Μαλούχος Γεώργιος Π.Οι παρακολουθήσεις ήταν μόνον η αρχή: αφού πρώτα γκρίνιαξαν άγρια για
τις αποκαλύψεις του Σνούουντεν σχετικά με τις παρακολουθήσεις των
Αμερικανών, τώρα, όπως δημοσιοποίησαν Τα Νέα του περασμένου Σαββάτου,
προκύπτει ότι οι Γερμανοί παρακολουθούν κι εκείνοι συστηματικά τους
πάντες και τα πάντα. Κι όχι μόνον το κάνουν, αλλά δεν δείχνουν και καμία
διάθεση συγνώμης – αντιθέτως, επί της ουσίας υπερασπίζονται την τακτική
τους η οποία δεν πρόκειται να διακοπεί...
Με αυτό τον τρόπο καθίσταται άμεσα σαφές ότι το Βερολίνο επιστρέφει
πλέον στη λογική και την πρακτική της μεγάλης δύναμης: όχι απλώς της
μεγάλης οικονομικής, αλλά, πια, της γεωπολιτικής δύναμης.
Ηταν φυσικά κάτι που όποιος βλέπει τα όσα συμβαίνουν στην Ευρώπη τα
τελευταία πέντε σχεδόν χρόνια μέσα από την κρίση χρέους το ανέμενε.
Εκείνο όμως που δεν ανέμενε τόσο γρήγορα ούτε και ο πιο συστηματικός και
κριτικός παρατηρητής της νέας γερμανικής ηγεμονίας, είναι άλλο: είναι η
επιστροφή του Βερολίνου στα όπλα.
Ο ίδιος ο πρόεδρος της χώρας Γκάουκ δήλωσε, επίσης το Σάββατο, ότι η Γερμανία πρέπει πλέον να εγκαταλείψει τη λογική των παλιότερων δεκαετιών και να ανταποκριθεί στις νέες “υποχρεώσεις” της στο στρατιωτικό πεδίο. Η χώρα του είναι μια δύναμη που πρέπει να αναλάβει μεγάλες ευθύνες, είπε. Και θα το πράξει. Με άλλα λόγια, εισερχόμαστε πλέον στην περίοδο του πλήρους στρατιωτικού επανεξοπλισμού της Γερμανίας για πρώτη φορά μετά το 1945. Και αυτό συμβαίνει με τις ευλογίες, δυστυχώς, της Ουάσιγκτον που υπό τον πρόεδρο Ομπάμα έχει φανεί αδιάφορη για την παρουσία της Αμερικής στον κόσμο, αλλά και με την σιωπηρή ανοχή των πάλαι ποτέ μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης, η οποιά έχει ήδη μετατραπεί σε γερμανική.
Η τεράστια σημασία του κενού που έχουν, λίαν παραδόξως, αφήσει στη διεθνή σκηνή οι ΗΠΑ φάνηκε με τον πιο έντονο τρόπο στη Συρία, στην Ουκρανία, αλλά ταυτόχρονα και στο Ιράκ με τις μαζικές δολοφονίες από τους ισλαμιστές. Τώρα, η Γερμανία φιλοδοξεί πλέον ανοιχτά να καλύψει ένα μέρος αυτού του κενού. Πρέπει να σημειωθεί ότι η χώρα διαθέτει μία από τις κορυφαίες πολεμικές βιομηχανίες στον κόσμο και η επαναδημιουργία ενός ισχυρότατου γερμανικού στρατού είναι για το Βερολίνο μία σχετικά απλή υπόθεση. Αυτό δε, δεν ισχύει μόνον για το συμβατικό, αλλά και για το πυρηνικό πεδίο, καθώς οι γερμανοί είναι αναμφίβολα κάτοχοι της σχετιικής τεχνολογίας και, ταυτόχρονα, πολύ καλοί στο να διατηρούν επτασφράγιστα τα κρατικά μυστικά τους... Οι Γερμανοί λοιπόν επιστρέφουν στα όπλα. Η μεγάλη στροφή ήδη εκφωνήθηκε, χωρίς να φέρει αντιδράσεις.
Μένει λοιπόν να τη δούμε πια να εκτελείται. Και αυτή και τα αποτελέσματά της.
Ο ίδιος ο πρόεδρος της χώρας Γκάουκ δήλωσε, επίσης το Σάββατο, ότι η Γερμανία πρέπει πλέον να εγκαταλείψει τη λογική των παλιότερων δεκαετιών και να ανταποκριθεί στις νέες “υποχρεώσεις” της στο στρατιωτικό πεδίο. Η χώρα του είναι μια δύναμη που πρέπει να αναλάβει μεγάλες ευθύνες, είπε. Και θα το πράξει. Με άλλα λόγια, εισερχόμαστε πλέον στην περίοδο του πλήρους στρατιωτικού επανεξοπλισμού της Γερμανίας για πρώτη φορά μετά το 1945. Και αυτό συμβαίνει με τις ευλογίες, δυστυχώς, της Ουάσιγκτον που υπό τον πρόεδρο Ομπάμα έχει φανεί αδιάφορη για την παρουσία της Αμερικής στον κόσμο, αλλά και με την σιωπηρή ανοχή των πάλαι ποτέ μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης, η οποιά έχει ήδη μετατραπεί σε γερμανική.
Η τεράστια σημασία του κενού που έχουν, λίαν παραδόξως, αφήσει στη διεθνή σκηνή οι ΗΠΑ φάνηκε με τον πιο έντονο τρόπο στη Συρία, στην Ουκρανία, αλλά ταυτόχρονα και στο Ιράκ με τις μαζικές δολοφονίες από τους ισλαμιστές. Τώρα, η Γερμανία φιλοδοξεί πλέον ανοιχτά να καλύψει ένα μέρος αυτού του κενού. Πρέπει να σημειωθεί ότι η χώρα διαθέτει μία από τις κορυφαίες πολεμικές βιομηχανίες στον κόσμο και η επαναδημιουργία ενός ισχυρότατου γερμανικού στρατού είναι για το Βερολίνο μία σχετικά απλή υπόθεση. Αυτό δε, δεν ισχύει μόνον για το συμβατικό, αλλά και για το πυρηνικό πεδίο, καθώς οι γερμανοί είναι αναμφίβολα κάτοχοι της σχετιικής τεχνολογίας και, ταυτόχρονα, πολύ καλοί στο να διατηρούν επτασφράγιστα τα κρατικά μυστικά τους... Οι Γερμανοί λοιπόν επιστρέφουν στα όπλα. Η μεγάλη στροφή ήδη εκφωνήθηκε, χωρίς να φέρει αντιδράσεις.
Μένει λοιπόν να τη δούμε πια να εκτελείται. Και αυτή και τα αποτελέσματά της.