09 Ιανουαρίου 2015

Η άνοδος της πλουτοκρατίας και η αποτυχία της πολιτικής

Η άνοδος της πλουτοκρατίας και η αποτυχία της πολιτικήςΕίναι εύκολες οι διαμαρτυρίες εναντίον του σύγχρονου καπιταλισμού. Δεν είναι εύκολη, όμως, η προσφορά μιας ουσιαστικής εναλλακτικής λύσης. Και όταν οι επικριτές της δυτικής οικονομικής τάξης πραγμάτων, από τον Τόμας Πίκετι μέχρι τον «επαναστάτη»-κωμικό Ράσελ Μπραντ, δεν το καταφέρνουν, τους επικρίνουμε. Ίσως επειδή δεν θέτουμε (ή δεν θέτουν) την σωστή ερώτηση.Ισως να μην υπάρχει αποδεδειγμένη και προφανής εναλλακτική λύση στον καπιταλισμό. Υπάρχουν όμως καθοριστικές επιλογές, γιατί υπάρχουν διαφορετικά είδη καπιταλισμού. Εκείνο που προκαλεί την μεγαλύτερη αβεβαιότητα στον κόσμο είναι ότι ο αγγλοσαξονικός καπιταλισμός οδεύει προς το πλουτοκρατικό μοντέλο. Την οικονομία διοικούν οι πλούσιοι για τους πλούσιους.

Οι άνθρωποι που κυριαρχούν στις λίστες με τα υψηλότερα εισοδήματα δεν είναι αθλητές, ούτε διασημότητες, ούτε δημιουργοί: Είναι στελέχη επιχειρήσεων. Το 2013, ο μέσος διευθύνων σύμβουλος στις ΗΠΑ έβγαλε 11,7 εκατ., δολάρια δηλαδή 331 φορές η μέση αμοιβή του Αμερικανού εργάτη.

Είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι από την χειραγώγηση των χρηματοπιστωτικών αγορών. Στα πέντε τελευταία χρόνια, η αμερικανική κεντρική τράπεζα Federal Reserve έχει διοχετεύσει πάνω από 3,5 τρισ. δολάρια στις αγορές ομολόγων, κατεβάζοντας τα επιτόκια και αυξάνοντας τις τιμές σε πολλά ακόμη άλλα ενεργητικά.

Σε όλο τον πλανήτη, η κεφαλαιοποίηση των χρηματιστηρίων έχει αυξηθεί κατά 18 τρισ. δολ. τουλάχιστον. Η «ποσοτική χαλάρωση» quantitative easing, μπορεί να υπήρξε αναγκαίο κακό, αλλά έτσι όπως έγινε, ευνόησε έναν μικρό αριθμό ανθρώπων. Κάθε επιχειρηματικό στέλεχος έκανε την ευνόητη και ιδιαίτερα ελκυστική κίνηση να ανταμείψει τον εαυτό του με γενναιόδωρα προγράμματα options. Οι asset managers και τα hedge funds ευνοήθηκαν επίσης.

Τα «ουρανοκατέβατα» κέρδη στο εισόδημα και τον πλούτο θα μπορούσαν να έχουν μοιραστεί καλύτερα αν υπήρχαν τα κατάλληλα δημοσιονομικά μέτρα, όπως έγινε σε ένα βαθμό στην Βρετανία. Αλλά δεν υπάρχει «κίνδυνος» να γίνει κάτι τέτοιο στις ΗΠΑ, όπου το επιχειρηματικό λόμπι έχει καταλάβει το Κογκρέσο.

Η εκπαίδευση θα έπρεπε επίσης να δουλεύει πιο ισότιμα. Αλλά στις ΗΠΑ την ρυθμίζουν και αυτήν οι πλούσιοι. Τα σχολεία χρηματοδοτούνται μέσω της τοπικής φορολογίας, οπότε στις καλές γειτονιές υπάρχουν καλά σχολεία, ενώ οι φτωχές μένουν πίσω. Στον πανεπιστημιακό χώρο η κατάσταση ρυθμίζεται μέσω της τακτικής «δωρεάς» ιδιωτών.

