22 Οκτωβρίου 2015

Οι μεταρρυθμίσεις στη μέγγενη του λαϊκισμού και της παρατεταμένης κρίσης

Από την Πορτογαλία μέχρι τη Σουηδία γίνεται όλο και δυσκολότερο να κυβερνηθούν οι ευρωπαϊκές χώρες και πιο δύσκολο να εφαρμοσθούν οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις, καθώς η παρατεταμένη οικονομική κρίση μας κληροδοτεί ένα κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο με πιο ανίσχυρες και διχασμένες κυβερνήσεις.Η άφιξη του προσφυγικού κύματος και των μεταναστών που προσπαθούν να αποδράσουν από τον πόλεμο, την καταπίεση και τη φτώχεια της Μέσης Ανατολής, της Ασίας και της Αφρικής ίσως εντείνει αυτήν την πολιτική δυναμική, ενισχύοντας τον λαϊκισμό και τη ρητορική κατά των μεταναστών και πολιορκώντας, έτσι, τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας. Η κεντροδεξιά ήταν η δύναμη που ωφελήθηκε εκλογικά από την κρίση της Ευρωζώνης προτού χτυπήσει την Ευρώπη το προσφυγικό κύμα.
Τώρα πιέζεται να υιοθετήσει τα επιχειρήματα και τις πολιτικές θέσεις των αναδυόμενων ακροδεξιών και ευρωσκεπτικιστικών ομάδων. «Παρά την επιστροφή στην ανάπτυξη, που είναι εύθραυστη σε ορισμένες περιπτώσεις, το αίτημα για πολιτικές εναλλακτικές είναι ακόμη ισχυρότερο» σχολιάζει σχετικά η Τίνα Φόρντχαμ, κύρια πολιτική αναλύτρια της αμερικανικής τράπεζας Citi, που καταγράφει τους κινδύνους από τον λαϊκισμό για τους επενδυτές. «Καθοριστικός μοχλός είναι το έλλειμμα εμπιστοσύνης και όχι μόνον στις κυβερνήσεις αλλά γενικότερα στις διάφορες ελίτ» τονίζει η ίδια.

Στις εκλογές που έγιναν ή πρόκειται ακόμη να γίνουν σε δυτικοευρωπαϊκές χώρες, όσα κεντροδεξιά κόμματα εφήρμοσαν πολιτικές λιτότητας ήρθαν πρώτα με εξαίρεση την Ελλάδα. Εχουν, ωστόσο, αποδυναμωθεί καθώς έχουν χάσει ψήφους και έδρες. Ωστόσο, οι εκλογές που θα γίνουν στην Πολωνία την Κυριακή, αν υποθέσουμε ότι δίνουμε βάση στις δημοσκοπήσεις, καταδεικνύουν πως η οικονομική επιτυχία δεν ανταμείβεται πάντα στις εκλογές.

Αντιθέτως, κινητήρια δύναμη που εξηγεί τη συμπεριφορά των ψηφοφόρων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες είναι η αγωνία για το μεταναστευτικό που υποσκέλισε την οικονομία.

Στον επόμενο γύρο ευρωπαϊκών εκλογών «δεν θα είναι η οικονομία ηλίθιε!» σχολιάζει η Φόρντχαμ σε μια έμμεση αναφορά στο 1992 και την προεκλογική εκστρατεία του Μπιλ Κλίντον που κέρδισε την προεδρία των ΗΠΑ εστιάζοντας στην οικονομία.

Η πτώση της δημοτικότητας της Αγκελα Μέρκελ εξαιτίας της προσφυγικής κρίσης και η συνεχιζόμενη άνοδος της δημοτικότητας της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία υπογραμμίζουν την τάση. Ακαδημαϊκή έρευνα που ανέλυσε περισσότερες από 800 εκλογικές αναμετρήσεις μετά από οικονομικές κρίσεις σε 20 ανεπτυγμένες οικονομίες τα τελευταία 140 χρόνια σκιαγραφεί την πόλωση και τη διάβρωση του δικομματισμού όπως διαμορφώνεται σήμερα στην Ευρώπη. Η έρευνα του ινστιτούτου Ifo με θέμα «Η στροφή στα άκρα, η πολιτική μετά τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις, 1870-2014» καταδεικνύει πως οι προηγούμενες τραπεζικές κρίσεις έφεραν στην εξουσία αδύναμες κυβερνήσεις που καθιστούσαν δυσχερέστερη την αντιμετώπιση της κρίσης.

«Κυρίαρχο εύρημα είναι πως η πολιτική αβεβαιότητα αυξάνεται σημαντικά μετά από οικονομικές κρίσεις, καθώς συρρικνώνεται η δύναμη των κυβερνήσεων και αυξάνεται η πόλωση» τονίζει η έκθεση αναφερόμενη σε περιπτώσεις στην Ευρώπη στη δεκαετία του 1920 και του 1930 και παραδείγματα όπως η περίοδος μετά από τραπεζικές κρίσεις στη Σκανδιναβία στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Οπως υπογραμμίζει, «μετά μια κρίση, οι ψηφοφόροι φαίνεται πως έλκονται πολύ από τη ρητορική της άκρας δεξιάς που συχνά επιρρίπτει την ευθύνη στις μειονότητες και στους ξένους».
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