- Βασιλοπούλου Κορίνα -Monde Diplomatique - του Guillaume Pitron Αλλά ποιος νοιάζεται για τις κριτικές; Η τήρηση των δεσμεύσεων της χώρας έδωσε τη δυνατότητα στον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν να κερδίσει μια πρώτη συμβολική νίκη. Η Ρωσία εδραιώνει το στάτους της ως εύπορο και οργανωμένο κράτος, σε ένα σκηνικό που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ταπείνωση που ακολούθησε τη διάλυσή της, δύο δεκαετίες νωρίτερα
Όταν ρωτάμε κάποιον από τους υπεύθυνους του εργοταξίου στις Ολυμπιακές
εγκαταστάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τους περιβαλλοντικούς
κανονισμούς, μας κοιτάζει με βλέμμα δυσπιστίας - τόσο τρελό του φαίνεται
το ζήτημα. Αν έπρεπε να αρχίσουμε να ξηλώνουμε τη συστημική διαφθορά
και να ζητάμε τη γνώμη του κόσμου για κάθε διοικητικό θέμα, μας απαντά
με λίγα λόγια, ακόμα δεν θα είχαν στεγνώσει τα θεμέλια του σταδίου του
πατινάζ. «Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή παρέλυσε κάθε δημοκρατική
πρωτοβουλία, με το να εγγυηθεί την υλοποίηση κολοσσιαίων έργων σε χρόνο
ρεκόρ!», δηλώνει ο Φιοντόρ Κουκιανόρφ, αρχισυντάκτης της ρωσικής
διπλωματικής επιθεώρησης Global Affairs. «Από τότε, ό,τι συμβαίνει στο Σότσι επ' ουδενί θα μπορούσε να αποτελέσει τεστ για το κράτος δικαίου στη χώρα μας».
Αλλά ποιος νοιάζεται για τις κριτικές; Η τήρηση των δεσμεύσεων της χώρας έδωσε τη δυνατότητα στον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν να κερδίσει μια πρώτη συμβολική νίκη. Η Ρωσία εδραιώνει το στάτους της ως εύπορο και οργανωμένο κράτος, σε ένα σκηνικό που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ταπείνωση που ακολούθησε τη διάλυσή της, δύο δεκαετίες νωρίτερα. Η αποσάθρωση των θεσμών και των δημοσίων υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκε βιαστικά υπό την επιτήρηση της Δύσης, η αρπακτική μανία των ολιγαρχών κατά τη διάρκεια των ιδιωτικοποιήσεων, η κατάρρευση της παραγωγής -μειώθηκε κατά 40% μέσα στο διάστημα 1991-1998-, όλα αυτά είχαν προκαλέσει ένα γενικευμένο αίσθημα κοινωνικής έκπτωσης, το οποίο εκφραζόταν κυρίως μέσω της πεποίθησης ότι το έθνος δεν θα είχε πια τη δυνατότητα να φιλοξενήσει μια διεθνή διοργάνωση.
Τον μήνα Φεβρουάριο του 2014, λοιπόν, η υπερηφάνεια μπροστά στο θέαμα της Ολυμπιακής φλόγας που θα εισέρχεται στον κλειστό χώρο του σταδίου Φιστ στο Σότσι θα είναι διπλή. «Με την γκλάσνοστ (διαφάνεια) και το πέρασμα από το μοντέλο της κολεκτίβας στην οικονομία της αγοράς, το ρωσικό κράτος, αρχικά υπό την ηγεσία του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και κατόπιν του Μπόρις Γέλτσιν, έζησε επαναστατικές περιόδους, τις οποίες πρέπει να διαδεχθεί μια περίοδος σταθεροποίησης», εξηγεί ο πολιτικός αναλυτής Κονσταντίν Φον Έγκερτ. «Αυτήν ακριβώς τη σταθερότητα εκπροσωπούν ο Πούτιν και οι Ολυμπιακοί του Σότσι».