Η διαφθορά στον αμερικανικό καπιταλισμό έχει τεράστια σημασία, γιατί οι ΗΠΑ παραμένουν ο πολικός αστέρας για την διεθνή οικονομία. Είναι δύσκολο να αντισταθούν οι υπόλοιπες δυτικές χώρες στις τάσεις της φορολογίας και των αμοιβών στις ΗΠΑ.

Ο Γιόζεφ Σουμπέτερ, Αυστριακός μετανάστης στις ΗΠΑ, είχε προβλέψει πολλά αυτά. Μοιραζόταν με τον Καρλ Μαρξ στην άποψη ότι ο καπιταλισμός εντέλει θα πέσει θύμα της ίδιας της επιτυχίας του. Ο Μαρξ το ονόμαζε «αρχή της αέναης συσσώρευσης πλούτου». Καθώς οι επιτυχημένες εταιρίες γίνονται μονοπώλια και αυξάνεται η ψαλίδα της εισοδηματικής ανισότητας, η μπουρζουαζία σκάβει τον ίδιο της τον τάφο. Ο Σουμπέτερ αντιμετώπιζε το ζήτημα περισσότερο από την άποψη της καταστολής της καινοτομίας, καθώς οι μεγάλες εταιρίες αποκτούν ευρεία κυριαρχία και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα αποτρέπουν την πρόοδο της «δημιουργικής καταστροφής». Ο Μαρξ επιζητούσε την πτώση του καπιταλισμού, αλλά ο Σουμπέτερ πίστευε σε αυτόν. Έχουν σημασία οι προειδοποιήσεις του.

Ζούμε σε μια εποχή που, χάρη στην δύναμη του ιντερνέτ και της τεχνολογίας, τα ιδεώδη του Σουμπέτερ για τον αποδιοργανωτικό καπιταλισμό βρίσκονται πιο κοντά από ποτέ στην υλοποίησή τους. Αλλά αυτή η αποδιοργανωτική εποχή συμπίπτει με την κυριαρχία των προνομίων, κι αυτό κινδυνεύει να υπονομεύσει την νομιμότητα πάνω στην οποία στηρίζεται το σύστημα.

Το γεγονός ότι η πλουτοκρατική έκδοση του καπιταλισμού έχει κερδίσει έδαφος δεν συνιστά αποτυχία του συστήματος, αλλά αποτυχία της πολιτικής. Τα μονοπώλια και τα προνόμια πρέπει να κλονιστούν. Ο Αμερικανός πρόεδρος Τεοντόρ Ρούσβελτ ήταν ίσως ο τελευταίος πολιτικός που το αντιλήφθηκε και έδρασε. Τα έβαλε με τους πλούσιους και τους ισχυρούς.

Οι πρώην πρωθυπουργοί της Βρετανίας Τόνι Μπλερ και Γκόρντον Μπράουν εξαπατήθηκαν από τους τραπεζίτες. Οι Πρόεδροι των ΗΠΑ δεν θέλουν να τα βάλουν με την Wall Street ή τις μεγάλες επιχειρήσεις. Ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών Τζορτζ Όσμπορν, αντιλαμβάνεται την σπουδαιότητα της οικονομίας των επιχειρήσεων, αλλά εθελοτυφλεί όσον αφορά τα προνόμια του κληρονομικού πλούτου. Ο επικεφαλής της βρετανικής αντιπολίτευσης των Εργατικών Εντ Μίλιμπαντ, ενδιαφέρεται περισσότερο για τον Μαρξ παρά για τον Σουμπέτερ. Αν ο βρετανικός και αμερικανικός καπιταλισμός θέλουν να παραμείνουν αξιόπιστοι στον 21ο αιώνα, χρειάζονται περισσότερο τον Αυστριακό, παρά τον Γερμανό.
* Πρόεδρος του Marshall Wace, hedge fund με έδρα στο Λονδίνο
http://www.euro2day.gr/