Η διαφαινόμενη εξασφάλιση ενός συμβιβασμού με τους
πιστωτές της χώρας, στις Βρυξέλλες, εκπληρώνει το ήμισυ της εντολής που
έλαβε η κυβέρνηση στις 25 Ιανουαρίου. Το έτερο ήμισυ θα κριθεί εντός
συνόρων...Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η πρόταση που
κατέθεσε χθες η ελληνική κυβέρνηση ενώπιον των εταίρων και δανειστών της
εμφανίζεται να τερματίζει ένα τετράμηνο θρίλερ σχετικά με το ενδεχόμενο
χρεοκοπίας της χώρας ή ακόμη και της εξόδου της από την Ευρωζώνη.
Κατά τα φαινόμενα, πρόκειται για μια πρόταση η οποία έγινε ευμενώς δεκτή και σύμφωνα με δηλώσεις κορυφαίων στελεχών της ΕΕ, δύναται να αποτελέσει βάση για την επίτευξη συμφωνίας.
Υπό το πρίσμα αυτό και στο βαθμό που η διαδικασία επίτευξης ενός συμβιβασμού με τους πιστωτές όντως ευοδωθεί πριν την εκπνοή του ελληνικού προγράμματος, δηλαδή εντός του προσεχούς επταημέρου, πρόκειται περί μιας νίκης.
Όχι, όμως, δίχως κόστος και δη υψηλό, τόσο για τους πολίτες αυτής της χώρας, οι οποίοι θα κληθούν να επωμισθούν τα πρόσθετα βάρη που αυτή θα θέσει στους ώμους τους, όσο και για την κυβέρνηση, που θα κληθεί να την «περάσει» από το Κοινοβούλιο και να την υλοποιήσει.
Με την ελληνική πρόταση προβλέπονται μέτρα ύψους 2,7 δισ. ευρώ ή 1,51% του ΑΕΠ για εφέτος και ακόμη 5,21 δισ. ευρώ ή 2,87% για το 2016, ήτοι μέτρα συνολικού ύψους 7,9 δισ. ευρώ σε διάστημα 1,5 έτους.Τα μέτρα αυτά, δε, αφορούν την ελληνική πρόταση και όχι την τελική συμφωνία, ο «λογαριασμός» της οποίας ενδέχεται να είναι ακόμη βαρύτερος…Με την εξαίρεση των αμυντικών περικοπών και της σταδιακής κατάργησης των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, μάλιστα, τα μέτρα αυτά αφορούν στην συντριπτική τους πλειονότητα νέους φόρους, αλλά και υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές.Δεν αφορούν την κατάργηση ούτε του διαβόητου ΕΝΦΙΑ, ούτε της έκτακτης εισφοράς, ούτε βεβαίως τον τερματισμό των πολιτικών λιτότητας που συνέτειναν στη βύθιση της χώρας σε πενταετή ύφεση και σε πρωτόγνωρη ανεργία.
Των πολιτικών, με άλλα λόγια, στις οποίες τόσο αντιτάχθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ και οι συγκυβερνώντες ΑΝΕΛ, ώστε να κτίσουν πολιτικό κεφάλαιο και να οδηγηθούν στην διακυβέρνηση της χώρας.
Βεβαίως, το τελικό κείμενο της συμφωνίας δεν είναι ακόμη γνωστό και στο βαθμό που όντως συμπεριλαμβάνει προβλέψεις ή δεσμεύσεις σχετικά με τη διευθέτηση του χρέους, καθώς και ένα αναπτυξιακό πακέτο για την ελληνική οικονομία, όπως διαρρέεται, οι τυχόν αντιδράσεις της κυβερνητικής πλειοψηφίας ενδέχεται να αμβλυνθούν.Όμως, μετά από μια πιθανή ολοκλήρωση της -έντιμης ή μη- συμφωνίας με τους εταίρους και δανειστές, το δεύτερο σκέλος της μάχης που έχει να δώσει η κυβέρνηση, δίχως άλλο, θα εκτυλιχθεί στην Αθήνα.
Η συμφωνία που θα θέσει ενώπιον του Κοινοβουλίου η κυβέρνηση, είναι βέβαιον, ότι δεν θα αφορά ούτε το περίφημο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, ούτε τις προεκλογικές της εξαγγελίες για σχίσιμο του μνημονίου με ένα άρθρο και έναν νόμο, όσο ρητορικού χαρακτήρα κι αν ήταν αυτές, ούτε βεβαίως την υλοποίηση των προγραμματικών της δηλώσεων στη Βουλή.Θα αφορά, κατά πάσα βεβαιότητα, «κάτι» που θα «φέρνει» πολύ σε «μνημόνιο».Θα αφορά αντιστοίχως, όμως και «κάτι» απολύτως αναγκαίο για τη διατήρηση της χώρας στην Ευρωζώνη και την αποφυγή μιας νέας περιπέτειας για τους πολίτες της.Τι από όλα αυτά θα βαρύνει περισσότερο στο σκεπτικό των κυβερνητικών βουλευτών είναι άγνωστο.Όπως άγνωστο είναι και κατά πόσον η παρούσα κυβέρνηση θα κατορθώσει να υλοποιήσει δεσμεύσεις περί ιδιωτικοποιήσεων και δομικών μεταρρυθμίσεων, τις οποίες οι προκάτοχοί της απέτυχαν παταγωδώς να κάνουν πράξη.Όμως, όλα αυτά αφορούν στη «μάχη της Αθήνας», η οποία ό,τι κι αν «εγκυμονεί» από πολιτικής πλευράς, έχει τη σειρά της μετά τη «μάχη των Βρυξελλών», που ακόμη δεν έχει τελειώσει… Νίκος Γ. Δρόσος
Κατά τα φαινόμενα, πρόκειται για μια πρόταση η οποία έγινε ευμενώς δεκτή και σύμφωνα με δηλώσεις κορυφαίων στελεχών της ΕΕ, δύναται να αποτελέσει βάση για την επίτευξη συμφωνίας.
