Ηταν κάτι
περισσότερο από ξάφνιασμα. Η απόφαση του Σταύρου Θεοδωράκη να περάσει
στην άλλη όχθη, ως αρχηγός ενός νέου κόμματος, έγινε για πολλούς ζήτημα
προσωπικό, έγινε θέμα στις συζητήσεις της παρέας, έγινε και αφορμή για
σκέψεις σχετικά με τα όρια ανάμεσα στο πολιτικό “είναι” και στο πολιτικό
“φαίνεσθαι¨. Γι αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι σηκώθηκε αμέσως φασαρία,
ακούστηκαν υπερβολές και διατυπώθηκε κριτική πριν ακόμη αρθρωθεί
πολιτικός λόγος, μόνο με αφορμή τις προθέσεις και τα χαρακτηριστικά του
συγκεκριμένου προσώπου που εγκατέλειψε την ασφάλεια της μαγνητοσκόπησης
για να εκτεθεί “ζωντανά” σε ένα κοινό μεγαλύτερο και πιο δύσκολο από
αυτό της υπερεπιτυχημένης εκπομπής “Πρωταγωνιστές”.
Για τα social media
το Ποτάμι ήταν το τέλειο θέμα. Πυροδοτήθηκε ένας ζωηρός διάλογος,
έγιναν ασκήσεις χιούμορ, καλόπιστα και κακόπιστα, διαμορφώθηκαν γρήγορα
αντίπαλες ομάδες που ανταλλάσσουν με πάθος επιχειρήματα, άλλοτε
ουσιαστικά, άλλοτε ανόητα ή εμπαθή, σε κάθε περίπτωση δημιουργήθηκε
πολιτικό γεγονός με το “καλημέρα”. Γιατί; Η
πιθανότερη εξήγηση είναι ότι επειδή πρόκειται για την πρώτη φορά που
επιχειρείται η δημιουργία ενός πολιτικού σχήματος εκτός κομματικού
πλαισίου και μηχανισμών, χωρίς συνεργασία ή συνεννόηση με τους
“ιδιοκτήτες” του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου, χωρίς τις διαδικασίες
και τις μεθόδους που εφαρμόζονται παραδοσιακά στο πολιτικό σύστημα,
χωρίς δηλαδή τους κανόνες του επαγγέλματος. Ανεξάρτητα από το αν
αυτό εκλαμβάνεται ως πραγματική ανανέωση ή ως προχειρότητα, πρόκειται
οπωσδήποτε για κάτι ενδιαφέρον.
Η ερμηνεία δεν είναι πλήρης αν δεν
συνεκτιμηθεί η δημοφιλία του Σταύρου Θεοδωράκη, που είναι εξαιρετικά
συμπαθής σε πάρα πολύ κόσμο, τον ξέρουν όλοι ανεξαρτήτως πολιτικών
προτιμήσεων, και αφήνει μια θαυμαστή καριέρα στα ΜΜΕ όπου ανελισσόταν
διαρκώς πηγαίνοντας από επιτυχία σε επιτυχία, από τα χαμηλά στα ψηλά και
από τα λίγα στα πολλά.
Η απόφασή του να δοκιμαστεί στη δημόσια σφαίρα
αντιμετωπίστηκε με διαφορετικούς τρόπους από τους συναδέλφους.
Εκφράστηκαν όλων των ειδών οι διαθέσεις: Από συγκίνηση μέχρι
κακεντρέχεια, από θαυμασμό μέχρι ειρωνεία, από απορία μέχρι ενόχληση,
από σάστισμα μέχρι μανία αποδόμησης. Είναι λογικό. Εχει κοντά του φίλους
και άλλους που εκτιμούν τη δουλειά του ή πιστεύουν στις δυνατότητές του
ή απλώς ελπίζουν ότι θα γίνει κάτι καλό, έχει απέναντί του όσους
προτάσσουν το “γιατί αυτός και όχι εγώ;”, αλλιώς “τι παραπάνω έχει
εκείνος από μένα;”, ίσως και το “τι σημαίνει για μένα όλο αυτό;”
υπάρχουν και όσοι απλώς αμφισβητούν τις ικανότητες ή και τις προθέσεις
του.
Αν ο Σταύρος Θεοδωράκης αντιμετωπίστηκε με αμφιθυμία από
το χώρο από τον οποίο προέρχεται, τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα γι
αυτόν στο χώρο στον οποίο μετακινήθηκε. Η ΝΔ είχε την πλέον ουδέτερη
αντίδραση γιατί το Ποτάμι δεν απευθύνεται σε δικούς της ψηφοφόρους, ενώ
τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη στιγμή δεν μπορούσαν να κρύψουν τη
δυσφορία τους για την εμφάνιση του νέου κόμματος. Εγιναν απαξιωτικά
σχόλια για τον τηλεαστέρα-αρχηγό, για κόμμα σούπερμάρκετ, για απουσία
ιδεολογικού υπόβαθρου, για δημοσκοπικό φούσκωμα ανάλογο με αυτό που
γινόταν πριν για την Ελιά. Η ΔΗΜΑΡ έδειξε σχετική αυτοσυγκράτηση και ο
Φ. Κουβέλης κάνει κριτική επί της α-πολιτικής που πιστεύει ότι εκφράζει
το εγχείρημα, ενώ ο Ευ. Βενιζέλος δεν μπόρεσε και δεν θέλησε να κρύψει
τη δυσανεξία που του προκαλεί το Ποτάμι ευχόμενος “καλή επιτυχία σε όλες
τις τηλεοπτικές εκπομπές που θέλουν να γίνουν κόμμα¨. Το βιτριολικό
σχόλιο που ενθουσίασε κάποιους από τους συνεργάτες του προέδρου του
ΠΑΣΟΚ δεν είναι βέβαιο ότι πέτυχε το στόχο του, να τραυματίσει την
εικόνα του νέου κόμματος και του αρχηγού του, μπορεί και να εύχονταν μια
τέτοια επίθεση.
Αυτές τις μέρες ο Σταύρος Θεοδωράκης θα παρουσιάσει
ιδέες και προτάσεις, θα περάσει δηλαδή από το γενικό στο ειδικό και από
το διακηρυκτικό στο συγκεκριμένο, επιχειρώντας να απαντήσει σε όσους του
καταλογίζουν κενολογία και απουσία βάθους στο πείραμά του, το οποίο
περιγράφουν ως επικοινωνιακή φούσκα. Εχει κοντά του σοβαρούς επιστήμονες
και τεχνοκράτες που μπορούν να βάλουν σε μια σειρά συγκροτημένες θέσεις
για τα μεγάλα και για τα μικρότερα θέματα που απασχολούν τη χώρα και ο
ίδιος είπε ήδη ότι σέβεται τους “επαίοντες” και θεωρεί αναγκαία τη
συνεργασία των πολιτικών σ αυτούς που έχουν ειδικές γνώσεις.
Στην πρώτη
συνέντευξη τύπου που έδωσε ήταν αμήχανος και κάπου χάθηκε περιγράφοντας
όσα φέρνει το Ποτάμι. Δεν θεωρεί τον εαυτό του κεντροαριστερό, από
μικρός αυτοπροσδιοριζόταν ως αριστερός, παίρνει ιδέες και από τη
φιλελεύθερη παράταξη, επιμένει στη μετριοπάθεια, είναι ακραιφνώς
ευρωπαϊστής, απορρίπτει το δίλημμα μνημόνιο/αντιμνημόνιο, ναι στην
αξιολόγηση-όχι στις απολύσεις (για το Δημόσιο), θέλει δικαίωμα του
εκλέγεσθαι για τους 18άρηδες, μικρότερη Βουλή και αλλαγή εκλογικού
συστήματος προς το αναλογικότερο, πιστεύει σε ένα εθνικό σχέδιο για την
έξοδο από την κρίση, αποδέχεται την ανάγκη της συνεννόησης και της
συνεργασίας με άλλες πολιτικές δυνάμεις που συμφωνούν στα βασικά,
καταλογίζει βαριές ευθύνες στο κομματικό σύστημα για την κατάντια της
χώρας, αποδοκιμάζει τον λαϊκισμό, τον εθνικισμό, το φανατισμό, τον
ανορθολογισμό. Φυσικά αυτά δεν αρκούν για να πείσει ότι μπορεί να κάνει
τη διαφορά στο πολιτικό σύστημα ή ότι θα έχει μια χρήσιμη και ουσιαστική
παρουσία που θα διαρκέσει. Γιατί ο Σταύρος Θεοδωράκης δεν κρίνεται πια
ως αναλυτής, ως σχολιαστής ή ως ρεπόρτερ, κρίνεται ως ένας από τους
απέναντι, αυτούς που η δουλειά τους είναι να δώσουν τις λύσεις.
Είναι ειλικρινής η αγωνία για την ποιότητα των θέσεων που έχει ή δεν έχει το Ποτάμι; Οχι πάντα. Οσοι
βλέπουν καταρχάς θετικά την προσπάθεια και βέβαια ανησυχούν για το τι
υπάρχει κάτω από το νερό, αν δηλαδή ο νέος πολιτικός φορέας μπορεί να
καταθέσει κάτι περισσότερο από έναν νέο τρόπο συμπεριφοράς και έκφρασης
στη δημόσια σφαίρα. Αν δηλαδή μπορεί να δώσει απαντήσεις στις
βασανιστικές ερωτήσεις που απασχολούν όσους δεν ξέρουν ακόμη τι να
ψηφίσουν στις ευρωεκλογές ή δεν είναι βέβαιοι για την επιλογή τους. Οσοι
είναι αδιάφοροι, απλώς περιμένουν τα επόμενα βήματα. Οσοι είναι
εχθρικοί αναζητούν επιχειρήματα για να δικαιολογήσουν τη στάση τους και
επομένως βιάζονται να αποκαλυφθεί πολιτική γύμνια. Και όσοι είναι πολύ
εχθρικοί αναζητούν τα όπλα τους στις απόψεις που θα παρουσιαστούν αλλά
και στα πρόσωπα που θα βγουν μπροστά πέρα από τον ίδιο τον Στ.
Θεοδωράκη.
Δεν είναι κι εύκολο να φτιάξει κανείς ένα κόμμα από το
μηδέν. Δεν είναι καθόλου απλό πράγμα η σύνθεση μιας ομάδας, η σύνταξη
προγράμματος, η δημιουργία δομών και η καθιέρωση διαδικασιών, η
διαμόρφωση στρατηγικής, ο πολιτικός σχεδιασμός, η οργανωμένη και
αποτελεσματική παρέμβαση στα θέματα της επικαιρότητας, η επικοινωνία με
το εκλογικό σώμα πανελλαδικά, η οργάνωση στη βάση. Είναι κάτι εντελώς
διαφορετικό από την προετοιμασία μιας επιτυχημένης εκπομπής ή από το
στήσιμο του protagon. Οσοι βλέπουν με θυμηδία ή
αντιπάθεια το Ποτάμι θα πουν ότι ο Στ. Θεοδωράκης χωρίς τη βοήθεια του
μοντάζ θα αποδειχθεί λίγος. Και όσοι θέλουν να πάει καλά για να γίνει η
αρχή της μετάβασης στο νέο πολιτικό κόσμο θα αναρωτηθούν τι θα συμβεί
στην περίπτωση που δεν τα καταφέρει. Εντάξει, ο ίδιος θα βρει το δρόμο
του, αλλά ποιος/πότε θα ξαναδοκιμάσει να πάρει ένα τέτοιο ρίσκο και
ποιοι θα τον ακολουθήσουν. Είναι πολύ πιθανό ότι σε μια τέτοια περίπτωση
ο χώρος θα μείνει ξανά ελεύθερος για καιρό, για να κάνουν παιχνίδι οι
επαγγελματίες, χωρίς ενοχλητικούς ξένους να εμφανίζονται μπροστά τους με
σακίδιο.