Στην αρχή της άνοιξης του 2011, όταν ο τότε
επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ Βέμπερ παραιτήθηκε από το αξίωμά του και
αποσύρθηκε από την κούρσα διαδοχής του Τρισέ στην ΕΚΤ, ο Ντράγκι
παρουσιάστηκε στα γερμανικά ΜΜΕ ως Γερμανός με ιταλικό κοστούμι! Εναν
χρόνο αργότερα παρουσιαζόταν ως δόλιος δεξιοτέχνης της ίντριγκας που
ξεγέλασε το Βερολίνο για να συγκρουστεί με την πολιτική της Γερμανίας. Η
υλοποίηση της ποσοτικής χαλάρωσης στις αρχές του χρόνου σχολιάστηκε
εντός και εκτός Ελλάδας ως δεύτερη «πτώση του τείχους του Βερολίνου».
Μια εικόνα που απέχει έτη φωτός από την πραγματικότητα.
Εδώ και σχεδόν τρία χρόνια, από τα τέλη Ιουλίου του 2012, το δίδυμο Μέρκελ - Ντράγκι είναι το «κλειδί» των ισορροπιών στην Ευρωζώνη. Μiα σχέση που τόσο η καγκελάριος όσο και ο κεντρικός τραπεζίτης τη θέλουν όσο το δυνατόν πιο διακριτική, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, μία σχέση άλλοτε συνενοχής και άλλοτε ανοχής. Με αυτήν τη συνταγή η Ευρωζώνη θωρακίστηκε για δυόμισι χρόνια από τις πιέσεις των αγορών, μετά τη μαγική φράση του Ντράγκι «θα κάνω ό,τι μπορώ» και με την ίδια συνταγή ο κεντρικός τραπεζίτης προχώρησε στις 22/1 στην ποσοτική χαλάρωση, την οποία ανέλαβαν ως υπεργολάβοι οι κεντρικές τράπεζες των χωρών-μελών για να μην παραβιαστεί η «κόκκινη γραμμή» του Βερολίνου, που δεν θέλει αμοιβαιοποίηση του κινδύνου.
Με την ίδια συνταγή θα λυθεί και η εκκρεμότητα με την Αθήνα, με το δίδυμο Μέρκελ - Ντράγκι να έχει κοινή αντίληψη για το πλαίσιο μιας συμφωνίας που είναι πρώτα και πάνω από όλα πολιτική απόφαση. Η καγκελάριος στο Βερολίνο και ο κεντρικός τραπεζίτης στη Φρανκφούρτη λειτουργούν συμπληρωματικά: ότι έχει υψηλό εσωτερικό κόστος στη Γερμανία ως χαλάρωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας είναι στο απυρόβλητο ως θέμα εντός των καταστατικών αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ.
Οταν κοινός παρονομαστής είναι η συνενοχή, η καγκελάριος τον Αύγουστο του 2012 δηλώνει ευθαρσώς ότι οι ενέργειες του κεντρικού τραπεζίτη είναι εντός καταστατικού. Οταν είναι η ανοχή, όπως λίγο πριν από την ποσοτική χαλάρωση, η καγκελάριος σιωπά και ο επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ Βάιντεμαν ψηφίζει κατά και μιλά για κινήσεις εκτός καταστατικών αρμοδιοτήτων. Η ερμηνεία του καταστατικού είναι πάντοτε πολιτική, τόσο στη διασταλτική όσο και στην περιοριστική εκδοχή της, και δεν θα ήταν ποτέ δυνατή αυτή η κατά περίπτωση ερμηνεία έως παρερμηνεία αν δεν υπήρχε σταθερός δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ Βερολίνου και Φρανκφούρτης.
Εδώ και σχεδόν τρία χρόνια, από τα τέλη Ιουλίου του 2012, το δίδυμο Μέρκελ - Ντράγκι είναι το «κλειδί» των ισορροπιών στην Ευρωζώνη. Μiα σχέση που τόσο η καγκελάριος όσο και ο κεντρικός τραπεζίτης τη θέλουν όσο το δυνατόν πιο διακριτική, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, μία σχέση άλλοτε συνενοχής και άλλοτε ανοχής. Με αυτήν τη συνταγή η Ευρωζώνη θωρακίστηκε για δυόμισι χρόνια από τις πιέσεις των αγορών, μετά τη μαγική φράση του Ντράγκι «θα κάνω ό,τι μπορώ» και με την ίδια συνταγή ο κεντρικός τραπεζίτης προχώρησε στις 22/1 στην ποσοτική χαλάρωση, την οποία ανέλαβαν ως υπεργολάβοι οι κεντρικές τράπεζες των χωρών-μελών για να μην παραβιαστεί η «κόκκινη γραμμή» του Βερολίνου, που δεν θέλει αμοιβαιοποίηση του κινδύνου.
Με την ίδια συνταγή θα λυθεί και η εκκρεμότητα με την Αθήνα, με το δίδυμο Μέρκελ - Ντράγκι να έχει κοινή αντίληψη για το πλαίσιο μιας συμφωνίας που είναι πρώτα και πάνω από όλα πολιτική απόφαση. Η καγκελάριος στο Βερολίνο και ο κεντρικός τραπεζίτης στη Φρανκφούρτη λειτουργούν συμπληρωματικά: ότι έχει υψηλό εσωτερικό κόστος στη Γερμανία ως χαλάρωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας είναι στο απυρόβλητο ως θέμα εντός των καταστατικών αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ.
Οταν κοινός παρονομαστής είναι η συνενοχή, η καγκελάριος τον Αύγουστο του 2012 δηλώνει ευθαρσώς ότι οι ενέργειες του κεντρικού τραπεζίτη είναι εντός καταστατικού. Οταν είναι η ανοχή, όπως λίγο πριν από την ποσοτική χαλάρωση, η καγκελάριος σιωπά και ο επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ Βάιντεμαν ψηφίζει κατά και μιλά για κινήσεις εκτός καταστατικών αρμοδιοτήτων. Η ερμηνεία του καταστατικού είναι πάντοτε πολιτική, τόσο στη διασταλτική όσο και στην περιοριστική εκδοχή της, και δεν θα ήταν ποτέ δυνατή αυτή η κατά περίπτωση ερμηνεία έως παρερμηνεία αν δεν υπήρχε σταθερός δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ Βερολίνου και Φρανκφούρτης.