Τα έχω πει. Τα
έχουν πει κι άλλοι, με διάφορους τρόπους, εδώ και χρόνια. Αλλά η Νέα
Δημοκρατία δεν ακούει. Προσέξτε, όχι ότι ακούει αλλά δε δέχεται τις
διαφορετικές απόψεις. Δεν ακούει γενικώς. Είναι πολιτικά κωφή. Πρόκειται
για το ελληνικό κόμμα στο οποίο ο λαός έχει μηδενική δυνατότητα
επιρροής. Και γι’ αυτό αργοπεθαίνει.Όλα έχουν, βέβαια, μια εξήγηση. Στην περίπτωση της Νέας Δημοκρατίας, η
εξήγηση είναι πρωτίστως ιστορική και ξεκινά από τα πρόσωπα και τις
συνθήκες που τη γέννησαν.Κατά πρώτον, η Νέα Δημοκρατία ως κόμμα δεν ήταν το αποτέλεσμα, η
έκφραση μιας συλλογικής πολιτικής διεργασίας, αλλά προσωπικό δημιούργημα
του πιο πληθωρικού πολιτικού και μαζί της ισχυρότερης ηγετικής
φυσιογνωμίας της μεταπολεμικής Ελλάδας. Κι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν
ήταν ο πολιτικός που περίμενε την έκφραση των οργάνων του κόμματος για
να χαράξει πολιτική, ή ο πολιτικάντης που ισορροπούσε ανάμεσα στις
διαφορετικές σφαίρες επιρροής. Ήταν ο ηγέτης που πήρε μια ολόκληρη χώρα
από το χέρι, αν όχι από το αφτί, και την ενέταξε στην Ε.Ο.Κ. γιατί έτσι
πίστευε ο ίδιος πως είναι το σωστό. Ο Καραμανλής δεν είχε ανάγκη να
ακούει το λαό. Έπρεπε ο λαός να τον ακούει.
Από την άλλη πλευρά, το κόμμα κουβαλούσε από την πρώτη μέρα της ίδρυσής του – κι εξακολουθεί να κουβαλά – ένα βαρύ, ντροπιαστικό φορτίο. Πρόκειται για μια από τις δυο αθλιότερες πολιτικές δομές και πρακτικές (η άλλη είναι το ρουσφέτι) που οι ρίζες τους φθάνουν μέχρι και πριν την Απελευθέρωση: οι περιχαρακωμένες, και με εδαφικά μάλιστα χαρακτηριστικά, προσωπικές ζώνες επιρροής, των οποίων ηγούνται τοπάρχες (ή, κατά το δυτικότερον, «βαρώνοι»). Στο χώρο που ελέγχει ο «βαρώνος», είτε εδαφικά (εκεί που εκλέγεται), είτε κομματικά (το τμήμα της Κεντρικής Επιτροπής που εξουσιάζει) είτε διοικητικά (το Υπουργείο του οποίου προΐσταται) τα στεγανά είναι αδιαπέραστα και η εξουσία απόλυτη. Όχι για τους πολιτικούς του αντιπάλους, για τους πάντες. Δεν έχει καμμιά σημασία αν είσαι κομματικό στέλεχος, ιδεολογικά συνεπής, αγωνιστής, ικανός ή ο,τιδήποτε άλλο. Μάλιστα, δεν αρκεί καν να τον προσκηνύσεις. Του είσαι ωφέλιμος με οποιονδήποτε τρόπο; Έχεις μέλλον. Δεν έχεις κάτι να του προσφέρεις; Στο καλό.
Όταν όμως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ίδρυσε τη Νέα Δημοκρατία, αφενός ήταν ήδη στην απαρχή της πολιτικής του αποδρομής, κι αφετέρου είχε δυο, ύψιστης εθνικής σημασίας, αποστολές, τις οποίες μάλιστα αντιμετώπιζε δικαίως ως την προσωπική του ιστορική παρακαταθήκη: την ομαλή μετάβαση στη Δημοκρατία (περίοδος 1974-1977) και την ένταξη στην Ε.Ο.Κ. (περίοδος 1978-1981).
