ΤΟ ΒΗΜΑ - The Project SyndicateΤο αποτέλεσμα των πρόσφατων βουλευτικών εκλογών της Τουρκίας - οι
ψηφοφόροι προσήλθαν δύο φορές στις κάλπες κατά τη διάρκεια των
τελευταίων πέντε μηνών - αποκαλύπτει σημαντικά στοιχεία σχετικά με τη
φύση της δημοκρατίας στη χώρα και τις προτιμήσεις των πολιτών της.
Η πρώτη από τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις στην Τουρκία, φέτος τον Ιούνιο, εκλήφθηκε ευρέως ως ένα δημοψήφισμα για τις προσπάθειες του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να ενισχύσει τις εξουσίες του αξιώματός του. Το αποτέλεσμα ήταν ξεκάθαρο. Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν έλαβε μόλις τo 41% των ψήφων, χάνοντας την πλειοψηφία που απολάμβανε από τότε που ανήλθε στην εξουσία το 2002.
Η πρώτη από τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις στην Τουρκία, φέτος τον Ιούνιο, εκλήφθηκε ευρέως ως ένα δημοψήφισμα για τις προσπάθειες του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να ενισχύσει τις εξουσίες του αξιώματός του. Το αποτέλεσμα ήταν ξεκάθαρο. Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν έλαβε μόλις τo 41% των ψήφων, χάνοντας την πλειοψηφία που απολάμβανε από τότε που ανήλθε στην εξουσία το 2002.
Την 1η Νοεμβρίου, ωστόσο, έπειτα από τις άκαρπες διαπραγματεύσεις
που ακολούθησαν τις εκλογές του Ιουνίου, οι Τούρκοι ψήφισαν ξανά, και το
αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε να είναι πιο διαφορετικό. Αυτή τη φορά, οι
εκλογές έγιναν αντιληπτές ως ένα δημοψήφισμα για τη συνέχιση μιας
μονοκομματικής εξουσίας. Και το AKP κέρδισε το 49% των ψήφων, ποσοστό
που τού εξασφάλισε μια άνετη πλειοψηφία.
Προεκλογικά ο Ερντογάν και το ΑΚΡ υπογράμμισαν τη σημασία της
κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας του κόμματος για την πολιτική σταθερότητα
της Τουρκίας. Η αντιπολίτευση απάντησε με το επιχείρημα ότι μια
κυβέρνηση συνασπισμού θα αντιμετώπιζε την βαθιά πολιτική πόλωση της
χώρας, ενώ παράλληλα θα συνέβαλε στη δημιουργία ισχυρότερων δομών
ελέγχου. Η υπόσχεση της σταθερότητας αποδείχθηκε πιο σημαντική.
Η πολιτική αστάθεια που ακολούθησε τις εκλογές του Ιουνίου
επιδεινώθηκε από την απότομη έξαρση της βίας τόσο στην Τουρκία όσο και
στην ευρύτερη περιοχή. Μια νέα εκστρατεία βίας από το αυτονομιστικό
Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK) και επιθέσεις από το Ισλαμικό
Κράτος, συμπεριλαμβανομένων των βομβιστικών επιθέσεων αυτοκτονίας στην
Άγκυρα που σκότωσαν περισσότερους από 100 ανθρώπους, δημιούργησαν ένα
σκηνικό που ενίσχυσε το μήνυμα του ΑΚΡ.
Το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης έλαβε περίπου πέντε εκατομμύρια
περισσότερες ψήφους από ό,τι τον Ιούνιο. Δύο από τα κόμματα της
αντιπολίτευσης, το συντηρητικό Κόμμα Εθνικιστικού Κινήματος (MHP) και το
φιλοκουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP), έχασαν μαζί τρία
εκατομμύρια ψήφους ενώ το κεντροαριστερό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα
παρέμεινε σταθερό, τερματίζοντας δεύτερο με το 25% των ψήφων.
Το κουρδικό στην κορυφή της ατζέντας
Η νέα κυβέρνηση της Τουρκίας έλαβε εντολή να αντιμετωπίσει μερικές
από τις πιο δύσκολες πολιτικές προκλήσεις της χώρας - κυρίως την
ειρηνευτική διαδικασία με τους Κούρδους. Μια προηγούμενη προσπάθεια είχε
ανασταλεί εν όψει των εκλογών, καθώς το ΡΚΚ επέστρεψε στη βία και η
ηγεσία του ΑΚΡ υιοθέτησε μια περισσότερο εθνικιστική και πολεμική
ρητορική. Μετά το τέλος των εκλογών, ωστόσο, υπάρχει ελπίδα ότι η νέα
κυβέρνηση θα ξεκινήσει ξανά τις διαπραγματεύσεις. Εάν στεφθούν με
επιτυχία, θα έχουν θετικό αντίκτυπο τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας όσο
και στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Η πλειοψηφία του ΑΚΡ θα επιτρέψει επίσης στην κυβέρνηση να
συνεχίσει να επανακαθορίζει την εξωτερική πολιτική της χώρας. Οι
πολιτικές της Τουρκίας μετά την Αραβική Άνοιξη είχαν ως αποτέλεσμα την
απώλεια επιρροής αλλά και φίλων στην περιοχή. Πρόσφατα όμως, η χώρα
άρχισε να προσαρμόζει τη στάση της στην πραγματικότητα. Για παράδειγμα, η
Τουρκία έχει άρει τις αντιρρήσεις της όσον αφορά το ρόλο του Σύρου
Προέδρου Μπασάρ Αλ Άσαντ στις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του
εμφυλίου πολέμου στη Συρία.
Παρομοίως, μια νέα δέσμευση για τη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους εξάλειψε ένα σημαντικό σημείο τριβής με τους δυτικούς εταίρους της Τουρκίας.Η κύρια παγίδα που η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αποφύγει είναι μια επιστροφή σε έναν πατερναλιστικό τρόπο διακυβέρνησης. Το AKP πρέπει να αισθανθεί άνετα με τη μεγάλη πλειοψηφία που διαθέτει και να ξεκινήσει να εκλαμβάνει μειοψηφικές θέσεις, ακόμη και την ειρηνική διαφωνία, με τρόπο που αρμόζει σε μια χώρα που διαπραγματεύεται την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το δίδαγμα των δύο εκλογών είναι σαφές: οι ψηφοφόροι της Τουρκίας θέλουν μια ισχυρή, σταθερή κυβέρνηση, αλλά όχι μία που λειτουργεί καταπατώντας τους αντιπάλους της.
Παρομοίως, μια νέα δέσμευση για τη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους εξάλειψε ένα σημαντικό σημείο τριβής με τους δυτικούς εταίρους της Τουρκίας.Η κύρια παγίδα που η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αποφύγει είναι μια επιστροφή σε έναν πατερναλιστικό τρόπο διακυβέρνησης. Το AKP πρέπει να αισθανθεί άνετα με τη μεγάλη πλειοψηφία που διαθέτει και να ξεκινήσει να εκλαμβάνει μειοψηφικές θέσεις, ακόμη και την ειρηνική διαφωνία, με τρόπο που αρμόζει σε μια χώρα που διαπραγματεύεται την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το δίδαγμα των δύο εκλογών είναι σαφές: οι ψηφοφόροι της Τουρκίας θέλουν μια ισχυρή, σταθερή κυβέρνηση, αλλά όχι μία που λειτουργεί καταπατώντας τους αντιπάλους της.
* Ο Σινάν Ουλγκέν είναι διευθυντής του Κέντρου Μελετών για
την Οικονομία και την Εξωτερική Πολιτική (EDAM) της Κωνσταντινούπολης