Το σύμβολο που προβάλλουν επίσης οι Ολυμπιακοί είναι εκείνο ενός κράτους που επανεδραιώνει την εθνική του κυριαρχία. Ο θάνατος του σοβιετικού συστήματος επέφερε και την απώλεια της επιρροής της Ρωσίας στους πρώην δορυφόρους της. Το τραύμα επιδεινώθηκε με την προσπάθεια απόσχισης της Τσετσενίας, κατόπιν με τις «έγχρωμες επαναστάσεις» που άγγιξαν τη Γεωργία το 2003, την Ουκρανία το 2004, το Κιργιστάν το 2005... Η νικηφόρα στρατιωτική επέμβαση κατά της Γεωργίας, τον Αύγουστο του 2008, την οποία ο κόσμος βίωσε ως έμμεση σύγκρουση με τις ΗΠΑ, επέτρεψε στη σημαία να υψωθεί ξανά. Το 2014, η επανεδραίωση της ρωσικής κυριαρχίας σε αυτή την ανυπότακτη περιοχή προσβλέπει σε μια γεωπολιτική διάσταση που να ανταποκρίνεται στη διαδρομή της Ολυμπιακής φλόγας: θα πρέπει να εκτεθεί στον Βόρειο Πόλο, στο Διάστημα και μέχρι τη νήσο Σαχαλίνη, θέατρο εδαφικής διαμάχης με την Ιαπωνία: «Αυτή η παράτα εθνικής κυριαρχίας αποδεικνύει ότι ο Πούτιν θεωρεί τον εαυτό του ως μεγάλο ενοποιητή του ρωσικού έθνους, στα χνάρια του Ιβάν του Τρομερού», αναλύει ο Σεργκέι Μεντβέντεφ, καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στη Σχολή Ανώτατων Οικονομικών Σπουδών της Μόσχας (HSE).
Το γεγονός ότι η φλόγα ολοκληρώνει τον περίπλου της στο Σότσι έχει συγκεκριμένη πολιτική στόχευση: να αποδώσει τον έλεγχο σε μια περιοχή εκτεθειμένη στους κραδασμούς των ένοπλων συγκρούσεων στον Καύκασο. Κι ενώ οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο μετρό της Μόσχας, τον Μάρτιο του 2010 (39 νεκροί) και στο αεροδρόμιο Ντομοντέτοβο, τον Ιανουάριο του 2011 (36 νεκροί), την ευθύνη για τις οποίες ανέλαβε ο αρχηγός των Τσετσένων ανταρτών και ιδρυτής του Εμιράτου του Καυκάσου, Ντόκου Ουμαρόφ, έχουν αφήσει βαθιές πληγές, η διεξαγωγή των Ολυμπιακών πιστοποιεί την εικόνα μιας χώρας ασφαλούς και ικανής να εγγυηθεί το απαραβίαστο του εδάφους της. Ένα στοίχημα μάλλον παρακινδυνευμένο, καθώς ο Ουμαρόφ απηύθηνε κάλεσμα, τον Ιούλιο του 2013, «να εμποδιστεί με κάθε μέσο» η διεξαγωγή των αγώνων, ενώ, στα τέλη Δεκεμβρίου, δύο επιθέσεις αυτοκτονίας στην πόλη Βόλγκογκραντ,1 στον Βόρειο Καύκασο, άφησαν πίσω τους 33 νεκρούς...
«Δεν είναι Ολυμπιάδα αυτό που γίνεται στο Σότσι, είναι ψυχοθεραπεία», ορκίζεται ο Αλεξέι Μουχίν πίσω από το τιμόνι του 4Χ4 που τρέχει με φουλ ταχύτητα στις μεγάλες αρτηρίες της πρωτεύουσας. Για τον γενικό διευθυντή του Κέντρου Πολιτικής Ενημέρωσης, το πέρασμα της Ρωσίας στη σφαίρα επιρροής της Δύσης εξουδετέρωσε τις ιδιαιτερότητες του ρωσικού κράτους, «σε σημείο σήμερα να μην ξέρουμε πια ποιοι είμαστε».