Έτσι, εκ των πραγμάτων, αφενός με μειούμενη, από Πρόεδρο σε Πρόεδρο μετά το 1979, προσωπική εμβέλεια των διαδόχων του στην ηγεσία, κι αφετέρου ελλείψει πραγματικών δημοκρατικών δομών στο κόμμα, από το 1981 και μετά οι «βαρώνοι», παλιοί και νέοι, αποκτούσαν όλο και μεγαλύτερη εξουσία, η οποία έφτασε στο αποκορύφωμά της την περίοδο 2004-2009. Μέχρι δε του σημείου ώστε, λόγω και της προσωπικότητας του Κώστα Καραμανλή, ουσιαστικά τα στεγανά κατέστησαν αδύνατο το να κυβερνηθεί αποτελεσματικά η χώρα και να γίνουν οι τόσο αναγκαίες θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις. Η μεγαλύτερη, ποσοτικά και χρονικά, ανοχή που επέδειξε ο ελληνικός Λαός σε Κυβέρνηση μετά τη μεταπολίτευση ξοδεύτηκε στις λοβιτούρες των κουμπάρων, στα μυθικής πολυτέλειας ταξίδια των Υπουργών και των ορδών από σεμνούς και ταπεινούς «συμβούλους», και κυρίως στις ενδοκυβερνητικές έριδες για τη μοιρασιά.
Και μετά ήρθε το τέλος. Οι ίδιοι άνθρωποι, αυτοί, οι «βαρώνοι», χάρισαν το κόμμα στον Αντώνη Σαμαρά κι έβαψαν τα χέρια τους με το αίμα της παράταξης. Διότι, στην απαρχή της ασύλληπτης για το Λαό κρίσης, που τη γνώριζαν, κι ενώ ο μόνος τρόπος πλέον να διατηρηθεί το κόμμα στη ζωή ήταν να ανοιχτεί πραγματικά στην κοινωνία, και το καταλάβαιναν, το παρέδωσαν στην πιο φοβική και πολιτικά κομπλεξική ηγεσία που επρόκειτο να γνωρίσει η παράταξη, αν και το ήξεραν.Θα μου πείτε, η Ντόρα θα τα κατάφερνε καλύτερα; Ο καθένας δικαιούται να έχει την άποψή του – η δική μου είναι ήδη γνωστή. Όμως δε θα το μάθουμε ποτέ.
Αυτό που ξέρουμε είναι αυτό που έγινε. Άνοιγμα στο φασισμό, τόσο από φυσική ροπή της ηγεσίας όσο και από μυωπικό, παιδαριώδη πολιτικό σχεδιασμό σε επίπεδο κόμματος, καταστροφική ρητορική και πρακτική σε επίπεδο χώρας, διαιώνιση των στεγανών και καταστροφή των κομματικών δομών, από μια ηγετική ομάδα μονίμως κλεισμένη στη «φωλιά του λύκου». Μια ομάδα που, όχι απλώς δεν κατάφερε να αναλύσει το πως έχασε έναν εκατομμύριο ψηφοφόρους μεταξύ 2009-2012, αλλά πίστεψε τα ίδια της τα ψέμματα για τις αιτίες και τις λύσεις και προσπάθησε να επιβάλει τις εκλογικές καταστροφές ως νίκη.
Και βέβαια, σε ένα τέτοιο περιβάλλον ο Λαός έχει μόνον έναν τρόπο να συνδιαλλαγεί με τα κέντρα εξουσίας: το ρουσφέτι. Όχι ότι είναι αμέτοχος για τις επιλογές, όχι ότι δεν ευθύνεται για τη μη έκφραση οποιασδήποτε αντίδρασης σε όλες τις καταστροφικές επιλογές, αλλά ακόμη κι αν ήθελε να συμμετάσχει στον πολιτικό διάλογο δεν είχε κανέναν τρόπο να εκφραστεί. Γνωρίζω από πρώτο χέρι υγιείς μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, όχι απλώς μηδενικού πολιτικού κόστους αλλά πολύ περισσότερο, ωφέλιμες για ολόκληρη την κοινωνία και, ως εκ τούτου, πολιτικά ωφέλιμες και για το ίδιο το κόμμα, τις οποίες όταν έβρισκες (μετά από μεγάλο κόπο και χρωστώντας «χάρες») ποιος θα τις ακούσει, έσβηναν χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις στη φράση «δεν το θέλει τώρα ο Υπουργός». Γιατί δεν το θέλει; Φταίει ο καιρός; Η κακιά η ώρα; Τα άστρα και ο ουρανός, ο ήλιος, το φεγγάρι; Καμμιά εξήγηση, ποτέ.
