν για τόσα χρόνια.

Στο σημείο αυτό εντοπίζεται το βασικότερο θρησκευτικό κίνητρο των ανθρώπων που φεύγουν από την Τουρκία με στόχο να εγκατασταθούν μόνιμα στο Χαλιφάτο. Είναι γεγονός ότι οι ισλαμικές σχολές σκέψης που αναπτύχθηκαν στην Τουρκία δεν είχαν άμεση σχέση με το σαλαφισμό. Αντίθετα, πολλές επιστημονικές έρευνες έδειξαν κατά καιρούς την ύπαρξη έντονων ιδεολογικών και θεολογικών ανταγωνισμών μεταξύ του ισλαμικού κινήματος που αναπτύχθηκε στην Τουρκία και άλλων περιοχών.
Η ιστορική εξέλιξη της χώρας, η ιδιαίτερη θέση του κράτους στην κοινωνία, καθώς και ο μετασχηματισμός των ισλαμικών αδελφοτήτων σε βασικό κομμάτι της καπιταλιστικής ανάπτυξης, είναι μεταξύ των βασικών λόγων που εμπόδισαν την εμφάνιση ισχυρών οργανώσεων τύπου Αλ Κάιντα και «Ισλαμικού Κράτους» στην Τουρκία. Όμως πλέον η κατάσταση αλλάζει. Σήμερα μπορεί να ειπωθεί με σχετική σιγουριά ότι στη χώρα αναδύεται η πλήρης ταύτιση κράτους – κόμματος, η οποία οδηγεί σχεδόν νομοτελειακά σε ποιοτικές αλλαγές εντός του ισλαμικού πολιτικού και οικονομικού χώρου. Η εμπειρία του ΑΚΡ δείχνει την μετατροπή ενός ισλαμικού κόμματος σε ηγεμονικό και τη δημιουργία νέων δυναμικών μιας ενδο-ισλαμικής αντιπαράθεσης.

Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι ο «εμφύλιος» σε επίπεδο ανταγωνισμού εξουσίας που ξέσπασε μεταξύ του κυβερνώντος κόμματος και της ισλαμικής κοινότητας Γκιουλέν. Σκάνδαλα διαφθοράς, εύκολος πλουτισμός, διώξεις «πρώην συναγωνιστών», συναποτελούν τα στοιχεία εκείνα που έφθειραν σε πολύ μεγάλο βαθμό συνολικά το τουρκικό ισλαμικό κίνημα. Αυτά τα στοιχεία δημιούργησαν το αίσθημα της «διάψευσης προσδοκιών» από μια συγκεκριμένη μερίδα του σκληρού πυρήνα του πολιτικού Ισλάμ, με αποτέλεσμα να πυροδοτήσουν ταυτόχρονα ένα νέο κύκλο ιδεολογικών και θρησκευτικών αναζητήσεων. Με λίγα λόγια η κατάκτηση της εξουσίας από το ΑΚΡ και η εσωτερική διαφοροποίηση στο πολιτικό Ισλάμ, απελευθέρωσαν νέες αναζητήσεις για το θρησκευτικά «ορθό» σε σχέση με το ρόλο του Ισλάμ στο κράτος, στην οικονομική ανάπτυξη και γενικά στη διοίκηση. Με αυτό τον τρόπο δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις εσωτερικά στην Τουρκία για τη μετακίνηση μέρους των αναζητήσεων σε πιο ακραίες εκφράσεις. Εξέλιξη φυσικά που ανατροφοδοτείται και από τα γεγονότα στο άμεσο περιφερειακό περιβάλλον της χώρας.

Ο πρώτος σταθμός για όσους θεωρούν ότι από ισλαμικής άποψης το ΑΚΡ έχει διαψεύσει τις προσδοκίες τους, μπορεί να είναι ο σαλαφισμός. Ο σαλαφισμός άλλωστε διακρίνεται από την απλότητα και την αμεσότητα των μηνυμάτων και των στόχων του. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να επηρεάσει στο πολλαπλάσιο μια ήδη συντηρητικά «προετοιμασμένη» μερίδα της κοινωνίας, η οποία δεν μπαίνει στη διαδικασία φιλτραρίσματος και κριτικής προσέγγισης των μηνυμάτων. Καθόλου τυχαία, ο σαλαφισμός στην Τουρκία μετά και από την άνοδο του «Ισλαμικού Κράτους», φαίνεται να επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τα θρησκευόμενα μικροαστικά στρώματα και ειδικά τους νέους αυτών των οικογενειών. Είναι γεγονός ότι επί της διακυβέρνησης του ΑΚΡ, αυτή η μερίδα της κοινωνίας απέκτησε πολλαπλάσιες οικονομικές δυνατότητες σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν. Όμως είναι επίσης γεγονός ότι στερήθηκε τις διαφορετικές παραδοσιακές αναζητήσεις του ισλαμικού χώρου στην Τουρκία με αποτέλεσμα να μείνει «ορφανή» από ένα συγκεκριμένο πολιτισμικό πλαίσιο. Η συγκεκριμένη έλλειψη αντικαθίσταται τώρα σταδιακά από ρεύματα όπως ο σαλαφισμός.

