-Ας σοβαρευτούμε, λοιπόν, όπως ζήτησε ο
Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, κι ας βάλουμε τα πράγματα στη σειρά. Το
δημοκρατικό Σύνταγμα της χώρας δεν αναφέρει πουθενά όσα είπε ο κ.
Ιερώνυμος, ψέγοντας την αναπληρώτρια υπουργό Παιδείας. Δεν λέει ότι «η
Παιδεία μας πρέπει να είναι εθνική, ελληνοχριστιανική Παιδεία». Αυτά
περί ελληνοχριστιανικής Παιδείας τα έλεγε το χουντικό Σύνταγμα του 1968
και ουχί το δημοκρατικό του 1974.
«Για να μη λέει καθένας ό,τι θέλει» όπως ζήτησε ο Αρχιεπίσκοπος από την κ. Σία Αναγνωστοπούλου, το άρθρο 17 του χουντικού Συντάγματος κανόνιζε ότι «η Παιδεία τελεί υπό την Ανώτατην εποπτείαν του Κράτους, παρέχεται δαπάναις αυτού, σκοπεί δε στην ηθικήν και πνευματικήν αγωγήν και την ανάπτυξιν της εθνικής συνειδήσεως των νέων επί τη βάσει των αξιών του ελληνικού και του χριστιανικού πολιτισμού». Το αντίστοιχο άρθρο 16 του δημοκρατικού Συντάγματος είναι πιο σεμνό: «H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Eλλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης». Δεν αναφέρει συγκεκριμένα τη Χριστιανική Παιδεία -πώς θα μπορούσε άλλωστε μετά το άγος του ελληνοχριστιανισμού που επέβαλε και εκμεταλλεύτηκε η χούντα;- αλλά κάθε θρησκευτική συνείδηση· βουδιστική, μουσουλμανική κ.λπ.
Συνεπώς το μάθημα των Θρησκευτικών όπως γίνεται είναι ενάντια στην επιταγή του Συντάγματος το οποίο στο ίδιο άρθρο 16 θέλει ως αποστολή της Παιδείας «τη διάπλασή [των Ελλήνων] σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες». Ακόμη και η διαδικασία αίτησης και αποχής από το μάθημα των θρησκευτικών είναι αντισυνταγματική. Κατ’ αρχάς δημιουργεί διακρίσεις σε βάρος αλλόθρησκων του Αρχιεπισκόπου· κάποια παιδιά αναγκάζονται να φύγουν από τη σχολική αίθουσα, δηλώνοντας μάλιστα τη μη πίστη τους στην κρατούσα θρησκεία. Κατά δεύτερον, παραβιάζει τη θεμελιώδη διάταξη «Oι Ελληνες και οι Eλληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις» (άρθρο 4). Ενώ όλοι οι Ελληνες ανεξαρτήτως δόγματος έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις, δηλαδή πληρώνουν με τους φόρους τους τον μισθό των καθηγητών Θρησκευτικών, κάποιοι δεν έχουν τα ίδια δικαιώματα στη μόρφωση. Οι ορθόδοξοι Χριστιανοί μαθαίνουν τα της πίστης τους αλλά όχι οι Εβραίοι, Μουσουλμάνοι, Βουδιστές κ.λπ.
Παρά το γεγονός ότι θα άρεσε πολύ στον κ. Νίκο Φίλη και τους συντρόφους του να προσλάβει καμιά εκατοστή χιλιάδες θεολόγους άλλων δογμάτων για να κατηχήσουν τις υπόλοιπες θρησκείες, η πιο λογική και συνταγματικά ορθή λύση είναι να αλλάξει το μάθημα των θρησκευτικών. Να μεταμορφωθεί από χριστιανική κατήχηση σε μάθημα θρησκειολογίας. Τα περαιτέρω κάθε δόγματος να γίνονται στα κατηχητικά των θρησκευτικών κοινοτήτων. Με τα λεφτά τους...
Αυτό που γίνεται τώρα με το μάθημα των θρησκευτικών αποτελεί μια έμμεση παραδοχή της εκκλησιαστικής ιεραρχίας ότι είναι ανίκανη να διδάξει την ορθόδοξη πίστη και γι’ αυτό αναθέτει τη δουλειά στα σχολεία. Επί της ουσίας δηλώνουν αναρμόδιοι για το έργο που τους ανατέθηκε -να προσελκύσουν, διά των διδαχών και του παραδείγματός, τους νέους στον Χριστιανισμό- και γι’ αυτό πρέπει να το επιβάλει το κράτος. Ακόμη και με στρέβλωση του Συντάγματος...
***
1. Eπικρατούσα θρησκεία στην Eλλάδα είναι η θρησκεία της Aνατολικής Oρθόδοξης Eκκλησίας του Xριστού. H Oρθόδοξη Eκκλησία της Eλλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Kύριο ημών Iησού Xριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Mεγάλη Eκκλησία της Kωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Eκκλησία του Xριστού τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Eίναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Iερά Σύνοδο των εν ενεργεία Aρχιερέων και από τη Διαρκή Iερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Kαταστατικός Xάρτης της Eκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Tόμου της κθ΄ (29) Iουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίου 1928.
2. Tο εκκλησιαστικό καθεστώς που υπάρχει σε ορισμένες περιοχές του Kράτους δεν αντίκειται στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.
3. Tο κείμενο της Aγίας Γραφής τηρείται αναλλοίωτο. H επίσημη μετάφρασή του σε άλλο γλωσσικό τύπο απαγορεύεται χωρίς την έγκριση της Aυτοκέφαλης Eκκλησίας της Eλλάδας και της Mεγάλης του Xριστού Eκκλησίας στην Kωνσταντινούπολη.
«Για να μη λέει καθένας ό,τι θέλει» όπως ζήτησε ο Αρχιεπίσκοπος από την κ. Σία Αναγνωστοπούλου, το άρθρο 17 του χουντικού Συντάγματος κανόνιζε ότι «η Παιδεία τελεί υπό την Ανώτατην εποπτείαν του Κράτους, παρέχεται δαπάναις αυτού, σκοπεί δε στην ηθικήν και πνευματικήν αγωγήν και την ανάπτυξιν της εθνικής συνειδήσεως των νέων επί τη βάσει των αξιών του ελληνικού και του χριστιανικού πολιτισμού». Το αντίστοιχο άρθρο 16 του δημοκρατικού Συντάγματος είναι πιο σεμνό: «H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Eλλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης». Δεν αναφέρει συγκεκριμένα τη Χριστιανική Παιδεία -πώς θα μπορούσε άλλωστε μετά το άγος του ελληνοχριστιανισμού που επέβαλε και εκμεταλλεύτηκε η χούντα;- αλλά κάθε θρησκευτική συνείδηση· βουδιστική, μουσουλμανική κ.λπ.
Συνεπώς το μάθημα των Θρησκευτικών όπως γίνεται είναι ενάντια στην επιταγή του Συντάγματος το οποίο στο ίδιο άρθρο 16 θέλει ως αποστολή της Παιδείας «τη διάπλασή [των Ελλήνων] σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες». Ακόμη και η διαδικασία αίτησης και αποχής από το μάθημα των θρησκευτικών είναι αντισυνταγματική. Κατ’ αρχάς δημιουργεί διακρίσεις σε βάρος αλλόθρησκων του Αρχιεπισκόπου· κάποια παιδιά αναγκάζονται να φύγουν από τη σχολική αίθουσα, δηλώνοντας μάλιστα τη μη πίστη τους στην κρατούσα θρησκεία. Κατά δεύτερον, παραβιάζει τη θεμελιώδη διάταξη «Oι Ελληνες και οι Eλληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις» (άρθρο 4). Ενώ όλοι οι Ελληνες ανεξαρτήτως δόγματος έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις, δηλαδή πληρώνουν με τους φόρους τους τον μισθό των καθηγητών Θρησκευτικών, κάποιοι δεν έχουν τα ίδια δικαιώματα στη μόρφωση. Οι ορθόδοξοι Χριστιανοί μαθαίνουν τα της πίστης τους αλλά όχι οι Εβραίοι, Μουσουλμάνοι, Βουδιστές κ.λπ.
Παρά το γεγονός ότι θα άρεσε πολύ στον κ. Νίκο Φίλη και τους συντρόφους του να προσλάβει καμιά εκατοστή χιλιάδες θεολόγους άλλων δογμάτων για να κατηχήσουν τις υπόλοιπες θρησκείες, η πιο λογική και συνταγματικά ορθή λύση είναι να αλλάξει το μάθημα των θρησκευτικών. Να μεταμορφωθεί από χριστιανική κατήχηση σε μάθημα θρησκειολογίας. Τα περαιτέρω κάθε δόγματος να γίνονται στα κατηχητικά των θρησκευτικών κοινοτήτων. Με τα λεφτά τους...
Αυτό που γίνεται τώρα με το μάθημα των θρησκευτικών αποτελεί μια έμμεση παραδοχή της εκκλησιαστικής ιεραρχίας ότι είναι ανίκανη να διδάξει την ορθόδοξη πίστη και γι’ αυτό αναθέτει τη δουλειά στα σχολεία. Επί της ουσίας δηλώνουν αναρμόδιοι για το έργο που τους ανατέθηκε -να προσελκύσουν, διά των διδαχών και του παραδείγματός, τους νέους στον Χριστιανισμό- και γι’ αυτό πρέπει να το επιβάλει το κράτος. Ακόμη και με στρέβλωση του Συντάγματος...
***
1. Eπικρατούσα θρησκεία στην Eλλάδα είναι η θρησκεία της Aνατολικής Oρθόδοξης Eκκλησίας του Xριστού. H Oρθόδοξη Eκκλησία της Eλλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Kύριο ημών Iησού Xριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Mεγάλη Eκκλησία της Kωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Eκκλησία του Xριστού τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Eίναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Iερά Σύνοδο των εν ενεργεία Aρχιερέων και από τη Διαρκή Iερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Kαταστατικός Xάρτης της Eκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Tόμου της κθ΄ (29) Iουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίου 1928.
2. Tο εκκλησιαστικό καθεστώς που υπάρχει σε ορισμένες περιοχές του Kράτους δεν αντίκειται στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.
3. Tο κείμενο της Aγίας Γραφής τηρείται αναλλοίωτο. H επίσημη μετάφρασή του σε άλλο γλωσσικό τύπο απαγορεύεται χωρίς την έγκριση της Aυτοκέφαλης Eκκλησίας της Eλλάδας και της Mεγάλης του Xριστού Eκκλησίας στην Kωνσταντινούπολη.