Την περίοδο αυτή κάνω έρευνα για τη συγγραφή ενός κεφαλαίου για το
βιβλίο που υπό την επιμέλεια του Αρη Τζιαμπίρη, καθηγητή Διεθνών Σχέσεων
στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, και τη δική μου θα εκδοθεί μέσα στο 2016 από
τον βρετανικό εκδοτικό οίκο Palgrave MacMillan. Το κεφάλαιο αναφέρεται
στην ελληνική Υψηλή Στρατηγική ως όχημα εξόδου της χώρας από την κρίση,
που δεν είναι απλώς δημοσιονομική αλλά διαβρώνει τα πλέον βαθιά κύτταρα
της υπάρξεώς μας.
Η έρευνά μου έχει δώσει την ευκαιρία να παρατηρήσω «άνωθεν» την ελληνική Υψηλή Στρατηγική, από την εποχή που το νέο ελληνικό κράτος εμφανίζεται στο βεστφαλικό στερέωμα. Αν εξαιρεθεί η εποχή από το 1832 έως το 1922 που η Υψηλή Στρατηγική της χώρας εξυφαίνει τη Μεγάλη Ιδέα, από την κατάρρευση αυτής και μετά η χώρα στερείται αφήγημα και επομένως εφαρμοστικά εργαλεία εσωτερικής νοηματοδοτικής νομιμοποίησης.
Ασφαλώς και η συμμετοχή της στους δυτικούς οργανισμούς, ΝΑΤΟ και ΕΟΚ/Ε.Ε./ΟΝΕ, αποτέλεσαν στόχους υψηλής στρατηγικής σημασίας ως προς την επίτευξη και τη διατήρησή τους στον πολιτικό πυρήνα των αποφάσεων της χώρας, αλλά κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει -όχι αδίκως- ότι η διστακτικότητα με την οποία η Ελλάδα μετέχει στους οργανισμούς αυτούς της αποστερεί σημαντικές ευκαιρίες αξιοποίησης των δυνατοτήτων της αλλά και την αποκλείει από νέες ευκαιρίες.
Δεν υφίστανται «ήρεμοι και ασφαλείς δρόμοι», όταν το κράτος βρίσκεται μεταξύ Βαλκανίων και ανατολικής Μεσογείου. Οσο κι αν η Ελλάδα απέχει από τη συζήτηση γύρω από τις εξελίξεις στη Συρία ή για την αποφασιστική συμφωνία μεταξύ Ιράν και ΗΠΑ για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, τα κέρδη μας είναι ανύπαρκτα. Αν η Υψηλή Στρατηγική της χώρας είναι να βγει η χώρα από την κρίση, τότε ο στόχος αυτός είναι τόσο αφελής όσο αν θέσουμε όλοι οι Ελληνες ως στόχο ζωής... να αναπνέουμε. Η Υψηλή Στρατηγική της χώρας μας οφείλει να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες πέριξ της, ώστε να αποδώσουν μια τέτοια υπεραξία που η έξοδός μας από την υφιστάμενη κατάσταση να έλθει ως φυσική εξέλιξη της ενεργητικότητας και της δυναμικής μας.
Η εμβάθυνση των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ, Αιγύπτου και Ελλάδας - Κύπρου είναι κομβικό σημείο για την Υψηλή Στρατηγική μας, όπως και η αναβάθμισή μας στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ και η κατάθεση προτάσεων από την Αθήνα αναφορικά με το συριακό ζήτημα, όπως επίσης και η οικοδόμηση εμπορικών και πολιτικών σχέσεών μας με την Ινδία ώστε να ανοίξουμε αυτή τη μεγάλη αγορά. Η παθητικότητα δεν θα μας οδηγήσει πουθενά και, στο τέλος, θα μας εμποδίσει ακόμα και να αναπνέουμε.
Σπύρος Λίτσας
Η έρευνά μου έχει δώσει την ευκαιρία να παρατηρήσω «άνωθεν» την ελληνική Υψηλή Στρατηγική, από την εποχή που το νέο ελληνικό κράτος εμφανίζεται στο βεστφαλικό στερέωμα. Αν εξαιρεθεί η εποχή από το 1832 έως το 1922 που η Υψηλή Στρατηγική της χώρας εξυφαίνει τη Μεγάλη Ιδέα, από την κατάρρευση αυτής και μετά η χώρα στερείται αφήγημα και επομένως εφαρμοστικά εργαλεία εσωτερικής νοηματοδοτικής νομιμοποίησης.
Ασφαλώς και η συμμετοχή της στους δυτικούς οργανισμούς, ΝΑΤΟ και ΕΟΚ/Ε.Ε./ΟΝΕ, αποτέλεσαν στόχους υψηλής στρατηγικής σημασίας ως προς την επίτευξη και τη διατήρησή τους στον πολιτικό πυρήνα των αποφάσεων της χώρας, αλλά κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει -όχι αδίκως- ότι η διστακτικότητα με την οποία η Ελλάδα μετέχει στους οργανισμούς αυτούς της αποστερεί σημαντικές ευκαιρίες αξιοποίησης των δυνατοτήτων της αλλά και την αποκλείει από νέες ευκαιρίες.
Δεν υφίστανται «ήρεμοι και ασφαλείς δρόμοι», όταν το κράτος βρίσκεται μεταξύ Βαλκανίων και ανατολικής Μεσογείου. Οσο κι αν η Ελλάδα απέχει από τη συζήτηση γύρω από τις εξελίξεις στη Συρία ή για την αποφασιστική συμφωνία μεταξύ Ιράν και ΗΠΑ για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, τα κέρδη μας είναι ανύπαρκτα. Αν η Υψηλή Στρατηγική της χώρας είναι να βγει η χώρα από την κρίση, τότε ο στόχος αυτός είναι τόσο αφελής όσο αν θέσουμε όλοι οι Ελληνες ως στόχο ζωής... να αναπνέουμε. Η Υψηλή Στρατηγική της χώρας μας οφείλει να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες πέριξ της, ώστε να αποδώσουν μια τέτοια υπεραξία που η έξοδός μας από την υφιστάμενη κατάσταση να έλθει ως φυσική εξέλιξη της ενεργητικότητας και της δυναμικής μας.
Η εμβάθυνση των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ, Αιγύπτου και Ελλάδας - Κύπρου είναι κομβικό σημείο για την Υψηλή Στρατηγική μας, όπως και η αναβάθμισή μας στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ και η κατάθεση προτάσεων από την Αθήνα αναφορικά με το συριακό ζήτημα, όπως επίσης και η οικοδόμηση εμπορικών και πολιτικών σχέσεών μας με την Ινδία ώστε να ανοίξουμε αυτή τη μεγάλη αγορά. Η παθητικότητα δεν θα μας οδηγήσει πουθενά και, στο τέλος, θα μας εμποδίσει ακόμα και να αναπνέουμε.
Σπύρος Λίτσας