Του Κώστα Ράπτη Μπορεί ο Bernie Ecclestone να είναι ο “βασιλιάς της
Formula 1”, όμως στο πρώτο Grand Prix της Ρωσίας, το οποίο διεξήχθη την
Κυριακή στο Σότσι, ο Ρώσος πρόεδρος Vladimir Putin είχε την ευκαιρία να
φιλοξενήσει και έναν πραγματικό εστεμμένο: τον βασιλιά του Μπαχρέιν.Την άμεση αφορμή της μετάβασης του Hamad bin Isa Al Khalifa στο θέρετρο
της Μαύρης Θάλασσας έδωσε η επιθυμία του να διαπραγματευθεί με τον
Ecclestone για το Grand Prix του νησιωτικού βασιλείου. Όμως, σε πολιτικό
επίπεδο, η συνάντηση του Ρώσου οικοδεσπότη με τον Άραβα υψηλό επισκέπτη
έχει μεγάλη συμβολική και ουσιαστική αξία.
Το Μπαχρέιν είναι βέβαια εκείνη η χώρα του Περσικού Κόλπου όπου η
σουνιτική δυναστεία των Khalifa επιβίωσε των διαδηλώσεων της “Αραβικής
Άνοιξης” το 2011 μόνο και μόνο χάρη στην επέμβαση των Σαουδαράβων
μεγάλων προστατών της, που προσκλήθηκαν να αποστείλουν στρατεύματα. Η
απηνής καταστολή των κινήματος της σιιτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού
για δημοκρατικά δικαιώματα συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, όπως
καταδεικνύει η πρόσφατη απόφαση του πεντακομματικού συνασπισμού της
αντιπολίτευσης να μποϊκοτάρει τις προγραμματισμένες για τον Νοέμβριο
εκλογές, ελλείψει εγγυήσεων για την διαφανή διεξαγωγή τους - ή η σύλληψη
στις 30 Σεπτεμβρίου του ακτιβιστή Nabeel Rajab για “προσβολή του
πολιτεύματος”, επειδή έγραψε στο Twitter ότι οι περισσότεροι υπήκοοι του
Μπαχρέιν που προσχωρούν στο Ισλαμικό Κράτος (ISIS) προέρχονται από τις
δυνάμεις ασφαλείας, οι οποίες και αποτέλεσαν την “ιδεολογική
θερμοκοιτίδα” τους.
Όμως το Μπαχρέιν δεν είναι μόνο άλλος ένας δορυφόρος του Ριάντ στο Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου – είναι και η έδρα του Πέμπτου Στόλου των ΗΠΑ, στην κρισιμότερη περιοχή του κόσμου για την αμερικανική θαλάσσια κυριαρχία. Με αυτή την έννοια, η επίσκεψη του βασιλιά του Μπαχρέιν στην Ρωσία, την ώρα που οι σχέσεις της Μόσχας με τη Δύση έχουν καταστεί λόγω της ουκρανικής κρίσης ψυχροπολεμικές, έχει ιδιαίτερη σημασία.
Έχουν άλλωστε προηγηθεί δύο επισκέψεις του βασιλιά Abdullah της Ιορδανίας στη ρωσική πρωτεύουσα εντός του 2014 και μία του προέδρου της Αιγύπτου Abdel Fattah al-Sisi τον Αύγουστο. Οι αραβικές χώρες που έχουν ως ηγέτη τους τη Σαουδική Αραβία μοιάζουν να διερευνούν τη θέση τους σε μιαν αυριανή, απείρως πολυπλοκότερη, διεθνή αρχιτεκτονική, όπου η πρόσδεσή τους στις ΗΠΑ δεν θα είναι αυτονόητη.
Σύμφωνα με τον Ινδό πρέσβυ ε.τ. και αναλυτή M.K. Bhadrakumar, η καχυποψία αυτού του μπλόκ χωρών για τις επιλογές της Ουάσιγκτον χρονολογείται από την εξαγγελία της “στροφής” (pivot) των αμερικανικών προτεραιοτήτων στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, η οποία, σε συνδυασμό με την ενεργειακή αυτάρκεια που κατέκτησαν τα τελευταία χρόνια οι ΗΠΑ, γεννά φόβους για “απόσυρση” της υπερδύναμης από την Μέση Ανατολή (φόβους εν πολλοίς αβάσιμους, εφόσον οι Αμερικανοί δεν εντάσσονται στη μεσανατολική εξίδωση απλώς ως καταναλωτές πετρελαίου, αλλά και ως ηγεμονικοί ρυθμιστές των διεθνών ροών και θεματοφύλακες του “πετροδολαρίου”).