Oι Ολυμπιακοί Αγώνες έρχονται όντως σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η Ρωσία βρίσκεται σε πλήρη φάση αναζήτησης της ταυτότητάς της. «Είμαστε μια νέα σε ηλικία χώρα, στην οποία, από το 1991 και μετά, τα πάντα είναι καινούργια: η εθνολογική σύσταση, η πολιτική οργάνωση, οι βάσεις της οικονομίας, το Σύνταγμα... Για τους Ρώσους, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ορίσουν το πλαίσιο μιας νέας εθνικής ταυτότητας, μη κομμουνιστικής - κι αυτό είναι δύσκολο», εξηγεί ο Φον Έγκερτ. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε και μια λανθάνουσα νοσταλγία για την αυτοκρατορία και μια πολύ έντονη αίσθηση ιδιαιτερότητας. Όλα αυτά τα στοιχεία δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για την ανάδυση ενός εθνικισμού, αγγελιοφόρος του οποίου γίνεται ο πρόεδρος Πούτιν, μετά την επανεκλογή του στην κεφαλή της χώρας, τον Μάρτιο του 2012.
«Ο Πούτιν έγινε αρχικά ο μεγάλος θεράπων των πληγών του έθνους και ο άνθρωπος που κατόρθωσε να ανασυντάξει το κράτος. Κατόπιν, θέλησε να γίνει ο μεγάλος εκσυγχρονιστής του. Η πορεία αυτή σημαδεύτηκε από μια αποτυχία, διότι η προεδρία του Ντιμίτρι Μεντβέντεφ από το 2008 ώς το 2012 δεν επέφερε το δημοκρατικό άνοιγμα που όλοι περίμεναν. Πλέον, ο Πούτιν ξεπροβάλλει ως εθνάρχης με ευρεία υποστήριξη από την κοινή γνώμη», παρατηρεί ο Αντρέι Μελβίλ, καθηγητής στο HSE. Στρατηγική που αποδεικνύει την ισχυροποίηση ενός δημόσιου λόγου που εξαίρει τη μοναδικότητα του μοντέλου και της ταυτότητας της Ρωσίας. «Πρόκειται για πραγματικό πολιτικό φαινόμενο», παρατηρεί ο Μελβίλ. «Και οι Ολυμπιακοί του Σότσι είναι κομμάτι αυτής της τάσης».
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η 22η Χειμερινή Ολυμπιάδα θα αποτελέσει πράγματι την ιδανική ευκαιρία για να μεταφέρει ένα μήνυμα: την επιστροφή της «Μεγάλης Ρωσίας», ενός έθνους καθ' όλα αξιοπρεπούς (εξ ου και η χάρη που απονεμήθηκε τον Δεκέμβριο στον πρώην ολιγάρχη του πετρελαίου Μιχαήλ Χοντορκόφσκι και η αμνηστία στις δύο Pussy Riot, Ναντιέζντα Τολοκονικόβα και Μαρία Αλέχινα), εύπορου και ισχυρού, μέσα σε ένα κόσμο, τον οποίο ο πρόεδρος Πούτιν, στην ομιλία του στο Μόναχο, το 2007, αποκάλεσε «πολυπολικό». Σε αντίθεση με την Κίνα, η οποία μετά την Ολυμπιάδα το 2008 φρόντισε να κρατηθεί μακριά από τα παγκόσμια πράγματα, η Ρωσία σκοπεύει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο κονσέρτο των εθνών, προσφέροντας μια πειστική εναλλακτική απέναντι στην αμερικανική και, εν γένει, τη δυτική ηγεμονία.
