27 Ιουλίου 2014

Το δικό της πυραυλικό σύστημα αεράμυνας δοκίμασε η Τουρκία

Του Χριστόδουλου Κ. Γιαλλουρίδη

  • Βιώνει τραγικά σήμερα ο Ελληνισμός την τελευταία φάση της μεταπολίτευσης
  • Συμπληρώνονται σαράντα χρόνια από την αποκατάσταση της δημοκρατίας και τη μεταπολίτευση, αλλά ταυτόχρονα και από την τουρκική εισβολή, η οποία συνεχίζεται και ενδυναμώνεται με τάσεις «νομιμοποίησης» του διεθνούς εγκλήματος που διέπραξε η Τουρκία εις βάρος της Κύπρου
  • Η ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΤΙΚΗ ΕΛΙΤ της χώρας πρέπει να εξηγήσει στον ελληνικό λαό το πώς και το γιατί φτάσαμε σε αυτήν την ταπείνωση και τον διασυρμό…
Ο απολογισμός των σαράντα ετών δημοκρατικής μεταπολίτευσης δεν είναι ευτυχής, ούτε και μπορεί να θεωρηθεί ως μια περίοδος στην ελληνική ιστορία για την οποία οι επόμενες γενιές θα είναι υπερήφανες. Τούτο γιατί η τελευταία φάση της μεταπολίτευσης, την οποία κατά τραγικό τρόπο βιώνει ο Ελληνισμός σήμερα, ανέδειξε αφενός την παθογένεια μιας πελατειακής νοοτροπίας, τη διαφθορά και την ανικανότητα των ηγεσιών που προηγήθηκαν, αλλά καταγράφει σε αυτήν τη φάση και μια εξαιρετικά επώδυνη και επικίνδυνη για το μέλλον αυτού του έθνους στιγμή του ελληνικού κράτους.

Συμπληρώνονται τούτες τις μέρες σαράντα χρόνια από την αποκατάσταση της δημοκρατίας και τη μεταπολίτευση, αλλά ταυτόχρονα και από την τουρκική εισβολή και κατοχή της Κύπρου, η οποία συνεχίζεται και ενδυναμώνεται με τάσεις «νομιμοποίησης» του διεθνούς εγκλήματος που διέπραξε η Τουρκία εις βάρος της Κύπρου το 1974. Η μεταπολιτευτική ελίτ της χώρας πρέπει να εξηγήσει στον ελληνικό λαό το πώς και το γιατί φτάσαμε σε αυτήν την ταπείνωση και τον διασυρμό.

Πώς ένα ιστορικό έθνος, με λαμπρό παρελθόν -όχι μόνο αρχαίο, αλλά και πρόσφατο- οδηγήθηκε στη γελοιοποίηση και στην απομείωση αξιοπρέπειας και κρατική απώλεια κυριαρχίας. Πρέπει να εξηγήσουν οι ηγεσίες που πέρασαν από Ελλάδα και Κύπρο γιατί δεν είχαν φροντίσει να σχεδιάσουν και να διεκδικήσουν αποτελεσματικά την άρση της κατοχής στην Κύπρο -δεδομένης της πολιτικής ευθύνης των Αθηνών για την καταστροφή της Κύπρου-, αλλά και γνωστού όντος πως απώλεια της Κύπρου σημαίνει και σχεδόν παράλληλο και βέβαιο πλήγμα ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο και όχι μόνο.

Η Ελλάδα, εάν η Κύπρος δεν σωθεί, δεν μπορεί να πει «χάσαμε ακόμα μια μικρή μεγάλη πατρίδα», απλώς θα επιβεβαιώσει τη διεθνή της αδυναμία να υπερασπίζεται το εθνικό της συμφέρον, τη δική της κυριαρχία, τον πολιτισμό και την ιστορία της. Η Κύπρος δεν αποτελεί μόνο ιστορικά και πολιτιστικά συνέχεια του Ελληνισμού στην περιοχή της Νοτιοανατολικής λεκάνης της Μεσογείου, αλλά και ως καλώς γνωρίζουμε, αποτελεί μια νομικώς κατοχυρωμένη από την ευθύνη προστασίας του ελληνικού κράτους κρατική οντότητα, όπερ σημαίνει και τη διεθνή νομική υποχρέωση της Ελλάδος να αναλάβει πρωτοβουλία για την αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας, δηλαδή του status quo ante στην Κύπρο.

