Σε καμιά περίπτωση το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Σκοτία δεν
κλείνει το κεφάλαιο της αμφισβήτησης της ενότητας του Ηνωμένου Βασιλείου
και δεν αποδυναμώνει τον αποσχιστικό εθνικισμό στην ηπειρωτική Ευρώπη
από την Καταλονία μέχρι τη Φλάνδρα αλλά και τη Βόρεια Ιταλία.
Ούτως ή άλλως το 45% υπέρ της ανεξαρτησίας στη Σκοτία είναι ένα πολύ ισχυρό ποσοστό, που από μόνο του επιβάλλει όχι απλώς και μόνο τη διεύρυνση της αυτονομίας, αλλά και τη μετατροπή του Ηνωμένου Βασιλείου σε ομοσπονδιακό ή ακόμη και σε συνομόσπονδο κράτος. Ακόμη, όμως, και αυτή η λύση δεν αντιμετωπίζει τις αιτίες που γιγάντωσαν τον αποσχιστικό εθνικισμό τόσο στη Βρετανία όσο και στην υπόλοιπη ηπειρωτική Ευρώπη. Αν δεν υπάρξει στρατηγική στροφή στις κοινωνικές-οικονομικές ισορροπίες της Γηραιάς Ηπείρου, τα περισσότερα εθνικά κράτη θα έχουν να επιλέξουν μεταξύ ανοιχτής απόσχισης και σταδιακής διολίσθησης προς αυτήν.
Η Σκοτία ενώθηκε με την Αγγλία το 1707, σε ένα κράτος που συνυπήρχαν δύο διαφορετικές εθνότητες, οι Αγγλοσάξονες και οι Κέλτες, και δύο διαφορετικές εκδοχές του Προτεσταντισμού. Με τη σειρά της η Βρετανία ενώθηκε με την Ιρλανδία το 1798, για να αποτελέσουν το Ηνωμένο Βασίλειο. Επί της ουσίας οι ενώσεις δεν ήταν τίποτε άλλο από προσάρτηση στην Αγγλία, με τις αποφάσεις των τοπικών Βουλών να επικυρώνουν απλώς μία κατάκτηση.Η βρετανική ταυτότητα γεννήθηκε από τις αρχές του 19ου αιώνα και μετά στη δυναμική της Βιομηχανικής Επανάστασης. Μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, αγροτική έξοδος και ραγδαία αστικοποίηση, σκληρές εργασιακές συνθήκες και σκληροί αγώνες για τη βελτίωσή τους με κατάληξη ένα υποδειγματικό στη μεταπολεμική περίοδο κοινωνικό κράτος, όλα τα παραπάνω σφυρηλάτησαν στη βάση των παραπάνω δεδομένων μία βρετανική ταυτότητα που υπερέβαινε εθνικές και θρησκευτικές αντιθέσεις, με εξαίρεση την ταραγμένη Ιρλανδία που ακολούθησε μία μακρά περίοδο εμφύλιας σύγκρουσης κυρίως στον Βορρά μετά τη διαίρεση της χώρας το 1922.
Διαφορετική, αλλά και παρόμοια πορεία ακολούθησε η Γαλλία: οι Γερμανόφωνοι στη Λορένη-Αλσατία, οι Ιταλόφωνοι στην Κορσική, οι Καταλανοί και οι Βάσκοι της Νοτιοδυτικής Γαλλίας έγιναν Γάλλοι στο όνομα μίας πολιτικής εθνικής ταυτότητας που ήθελε ως σημεία αναφοράς την ελευθερία, την ισότητα και την αδελφοσύνη.Ετσι στη Βρετανία και τη Γαλλία διαμορφώθηκε μία πολιτική εθνική ταυτότητα στη βάση ενός θεσμικού πλαισίου άλλοτε υπάρχοντος και άλλοτε ζητούμενου που θα εξασφάλιζε περισσότερη δημοκρατία και μεγαλύτερη ευημερία.