Αυτή τη διάθεση αντιπαλότητας, η ρωσική διπλωματία την έχει εκδηλώσει με διάφορες ευκαιρίες από το 2008: με τον πόλεμο - αστραπή κατά της Γεωργίας τον ίδιο χρόνο, με την πρόοδο που σημειώνει το σχέδιο για τον ρωσοϊταλικό αγωγό φυσικού αερίου South Stream (ο οποίος παρακάμπτει την Ουκρανία) εις βάρος του ανταγωνιστικού Nabucco, τον οποίο υποστηρίζουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ, με την επιτυχία της επανάληψης των διαπραγματεύσεων για τα πυρηνικά του Ιράν, τον Νοέμβριο του 2013 -καρπό έντονης παρασκηνιακής δραστηριότητας του προέδρου Πούτιν με στόχο να προωθήσει το διάλογο έναντι της χρήσης βίας- με την απόφαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) για την καταστροφή του χημικού οπλοστασίου της Συρίας2 και, ακόμα πιο πρόσφατα, με την υπογραφή οικονομικών συμφωνιών μεταξύ Ουκρανίας και Μόσχας αντί για τη συμφωνία σύνδεσης με τις Βρυξέλλες.3
Ο αθλητισμός, πρωταρχικό στοιχείο της μήτρας του έθνους, εξυπηρετεί κι αυτός τον ίδιο σκοπό: «Οι Ολυμπιακοί διαιωνίζουν αυτή την ιδέα περί μεγαλείου που παραπέμπει στις δυο αυτοκρατορίες -τη δυναστεία των Ρομανόφ και τη σοβιετική-, η οποία έχει σμιλεύσει την ταυτότητα της χώρας», αναλύει ο Φον Έγκερτ. Ο αθλητισμός, χαρακτηριστικό το οποίο ενώνει ένα μεγαλειώδες παρελθόν κι ένα λαμπρό μέλλον, όπως ελπίζουν πολλοί, προεκτείνει, με τη βοήθεια υπέρογκων εξόδων, τη γραφή της εθνικής αφήγησης.
Αν οι αγώνες διεξαχθούν χωρίς επεισόδια και αν οι Ρώσοι αθλητές ξεχωρίσουν για τις καλές τους επιδόσεις, θα επιτρέψουν στον Πούτιν να ανορθώσει το κύρος του στην εγχώρια πολιτική σκηνή. «Θα αποτελέσει μια εκθαμβωτική προσωπική νίκη γι' αυτόν, που σκοπεύει να αφήσει στην ιστορία τα χνάρια του ως ένας αρχηγός κράτους ικανός να οδηγήσει ομαλά τη μετάβαση της μετακομμουνιστικής Ρωσίας στον εκσυγχρονισμό», σημειώνει ο Αρνό Ντιμπιέν, διευθυντής του Γαλλορωσικού Παρατηρητηρίου στη Μόσχα. Σύντομη ανάπαυλα προβλέπουν, πάντως, πολλοί παρατηρητές, καθώς οι προκλήσεις στον ορίζοντα πολλαπλασιάζονται: δημοτικότητα σε πτώση («μόνο» 60% θετικές γνώμες συγκριτικά με το 80% το 2008), η ανάγκη να ανοίξει η χώρα τις πύλες της σε εξειδικευμένους μετανάστες παρά τη διστακτική κοινή γνώμη, η ειρήνευση στο Νταγκεστάν, έρμαιο της ισλαμικής τρομοκρατίας και συνάμα βάρβαρης καταστολής, και, κυρίως, ένας απογοητευτικός ρυθμός ετήσιας ανάπτυξης, τον οποίο το υπουργείο Οικονομικών υπολογίζει μόνο στο 1,4% για το 2013 και περίπου στο 2,5% ώς το 2030. Οι προβλέψεις αυτές εξηγούνται από την πτώση των ξένων επενδύσεων και από την κάμψη του εξωτερικού εμπορίου, γεγονότα που εντείνονται από την ξεκάθαρη δημογραφική μείωση: ενώ ο πληθυσμός της ήταν 148,7 εκατομμύρια το 1991, η Ρωσία σήμερα αριθμεί μόνο 142,5 εκατομμύρια κατοίκους. Ένας αριθμός που ενδέχεται να κατεβεί ακόμα και στα 128 εκατομμύρια ώς το 2030.4
Oι προβλέψεις αυτές δεν πτοούν στο ελάχιστο την επιθυμία του Πούτιν να ακολουθήσει πολιτική ανανέωσης των υποδομών της χώρας, οι οποίες είναι διαβόητες για την ημιπρωτόγονη κατάστασή τους, πολλαπλασιάζοντας έτσι τις διεθνείς δεσμεύσεις. «Από τον εορτασμό των 300 χρόνων της Αγίας Πετρούπολης, το 2003 και μετά, όλα τα γεγονότα μείζονος σημασίας αποτελούν πρόφαση για την ανάπτυξη της Ρωσίας», παρατηρεί ο Λουκιανόφ. Ο διαγωνισμός της Γιουροβίζιον στη Μόσχα, το 2009, το 24ο Φόρουμ Οικονομικής Συνεργασίας για την Ανατολική Ασία στο Βλαδιβοστόκ, το 2012, η διάσκεψη κορυφής των G20 στην Αγία Πετρούπολη, το 2013, το παγκόσμιο πρωτάθλημα κολύμβησης στο Καζάν, το 2015 και, βέβαια, το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου, το 2018, οι αγώνες του οποίου θα φιλοξενηθούν σε καμιά δεκαριά πόλεις - ανάμεσά τους το Σότσι, το Καλίνινγκραντ, η Μόσχα και το Βόλγκοκραντ: πολλές οι αφορμές για την ανάπτυξη ενός αχανούς εδάφους.
