04 Νοεμβρίου 2015

Στον δρόμο χωρίς γυρισμό η Τουρκία

Στον δρόμο χωρίς γυρισμό η Τουρκία
Η Τουρκία, είναι η χώρα από την οποία έχουν εξάρτηση τα περισσότερα από τα εθνικά θέματα της χώρας μας. Στις ΗΠΑ, είναι ευρέως διαδεδομένη η φράση «κράτα τον φίλο σου κοντά, αλλά τον εχθρό σου ακόμη πιο κοντά».

Ένας από τους βασικούς λόγους που η χώρα μας δεν είχε εδώ και πολλά χρόνια συγκεκριμένη στρατηγική (και βεβαίως αποτελεσματική) πολιτική έναντι της Τουρκίας, είναι η μη επαρκής κατανόησή της ή η μη επιθυμία για κατανόησή της. Αυτό συμβαίνει στη χώρα μας σε ευρεία κλίμακα αναφορικά με την αναγνώριση «εχθρών και φίλων». Ο συναισθηματισμός και ο τρόπος προσέγγισης των διεθνών εξελίξεων με το θυμικό, δεν αφορά μόνο το λαό αλλά και τους πολιτικούς δρώντες. Ωστόσο, η μελέτη δεν έχει χρώμα. Η μελέτη συνιστά την κατανόηση και δεν έχει ανάγκη ούτε την επιδοκιμασία, ούτε την αποδοκιμασία.

Ως αποτέλεσμα τις έλλειψης κατανόησης της Τουρκίας, έχουν δημιουργηθεί δύο πόλοι εντός της χώρας. Ο ένας πόλος, μιλά για μια χώρα που εδώ και 20 έτη διαλύεται και έτσι, αργά ή γρήγορα, η Ελλάδα θα απαλλαχθεί από την τουρκική απειλή. Εντός αυτού του παθητικού σεναρίου, εμπλέκονται οι Κούρδοι, οι Ρώσοι αλλά και κάποια μεταφυσική. Ο δεύτερος πόλος, βρίσκεται στον αντίποδα του προηγούμενου άκρου. Θεωρεί την Τουρκία ως έναν διεθνή γίγαντα ο οποίος είναι ικανός να περαιώνει ό,τι αποφασίζει. Οι χθεσινές εκλογές της Τουρκίας, αποτελούν μια ακόμη ευκαιρία ώστε να κατανοήσουμε μια χώρα η οποία είναι εχθρικά διακείμενη απέναντι στην Ελλάδα και μέσα από αυτήν την κατανόηση, να ψηλαφίσουμε κάποιες τάσεις του τουρκικού μέλλοντος.

Εν αρχή, το τέλος του μύθου
Εδώ, θα κάνουμε λόγο για έναν μύθο που αφορά κυρίως τη δεύτερη ομάδα «μελέτης» της Τουρκίας που αφθονεί στη χώρα μας. Πρόκειται για τον μύθο που ήθελε την Τουρκία του Ερντογάν, από το 2003 να «φιλελευθεροποιείται». Η φιλελευθεροποίηση, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δημοκρατία και η δημοκρατία, με την ειρήνη. Πράγματι, οι περισσότεροι μελετητές που ανήκουν σε αυτήν την ομάδα, αντλούσαν τα επιχειρήματά τους είτε από τη σχολή σκέψης του Δημοκρατικού Φιλελευθερισμού, είτε από αυτήν του Θεσμικού Φιλελευθερισμού. Τα εργαλεία έρευνας όμως, αξιολογούνται βάσει των εξαγώμενων και των ευρημάτων. Η Τουρκία στηρίχθηκε και από την Ελλάδα προκειμένου να «εκδημοκρατιστεί» και να «κοινωνικοποιηθεί». Σήμερα, η Τουρκία, μετά από όλες τις μεταρρυθμίσεις του ΑΚΡ, που συνέστησαν μια σωστή μεταπολίτευση για τη γειτονική χώρα, μπορεί να αποφασίζει για αστρονομικά θέματα όπως για την αλλαγή ώρας ή για το ποιός μπορεί να παρατηρεί τις εκλογές και ποιός μπορεί να ψηφίζει.

Η Τουρκία, πορεύεται στην εξωτερική της πολιτική με βάση την εσωτερική. Αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Είναι όμως ο «εκδημοκρατισμός» της το εφικτό; Μπορούμε να κατανοήσουμε την Τουρκία με βάση τις «δυτικές» νόρμες; Σε καμία περίπτωση. Οι άξονες της τουρκικής πολιτικής είναι πολύ διαφορετικοί, τόσο στον τρόπο που χρησιμοποιούνται στο εσωτερικό της χώρας, όσο και στο εξωτερικό.

Οι σταθερές της Τουρκίας
Αν οι «βαριές» λέξεις και χαρακτηρισμοί υπακούουν στο αληθές, τότε δε γίνεται παρά να τις επικαλεστούμε. Η προβοκάτσια και ό,τι συνιστά αυτό που έλεγε ο Αννίβας ο Καρχηδόνιος «αν δεν υπάρχει δρόμος, θα τον δημιουργήσουμε», αποτελεί πάγια τακτική του τουρκικού κράτους. Οι τουρκικές αξίες στην πολιτική, αρχίζουν και τελειώνουν στην με κάθε κόστος διατήρηση της «Ομόνοιας» εντός της τουρκικής επικράτειας. Για να ελεγχθούν πληθυσμοί που δεν είναι Τούρκοι, χρειάζεται φόβος και απειλή. Το πρόσφατο και πολύνεκρο συμβάν στην Άγκυρα σε βάρος των Κούρδων, δεν έχει μεγάλες διαφορές από το πώς οι Τούρκοι δημιούργησαν την κρίση των Ιμίων. Έννοιες όπως «Τούρκος πολίτης» και «έδαφος», βρίσκονται στον πυρήνα της πολιτικής ζωής της Τουρκίας. Οι στόχοι, παραμένουν ίδιοι, τα μέσα –μόνο- διαφοροποιούνται.

Το κεμαλικό «Η Τουρκία στους Τούρκους», έχει απλά αντικατασταθεί από το Ισλάμ στην εποχή Ερντογάν. Στο εσωτερικό, η χρήση της θρησκείας, εξυπηρετεί το «Ειρήνη σε μας» και στο εξωτερικό, το «Ειρήνη σε όλον τον κόσμο», όπως θεωρεί την ειρήνη, η Τουρκία. Του τουρκικό κράτος υπήρξε πάντα κυνικό, ουδέποτε μπόρεσε να διαχωρίσει αυτό που θεωρείται δεδομένο στον δυτικό κόσμο, τον διαχωρισμό πολιτικής και βίας. Η βία, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της τουρκικής πολιτικής ζωής, είτε ανεβαίνει η τουρκική λίρα, είτε πέφτει. Άλλη μια σταθερά της Τουρκίας, είτε σε αυτήν «βασιλεύει» ο Ερντογάν, είτε ο Ετζεβίτ (παλαιότερα) είναι η ταύτιση εξωτερικής πολιτικής και γεωπολιτικής. Το Ισλάμ του ΑΚΡ, εκτός συνόρων, αποτελεί ένα εργαλείο εξυπηρέτησης των τουρκικών γεωστρατηγικών στόχων, οι οποίοι επαναπροσδιορίστηκαν σταδιακά μετά την πολιτική αστάθεια της δεκαετίας του 1990’. Είτε με «κεμαλικού τύπου» Πολιτεία, είτε με την παρούσα, (ισλαμικού τύπου) η Άγκυρα ψάχνει τους τρόπους της δύσκολης πολιτικής της επιβίωσης. Το Σύνδρομο των Σεβρών λοιπόν, έιναι η τρίτη σταθερά που μπορούμε να αναγνωρίσουμε στην Τουρκία.

Το πολιτικό στοίχημα αφομοίωσης των Κούρδων, απέτυχε πριν καν καλά-καλά τεθεί. Οι μειονότητες, για την Τουρκία, σημαίνουν «μη Ομόνοια», σημαίνουν «διάλυση». Αυτή η τρίτη σταθερά, οδηγεί στην τέταρτη και ίσως, σημαντικότερη. Αυτό που παρατηρείται ως «επιθετική εξωτερική πολιτική» από πλευράς Τουρκίας, είναι πέρα για πέρα αμυντική, είναι πέρα για πέρα φοβική. Από τη δεύτερη δεκαετία του 20ου αιώνα μέχρι και σήμερα, η Τουρκία πολιτυεύεται για να μην ξανά-διαλυθεί.
Ωστόσο, οι Τούρκοι δρώντες, αναγνωρίζουν πως η επιβίωση χρειάζεται επιθετικά μέσα. Έτσι προκύπτει η πέμπτη τουρκική σταθερά, που δεν είναι άλλη από τη χρήση του πολιτικού marketing.

