Σε προηγούμενη αρθρογραφία υπογράμμιζα πως η νέα κυβέρνηση στην Ελλάδα αφενός επιστρέφει την πολιτική στους πολίτες και την Ευρώπη, αφετέρου είναι δυνατόν να λειτουργήσει και ως πολιτικό «παράδειγμα» για πλείστες χώρες της ΕΕ στην προσπάθειά τους να πιέσουν προς αλλαγή του υφιστάμενου γερμανικού καθεστώτος λιτότητας μέσω της τρόικας. Προφανώς αυτό το μοντέλο δεν είναι αποδεκτό από τον κύκλο του νεοφιλελεύθερου φονταμενταλισμού του Βερολίνου. Ευδιάκριτη απόδειξη αποτελούν, μεταξύ άλλων, και οι δηλώσεις (την περασμένη Πέμπτη) του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Wolfgang Schaeuble μετά τη λήξη της συνάντησης με τον Έλληνα ομόλογό του Γιάννη Βαρουφάκη στο Βερολίνο.Οι εν λόγω δηλώσεις αποτελούν παράλληλα σαφή προειδοποίηση των κυρίαρχων κύκλων της ίδιας της ΕΕ απέναντι στις προσπάθειες της κυβέρνησης του κ. Αλέξη Τσίπρα. «Τα φυσικά αίτια για τον δύσκολο δρόμο στον οποίο βρίσκεται η Ελλάδα υπάρχουν στην Ελλάδα, όχι στην Ευρώπη κι όχι στη Γερμανία» ανέφερε συγκεκριμένα ο κ. Schaeuble. Για να προσθέσει ότι «συμφωνήσαμε ότι διαφωνούμε». Αντίθετα, η απάντηση του Έλληνα υπουργού Οικονομικών ήταν ότι «δεν συμφωνήσαμε καν ότι διαφωνούμε».
Επί του ζητήματος ανοίγω μια μικρή παρένθεση, υπενθυμίζοντας ότι στις
απογευματινές ειδήσεις (18:00) της κρατικής (δημόσιας) ραδιοφωνίας της
χώρας μας έγινε την Πέμπτη (5/2) εμφατική αναφορά τού «συμφωνήσαμε ότι
διαφωνούμε» του κ. Schaeuble, ενώ παραλήφθηκε η σχετική (αντ)απάντηση
του κ. Βαρουφάκη. Αναμφίβολα αποτελεί ζήτημα κομβικής σημασίας με ειδική
βαρύτητα ο τρόπος παρουσίασης της μνημονιακής πολιτικής. Ωστόσο επί του
παρόντος προέχει να κατανοήσουμε καλύτερα τις τάσεις, τις στάσεις και
τους αποικιοκρατικού τύπου μηχανισμούς που επιβάλλει το Βερολίνο. Αυτός
είναι κατά τη γνώμη μου ο ρόλος που μπορούν και οφείλουν να
διαδραματίσουν τόσο τα μέσα ενημέρωσης όσο και οι διανοούμενοι. Να
κωδικοποιήσουν και αναλύσουν αυτούς ακριβώς τους αποικιοκρατικούς
μηχανισμούς, οι οποίοι υπόρρητα στηρίζονται σε απατηλές βεβαιότητες
ή/και κανονικότητες που, ως τέτοιες, συγκαλύπτουν την αύξηση των
ανισοτήτων και τη χωρίς προηγούμενο ανακατανομή του συσσωρευμένου
πλούτου εις βάρος της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών.
Ο κ. Schaeuble, με την εμμονή του στην πολιτική της λιτότητας,
θωρακίζει όχι μόνο τις ιδιαίτερα σκληρές εκδοχές του νεοφιλελευθερισμού
αλλά, συνάμα, και το υπερεθνικό κέντρο των ελίτ - πρωτίστως βέβαια της
Γερμανίας - σε βάρος (α) των κρατών της περιφέρειας και (β) των
λεγόμενων «ενδιάμεσων» μεγάλων χωρών, ιδιαίτερα της Γαλλίας και Ιταλίας.