Kαι φυσικά, «αυτό γίνεται με τη ρωσική μέθοδο: στο Σότσι, όπως κι αλλού, οι εργασίες πρέπει να γίνουν πάση θυσία, όποιο κι αν είναι το κόστος», λέει με λύπη ο Νικολάι Πετρόφ, ερευνητής στο κέντρο Carnegie της Μόσχας. Αυτή η μονίμως επείγουσα κατάσταση που περιστρέφεται γύρω από κάποιους στρατηγικούς άξονες -πράγμα που εκ των πραγμάτων αποκλείει κάθε δυνατότητα δημοκρατικής διακυβέρνησης- «γεννά μεγαλεπήβολα σχέδια, τα οποία δεν χρειάζεται κανείς», λέει αγανακτισμένη η Λίλια Σέτσοβα, πολιτειολόγος στο κέντρο Carnegie. «Είναι τόσα τα θωρηκτά Ποτέμκιν που επιδεινώνουν τους κινδύνους για κατάρρευση της χώρας». Γιατί οι αδυναμίες παραμένουν ολοφάνερες: οικονομία που εξαρτάται ευρέως από τους υδρογονάνθρακες, βιομηχανική εξειδίκευση κληροδοτημένη από το σοβιετικό πολεμικοβιομηχανικό σύμπλεγμα (εξοπλισμοί, μεταλλουργία, αεροναυπηγική), τραπεζικός τομέας περιορισμένων διαστάσεων...
Πίσω από την ενίσχυση των υποδομών κρύβεται μια συγκεκριμένη στρατηγική: η διατήρηση μιας παρουσίας στις παρυφές της πρώην αυτοκρατορίας, στην ασιατική πλευρά (Βλαδιβοστόκ) απέναντι στους Ιάπωνες ανταγωνιστές και στους Κινέζους αντιπάλους, στη δυτική πλευρά (Καλίνινγκραντ) ως απάντηση στην επέκταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις πύλες του Καυκάσου (Σότσι) για την υποκατάσταση των αποσχιστικών τάσεων με την οικονομική ανάπτυξη. Εν ολίγοις, όπως υποστηρίζει η Νατάλια Ζουμπάριεβιτς, αναλύτρια στο ανεξάρτητο Ινστιτούτο Κοινωνικής Πολιτικής, «τα πάντα είναι ζήτημα εθνικής ασφάλειας, προτεραιότητα με την οποία οι ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών είναι άρρηκτα συνδεδεμένες όσο ποτέ πριν».