Η ανησυχία των βασιλέων και εμίρηδων μετατράπηκε σε πανικό, μόλις η “Αραβική Άνοιξη” και ιδίως η πτώση του Mubarak στην Αίγυπτο, απέδειξε ότι οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να πειραματισθούν με την επικράτηση δια της δημοκρατικής οδού του “μετριοπαθούς” πολιτικού Ισλάμ της Μουσουλμανικής Αδελφότητας – θανάσιμη απειλή για απόλυτες μοναρχίες που άλλη νομιμοποίηση δεν έχουν από την προώθηση της δικής τους εκδοχής θρησκευτικού σκοταδισμού. Η “ρελάνς” του σουνιτικού τόξου με την στρατιωτικοποίηση της εξέγερσης στη Συρία, απλώς επιβεβαίωσε τους φόβους τους, αφού οι ΗΠΑ ακόμη ταλαντεύονται ως προς το ενδεχόμενο “αλλαγής καθεστώτος” στη Δαμασκό. Αντιθέτως, η επιμονή με την οποία η Μόσχα στηρίζει μέχρι σήμερα τους συμμάχους και τα συμφέροντά της στη Συρία, της προσέδωσε αυξημένη αξιοπιστία ακόμη και στο απέναντι στρατόπεδο.
Άλλωστε, η Μόσχα (που σε μεγάλο βαθμό κινείται με βάση τις δικές της ανησυχίες για τον Καύκασο) ουδέποτε “χαιρέτισε” την “Άραβική Άνοιξη” και διακατέχεται από παγίως αρνητική στάση σε κάθε εκδοχή πολιτικού Ισλάμ. Εξ ού και έσπευσε (με την προσδοκία προφανώς του “διεμβολισμού” της αποκλειστικά αμερικανικής άσκησης επιρροής κατά τη μετα-νασερική εποχή) να εναγκαλισθεί χωρίς καθυστέρηση το καθεστώς που εγκατέστησε ο στρατηγός Sisi στην Αίγυπτο, ανατρέποντας τον εκλεγμένο ισλαμιστή πρόεδρο Morsi – προς μεγάλη ικανοποίηση προφανώς των Σαουδαράβων χρηματοδοτών του.
Επιπλέον, η εν εξελίξει προσπάθεια να γεφυρωθεί το 35ετές ρήγμα στις σχέσεις των ΗΠΑ με το Ιράν (τον φυσικό ανταγωνιστή του Ριάντ στην περιοχή) μεγαλώνει τις ανησυχίες όχι μόνο των κρατών του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου, αλλά και της ίδιας της Ρωσίας που αντιλαμβάνεται ότι τυχόν άρση της απομόνωσης της Τεχεράνης θα την μετατρέψει αναπόφευκτα σε ενεργειακό και γεωπολιτικό ανταγωνιστή.
Πολύ χαρακτηριστικά ο Ιρανός πρόεδρος Hassan Rowhani έσπευσε να διευκρινίσει ότι η χώρα του “δεν είναι σε θέση προς το παρόν” να αναλάβει, αντί της Ρωσίας, την ενεργειακή τροφοδοσία της Ευρώπης – ενώ την ίδια ώρα τα δύο ισχυρότερα λόμπι της Ουάσιγκτον, το Σαουδαραβικό και το Ισραηλινό καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να αποτρέψουν την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ της Τεχεράνης και των μεγάλων δυνάμεων της ομάδας “5+1” στις συνομιλίες για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα που οφείλουν να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τέλους Νοεμβρίου.
Εν ολίγοις, η ουκρανική και η μεσανατολική κρίση λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία – και όσο περισσότερο επιδεινώνεται η πρώτη, τόσο περισσότερο θα ανεβαίνει το “κασέ” των Αράβων μοναρχών.
Πηγή:www.capital.gr