Στην Άγκυρα ξέρουν πως ένας τρόπος για να λύνεις προβλήματα, είναι να μην τα παραδέχεσαι. Αν διαλέγεσαι για ένα πρόβλημα, τότε παραδέχεσαι την ύπαρξή του. Έτσι, οι Κούρδοι είναι «ορεσίβιοι Τούρκοι», «οι μειονότητες δεν υπάρχουν», και αντίθετα, διεκδικεί (σε επίπεδο ρητορικής) δικαιώματα των Ουιγούρων, στην...Κίνα. Η υπερεξάπλωση των Ερντογάν και Ναβούτογλου στην εξωτερική πολιτική, ήταν η μία από τις δύο νομιμοποιητικές βάσεις της πολιτικής του ΑΚΡ εντός συνόρων. Η άλλη, ήταν το «οικονομικό» θαύμα. Από τη στιγμή που η οικονομία της Τουρκίας, έχει πτωτικές τάσεις και από τη στιγμή που το Νταβουτόγλειο όραμα αποτυγχάνει, τότε το εκάστοτε κυβερνών κόμμα στην Τουρκία, δε θα διστάσει να καταφύγει σε οποιαδήποτε τακτική που θα δώσει μια έστω προσωρινή νομιμοποίηση.

Απέτυχε η εταιρεία, απέτυχαν και οι επενδυτές
Η σφαλερή νοοτροπία να «κατηγορούμε» κράτη, οδηγεί πάντα στο μίσος. Το μίσος, στην τύφλωση. Ανεξάρτητα αν είναι το τουρκικό κράτος ένας δολοφόνος (σαφώς και είναι) αυτό που ενδιαφέρει, είναι να μην πάψουμε να βλέπουμε. Έστω οτι η Τουρκία, είναι ένα κατάστημα, μια βιοτεχνία. Παράγει ένα «προϊόν» που λέγεται «νεο-οθωμανική πολιτική». Αυτή, υπακούει στους νόμους προσφοράς και ζήτησης. Στο «τουρκικό όραμα», υπήρξαν «επενδυτές». Η Δύση, εύπιστη και μη ικανή να προσδιορίσει τις διαφοροποιήσεις κρατών όπως της Τουρκίας, έδωσε το πράσινο φως προκειμένου ο Ερντογάν να προχωρήσει σε «μεταρρυθμίσεις – τομές» που θα έφερναν το τουρκικό κράτος πιο κοντά στη Δύση, στο σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και σε άλλες αξίες που ουδέποτε έζησαν οι τουρκογενείς πληθυσμοί. Το ΑΚΡ, κέρδισε τον απαραίτητο χρόνο από τη Δύση, προκειμένου να προχωρήσει στις πραγματικές του επιδιώξεις. Σήμερα, ο δυτικός κόσμος ανησυχεί ιδιαίτερα για τις μεσαιωνικές πολιτικές του Ταγιπ Ερντογάν αναφορικά με τον Τύπο της χώρας του, τους Κούρδους, τις συνεργασίες του με το ΙΚ, με τον χειρισμό του στο προσφυγικό. Η επένδυση στο τουρκικό όραμα, είχε στόχο τη δημιουργία ενός «Τρίτου Δρόμου» για τον αραβικό κόσμο, ενός δρόμου που θα χάραζε η Τουρκία και αραβικές χώρες (και ισλαμικές) θα τον ακολουθούσαν σαν πρότυπο. Με άλλα λόγια, χώρες σαν την Αίγυπτο και το Ιράν, που αποτελούν πυλώνες σε Μέση Ανατολή-Βόρειο Αφρική και Κόλπο αντίστοιχα, θα δέχονταν την Τουρκία, ως επικεφαλής χώρα. Η επένδυση αυτή απέτυχε και τώρα η Δύση (πλην της Κυρίας Μέρκελ) παρακολουθεί άλλη μια αποτυχία αντίληψης της τουρκικής πραγματικότητας.

Κερδίστε χάνοντας
Η εκλογική νίκη του Ερντογάν, είναι αναμφισβήτητη. Η ικανότητα του ΑΚΡ στο να «ξεγελάσει» τον δυτικό κόσμο, είναι θαυμαστή. Το γεγονός αυτό βέβαια, δεν καθιστά την τουρκική πολιτική αυτή καθ’ αυτή πετυχημένη. Η τεράστια διπλωματική αναβάθμιση του Ιράν, το οποίο στις μέρες του δύσκολου πολυπολικού κόσμου διδάσκει τη διπλωματική δεξιοτεχνία, έχει ήδη μειώσει την αξία της Τουρκίας ως χώρας που από αυτήν, μπορούν να λυθούν προβλήματα. Με τη χθεσινή νίκη του Ερντογάν, η Τουρκία περνάει στην κατηγορία των χωρών-καθεστώτων. Ένας πανίσχυρος Ερντογάν, ένα ανίσχυρο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, ένα εθνικιστικό κόμμα που μπορεί ανά πάσα ώρα και στιγμή να «ενεργοποιηθεί» με «Σουλτανική» εντολή και ένα Κουρδικό Κόμμα που δεδομένου οτι βλέπει την πολιτική του επιρροή να φθίνει, μπορεί να στραφεί σε άλλα είδη αγώνων, συνθέτουν ένα παζλ πολύ επικίνδυνο για την Τουρκία. Οι ελπίδες της Δύσης να δουν έναν ηγέτη που προκαλεί τόσο προβλήματα στη διεθνή κοινότητα, να φθείρεται εκλογικά, δεν έλαβαν χώρα στην πραγματικότητα. Η νομιμοποίηση του ΑΚΡ σε αυτές τις εκλογές, είχε και μήνυμα επιβράβευσης από την συντριπτική πλειοψηφία του τουρκικού λαού προς τον ηγέτη του. Η πορεία προς το να γίνει η Τουρκία ένα νέο Ιράν του Αχμεντινετζάντ, είναι οριστικά αναπόφευκτη. Δεδομένων των γεωπολιτικών ανακατατάξεων, ο Ερντογάν θα ζητάει από τη Δύση όλο και περισσότερα ανταλλάγματα. Η μεταφορά αυτής της εικόνας στο εσωτερικό της χώρας του, ενός ηγέτη δηλαδή που δε διστάζει να μιλήσει για «συνωμοσίες κατά των τουρκικών δικαίων», θα πολλαπλασιάζει την ισχύ του και θα αποτρέπει τους διαφωνούντες από το να εκδηλωθούν. Το Ισραήλ, που ήλπιζε σε μια πολιτειακή αλλαγή που θα έφερνε ξανά καλύτερες μέρες στις τουρκο-ισραηλινές σχέσεις, παρακολουθεί αμήχανα την εδραίωση ενός σουλτανικού καθεστώτος στα βόρειά του και δεδομένης της ταραχής στη Συρία και της αναβάθμισης του Ιράν, νιώθει ξανά την περικύκλωση έντονη.

Οι εκλογές απέδειξαν οτι οι εκβιασμοί του Ερντογάν στο εσωτερικό και οι παντός είδους προβοκάτσιες, εξαργυρώνονται και με το παραπάνω. Στο εξωτερικό όμως, δεν μπορούν να υπάρξουν τα ανταλλάγματα που ζητά. Η Δύση πλέον, δεν έχει να πληρώσει αντταλλάγματα που θα ζητά ο Τούρκος ηγέτης και απομένει να δούμε ποιές άλλες λύσεις υπάρχουν στην ατζέντα της Δύσης προκειμένου να ελεγχθεί ένας «Σουλτάνος». Η νίκη είναι τεράστια για τον Ερντογάν, αλλά όχι απαραίτητα για την Τουρκία. Αναφορικά με τον Ελληνισμό, η επιδίωξη ολοένα και στενότερων σχέσεων με χώρες που νιώθουν «ομοιοπαθείς» από τα όσα θεωρούν οτι θα επέλθουν με τη νίκη του Ερντογάν, είναι μονόδρομος.