Υπό το πρίσμα αυτό και στο βαθμό που η διαδικασία επίτευξης ενός συμβιβασμού με τους πιστωτές όντως ευοδωθεί πριν την εκπνοή του ελληνικού προγράμματος, δηλαδή εντός του προσεχούς επταημέρου, πρόκειται περί μιας νίκης.
Όχι, όμως, δίχως κόστος και δη υψηλό, τόσο για τους πολίτες αυτής της χώρας, οι οποίοι θα κληθούν να επωμισθούν τα πρόσθετα βάρη που αυτή θα θέσει στους ώμους τους, όσο και για την κυβέρνηση, που θα κληθεί να την «περάσει» από το Κοινοβούλιο και να την υλοποιήσει.
Με την ελληνική πρόταση προβλέπονται μέτρα ύψους 2,7 δισ. ευρώ ή 1,51% του ΑΕΠ για εφέτος και ακόμη 5,21 δισ. ευρώ ή 2,87% για το 2016, ήτοι μέτρα συνολικού ύψους 7,9 δισ. ευρώ σε διάστημα 1,5 έτους.Τα μέτρα αυτά, δε, αφορούν την ελληνική πρόταση και όχι την τελική συμφωνία, ο «λογαριασμός» της οποίας ενδέχεται να είναι ακόμη βαρύτερος…Με την εξαίρεση των αμυντικών περικοπών και της σταδιακής κατάργησης των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, μάλιστα, τα μέτρα αυτά αφορούν στην συντριπτική τους πλειονότητα νέους φόρους, αλλά και υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές.Δεν αφορούν την κατάργηση ούτε του διαβόητου ΕΝΦΙΑ, ούτε της έκτακτης εισφοράς, ούτε βεβαίως τον τερματισμό των πολιτικών λιτότητας που συνέτειναν στη βύθιση της χώρας σε πενταετή ύφεση και σε πρωτόγνωρη ανεργία.
Των πολιτικών, με άλλα λόγια, στις οποίες τόσο αντιτάχθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ και οι συγκυβερνώντες ΑΝΕΛ, ώστε να κτίσουν πολιτικό κεφάλαιο και να οδηγηθούν στην διακυβέρνηση της χώρας.
Βεβαίως, το τελικό κείμενο της συμφωνίας δεν είναι ακόμη γνωστό και στο βαθμό που όντως συμπεριλαμβάνει προβλέψεις ή δεσμεύσεις σχετικά με τη διευθέτηση του χρέους, καθώς και ένα αναπτυξιακό πακέτο για την ελληνική οικονομία, όπως διαρρέεται, οι τυχόν αντιδράσεις της κυβερνητικής πλειοψηφίας ενδέχεται να αμβλυνθούν.Όμως, μετά από μια πιθανή ολοκλήρωση της -έντιμης ή μη- συμφωνίας με τους εταίρους και δανειστές, το δεύτερο σκέλος της μάχης που έχει να δώσει η κυβέρνηση, δίχως άλλο, θα εκτυλιχθεί στην Αθήνα.
Η συμφωνία που θα θέσει ενώπιον του Κοινοβουλίου η κυβέρνηση, είναι βέβαιον, ότι δεν θα αφορά ούτε το περίφημο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, ούτε τις προεκλογικές της εξαγγελίες για σχίσιμο του μνημονίου με ένα άρθρο και έναν νόμο, όσο ρητορικού χαρακτήρα κι αν ήταν αυτές, ούτε βεβαίως την υλοποίηση των προγραμματικών της δηλώσεων στη Βουλή.Θα αφορά, κατά πάσα βεβαιότητα, «κάτι» που θα «φέρνει» πολύ σε «μνημόνιο».Θα αφορά αντιστοίχως, όμως και «κάτι» απολύτως αναγκαίο για τη διατήρηση της χώρας στην Ευρωζώνη και την αποφυγή μιας νέας περιπέτειας για τους πολίτες της.Τι από όλα αυτά θα βαρύνει περισσότερο στο σκεπτικό των κυβερνητικών βουλευτών είναι άγνωστο.Όπως άγνωστο είναι και κατά πόσον η παρούσα κυβέρνηση θα κατορθώσει να υλοποιήσει δεσμεύσεις περί ιδιωτικοποιήσεων και δομικών μεταρρυθμίσεων, τις οποίες οι προκάτοχοί της απέτυχαν παταγωδώς να κάνουν πράξη.Όμως, όλα αυτά αφορούν στη «μάχη της Αθήνας», η οποία ό,τι κι αν «εγκυμονεί» από πολιτικής πλευράς, έχει τη σειρά της μετά τη «μάχη των Βρυξελλών», που ακόμη δεν έχει τελειώσει… Νίκος Γ. Δρόσος