Οι πολιτικές εθνικές ταυτότητες αποδεικνύεται ότι κλονίζονται σε οριακό βαθμό από την επέλαση του νεοφιλελευθερισμού της απορρύθμισης και μετά την κρίση του 2008 την πολιτική ακραίας δημοσιονομικής λιτότητας που έχει επιβάλει η Γερμανία στην Ευρωζώνη.Στην Ισπανία η παραχώρηση εξουσιών στις αυτόνομες περιοχές της Καταλανίας και της Χώρας των Βάσκων έχει φτάσει στα όριά της. Αυτό που πυροδοτεί τώρα την απόφαση της Καταλανίας να προχωρήσει σε δημοψήφισμα απόσχισης τον Νοέμβριο είναι η ψευδαίσθηση μίας ταχύτερης εξόδου από την κρίση της Ευρωζώνης που έχει πλήξει την Ισπανία. Ψευδαίσθηση, γιατί η κρίση είναι συνολική, δεν αφορά την Ισπανία, ούτε καν συνολικά τον Νότο της Ευρωζώνης. Δίχως αμφιβολία η νίκη του «Οχι» στη Σκοτία διευκολύνει τον Ραχόι στη σκληρή γραμμή άρνησης νομιμοποίησης του δημοψηφίσματος, αν όμως η πλειοψηφία υπέρ της απόσχισης έχει ισχυρό προβάδισμα, η Μαδρίτη θα γνωρίσει μία κρίση χωρίς προηγούμενο.
Βυθισμένη σε μία κρίση χωρίς προοπτική διεξόδου με τη σημερινή γραμμή πλεύσης της Ευρωζώνης, με το ποσοστό χρέους επί του ΑΕΠ να φτάνει το 145% στις αρχές του 2015 η Ιταλία θα ξαναδεί να τροφοδοτείται ο αποσχιστικός εθνικισμός της Λέγκας του Βορρά και να επεκτείνεται και πέραν της λαϊκιστικής ακροδεξιάς. Η ιστορία, άλλωστε, της ενοποίησης της Ιταλίας, όπου ο Νότος επιδίωξε την ένωση με τον Βορρά στο όνομα της δημοκρατίας και της ευημερίας, για να περάσει σε μία ακραία περιθωριοποίηση και παρασιτισμό στη συνέχεια και πριν από δύο δεκαετίες να πυροδοτήσει τον εθνικισμό του Βορρά, που δεν θέλει να επιδοτεί τις παρασιτικές νότιες επαρχίες, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία μικρογραφία- προαναγγελία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, κυρίως στη μετά τη Συμφωνία του Μάαστριχτ του 1991 εποχή.
Αποβιομηχάνιση, κατεδάφιση του κράτους πρόνοιας στο όνομα του ρεαλισμού της παγκοσμιοποίησης και περαιτέρω ακραία συμπίεση των αντοχών των κοινωνιών, από τη σκληρή λιτότητα που επιβάλλει το Βερολίνο στο όνομα της προστασίας του σκληρού ευρώ: σε πρώτη φάση τα παραπάνω αθροιστικά υπονόμευαν τη δημοκρατική σταθερότητα, πριμοδοτώντας τη λαϊκιστική ακροδεξιά και ταυτόχρονα ή και στη συνέχεια θέτουν σε δεινή δοκιμασία την ενότητα των πολιτικών εθνικών κρατών που είχαν ως κοινό παρονομαστή συνοχής και υπέρβασης εθνοφυλετικών και θρησκευτικών αντιθέσεων την ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή και τον παρεμβατικό - αναδιανεμητικό ρόλο του κράτους.
Συνολικά η πολιτική αποσταθεροποίηση, αλλά και οι τριγμοί στην εθνική ενότητα πολλών κρατών στην ΕΕ - Ευρωζώνη είναι ένα μήνυμα, ένα σήμα κινδύνου που παραπέμπει στην κατάρρευση καθεστώτων και διάλυση κρατών στην Ανατολική Ευρώπη και την ΕΣΣΔ την περίοδο 1989-1991.
kapopoulos@pegasus.gr
Ούτως ή άλλως το 45% υπέρ της ανεξαρτησίας στη Σκοτία είναι ένα πολύ ισχυρό ποσοστό, που από μόνο του επιβάλλει όχι απλώς και μόνο τη διεύρυνση της αυτονομίας, αλλά και τη μετατροπή του Ηνωμένου Βασιλείου σε ομοσπονδιακό ή ακόμη και σε συνομόσπονδο κράτος. Ακόμη, όμως, και αυτή η λύση δεν αντιμετωπίζει τις αιτίες που γιγάντωσαν τον αποσχιστικό εθνικισμό τόσο στη Βρετανία όσο και στην υπόλοιπη ηπειρωτική Ευρώπη. Αν δεν υπάρξει στρατηγική στροφή στις κοινωνικές-οικονομικές ισορροπίες της Γηραιάς Ηπείρου, τα περισσότερα εθνικά κράτη θα έχουν να επιλέξουν μεταξύ ανοιχτής απόσχισης και σταδιακής διολίσθησης προς αυτήν.
Η Σκοτία ενώθηκε με την Αγγλία το 1707, σε ένα κράτος που συνυπήρχαν δύο διαφορετικές εθνότητες, οι Αγγλοσάξονες και οι Κέλτες, και δύο διαφορετικές εκδοχές του Προτεσταντισμού. Με τη σειρά της η Βρετανία ενώθηκε με την Ιρλανδία το 1798, για να αποτελέσουν το Ηνωμένο Βασίλειο. Επί της ουσίας οι ενώσεις δεν ήταν τίποτε άλλο από προσάρτηση στην Αγγλία, με τις αποφάσεις των τοπικών Βουλών να επικυρώνουν απλώς μία κατάκτηση.Η βρετανική ταυτότητα γεννήθηκε από τις αρχές του 19ου αιώνα και μετά στη δυναμική της Βιομηχανικής Επανάστασης. Μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, αγροτική έξοδος και ραγδαία αστικοποίηση, σκληρές εργασιακές συνθήκες και σκληροί αγώνες για τη βελτίωσή τους με κατάληξη ένα υποδειγματικό στη μεταπολεμική περίοδο κοινωνικό κράτος, όλα τα παραπάνω σφυρηλάτησαν στη βάση των παραπάνω δεδομένων μία βρετανική ταυτότητα που υπερέβαινε εθνικές και θρησκευτικές αντιθέσεις, με εξαίρεση την ταραγμένη Ιρλανδία που ακολούθησε μία μακρά περίοδο εμφύλιας σύγκρουσης κυρίως στον Βορρά μετά τη διαίρεση της χώρας το 1922.
Διαφορετική, αλλά και παρόμοια πορεία ακολούθησε η Γαλλία: οι Γερμανόφωνοι στη Λορένη-Αλσατία, οι Ιταλόφωνοι στην Κορσική, οι Καταλανοί και οι Βάσκοι της Νοτιοδυτικής Γαλλίας έγιναν Γάλλοι στο όνομα μίας πολιτικής εθνικής ταυτότητας που ήθελε ως σημεία αναφοράς την ελευθερία, την ισότητα και την αδελφοσύνη.Ετσι στη Βρετανία και τη Γαλλία διαμορφώθηκε μία πολιτική εθνική ταυτότητα στη βάση ενός θεσμικού πλαισίου άλλοτε υπάρχοντος και άλλοτε ζητούμενου που θα εξασφάλιζε περισσότερη δημοκρατία και μεγαλύτερη ευημερία.