Αυτά σε ό,τι αφορά «τα μεγάλα», την κεντρική πολιτική, τα οποία λίγο ως πολύ είναι γνωστά στους πολλούς. Στο δεύτερο μέρος αυτής της παρέμβασης θα ασχοληθούμε με «τα μικρά» αλλά τα σημαντικότερα, αυτά που γνωρίζει λιγότερο ο Λαός: το πως η Νέα Δημοκρατία, κεντρικά, ως κόμμα, κατέστρεψε το μέλλον της, διώχνοντας συστηματικά σχεδόν κάθε πρόσωπο που θα μπορούσε να είναι ωφέλιμο, πρωτευόντως στον τόπο και αυτομάτως και στην ίδια. - See more at: http://www.toportal.gr/?i=toportal.el.politikh&id=8962#sthash.MAWMscGC.eHJbKaSQ.dpuf
Από την άλλη πλευρά, το κόμμα κουβαλούσε από την πρώτη μέρα της ίδρυσής του – κι εξακολουθεί να κουβαλά – ένα βαρύ, ντροπιαστικό φορτίο. Πρόκειται για μια από τις δυο αθλιότερες πολιτικές δομές και πρακτικές (η άλλη είναι το ρουσφέτι) που οι ρίζες τους φθάνουν μέχρι και πριν την Απελευθέρωση: οι περιχαρακωμένες, και με εδαφικά μάλιστα χαρακτηριστικά, προσωπικές ζώνες επιρροής, των οποίων ηγούνται τοπάρχες (ή, κατά το δυτικότερον, «βαρώνοι»). Στο χώρο που ελέγχει ο «βαρώνος», είτε εδαφικά (εκεί που εκλέγεται), είτε κομματικά (το τμήμα της Κεντρικής Επιτροπής που εξουσιάζει) είτε διοικητικά (το Υπουργείο του οποίου προΐσταται) τα στεγανά είναι αδιαπέραστα και η εξουσία απόλυτη. Όχι για τους πολιτικούς του αντιπάλους, για τους πάντες. Δεν έχει καμμιά σημασία αν είσαι κομματικό στέλεχος, ιδεολογικά συνεπής, αγωνιστής, ικανός ή ο,τιδήποτε άλλο. Μάλιστα, δεν αρκεί καν να τον προσκηνύσεις. Του είσαι ωφέλιμος με οποιονδήποτε τρόπο; Έχεις μέλλον. Δεν έχεις κάτι να του προσφέρεις; Στο καλό.
Όταν όμως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ίδρυσε τη Νέα Δημοκρατία, αφενός ήταν ήδη στην απαρχή της πολιτικής του αποδρομής, κι αφετέρου είχε δυο, ύψιστης εθνικής σημασίας, αποστολές, τις οποίες μάλιστα αντιμετώπιζε δικαίως ως την προσωπική του ιστορική παρακαταθήκη: την ομαλή μετάβαση στη Δημοκρατία (περίοδος 1974-1977) και την ένταξη στην Ε.Ο.Κ. (περίοδος 1978-1981).
Έτσι, εκ των πραγμάτων, αφενός με μειούμενη, από Πρόεδρο σε Πρόεδρο μετά το 1979, προσωπική εμβέλεια των διαδόχων του στην ηγεσία, κι αφετέρου ελλείψει πραγματικών δημοκρατικών δομών στο κόμμα, από το 1981 και μετά οι «βαρώνοι», παλιοί και νέοι, αποκτούσαν όλο και μεγαλύτερη εξουσία, η οποία έφτασε στο αποκορύφωμά της την περίοδο 2004-2009. Μέχρι δε του σημείου ώστε, λόγω και της προσωπικότητας του Κώστα Καραμανλή, ουσιαστικά τα στεγανά κατέστησαν αδύνατο το να κυβερνηθεί αποτελεσματικά η χώρα και να γίνουν οι τόσο αναγκαίες θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις. Η μεγαλύτερη, ποσοτικά και χρονικά, ανοχή που επέδειξε ο ελληνικός Λαός σε Κυβέρνηση μετά τη μεταπολίτευση ξοδεύτηκε στις λοβιτούρες των κουμπάρων, στα μυθικής πολυτέλειας ταξίδια των Υπουργών και των ορδών από σεμνούς και ταπεινούς «συμβούλους», και κυρίως στις ενδοκυβερνητικές έριδες για τη μοιρασιά.
