Καταλύτης για την επαναχάραξη των συνόρων στη Μέση Ανατολή αποδεικνύεται το Ισλαμικό Κράτος, όχι φυσικά με την ανακήρυξη του "χαλιφάτου" του, αλλά με πρόσχημα την καταπολέμηση του. Τόσο η Τουρκία όσο και η Ιορδανία εμφανίζονται έτοιμες να εισβάλουν στο έδαφος της Συρίας για να εγκαθιδρύσουν "ζώνες ασφαλείας" ενώ ούτε η Ουάσιγκτον κρύβει πλέον τα σχέδια της για την διχοτόμηση χωρών όπως το Ιράκ.Με ασυνήθιστα λεπτομερείς περιγραφές, τα τουρκικά ΜΜΕ δημοσιοποίησαν την προηγούμενη εβδομάδα τα σχέδια της Άγκυρας για την επιβολή ζωνών ασφαλείας στη Συρία. Αν και οι πληροφορίες δεν επιβεβαιώθηκαν επισήμως, ο υπηρεσιακός υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου δεν τις διέψευσε ενώ ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν διεμήνυσε μέσω Twitter ότι η χώρα του "δεν θα επιτρέψει σε τρομοκρατικές οργανώσεις να εκμεταλλευτούν το χαοτικό περιβάλλον" στα σύνορα.

Ας περάσουμε όμως στα σενάρια. Σύμφωνα με αυτά, η Τουρκία πρόκειται να εισβάλει με 18.000 στρατιώτες και σημαντική αεροπορική υποστήριξη στη γειτονική Συρία με στόχο να δημιουργήσει μια ζώνη βάθους 30 χιλιομέτρων η οποία θα εκτείνεται από την πόλη Τζαραμπλούς μέχρι την Αζαζ. Το μεγαλύτερο μέρος της συγκεκριμένης περιοχής παραμένει σήμερα υπό τον έλεγχο του Ισλαμικού Κράτους κάτι που θα επιτρέψει στην Άγκυρα να ισχυριστεί ότι η εισβολή εντάσσεται απλώς στη διεθνή προσπάθεια καταπολέμησης της τρομοκρατίας.

Στην πραγματικότητα, βέβαια, θα πρόκειται για μια άμεση απάντηση στις πρόσφατες στρατιωτικές επιτυχίες που έχουν σημειώσει τα πεδία των μαχών οι κουρδικές πολιτοφυλακές της YCP και κυρίως στην κατάληψη πριν από λίγες μέρες της πόλης Ταλ Αμπιάντ. Το ΥCP αποτελεί ένοπλη πτέρυγα του συριακού κόμματος PYD που συνδέεται στενά με το ΡΚΚ στην Τουρκία. Η κατάληψη του Ταλ Αμπιάντ έδωσε για πρώτη φορά στις κουρδικές δυνάμεις της Συρίας μια σημαντική ζώνη ελέγχου που απλώνεται από το εμβληματικό Κομπάνι μέχρι την επαρχία Χαζακά.

Όχι αβάσιμα, η Αγκυρα θεωρεί ότι η ζώνη αυτή θα μπορούσε να αποτελέσει τον πυρήνα μιας κουρδικής αυτόνομης περιοχής στα πρότυπα του ιρακινού Κουρδιστάν. Αυτό και όχι φυσικά η καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους αποτελούν τον στόχο των σχεδίων. Η τουρκική κυβέρνηση και μυστικές υπηρεσίες παρείχαν άλλωστε μέχρι τώρα ενεργή υποστήριξη στους τζιχαντιστές διευκολύνοντας τη μεταφορά οπλισμού και ξένων εθελοντών προς τη Συρία.

Εκτός από την αποτροπή της εγκαθίδρυσης μιας ακόμη εδαφικής ζώνης υπό κουρδικό έλεγχο, το σχέδιο θα εξασφάλιζε και σημαντικά πολιτικά οφέλη. Το κυβερνών αλλά όχι πια αυτοδύναμο ΑΚΡ θα προσέλκυε σημαντική μερίδα ψηφοφόρων από το εθνικιστικό ΜΗΡ στην περίπτωση διεξαγωγής νέων εκλογών, ενώ η κίνηση θα μπορούσε ακόμη και να εκβιάσει τη συνεργασία του ακροδεξιού κόμματος για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού.

Επίσης, όπως σημειώνει και το αμερικανικό συντηρητικό think tank, Stratsfor η εισβολή και η de facto ένταξη στη συμμαχία που έχει συγκροτήσει η Ουάσιγκτον κατά του Ισλαμικού Κράτους θα συνέβαλε καθοριστικά στην "επανόρθωση των σχέσεων της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ". Το βασικότερο όμως, όπως σημειώνει το Stratsfor, είναι το γεγονός ότι η πλαγιοκόπηση του Ισλαμικού Κράτους θα απελευθέρωνε άλλες δυνάμεις της συριακής αντιπολίτευσης να αφοσιωθούν απερίσπαστες στην ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ.