Οι πολιτικές εθνικές ταυτότητες αποδεικνύεται ότι κλονίζονται σε οριακό βαθμό από την επέλαση του νεοφιλελευθερισμού της απορρύθμισης και μετά την κρίση του 2008 την πολιτική ακραίας δημοσιονομικής λιτότητας που έχει επιβάλει η Γερμανία στην Ευρωζώνη.Στην Ισπανία η παραχώρηση εξουσιών στις αυτόνομες περιοχές της Καταλανίας και της Χώρας των Βάσκων έχει φτάσει στα όριά της. Αυτό που πυροδοτεί τώρα την απόφαση της Καταλανίας να προχωρήσει σε δημοψήφισμα απόσχισης τον Νοέμβριο είναι η ψευδαίσθηση μίας ταχύτερης εξόδου από την κρίση της Ευρωζώνης που έχει πλήξει την Ισπανία. Ψευδαίσθηση, γιατί η κρίση είναι συνολική, δεν αφορά την Ισπανία, ούτε καν συνολικά τον Νότο της Ευρωζώνης. Δίχως αμφιβολία η νίκη του «Οχι» στη Σκοτία διευκολύνει τον Ραχόι στη σκληρή γραμμή άρνησης νομιμοποίησης του δημοψηφίσματος, αν όμως η πλειοψηφία υπέρ της απόσχισης έχει ισχυρό προβάδισμα, η Μαδρίτη θα γνωρίσει μία κρίση χωρίς προηγούμενο.
Βυθισμένη σε μία κρίση χωρίς προοπτική διεξόδου με τη σημερινή γραμμή πλεύσης της Ευρωζώνης, με το ποσοστό χρέους επί του ΑΕΠ να φτάνει το 145% στις αρχές του 2015 η Ιταλία θα ξαναδεί να τροφοδοτείται ο αποσχιστικός εθνικισμός της Λέγκας του Βορρά και να επεκτείνεται και πέραν της λαϊκιστικής ακροδεξιάς. Η ιστορία, άλλωστε, της ενοποίησης της Ιταλίας, όπου ο Νότος επιδίωξε την ένωση με τον Βορρά στο όνομα της δημοκρατίας και της ευημερίας, για να περάσει σε μία ακραία περιθωριοποίηση και παρασιτισμό στη συνέχεια και πριν από δύο δεκαετίες να πυροδοτήσει τον εθνικισμό του Βορρά, που δεν θέλει να επιδοτεί τις παρασιτικές νότιες επαρχίες, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία μικρογραφία- προαναγγελία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, κυρίως στη μετά τη Συμφωνία του Μάαστριχτ του 1991 εποχή.
Αποβιομηχάνιση, κατεδάφιση του κράτους πρόνοιας στο όνομα του ρεαλισμού της παγκοσμιοποίησης και περαιτέρω ακραία συμπίεση των αντοχών των κοινωνιών, από τη σκληρή λιτότητα που επιβάλλει το Βερολίνο στο όνομα της προστασίας του σκληρού ευρώ: σε πρώτη φάση τα παραπάνω αθροιστικά υπονόμευαν τη δημοκρατική σταθερότητα, πριμοδοτώντας τη λαϊκιστική ακροδεξιά και ταυτόχρονα ή και στη συνέχεια θέτουν σε δεινή δοκιμασία την ενότητα των πολιτικών εθνικών κρατών που είχαν ως κοινό παρονομαστή συνοχής και υπέρβασης εθνοφυλετικών και θρησκευτικών αντιθέσεων την ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή και τον παρεμβατικό - αναδιανεμητικό ρόλο του κράτους.
Συνολικά η πολιτική αποσταθεροποίηση, αλλά και οι τριγμοί στην εθνική ενότητα πολλών κρατών στην ΕΕ - Ευρωζώνη είναι ένα μήνυμα, ένα σήμα κινδύνου που παραπέμπει στην κατάρρευση καθεστώτων και διάλυση κρατών στην Ανατολική Ευρώπη και την ΕΣΣΔ την περίοδο 1989-1991.
kapopoulos@pegasus.gr