Σπύρος ΛίτσαςΔεν είναι σενάριο συνωμοσίας ούτε υπόθεση εργασίας. Η Τουρκία
έχει εισέλθει ξανά σε τροχιά κλιμάκωσης όσον αφορά τις σχέσεις της με
άλλους κύριους δρώντες της ανατολικής Μεσογείου, ανάμεσά τους την Ελλάδα
και την Κύπρο. Οι λόγοι γι' αυτήν την εξέλιξη αφορούν τόσο τις
εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις όσο και την εξωτερική σφαίρα.Η θεαματική, από άποψη ποσοστών, εκλογή Ερντογάν στον προεδρικό
θώκο έχει δημιουργήσει την ψευδαίσθηση της απόλυτης κυριαρχίας στον ίδιο
και στους συνεργάτες του, με αποτέλεσμα ο συστημικός ναρκισσισμός να
έχει πλέον ξεπεράσει κάθε ανεκτό επίπεδο. Το πρόσφατο διπλωματικό
επεισόδιο με τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ αναδεικνύει το μέγεθος του
προβλήματος. Τελευταία απόδειξη περί του λόγου το αληθές, το νέο
κυβερνητικό μέγαρο Ak Saray ή αλλιώς το Λευκό Παλάτι, που βρίσκεται στα
προάστια της Αγκυρας και η κατασκευή του κοστίζει περί τα 350.000.000
δολάρια. Σύμφωνα με δήλωση του ίδιου του Τούρκου προέδρου, όπως αυτή
καταγράφεται στη «Washington Post» της 30ής Οκτωβρίου από τον Ισαχάν
Θαρούρ σχετικά με τους συμβολισμούς του Λευκού Παλατιού, «πρέπει να
διαδώσουμε το μήνυμα ότι η Αγκυρα είναι μια σελτζουκική πρωτεύουσα.
Δώσαμε τεράστια προσοχή σε αυτό. Προσέξαμε τις οθωμανικές λεπτομέρειες
στο εσωτερικό του κτιρίου, ενώ επίσης προσθέσαμε και στοιχεία που
προβάλλουν τον σύγχρονο κόσμο… Αυτές είναι οι προϋποθέσεις για να είσαι
ένα μεγάλο κράτος». Ο ναρκισσισμός του ανδρός τον οδηγεί σε λανθασμένες
εκτιμήσεις όσον αφορά το πραγματικό επίπεδο ισχύος της Τουρκίας, αλλά
και τη δυνατότητα την οποία έχει η Αγκυρα να λαμβάνει αποφάσεις τέτοιες,
που μπορεί να οδηγήσουν σε συνολική ανατροπή της υφιστάμενης ισορροπίας
ισχύος στην περιοχή. Η τουρκική εξωτερική πολιτική κινείται στον
αστερισμό ενός ανορθολογικού συμπεριφορισμού, που πλέον έχει ξεπεράσει
κατά πολύ τον παραδοσιακό κεμαλικό αναθεωρητισμό.
Παράλληλα, ο διορισμός του Αχμέτ Νταβούτογλου στον πρωθυπουργικό θώκο εμβαθύνει περαιτέρω τον συστημικό ναρκισσισμό. Ο Νταβούτογλου, πέρα από το ότι είναι μια προσωπικότητα με βαθιά γνώση γύρω από τη διεθνή πολιτική αλλά και με εξαιρετική αίσθηση της στρατηγικής, είναι και ο θεμελιωτής της νεοοθωμανικής εξωτερικής πολιτικής, που προϋποθέτει σφαίρες επιρροής στις περιοχές αυτές που η Τουρκία θεωρεί ζωτικές για τα συμφέροντά της, αλλά και την οικοδόμηση ενός πλαισίου υψηλής ανταγωνιστικής πίεσης για τα κράτη αυτά, τα οποία θεωρεί ότι αποτελούν εμπόδιο στις ηγεμονικές της βλέψεις. Ο Τούρκος πρωθυπουργός τρέφει τον ναρκισσισμό του Ερντογάν με ρεαλιστικοφανείς ψευδαισθήσεις αυτοκρατορικού μεγαλείου, κι αυτό είναι εξίσου επικίνδυνο για την ειρήνη και την ασφάλεια στην ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα και η Κύπρος αποτελούν διαχρονικά δύο κομβικά προβλήματα για την ανορθολογική τουρκική πολιτική. Σήμερα όμως η στρατηγική αξία της θαλάσσιας ζώνης του όλου Ελληνισμού, που ξεκινά από το Καστελόριζο και φτάνει ως τα κυπριακά ύδατα, έχει μεγιστοποιηθεί εξαιτίας των ενεργειακών αποθεμάτων που βρίσκονται στην περιοχή, αφενός, αλλά και λόγω του ότι η Τουρκία κατανοεί ότι η συγκεκριμένη ζώνη σε συνδυασμό με το ισραηλινό αρχιπέλαγος αποτελεί το ακροτελεύτιο όριο του δυτικού κόσμου πριν από την είσοδο σε έναν φουρτουνιασμένο μουσουλμανικό ωκεανό. Οι στενές σχέσεις μεταξύ Αθήνας, Ιερουσαλήμ και Λευκωσίας ασφαλώς και ανησυχούν την Τουρκία, αφού της υπενθυμίζουν ότι δεν είναι μόνη της στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Ταυτοχρόνως όμως ανησυχεί την Αγκυρα και η προοπτική το τρίγωνο αυτό να μεταβληθεί σε τετράγωνο, με την είσοδο της Αιγύπτου σε αυτή τη δομή. Μια τέτοια εξέλιξη μετατρέπει αυτομάτως τη Μεσόγειο σε μια ολοκληρωμένη και άρτια πλατφόρμα στρατηγικής αποτροπής του τουρκικού ανορθολογισμού.
Αντιθέτως όμως με τις περισσότερες απόψεις εκλεκτών αναλυτών που έχουν κάνει την εμφάνισή τους τις τελευταίες εβδομάδες στον ελληνικό Τύπο, δεν μοιράζομαι την ίδια ανησυχία γύρω από τις εξελίξεις στην περιοχή, ακόμη κι αν η επιθετικότητα της Τουρκίας είναι δεδομένη και πράγματι εστιάζει σε Ελλάδα και Κύπρο. Οι λόγοι θα αναλυθούν ενδελεχώς στο σημείωμα της Κυριακής.
Σπύρος Ν. Λίτσας