Ήδη η Γαλλία γνωρίζει στασιμότητα με εντεινόμενες υφεσιακές τάσεις. Σε
αυτό το πλαίσιο μπορεί να ερμηνευτεί και ως προκλητικός (αν όχι ωμός)
εκβιασμός προς την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ η πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ να
σταματήσει να δέχεται τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο από τις 11
Φεβρουαρίου. Δίχως άλλο, η συγκεκριμένη απόφαση-κίνηση της ΕΚΤ έχει
επιπτώσεις στις ελληνικές τράπεζες και ενδεχομένως να εξελιχθεί σε
σοβαρή πληγή, μολονότι δεν τίθεται θέμα φερεγγυότητας των ελληνικών
τραπεζών (τουλάχιστον άμεσα) αφού εποπτεύονται από τον νέο Μηχανισμό
Εποπτείας (SSM). Επιπρόσθετα να θυμίσουμε ότι οι ελληνικές «συστημικές
τράπεζες» είχαν και στο παρελθόν τεθεί εκτός συστήματος χρηματοδότησης
της ΕΚΤ, αντλώντας κεφάλαια από το ELA. Τούτο έγινε από τον Φλεβάρη
μέχρι και τον Δεκέμβρη του 2012, περίοδο που άντλησαν από τον ELA 123
δισ. ευρώ συνολικά.
Εν πάση περιπτώσει, ουδείς μπορεί να αγνοήσει το σαφές πολιτικό μήνυμα
του κ. Ντράγκι και της οργανωμένης προσπάθειας εκβιασμού της νέας
ελληνικής κυβέρνησης μέσω της «ανεξάρτητης» ΕΚΤ. Ωστόσο απέναντι σε αυτή
την κατάσταση, η πτώση της τιμής του ευρώ έναντι του δολαρίου μπορεί να
χρησιμοποιηθεί, μεταξύ άλλων, και ως διαπραγματευτικό χαρτί από τον κ.
Τσίπρα.
Εκτός και αν τα ισχυρά γερμανικά «κέντρα» της ευρωζώνης, είτε λόγω νοοτροπίας είτε λόγω οικονομικού εθνικισμού, εξακολουθούν να μην αντιλαμβάνονται ως κίνδυνο μια γενική αποσταθεροποίηση της ζώνης του ευρώ. Άλλωστε είναι αυτά τα «κέντρα» που τον περασμένο Αύγουστο διοργάνωσαν στο Βερολίνο τη Διάσκεψη για τα Δυτικά Βαλκάνια. Ήταν ένα εξωθεσμικό forum, απ' το οποίο αποκλείστηκαν Ελλάδα και Ιταλία (ασκούσε τότε την Προεδρία της ΕΕ) ενταγμένο στην προσπάθεια της Γερμανίας να επεκτείνει την ηγεμονία της στα Βαλκάνια με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους λαούς της Βαλκανικής.
Εκτός και αν τα ισχυρά γερμανικά «κέντρα» της ευρωζώνης, είτε λόγω νοοτροπίας είτε λόγω οικονομικού εθνικισμού, εξακολουθούν να μην αντιλαμβάνονται ως κίνδυνο μια γενική αποσταθεροποίηση της ζώνης του ευρώ. Άλλωστε είναι αυτά τα «κέντρα» που τον περασμένο Αύγουστο διοργάνωσαν στο Βερολίνο τη Διάσκεψη για τα Δυτικά Βαλκάνια. Ήταν ένα εξωθεσμικό forum, απ' το οποίο αποκλείστηκαν Ελλάδα και Ιταλία (ασκούσε τότε την Προεδρία της ΕΕ) ενταγμένο στην προσπάθεια της Γερμανίας να επεκτείνει την ηγεμονία της στα Βαλκάνια με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους λαούς της Βαλκανικής.
* Ο Κώστας Γουλιάμος είναι πρύτανης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου.