Τι κυρίως προσπάθησε η προπαγάνδα του δικομματικού μονοκομματισμού ως προς τον λαό, κυρίως απ’ την εποχή Σημίτη κι ύστερα; να τον απαξιώσει. Με έναν αλλόκοτο τρόπο (σχεδιασμένον εις βάθος) ο υπ’ αριθμόν 1 εχθρός του λαού ανακηρύχθηκε ο ίδιος ο λαός! Ο κατά Σημίτην «λαόνος», που μέσα στην αποστροφή του για τους απλούς ανθρώπους, όντως ως «λα-όνο» θα τον έβλεπε τον λαό αυτός ο ρηχόκαρδος άνθρωπος.
Ενα πλήθος δημοσιογράφων απ’ τον ΔΟΛ, την «Ελευθεροτυπία», την «Καθημερινή» κι άλλα ΜΜΕ, ένα πλήθος «λειτουργικών» διανοουμένων απ’ τα ΑΕΙ και τους χώρους των τεχνών είχαν βάλει κάτω τον λαό και τον λοιδορούσαν, τον συκοφαντούσαν και τον ταπείνωναν. Για τα διαμάντια αυτά του διαφωτισμού(!) και της νεωτερικότητας οι Ελληνες ήταν (και έπρεπε να πεισθούν ότι είναι) Βαλκάνιοι χωριάτες, που δεν θα γίνουν ποτέ Ευρωπαίοι, παιδιά μιας κατώτερης πατρίδας. Επρόκειτο για μια συστηματική ιδεολογική τρομοκρατία, για έναν ανελέητο ψυχικό βιασμό.
Η αντίδραση ή η αντίσταση των Ελλήνων σε οτιδήποτε νεοταξίτικο έφερε αμέσως το στίγμα του εθνικισμού και του αντισημιτισμού. Αποδιδόταν στα κόμπλεξ των Ελλήνων, στα κολλήματά τους με την Ορθοδοξία και τα παλαιοκομμουνιστικά στερεότυπα. Ενα «έθνος ανάδελφον» της «ελεεινής μορφής», ένα έθνος Β’ εθνικής είχε ανακηρυχθεί να είναι το έθνος των Ελλήνων.
Αυτός ο μηχανισμός, συνεπικουρούμενος απ’ την αποβλακωτική τηλεόραση και το φλούφλικο λάιφ στάιλ, έβαλε στο μάτι και χτύπησε ό,τι μπορούσε να στηρίξει τη λαϊκή ψυχή: τη λαϊκή παράδοση και τον λόγιο πολιτισμό, τους ήρωες και τους αντάρτες, τους αγίους και τους ποιητές, την ίδια μας τη γλώσσα. Η διαχρονία του πολιτισμού των Ελλήνων και η οικουμενική του αξία από προίκα εμφανιζόταν ως βαρίδι - ή, ακόμα περισσότερο, ως αμαρτία. Οι κατηγορίες της αρχαιολαγνείας και της γραφικότητας παραμόνευαν όσους έβγαιναν απ’ το μαντρί της ομογενοποιημένης σκέψης, ενώ ορισμένοι κι όχι ευάριθμοι Εκδοτικοί Οίκοι ξεπέταξαν έξω απ’ τα ελληνικά γράμματα γραφίδες που δεν εντάσσονταν στα σχέδια των διαπλεκόμενων και των κολλητών. Με έναν λόγο, στο επίπεδο του πολιτισμού ο λαός εξορίσθηκε απ’ την ίδια του τη χώρα.
Γιατί; διότι ένας λαός ορφανός από χώρα και μια χώρα ορφανή από λαό γίνονται πιο εύκολα προτεκτοράτα και ειδικές οικονομικές ζώνες.
Αλλά, αν αυτά έγιναν κατ’ αρχήν, στη συνέχεια έπρεπε να γίνουν κι άλλα, ώστε η πορεία απ’ την υποτέλεια στην υποδούλωση να ολοκληρωθεί. Κι ακολούθησε το δεύτερο κύμα. Και οι Ελληνες από «έθνος ανάδελφον» κι από Βαλκάνιοι έγιναν επιπροσθέτως τεμπέληδες και διεφθαρμένοι.