Τα τελευταία δύο χρόνια πραγματοποιήθηκαν έρευνες στην Τουρκία, οι οποίες αναφέρονται σε περίπου 10 χιλιάδες άτομα που μετανάστευσαν στο Χαλιφάτο. Καθόλου τυχαία πέραν των ανθρώπων που βίωσαν την κοινωνική και οικονομική περιθωριοποίηση, πολλοί προέρχονται από μικροαστικές θρησκευόμενες οικογένειες. Αυτοί οι άνθρωποι είναι κυρίως νέοι ηλικίας μεταξύ 18 και 26 ετών που στο πολύ πρόσφατο παρελθόν άρχισαν να εκφράζουν κριτικές διαθέσεις και προσεγγίσεις στον τρόπο με τον οποίο η οικογένεια έχει εξηγήσει τη θρησκεία ή και στον τρόπο με τον οποίο το κράτος διαχειρίζεται το Ισλάμ. Οι νεαροί αυτοί εξεγείρονται, αντιλαμβανόμενοι ότι οι οικογένεια και το τουρκικό κράτος συμβιβάστηκαν, ότι δεν έπραξαν ότι ήταν δυνατό για να αλλάξει η κατάσταση σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές ερμηνείες. Την ίδια στιγμή αναπτύσσουν έντονη την πεποίθηση ότι ο «πολιτικός παράδεισος», το «ιδανικό θρησκευτικό κράτος» βρίσκεται κάπου δίπλα τους. Η μαρτυρία του πατέρα ενός 27χρονου από το Ικόνιο, ο οποίος εγκατέλειψε την Τουρκία μαζί με τη νεαρή σύζυγο και τη μικρή τους κόρη για να εγκατασταθεί στο Χαλιφάτο, είναι ενδεικτική. Το βράδυ της φυγής τους και μετά από απελπισμένες αναζητήσεις, ο πατέρας δέχτηκε τηλεφώνημα από το γιό του: «Πατέρα δόξα σοι ο Θεός. Πέρασα στο Ισλαμικό κράτος, σωθήκαμε από το άπιστο κράτος». Το συγκεκριμένο παράδειγμα δεν είναι φυσικά μοναδικό. Ιδιαίτερα την περίοδο που ακολούθησε την ανακήρυξη του «Χαλιφάτου» το καλοκαίρι του 2014, εκατοντάδες οικογένειες από την Τουρκία επέλεξαν τη μετανάστευση σε περιοχές της Συρίας που ελέγχει μέχρι και σήμερα το «Ισλαμικό Κράτος». Το αρνητικό στοιχείο είναι ότι τουλάχιστον μέχρι και σήμερα δεν έχει σημειωθεί με συγκεκριμένο και μαζικό τρόπο επιστροφή στην Τουρκία αυτών των οικογενειών. Αντίθετα, όλο και περισσότερα φιλμάκια καλέσματος του «Ισλαμικού Κράτους» σε Τούρκους πολίτες για μετοίκηση στο Χαλιφάτο, δημοσιεύονται στο διαδίκτυο.

Η ζωή μετά τους σαλαφιστές…
Η συνεχιζόμενη κρίση σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή και όχι μόνο, δείχνει ότι μάλλον το φαινόμενο του ένοπλου σαλαφισμού ήρθε για να μείνει. Ιδιαίτερα από την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003 μέχρι σήμερα, η άνοδος αυτών των κινημάτων είναι χαρακτηριστική. Επομένως υπάρχει πλέον μια συγκεκριμένη περιφερειακή εμπειρία που σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας, φαίνεται να αναπαράγουν τα ακραία θρησκευτικά φαινόμενα. Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόσφατη κινητοποίηση της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων του τουρκικού κράτους προς την κατεύθυνση της «ορθής επεξήγησης» της θρησκείας σχεδόν σε όλους τους νομούς της χώρας, αναδεικνύει και μια ευρύτερη ανησυχία. Γιατί έστω και ανομολόγητη, η παρουσία του σαλαφισμού στην κοινωνία της Τουρκίας και η πολύμορφη έκφρασή του – είτε μέσα από συμμετοχές στα μέτωπα του πολέμου, είτε μέσα από την μετοίκηση στο «Χαλιφάτο» – μπορεί τελικά να αποδειχθεί μονιμότερο φαινόμενο από ότι πολλοί θα ανέμεναν. Συνεπώς στη σημερινή συγκυρία έχει ήδη ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στην εξέλιξη του πολιτικού Ισλάμ στη χώρα.
Νίκος Μούδουρος
Δρ. Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, 3 Ιανουαρίου 2016
https://anatolikotera.wordpress.com/2016/01/04/%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-%CF%84%CE%B6%CE%B9%CF%87%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AD%CF%82/