03 Οκτωβρίου 2014

Αντιγερμανικές «ρουκέτες»


 Συνάντηση με τον Βρετανό ομόλογό του Ντέιβιντ Κάμερον είχε χθες ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι  REUTERS/ Toby MelvilleΡώμη Του Θεόδωρου Ανδρεάδη-Συγγελλάκη

Μετά τις προαναγγελίες των περασμένων ημερών, έφτασε και η οριστική επιβεβαίωση «στηρίζω τη Γαλλία, οι χώρες δεν μπορούν να τυγχάνουν ίδιας μεταχείρισης με τους μαθητές», δήλωσε ο Ματέο Ρέντσι, λίγο μετά την άφιξή του στο Λονδίνο για επίσημη επίσκεψη. Ο Ιταλός πρωθυπουργός θέλησε να υπογραμμίσει ότι «η χώρα του, φέτος, θα σεβαστεί το όριο του 3% στη σχέση ελλείμματος-AΕΠ», αλλά δεν δίστασε να προσθέσει ότι «παίρνει το μέρος του Φρανσουά Ολάντ και του Μανουέλ Βαλς», και να στείλει σαφές μήνυμα προς την Ανγκελα Μέρκελ ότι «κανείς δεν έχει το δικαίωμα να φέρεται σε άλλες χώρες όπως σε σχολιαρόπαιδα».


Η συμμαχία Παρισιού–Ρώμης, δηλαδή, μοιάζει ισχυρή όσο ποτέ άλλοτε. Η Γαλλία έχει μεγαλύτερο πρόβλημα με το δημόσιο έλλειμμα, η Ιταλία με το χρέος της, αλλά και οι δυο θεωρούν ότι η πολιτική της «τυφλής λιτότητας» πρέπει να εγκαταλειφθεί οριστικά. Ο Ρέντσι, με τη χθεσινή δήλωσή του, ανέβασε για πρώτη φορά το επίπεδο της αντιπαράθεσης με το Βερολίνο σε τόσο υψηλό επίπεδο.

Ισορροπία
 Από τη μία θέλει να δείξει ότι η ιταλική εκ περιτροπής προεδρία στην Ευρωπαϊκή Ενωση θα καταφέρει να σηματοδοτήσει μια σαφή αλλαγή πορείας στην ισορροπία ανάμεσα στην ανάπτυξη και τη λιτότητα. Από την άλλη, προσπαθεί να φτάσει στη σύνοδο της 8ης Οκτωβρίου για την απασχόληση, στο Μιλάνο, με κάποια ουσιαστικά αποτελέσματα, έστω και αν αυτά θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «μονομερείς πράξεις ανταρσίας».

Οι αναλυτές στη Ρώμη τονίζουν ότι αν η Ενωση επιβάλει κυρώσεις στο Παρίσι λόγω υπερβολικού ελλείμματος, το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί θεωρητικά και με τη Ρώμη λόγω του χρέους της, το οποίο έχει ξεπεράσει το 130%.

Σε μια τέτοια περίπτωση όμως, το Βερολίνο θα έμενε με τη σειρά του απομονωμένο, χωρίς κανέναν ισχυρό συνομιλητή πρόθυμο να συνεργαστεί για τη χάραξη μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής. Από μια τέτοια επιλογή ακραίου απομονωτισμού θα έβγαιναν πιθανώς όλοι χαμένοι.

Πηγές της κυβέρνησης της Ρώμης, την ίδια ώρα, επιβεβαιώνουν ότι η Ιταλία δεν εννοεί να θυσιάσει φέτος ούτε ένα ευρώ για νέα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής. Ο Ρέντσι θα κάνει τα πάντα για να μειώσει, αντιθέτως, το κόστος εργασίας και να προσπαθήσει να πετύχει την έγκριση ευρύτερων κοινωνικών παροχών για τους έκτακτους εργαζόμενους που χάνουν τη δουλειά τους.

Μια «στροφή» η οποία φαίνεται να χαίρει και της υποστήριξης του Ιταλού προέδρου της Δημοκρατίας, Τζόρτζιο Ναπολιτάνο: ενώπιον του Μάριο Ντράγκι θέλησε να υπογραμμίσει ότι «το υψηλότατο ποσοστό ανεργίας της Ιταλίας και άλλων χωρών που υιοθέτησαν το ευρώ αποτελεί κύρια πηγή ανησυχίας όχι μόνον για το παρόν, αλλά και για το μέλλον».

Ολα βρίσκονται υπό εξέλιξη, είναι σαφές. Αρχίζοντας από το «διπλό μέτωπο» το οποίο κρατά ανοικτό ο Ματέο Ρέντσι: στο εσωτερικό, στην Ιταλία, επιμένει ότι πρέπει να εγκριθεί μείωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, με περιορισμό της δυνατότητας επαναπρόσληψης όσων υπαλλήλων απολύονται χωρίς αιτία που να ευσταθεί.

Στην Ευρώπη όμως, ζητά περισσότερη ανάπτυξη και κοινωνική πολιτική, για να σταματήσει να εκτινάσσεται σε πρωτοφανή επίπεδα η ανεργία των νέων. Μπορούν, άραγε, να συνεχίσουν να προωθούνται συγχρόνως οι δύο αυτές στρατηγικές επιδιώξεις;

Προς το παρόν, ο επικεφαλής της κυβέρνησης της Ρώμης ενισχύει τις σχέσεις του με τον Κάμερον, συμπαρατάσσεται με τον Ολάντ και ευελπιστεί σε εκλογή, στην Ισπανία, του φίλου του, Πέδρο Σάντσες. Μια ρεαλιστική γραμμή στη λογική της οποίας η λέξη «λιτότητα» ισοδυναμεί πλέον με κίνδυνο πολιτικής εξαφάνισης.