Ο βασικός στόχος της Ουάσιγκτον παραμένει αναλλοίωτος από τις πρώτες κιόλας μέρες του συριακού εμφυλίου. Οι σχεδιασμοί για "αλλαγή καθεστώτος" στη Δαμασκό σκόνταφταν μέχρι τώρα στην εμφανή στρατιωτική αδυναμία των λεγόμενων μετριοπαθών δυνάμεων της συριακής αντιπολίτευσης. Ο τουρκικός στρατός θα μπορούσε επομένως να παίξει τον ρόλο της χερσαίας δύναμης που είναι απαραίτητη για την επίτευξη του στόχου.

Τον ίδιο στόχο θα εξυπηρετούσε και η στρατιωτική επέμβαση του στρατού της Ιορδανίας. Το σενάριο, που αυτή τη φορά είδε το φως της δημοσιότητας στην εφημερίδα Financial Times, προβλέπει τη δημιουργία μίας ακόμη ζώνης ασφαλείας στη νότια Συρία και σε περιοχές που σήμερα ελέγχονται από το μέτωπο Αλ Νούσρα, το τοπικό δηλαδή παρακλάδι της Αλ Κάιντα.

Στην εισβολή αυτή θα μπορούσαν να συμμετάσχουν τόσο ιορδανικά στρατεύματα όσο και συριακές δυνάμεις που έχουν εκπαιδευτεί από τη CIA στο έδαφος της Ιορδανίας. Όπως σημειώνει το δημοσίευμα, πρόκειται για τη μεγαλύτερη επιχείρηση που διεξάγει σήμερα η αμερικανική υπηρεσίας ασφάλειας έχοντας ήδη δαπανήσει για αυτήν το 1 από τα 15 δισεκατομμύρια δολάρια του προϋπολογισμού της.

Τα σενάρια αυτά βλέπουν το φως της διεθνούς δημοσιότητας τη στιγμή που η Ουάσιγκτον γίνεται όλο και πιο αποκαλυπτική για τη νέα αρχιτεκτονική της για την πολύπαθη Μέση Ανατολή. Μιλώντας σε επιτροπές του Κογκρέσου τόσο ο υπουργός Άμυνας, Άστον Κάρτερ όσο και ο αρχηγός του γενικού επιτελείου, στρατηγός Μάρτιν Ντέμπσι παραδέχτηκαν προσφάτως ότι οι μέρες του Ιράκ σαν ενιαίο κράτος είναι πια μετρημένες.

Ο υφυπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν ξεκαθάρισε μάλιστα ότι η διχοτόμηση του Ιράκ αποτελεί μόνο μια πτυχή της στρατηγικής για τον ανασχεδιασμό ολόκληρης της Μέσης Ανατολής. "Η ευρύτερη Μέση Ανατολή αντιμετωπίζει μια περίοδο τεκτονικών αλλαγών που έχει φέρει ολόκληρη την περιοχή στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Για τον ίδιο, η διέξοδος βρίσκεται σε μια περίοδο "ιστορικών μεταβάσεων" κατά την οποία η ΗΠΑ θα έπρεπε να αποδεχτεί την "αποκέντρωση της εξουσίας" και την "πολιτική συνεννόηση" με μη κρατικούς παράγοντες.

Αποκαλυπτικό για τα σχέδια της Ουάσιγκτον είναι και πρόσφατο δημοσίευμα ενός ακόμη συντηρητικού think tank, του ινστιτούτου Mπρούκινγκς. To δημοσίευμα με τον ενδεικτικό τίτλο "Αποδομώντας τη Συρία: Μια νέα στρατηγική για τον πιο αποτυχημένο πόλεμο της Αμερικής" υποστηρίζει και αυτό ότι είναι μάταιο να αναζητούνται πλέον λύσεις σε "εθνικό επίπεδο" και ότι η δημιουργία "αυτόνομων ζωνών" θα αποτελούσε μια πιο ρεαλιστική στρατηγική.

Πιο συγκεκριμένα, οι ΗΠΑ και σύμμαχοι τους θα έπρεπε, σύμφωνα με το δημοσίευμα, να επιδιώξουν "να δημιουργήσουν θύλακες με περισσότερο βιώσιμη ασφάλεια και διακυβέρνηση στο εσωτερικό της Συρίας". Η "συνομοσπονδία" αυτή, όπως την περιγράφει το Μπρούκινγκς θα αποτελείται από ζώνες "υψηλής αυτονομίας" οι οποίες θα υποστηρίζονται στρατιωτικά από αμερικανικά ή ΝΑΤΟϊκά στρατεύματα.

Και οι τζιχαντιστές; Αυτοί οι εχθροί του πολιτισμού που στο πέρασμα τους σπέρνουν κομμένα κεφάλια; Περασμένα ξεχασμένα. "Η προηγούμενη συνεργασία με εξτρεμιστικά στοιχεία δεν θα πρέπει να θεωρείται στίγμα" σημειώνει χαρακτηριστικά ο συντάκτης. Ανάμεσα σε παλιούς φίλους, άλλωστε, μπορεί πάντοτε να βρεθεί έδαφος συνεννόησης.