Αν όλα κυλήσουν ομαλά, η ερμηνεία που θα δοθεί στην επιτυχία της Ολυμπιάδας είναι αρκετά προβλέψιμη. Τα ερείσματα του προέδρου Πούτιν -οι μεσαίες τάξεις που εργάζονται στον τομέα της κατευθυνόμενης οικονομίας, οι γραφειοκράτες και οι τοπικές ελίτ- θα δουν σε αυτή μια καλοδεχούμενη εδραίωση του κράτους, από την οποία εξαρτώνται οι πηγές των εισοδημάτων τους. Οι επικριτές του καθεστώτος -οι ανώτερες τάξεις που συγκεντρώνονται στις μεγάλες πόλεις και τα δυτικά μέσα ενημέρωσης που στηρίζουν σε μεγάλο βαθμό τα αιτήματά τους-, οι οποίοι καταδικάζουν την αυταρχική στροφή και την ανικανότητα του κράτους να δημιουργήσει μια περισσότερο πλουραλιστική οικονομία, θα έλθουν αντιμέτωποι με την ίδια την οπτική τους για έναν κολοσσό με πήλινα πόδια. Για τους κατοίκους του Σότσι, τέλος, θα έχουν αλλάξει τα πάντα... και συγχρόνως τίποτα: το μποτιλιάρισμα που δημιουργείται συχνά από την κίνηση του προεδρικού κονβόι στην παραθαλάσσια πόλη, το μεσογειακό κλίμα και, βέβαια, το θρόισμα του ανέμου που χαϊδεύει ακούραστα στην προκυμαία τα μεταξένια φύλλα της φοινικιάς.
1 (ΣτΜ): πρώην Στάλινγκραντ
2 Βλ. Jacques Levesque, «Επιστροφή στην παγκόσμια σκηνή με τολμηρή διπλωματία», http://www.monde-diplomatique.gr/spip.php?article488.
3 Βλ. «Αποσύνδεση από την ευρωπαϊκή τροχιά», http://www.monde-diplomatique.gr/spip.php?article494.
4 Βλ. Philippe Descamps, «La Russie en voie de dépeuplement», Le Monde Diplomatique, Ιούνιος 2011.
Αλλά ποιος νοιάζεται για τις κριτικές; Η τήρηση των δεσμεύσεων της χώρας έδωσε τη δυνατότητα στον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν να κερδίσει μια πρώτη συμβολική νίκη. Η Ρωσία εδραιώνει το στάτους της ως εύπορο και οργανωμένο κράτος, σε ένα σκηνικό που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ταπείνωση που ακολούθησε τη διάλυσή της, δύο δεκαετίες νωρίτερα. Η αποσάθρωση των θεσμών και των δημοσίων υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκε βιαστικά υπό την επιτήρηση της Δύσης, η αρπακτική μανία των ολιγαρχών κατά τη διάρκεια των ιδιωτικοποιήσεων, η κατάρρευση της παραγωγής -μειώθηκε κατά 40% μέσα στο διάστημα 1991-1998-, όλα αυτά είχαν προκαλέσει ένα γενικευμένο αίσθημα κοινωνικής έκπτωσης, το οποίο εκφραζόταν κυρίως μέσω της πεποίθησης ότι το έθνος δεν θα είχε πια τη δυνατότητα να φιλοξενήσει μια διεθνή διοργάνωση.
Τον μήνα Φεβρουάριο του 2014, λοιπόν, η υπερηφάνεια μπροστά στο θέαμα της Ολυμπιακής φλόγας που θα εισέρχεται στον κλειστό χώρο του σταδίου Φιστ στο Σότσι θα είναι διπλή. «Με την γκλάσνοστ (διαφάνεια) και το πέρασμα από το μοντέλο της κολεκτίβας στην οικονομία της αγοράς, το ρωσικό κράτος, αρχικά υπό την ηγεσία του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και κατόπιν του Μπόρις Γέλτσιν, έζησε επαναστατικές περιόδους, τις οποίες πρέπει να διαδεχθεί μια περίοδος σταθεροποίησης», εξηγεί ο πολιτικός αναλυτής Κονσταντίν Φον Έγκερτ. «Αυτήν ακριβώς τη σταθερότητα εκπροσωπούν ο Πούτιν και οι Ολυμπιακοί του Σότσι».