Και μετά ήρθε το τέλος. Οι ίδιοι άνθρωποι, αυτοί, οι «βαρώνοι», χάρισαν το κόμμα στον Αντώνη Σαμαρά κι έβαψαν τα χέρια τους με το αίμα της παράταξης. Διότι, στην απαρχή της ασύλληπτης για το Λαό κρίσης, που τη γνώριζαν, κι ενώ ο μόνος τρόπος πλέον να διατηρηθεί το κόμμα στη ζωή ήταν να ανοιχτεί πραγματικά στην κοινωνία, και το καταλάβαιναν, το παρέδωσαν στην πιο φοβική και πολιτικά κομπλεξική ηγεσία που επρόκειτο να γνωρίσει η παράταξη, αν και το ήξεραν.Θα μου πείτε, η Ντόρα θα τα κατάφερνε καλύτερα; Ο καθένας δικαιούται να έχει την άποψή του – η δική μου είναι ήδη γνωστή. Όμως δε θα το μάθουμε ποτέ.
Αυτό που ξέρουμε είναι αυτό που έγινε. Άνοιγμα στο φασισμό, τόσο από φυσική ροπή της ηγεσίας όσο και από μυωπικό, παιδαριώδη πολιτικό σχεδιασμό σε επίπεδο κόμματος, καταστροφική ρητορική και πρακτική σε επίπεδο χώρας, διαιώνιση των στεγανών και καταστροφή των κομματικών δομών, από μια ηγετική ομάδα μονίμως κλεισμένη στη «φωλιά του λύκου». Μια ομάδα που, όχι απλώς δεν κατάφερε να αναλύσει το πως έχασε έναν εκατομμύριο ψηφοφόρους μεταξύ 2009-2012, αλλά πίστεψε τα ίδια της τα ψέμματα για τις αιτίες και τις λύσεις και προσπάθησε να επιβάλει τις εκλογικές καταστροφές ως νίκη.
Και βέβαια, σε ένα τέτοιο περιβάλλον ο Λαός έχει μόνον έναν τρόπο να συνδιαλλαγεί με τα κέντρα εξουσίας: το ρουσφέτι. Όχι ότι είναι αμέτοχος για τις επιλογές, όχι ότι δεν ευθύνεται για τη μη έκφραση οποιασδήποτε αντίδρασης σε όλες τις καταστροφικές επιλογές, αλλά ακόμη κι αν ήθελε να συμμετάσχει στον πολιτικό διάλογο δεν είχε κανέναν τρόπο να εκφραστεί. Γνωρίζω από πρώτο χέρι υγιείς μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, όχι απλώς μηδενικού πολιτικού κόστους αλλά πολύ περισσότερο, ωφέλιμες για ολόκληρη την κοινωνία και, ως εκ τούτου, πολιτικά ωφέλιμες και για το ίδιο το κόμμα, τις οποίες όταν έβρισκες (μετά από μεγάλο κόπο και χρωστώντας «χάρες») ποιος θα τις ακούσει, έσβηναν χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις στη φράση «δεν το θέλει τώρα ο Υπουργός». Γιατί δεν το θέλει; Φταίει ο καιρός; Η κακιά η ώρα; Τα άστρα και ο ουρανός, ο ήλιος, το φεγγάρι; Καμμιά εξήγηση, ποτέ.
Αυτά σε ό,τι αφορά «τα μεγάλα», την κεντρική πολιτική, τα οποία λίγο ως πολύ είναι γνωστά στους πολλούς. Στο δεύτερο μέρος αυτής της παρέμβασης θα ασχοληθούμε με «τα μικρά» αλλά τα σημαντικότερα, αυτά που γνωρίζει λιγότερο ο Λαός: το πως η Νέα Δημοκρατία, κεντρικά, ως κόμμα, κατέστρεψε το μέλλον της, διώχνοντας συστηματικά σχεδόν κάθε πρόσωπο που θα μπορούσε να είναι ωφέλιμο, πρωτευόντως στον τόπο και αυτομάτως και στην ίδια. - See more at: http://www.toportal.gr/?i=toportal.el.politikh&id=8962#sthash.MAWMscGC.eHJbKaSQ.dpuf