Αν και σχεδόν όλοι οι Ελληνες πρωθυπουργοί αναγκάστηκαν να χειριστούν μια κρίση με την Τουρκία, σήμερα ο Αντώνης Σαμαράς βρίσκεται αντιμέτωπος όχι μόνο θεωρητικά με την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου στο Αιγαίο, αλλά και πρακτικά ενώπιον αποφάσεων για τη μελλοντική εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών του αρχιπελάγους και μέρους της ΝΑ Μεσογείου. Ενώ παλαιότερα συζητούσαμε περί σεναρίων συνεκμετάλλευσης απροσδιόριστων πετρελαϊκών κοιτασμάτων στο Αιγαίο, τώρα πια γνωρίζουμε για ποσότητες φυσικού αερίου στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή. Το πολιτικό, διπλωματικό, νομικό και (ο μη γένοιτο) στρατιωτικό μείγμα γίνεται εκρηκτικό, αν ληφθεί υπόψη ότι τα κοιτάσματα ενδιαφέρουν σχεδόν όλους τους γείτονές μας, εν μέσω κοσμοϊστορικών αλλαγών, λόγω του ισλαμικού κινδύνου.
Η επικείμενη συνάντηση Σαμαρά - Νταβούτογλου αποτελεί την έναρξη ενός μεγάλου κεφαλαίου στις διμερείς σχέσεις, οπότε το ζητούμενο είναι πώς η ελληνική πλευρά θα προασπίσει τα συμφέροντά της σε επίπεδο ουσίας και εντυπώσεων:
Πρώτο ερώτημα: Ποια θα είναι η τουρκική τακτική έως τις αρχές Δεκεμβρίου; Παραγωγικός διάλογος δεν μπορεί να διεξαχθεί υπό την απειλή και πίεση αεροπορικών ή θαλάσσιων παραβιάσεων. Αν συνεχιστούν, η ελληνική κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει το δίλημμα είτε αναβολής της Συνόδου Κορυφής (οπότε η διμερής ένταση θα αναζωπυρωθεί) είτε διεξαγωγής της σε κλίμα υποχωρητικότητας, με προφανείς συνέπειες στην εσωτερική σταθερότητα και τη (μη) αξία των όποιων συμφωνιών.
Δεύτερο ερώτημα: Ποια θα είναι η ατζέντα; Αποτελεί κοινό μυστικό ότι πραγματική ημερήσια διάταξη δεν υπάρχει. Αφενός έχει εξαντληθεί η ύλη ακόμα και των άτυπων διερευνητικών επαφών (από το 2002 έως σήμερα), αφετέρου δεν έχει σημειωθεί πρόοδος από την προηγούμενη σύνοδο (Μάρτιος 2013) που να δικαιολογεί τη σύγκληση νέας. Προ μηνών, η Αθήνα είχε διαμηνύσει ότι η σύνοδος θα είχε ίσως νόημα αν εξειδικευόταν σε συγκεκριμένο θέμα, ρίχνοντας την ιδέα της οικονομικής - ενεργειακής συνεργασίας. Τότε, ίσως να ήταν χρήσιμη πρόταση, αλλά τώρα (υπό τη σκιά του «Barbaros» στην Κύπρο) είναι το κατάλληλο θέμα; Και, όσο κι αν το Κυπριακό αποτελεί διεθνές και όχι διμερές πρόβλημα, θα αποκλειστεί κατηγορηματικά η παράλληλη εξέτασή του;
Τρίτο ερώτημα: Πώς θα προετοιμαστεί η σύνοδος; Ο υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Βενιζέλος είχε οριστικοποιήσει (από τα τέλη Σεπτεμβρίου) την επίσκεψή του στην Αγκυρα στις 29 Νοεμβρίου. Υπό τα νέα δεδομένα, η συνάντηση με τον ομόλογό του Μ. Τσαβούσουγλου θα επηρεάσει τον διάλογο Σαμαρά - Νταβούτογλου μία εβδομάδα αργότερα. Η εμπειρία των συναντήσεων του κ. Βενιζέλου (Ιούλιος και Δεκέμβριος 2013) με τον τότε ομόλογό του Α. Νταβούτογλου δεν είναι ενθαρρυντική. Ο δε κ. Τσαβούσογλου, όπως προκύπτει απ’ όσα «σκληρά» είπε πρόσφατα στην Ντόρα Μπακογιάννη, δεν φαίνεται εύκολος αντίπαλος.
Τέταρτο ερώτημα: Τι θα γίνει κατά τη διάρκεια της συνόδου, αλλά και μετά; Σε επίπεδο εθιμοτυπίας (και ακολουθώντας την πρακτική που εγκαινιάστηκε με την Ανγκελα Μέρκελ τον Οκτώβριο του 2012), ο κ. Νταβούτογλου, αν και θα πραγματοποιεί επίσκεψη εργασίας, θα γίνει δεκτός με μέγιστες τιμές στο «Ελ. Βενιζέλος», αφού θα πρόκειται για την πρώτη άφιξή του στην Αθήνα με την πρωθυπουργική ιδιότητα. Η τηλεοπτική εικόνα θα εκπέμψει ποικίλα μηνύματα στο ελληνικό εκλογικό σώμα, όπως και όσα θα λεχθούν στην κοινή συνέντευξη Τύπου, καθώς και όσα (κατά την πάγια τακτική) θα δημοσιευθούν υπό μορφήν «διαρροών» στις τουρκικές εφημερίδες την επομένη της συνόδου.
Αλίμονο αν η Αθήνα αντιμετωπίσει τους εξπέρ της Αγκυρας στο μοτίβο των -αμφίβολης αξιοπιστίας και αναποτελεσματικών- «διαρροών» των τελευταίων μηνών για τις επαφές με το Βερολίνο και την τρόικα.
Αλέξανδρος Τάρκας
* Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία», σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη.