Οι συγκρούσεις στην Ανατολική Ουκρανία προωθούν φαινομενικά τα ρωσικά συμφέροντα αφού όσο οξύνονται αποδεικνύουν ότι η συνύπαρξη των ρωσόφωνων με τους Ουκρανούς είναι αδύνατη, επομένως η ομοσπονδοποίηση της χώρας ή η διάσπασή της είναι επιβεβλημένη. Ομως, οι αντιδράσεις της Μόσχας είναι «αμυντικές» και αποσκοπούν να αναχαιτίσουν τον ιμπεριαλισμό της Δύσης που αμφισβητεί τη σοβιετική της κληρονομιά ενώ τα τυχόν οφέλη που θα προκύψουν θα είναι οριοθετημένα γεωγραφικά. Ο μεγάλος ωφελημένος της κρίσης είναι αναμφισβήτητα οι ΗΠΑ. Σε μια κρίση που είχε το χαρακτήρα σύγκρουσης συμφερόντων Γερμανίας-Ρωσίας, κυριαρχούν σήμερα η πολιτική και τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Η Ουάσιγκτον αξιοποιεί την κρίση διότι της προσφέρει τη δυνατότητα να εξαπολύσει έναν οικονομικό πόλεμο κατά της Ευρώπης με πρόσχημα τις οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας.
Διότι μέσω των οικονομικών κυρώσεων δεν θα πληγεί μόνον η ρωσική οικονομία αλλά κυρίως η οικονομία της Γερμανίας και των κρατών που διατηρούν ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς με τη Μόσχα. Γι' αυτό επιμένει να κλιμακωθούν. Πρόσθετα, όμως, η Ουάσιγκτον με την επιμονή της για την επιβολή αυστηρών κυρώσεων κατόρθωσε να απελευθερώσει τις αντιθέσεις που σοβούν μεταξύ των ισχυρών κρατών της Ευρώπης. Η Βρετανία και η Γαλλία, σύμφωνα με τον απερχόμενο πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μπαρόζο, που υφίστανται τις συνέπειες της γερμανικής οικονομικής ισχύος εντός της Ε.Ε. πιέζουν για σκληρότερες κυρώσεις ώστε να πληγεί η γερμανική οικονομία, ενώ η Γερμανία αμυνόμενη ζητά περισσότερο χώρο για τη διπλωματία ώστε να αποφύγει τις συνέπειες των κυρώσεων.
Η «γκάφα» του Βερολίνου, το οποίο άνοιξε τις πύλες της Ουκρανίας στην Ουάσιγκτον και έδωσε την ευκαιρία στον πρόεδρο Ομπάμα κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στη Βαρσοβία να συσπειρώσει όλες τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης γύρω από τις ΗΠΑ για την προστασία τους έναντι της Ρωσίας, δείχνοντας ποιος είναι το πραγματικό αφεντικό στην περιοχή, οφείλεται στην εμμονή του να μη λαμβάνει υπόψη του τις διδαχές της Ιστορίας. Διότι οι ΗΠΑ ανδρώθηκαν σε υπερδύναμη μέσα από τις ενδοευρωπαϊκές έριδες και συγκρούσεις. Μάλιστα για να επιτύχουν το σκοπό τους ακολούθησαν το δρόμο της οικονομικής υποδούλωσης των ευρωπαϊκών κρατών, τον ίδιο δηλαδή δρόμο που ακολουθεί σήμερα η Γερμανία για την υποταγή των Ευρωπαίων «εταίρων» της.
Οπως σημειώνει ο Νίκος Ψυρούκης, «όταν έμπαιναν οι ΗΠΑ στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο χρωστούσανε στην Ευρώπη 4,5 δισ. δολάρια. Με τον τερματισμό του πολέμου, η Ευρώπη χρωστούσε στις ΗΠΑ 10 δισ. δολάρια σε πολεμικά χρέη». Με το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, διαλύθηκαν οι αποικιοκρατικές αυτοκρατορίες των ευρωπαϊκών κρατών δίνοντας τη δυνατότητα στο αμερικανικό κεφάλαιο να εισχωρήσει στις αγορές παντού ενώ η καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων στην Ευρώπη αναζωογόνησε την αμερικανική οικονομία. Είναι χαρακτηριστικό πως στο διάστημα 1938-1944 το ετήσιο εθνικό εισόδημα των ΗΠΑ υπερδιπλασιάστηκε, από 41 δισ. δολάρια έφτασε στα 83 δισ., ενώ οι οικονομίες των εμπόλεμων ευρωπαϊκών κρατών κατέρρεαν και υπερχρεώνονταν στην Ουάσιγκτον. Με το σχέδιο Μάρσαλ και το ΝΑΤΟ οι ΗΠΑ υπέταξαν οικονομικά και στρατιωτικά την Ευρώπη, ενώ αν η Ευρώπη εξαρτηθεί και ενεργειακά από τις ΗΠΑ με το σχιστολιθικό πετρέλαιο και αέριο, τότε η χειραγώγησή της θα είναι πλήρης.
Η διαλλακτική στάση που υιοθέτησε ξαφνικά ο Πούτιν για τις εξελίξεις στη Νοτιοανατολική Ουκρανία μετά τη συνάντησή του με τον επικεφαλής του ΟΑΣΕ και οι προσπάθειες του Γερμανού ΥΠΕΞ για τη σύγκληση νέας ειρηνευτικής διάσκεψης, της λεγόμενης «Γενεύης ΙΙ», αποσκοπούν στο να εξαλείψουν τις αφορμές παρέμβασης της Ουάσιγκτον στην κρίση και τη δρομολόγηση ανεπιθύμητων εξελίξεων για τη Μόσχα και το Βερολίνο. Ποιος εγγυάται όμως ότι οι εθνικιστές του Κιέβου δεν θα κλιμακώσουν οι ίδιοι πλέον τις εξελίξεις, προωθώντας τις σκοπιμότητες των αμερικανικών συμφερόντων;