Από το 1974, αφενός μεν η Ελλάδα δεν κατάφερε μεταπολιτευτικά να συγκροτήσει σε συνθήκες δημοκρατίας ένα μοντέρνο σύγχρονο κράτος, το οποίο να μπορεί να παράγει πολιτικές, να εκπονεί και να στηρίζει οικονομικά προγράμματα για τη χώρα, να υπηρετεί και να εξυπηρετεί τους πολίτες δημιουργώντας έναν νομικό πολιτικό πολιτισμό ευρωπαϊκού επιπέδου, αλλά αντ' αυτού η μεταπολίτευση συνέχισε να οικοδομεί και να εμπεδώνει το παλαιό πελατειακό σύστημα πολιτικής και κρατικής οργάνωσης, το οποίο ενισχύθηκε με τη διάχυση της διαφθοράς σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας διοίκησης, καθώς και της ανικανότητας των εκάστοτε κυβερνώντων να παράγουν πολιτικές υπέρ των και για τα συμφέροντα της χώρας.

Αυτή η παραδοχή περί του θλιβερού απολογισμού των σαράντα χρόνων μεταπολίτευσης, τουτέστιν η αδυναμία του μεταπολιτευτικού ελληνικού κράτους να οικοδομήσει σύγχρονη δημόσια διοίκηση, η οποία να μην εξαρτάται από την κομματοκρατία και τις σκοπιμότητες των πολιτικών, αλλά να εμπεδώνει πελατειακές δομές πολιτικής, πιστοποιεί του λόγου το αληθές.

Διερωτάται κανείς σήμερα πόσο δικαιούμαστε να γιορτάζουμε τα τεσσαρακοστά γενέθλια της δημοκρατίας μας εν μέσω της δίνης της βαθιάς οικονομικής κρίσης, της συνέχειας της αδυναμίας του ελληνικού κράτους να παράγει οποιαδήποτε πρόταση εθνικής στρατηγικής, ενώ ταυτόχρονα η θλίψη ενδυναμώνεται μέσα από την απελπιστική διαπίστωση της έλλειψης διεξόδων για το μέλλον.

Ο πάντοτε αισιόδοξος Έλληνας χάνει σήμερα την ελπιδοφόρα ματιά της ζωής, κινείται στο περιθώριο μιας καθημερινότητας, η οποία συνίσταται -όταν και εφόσον τα καταφέρνει- στην εξασφάλιση του επιουσίου και όχι σε μια δημιουργική ενατένιση του μέλλοντος. Εκατοντάδες χιλιάδες νέοι και νέες της χώρας μας φεύγουν στο εξωτερικό, πράγμα που σημαίνει απώλεια του ίδιου του μέλλοντος της χώρας. Όσοι μένουν είναι κοινωνικά και επιστημονικά παραγκωνισμένοι και χωρίς καμία δυνατότητα αξιοποίησης της επένδυσης που έκανε η πολιτεία στη μόρφωσή τους.

Ζούμε σε μια περίοδο που οι ταχύτητες των αλλαγών είναι τόσο ραγδαίες και ασύλληπτα μεταβαλλόμενες, οι συνθήκες ζωής σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο τέτοιες, που μπορεί στη γειτονία μας ξαφνικά να βρεθούμε οι ουραγοί όλων εκείνων τους οποίους κάποτε κοιτάζαμε με τη θωριά εκείνου του έθνους που στέκει όρθιο χάριν της ιστορίας και του πολιτισμού που κουβαλά.

Εκείνο που πρέπει να κάνουμε σήμερα, διαπιστώνοντας πως τα πράγματα είναι δύσκολα και πως ο απολογισμός είναι θλιβερός, είναι να παύσουμε να θριαμβολογούμε αυτάρεσκα για τη δημοκρατία μας και να κάνουμε αυτοκριτική ως έθνος και κυρίως ως ηγεσία αυτού του έθνους.

Να διαπιστώσουμε πως η δημοκρατία όντως εδραιώθηκε, αλλά από μόνη της δεν αρκεί για να σώσουμε τη χώρα. Πρέπει η Κυβέρνηση να έχει τη βούληση για την εκπόνηση ενός στρατηγικού σχεδίου εθνικής σωτηρίας της χώρας, ενός σχεδίου στο οποίο θα συμπράξουν οι πολιτικές δυνάμεις και δεν θα αποτελεί τον χαμηλότερο παρανομαστή της στρατηγικής στόχευσης, αλλά τη διεκδίκηση του υψηλότερου δυνατού στόχου, που να αποβλέπει στη συνολική ανάκαμψη κράτους και χώρας με όλες τις δυνάμεις που διαθέτει το έθνος για τη σωτηρία μιας πατρίδας που κινδυνεύει πανταχόθεν.

Επικίνδυνο για το μέλλον αδιέξοδο
Ο ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ της μεταπολίτευσης είναι απελπιστικά αρνητικός. Ταυτόχρονα, παρά τις ευκαιρίες που εδόθησαν για οικοδόμηση ισχυρής αποτρεπτικής άμυνας, δεν μπόρεσε να αντιμετωπισθεί και να εξουδετερωθεί η τουρκική απειλή και επιθετικότητα της Τουρκίας σε Αιγαίο, Κύπρο και Θράκη. Αντιθέτως, όλα αυτά ενισχύονται σήμερα σε βαθμό άκρως επικίνδυνο, έτσι ώστε η Τουρκία να αναδεικνύεται σταδιακά σε περιφερειακή ηγεμονική δύναμη με τάσεις φινλανδοποίησης της περιοχής.

Η Ελλάς πολιτικά και οικονομικά συρρικνώνεται, ενώ στην Κύπρο παρατηρείται ένα επικίνδυνο για το μέλλον της μεγαλονήσου αδιέξοδο, το οποίο οφείλεται ακριβώς στο γεγονός ότι Κύπριοι και Ελλαδίτες πολιτικοί κινούνται ερασιτεχνικά και πρόχειρα, χωρίς σχεδιασμό και κυρίως χωρίς εκτίμηση ή αποτίμηση των διακηρύξεων και των εκάστοτε πολιτικών τους.

Πρέπει να απαλείψουμε από την πολιτική μας ζωή την κοκορομαχία εφ’ όλης της ύλης θεμάτων που άπτονται του κράτους, της χώρας και του έθνους και τον διαρκή πολιτικό εμφύλιο που διακρίνει το πολιτικό μας σύστημα και να συναντηθούν οι μεγάλες πολιτικές δυνάμεις της χώρας σε ένα κοινό πρόγραμμα σωτηρίας.

Αυτό σημαίνει στρατηγική για την οικονομία, την πολιτική, τον πολιτισμό και τη συνολική επιστροφή στην αισιοδοξία της προοπτικής ενός ελληνικού φωτεινού μέλλοντος, δηλαδή ιδέες και σχέδιο ευρύτερης ανάκαμψης σε όλα τα επίπεδα.

Ταυτόχρονα, η Αθήνα δεν μπορεί να παριστάνει πως η Λευκωσία είναι ένα άλλο κράτος, που θα τα βγάλει πέρα μόνο του. Αυτός ο «ποντιοπιλατισμός» δεν πλήττει μόνο την Κύπρο, αλλά κυρίως την Αθήνα, γιατί όλοι ξέρουν πως πρόκειται για το ίδιο έθνος με ιστορία, παράδοση και πολιτική που επιβάλλει τη συνέργεια σε ένα κοινό σχέδιο για την απελευθέρωση της Κύπρου από τα δεσμά της κατοχής.

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου

http://www.sigmalive.com/simerini/politics