Ηταν για να βάζουν οι θεοί τα γέλια! Οι μιζαδόροι, τα λαμόγια, οι «νταβατζήδες», οι αεριτζήδες κι όλα τα κρατικοδίαιτα τρωκτικά κατηγορούσαν (και κατηγορούν) διά των οργανέτων τους τον λαό για όσα κακά οι ίδιοι του έκαναν. Στους εχθρούς του λαού, εκτός απ’ τον λαό, προσετέθησαν τα συνδικάτα του, τα κόμματά του, το ωράριό του, οι μισθοί του και οι προσδοκίες του να μορφώσει τα παιδιά του! Κι έτσι το έθνος βρέθηκε κυκλωμένο από έναν χατζατζάρη και αδηφάγο λαό που το χρέωσε και στη συνέχεια παρέδωσε την Ασυλία της πατρίδας στους ξένους. Που μάλιστα τους έφερε εδώ (πάντα ο λαός και οι αμαρτίες του) για να του λένε τι να κάνει, να τον διατάζουν και να τον συμμορφώνουν - τιάρα παπική ή φακιόλι τούρκικο, δεν έχει σημασία, η δουλειά να γίνεται.
Ταλανίσθηκε ανηλεώς ο λαός, κανιβαλίσθηκε. Και κυρίως ταπεινώθηκε. Η εθνική ανεξαρτησία έγινε μπαίγνιο, η κοινωνική δικαιοσύνη λάφυρο και η λαϊκή κυριαρχία υπόθεση πραιτωριανών, γενίτσαρων και γκαουλάιτερ -γερμανοντυμένων (με την τελευταία λέξη της μόδας). «Τρόμος και αθλιότητα» νέας κοπής.
Δεν είναι απορίας άξιο λοιπόν αυτό το αίσθημα αξιοπρέπειας που το πρόγραμμα της Αριστεράς και στη συνέχεια η εκλογική νίκη της επανέφεραν στον λαό. Ενα κύμα ελπίδας και ξανακερδισμένης υπερηφάνειας διατρέχει τώρα το μεγαλύτερο μέρος του λαού. Στη θέση της προπαγάνδας του φόβου και της πραγματικότητας του ζόφου, ο ελληνικός λαός άκουσε τον Πρωθυπουργό της χώρας να μιλά από το Κοινοβούλιο και να εξαίρει τον πολιτισμό του λαού, την ιστορία του λαού, την αξία του λαού. Πολλοί περισσότεροι Ελληνες απ’ όσους ψήφισαν τα κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας αισθάνθηκαν ανακούφιση και ανάταση ακούγοντας τον κ. Αλέξη Τσίπρα να ανακαλεί απ’ την εξορία αξίες που επαναφέρουν την πολιτική και τον πολιτισμό στην υπηρεσία της «πόλης», της κοινωνίας, της κοινότητας, της πατρίδας. Το ξεχασμένο εκείνο και συκοφαντημένο φιλότιμο του λαού ανακαλείται να πάρει την υπόθεση της Ελλάδας απ’ τα χέρια των κυνικών. Προσωπικώς (επιτρέψτε μου) συγκινήθηκα όταν άκουσα τον συγκινημένον Τσίπρα να λέει «είμαστε οι λέξεις του Συντάγματος» - όταν η πολιτική εκφράζεται με ποίηση, τότε είναι μια βαθειά πολιτική εις ό,τι αφορά τις ρίζες της και τους στόχους της.
Η ομιλία του κ. Τσίπρα στη Βουλή έδειξε επιμονή, είχε απήχηση και προκάλεσε συγκίνηση. Και όντως ο λαός έχει Σύνταγμα, έχει ιστορία, έχει πολιτισμό, έχει αξιοπρέπεια. Ερχεται από μακριά, έχει μνήμη. Και
ακριβώς για αυτό οι Ελληνες στράφηκαν προς την Αριστερά. Λόγω μνήμης, δηλαδή αίσθησης του μέλλοντος. Ο λαός μας, ο τόσο συκοφαντημένος, είναι ο πρώτος που σε ταξική και πατριωτική βάση στράφηκε εναντίον εκείνων που βλέπουν την Ευρώπη ωσάν τσιφλίκι της «αηδίας του βίου» τους...
Ενα πλήθος δημοσιογράφων απ’ τον ΔΟΛ, την «Ελευθεροτυπία», την «Καθημερινή» κι άλλα ΜΜΕ, ένα πλήθος «λειτουργικών» διανοουμένων απ’ τα ΑΕΙ και τους χώρους των τεχνών είχαν βάλει κάτω τον λαό και τον λοιδορούσαν, τον συκοφαντούσαν και τον ταπείνωναν. Για τα διαμάντια αυτά του διαφωτισμού(!) και της νεωτερικότητας οι Ελληνες ήταν (και έπρεπε να πεισθούν ότι είναι) Βαλκάνιοι χωριάτες, που δεν θα γίνουν ποτέ Ευρωπαίοι, παιδιά μιας κατώτερης πατρίδας. Επρόκειτο για μια συστηματική ιδεολογική τρομοκρατία, για έναν ανελέητο ψυχικό βιασμό.
Η αντίδραση ή η αντίσταση των Ελλήνων σε οτιδήποτε νεοταξίτικο έφερε αμέσως το στίγμα του εθνικισμού και του αντισημιτισμού. Αποδιδόταν στα κόμπλεξ των Ελλήνων, στα κολλήματά τους με την Ορθοδοξία και τα παλαιοκομμουνιστικά στερεότυπα. Ενα «έθνος ανάδελφον» της «ελεεινής μορφής», ένα έθνος Β’ εθνικής είχε ανακηρυχθεί να είναι το έθνος των Ελλήνων.
Αυτός ο μηχανισμός, συνεπικουρούμενος απ’ την αποβλακωτική τηλεόραση και το φλούφλικο λάιφ στάιλ, έβαλε στο μάτι και χτύπησε ό,τι μπορούσε να στηρίξει τη λαϊκή ψυχή: τη λαϊκή παράδοση και τον λόγιο πολιτισμό, τους ήρωες και τους αντάρτες, τους αγίους και τους ποιητές, την ίδια μας τη γλώσσα. Η διαχρονία του πολιτισμού των Ελλήνων και η οικουμενική του αξία από προίκα εμφανιζόταν ως βαρίδι - ή, ακόμα περισσότερο, ως αμαρτία. Οι κατηγορίες της αρχαιολαγνείας και της γραφικότητας παραμόνευαν όσους έβγαιναν απ’ το μαντρί της ομογενοποιημένης σκέψης, ενώ ορισμένοι κι όχι ευάριθμοι Εκδοτικοί Οίκοι ξεπέταξαν έξω απ’ τα ελληνικά γράμματα γραφίδες που δεν εντάσσονταν στα σχέδια των διαπλεκόμενων και των κολλητών. Με έναν λόγο, στο επίπεδο του πολιτισμού ο λαός εξορίσθηκε απ’ την ίδια του τη χώρα.
Γιατί; διότι ένας λαός ορφανός από χώρα και μια χώρα ορφανή από λαό γίνονται πιο εύκολα προτεκτοράτα και ειδικές οικονομικές ζώνες.
Αλλά, αν αυτά έγιναν κατ’ αρχήν, στη συνέχεια έπρεπε να γίνουν κι άλλα, ώστε η πορεία απ’ την υποτέλεια στην υποδούλωση να ολοκληρωθεί. Κι ακολούθησε το δεύτερο κύμα. Και οι Ελληνες από «έθνος ανάδελφον» κι από Βαλκάνιοι έγιναν επιπροσθέτως τεμπέληδες και διεφθαρμένοι.
Ηταν για να βάζουν οι θεοί τα γέλια! Οι μιζαδόροι, τα λαμόγια, οι «νταβατζήδες», οι αεριτζήδες κι όλα τα κρατικοδίαιτα τρωκτικά κατηγορούσαν (και κατηγορούν) διά των οργανέτων τους τον λαό για όσα κακά οι ίδιοι του έκαναν. Στους εχθρούς του λαού, εκτός απ’ τον λαό, προσετέθησαν τα συνδικάτα του, τα κόμματά του, το ωράριό του, οι μισθοί του και οι προσδοκίες του να μορφώσει τα παιδιά του! Κι έτσι το έθνος βρέθηκε κυκλωμένο από έναν χατζατζάρη και αδηφάγο λαό που το χρέωσε και στη συνέχεια παρέδωσε την Ασυλία της πατρίδας στους ξένους. Που μάλιστα τους έφερε εδώ (πάντα ο λαός και οι αμαρτίες του) για να του λένε τι να κάνει, να τον διατάζουν και να τον συμμορφώνουν - τιάρα παπική ή φακιόλι τούρκικο, δεν έχει σημασία, η δουλειά να γίνεται.
Ταλανίσθηκε ανηλεώς ο λαός, κανιβαλίσθηκε. Και κυρίως ταπεινώθηκε. Η εθνική ανεξαρτησία έγινε μπαίγνιο, η κοινωνική δικαιοσύνη λάφυρο και η λαϊκή κυριαρχία υπόθεση πραιτωριανών, γενίτσαρων και γκαουλάιτερ -γερμανοντυμένων (με την τελευταία λέξη της μόδας). «Τρόμος και αθλιότητα» νέας κοπής.
Δεν είναι απορίας άξιο λοιπόν αυτό το αίσθημα αξιοπρέπειας που το πρόγραμμα της Αριστεράς και στη συνέχεια η εκλογική νίκη της επανέφεραν στον λαό. Ενα κύμα ελπίδας και ξανακερδισμένης υπερηφάνειας διατρέχει τώρα το μεγαλύτερο μέρος του λαού. Στη θέση της προπαγάνδας του φόβου και της πραγματικότητας του ζόφου, ο ελληνικός λαός άκουσε τον Πρωθυπουργό της χώρας να μιλά από το Κοινοβούλιο και να εξαίρει τον πολιτισμό του λαού, την ιστορία του λαού, την αξία του λαού. Πολλοί περισσότεροι Ελληνες απ’ όσους ψήφισαν τα κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας αισθάνθηκαν ανακούφιση και ανάταση ακούγοντας τον κ. Αλέξη Τσίπρα να ανακαλεί απ’ την εξορία αξίες που επαναφέρουν την πολιτική και τον πολιτισμό στην υπηρεσία της «πόλης», της κοινωνίας, της κοινότητας, της πατρίδας. Το ξεχασμένο εκείνο και συκοφαντημένο φιλότιμο του λαού ανακαλείται να πάρει την υπόθεση της Ελλάδας απ’ τα χέρια των κυνικών. Προσωπικώς (επιτρέψτε μου) συγκινήθηκα όταν άκουσα τον συγκινημένον Τσίπρα να λέει «είμαστε οι λέξεις του Συντάγματος» - όταν η πολιτική εκφράζεται με ποίηση, τότε είναι μια βαθειά πολιτική εις ό,τι αφορά τις ρίζες της και τους στόχους της.
Η ομιλία του κ. Τσίπρα στη Βουλή έδειξε επιμονή, είχε απήχηση και προκάλεσε συγκίνηση. Και όντως ο λαός έχει Σύνταγμα, έχει ιστορία, έχει πολιτισμό, έχει αξιοπρέπεια. Ερχεται από μακριά, έχει μνήμη. Και
ακριβώς για αυτό οι Ελληνες στράφηκαν προς την Αριστερά. Λόγω μνήμης, δηλαδή αίσθησης του μέλλοντος. Ο λαός μας, ο τόσο συκοφαντημένος, είναι ο πρώτος που σε ταξική και πατριωτική βάση στράφηκε εναντίον εκείνων που βλέπουν την Ευρώπη ωσάν τσιφλίκι της «αηδίας του βίου» τους...