Το σύμβολο που προβάλλουν επίσης οι Ολυμπιακοί είναι εκείνο ενός κράτους που επανεδραιώνει την εθνική του κυριαρχία. Ο θάνατος του σοβιετικού συστήματος επέφερε και την απώλεια της επιρροής της Ρωσίας στους πρώην δορυφόρους της. Το τραύμα επιδεινώθηκε με την προσπάθεια απόσχισης της Τσετσενίας, κατόπιν με τις «έγχρωμες επαναστάσεις» που άγγιξαν τη Γεωργία το 2003, την Ουκρανία το 2004, το Κιργιστάν το 2005... Η νικηφόρα στρατιωτική επέμβαση κατά της Γεωργίας, τον Αύγουστο του 2008, την οποία ο κόσμος βίωσε ως έμμεση σύγκρουση με τις ΗΠΑ, επέτρεψε στη σημαία να υψωθεί ξανά. Το 2014, η επανεδραίωση της ρωσικής κυριαρχίας σε αυτή την ανυπότακτη περιοχή προσβλέπει σε μια γεωπολιτική διάσταση που να ανταποκρίνεται στη διαδρομή της Ολυμπιακής φλόγας: θα πρέπει να εκτεθεί στον Βόρειο Πόλο, στο Διάστημα και μέχρι τη νήσο Σαχαλίνη, θέατρο εδαφικής διαμάχης με την Ιαπωνία: «Αυτή η παράτα εθνικής κυριαρχίας αποδεικνύει ότι ο Πούτιν θεωρεί τον εαυτό του ως μεγάλο ενοποιητή του ρωσικού έθνους, στα χνάρια του Ιβάν του Τρομερού», αναλύει ο Σεργκέι Μεντβέντεφ, καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στη Σχολή Ανώτατων Οικονομικών Σπουδών της Μόσχας (HSE).
Το γεγονός ότι η φλόγα ολοκληρώνει τον περίπλου της στο Σότσι έχει συγκεκριμένη πολιτική στόχευση: να αποδώσει τον έλεγχο σε μια περιοχή εκτεθειμένη στους κραδασμούς των ένοπλων συγκρούσεων στον Καύκασο. Κι ενώ οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο μετρό της Μόσχας, τον Μάρτιο του 2010 (39 νεκροί) και στο αεροδρόμιο Ντομοντέτοβο, τον Ιανουάριο του 2011 (36 νεκροί), την ευθύνη για τις οποίες ανέλαβε ο αρχηγός των Τσετσένων ανταρτών και ιδρυτής του Εμιράτου του Καυκάσου, Ντόκου Ουμαρόφ, έχουν αφήσει βαθιές πληγές, η διεξαγωγή των Ολυμπιακών πιστοποιεί την εικόνα μιας χώρας ασφαλούς και ικανής να εγγυηθεί το απαραβίαστο του εδάφους της. Ένα στοίχημα μάλλον παρακινδυνευμένο, καθώς ο Ουμαρόφ απηύθηνε κάλεσμα, τον Ιούλιο του 2013, «να εμποδιστεί με κάθε μέσο» η διεξαγωγή των αγώνων, ενώ, στα τέλη Δεκεμβρίου, δύο επιθέσεις αυτοκτονίας στην πόλη Βόλγκογκραντ,1 στον Βόρειο Καύκασο, άφησαν πίσω τους 33 νεκρούς...
«Δεν είναι Ολυμπιάδα αυτό που γίνεται στο Σότσι, είναι ψυχοθεραπεία», ορκίζεται ο Αλεξέι Μουχίν πίσω από το τιμόνι του 4Χ4 που τρέχει με φουλ ταχύτητα στις μεγάλες αρτηρίες της πρωτεύουσας. Για τον γενικό διευθυντή του Κέντρου Πολιτικής Ενημέρωσης, το πέρασμα της Ρωσίας στη σφαίρα επιρροής της Δύσης εξουδετέρωσε τις ιδιαιτερότητες του ρωσικού κράτους, «σε σημείο σήμερα να μην ξέρουμε πια ποιοι είμαστε».
Oι Ολυμπιακοί Αγώνες έρχονται όντως σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η Ρωσία βρίσκεται σε πλήρη φάση αναζήτησης της ταυτότητάς της. «Είμαστε μια νέα σε ηλικία χώρα, στην οποία, από το 1991 και μετά, τα πάντα είναι καινούργια: η εθνολογική σύσταση, η πολιτική οργάνωση, οι βάσεις της οικονομίας, το Σύνταγμα... Για τους Ρώσους, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ορίσουν το πλαίσιο μιας νέας εθνικής ταυτότητας, μη κομμουνιστικής - κι αυτό είναι δύσκολο», εξηγεί ο Φον Έγκερτ. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε και μια λανθάνουσα νοσταλγία για την αυτοκρατορία και μια πολύ έντονη αίσθηση ιδιαιτερότητας. Όλα αυτά τα στοιχεία δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για την ανάδυση ενός εθνικισμού, αγγελιοφόρος του οποίου γίνεται ο πρόεδρος Πούτιν, μετά την επανεκλογή του στην κεφαλή της χώρας, τον Μάρτιο του 2012.
«Ο Πούτιν έγινε αρχικά ο μεγάλος θεράπων των πληγών του έθνους και ο άνθρωπος που κατόρθωσε να ανασυντάξει το κράτος. Κατόπιν, θέλησε να γίνει ο μεγάλος εκσυγχρονιστής του. Η πορεία αυτή σημαδεύτηκε από μια αποτυχία, διότι η προεδρία του Ντιμίτρι Μεντβέντεφ από το 2008 ώς το 2012 δεν επέφερε το δημοκρατικό άνοιγμα που όλοι περίμεναν. Πλέον, ο Πούτιν ξεπροβάλλει ως εθνάρχης με ευρεία υποστήριξη από την κοινή γνώμη», παρατηρεί ο Αντρέι Μελβίλ, καθηγητής στο HSE. Στρατηγική που αποδεικνύει την ισχυροποίηση ενός δημόσιου λόγου που εξαίρει τη μοναδικότητα του μοντέλου και της ταυτότητας της Ρωσίας. «Πρόκειται για πραγματικό πολιτικό φαινόμενο», παρατηρεί ο Μελβίλ. «Και οι Ολυμπιακοί του Σότσι είναι κομμάτι αυτής της τάσης».
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η 22η Χειμερινή Ολυμπιάδα θα αποτελέσει πράγματι την ιδανική ευκαιρία για να μεταφέρει ένα μήνυμα: την επιστροφή της «Μεγάλης Ρωσίας», ενός έθνους καθ' όλα αξιοπρεπούς (εξ ου και η χάρη που απονεμήθηκε τον Δεκέμβριο στον πρώην ολιγάρχη του πετρελαίου Μιχαήλ Χοντορκόφσκι και η αμνηστία στις δύο Pussy Riot, Ναντιέζντα Τολοκονικόβα και Μαρία Αλέχινα), εύπορου και ισχυρού, μέσα σε ένα κόσμο, τον οποίο ο πρόεδρος Πούτιν, στην ομιλία του στο Μόναχο, το 2007, αποκάλεσε «πολυπολικό». Σε αντίθεση με την Κίνα, η οποία μετά την Ολυμπιάδα το 2008 φρόντισε να κρατηθεί μακριά από τα παγκόσμια πράγματα, η Ρωσία σκοπεύει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο κονσέρτο των εθνών, προσφέροντας μια πειστική εναλλακτική απέναντι στην αμερικανική και, εν γένει, τη δυτική ηγεμονία.
Αυτή τη διάθεση αντιπαλότητας, η ρωσική διπλωματία την έχει εκδηλώσει με διάφορες ευκαιρίες από το 2008: με τον πόλεμο - αστραπή κατά της Γεωργίας τον ίδιο χρόνο, με την πρόοδο που σημειώνει το σχέδιο για τον ρωσοϊταλικό αγωγό φυσικού αερίου South Stream (ο οποίος παρακάμπτει την Ουκρανία) εις βάρος του ανταγωνιστικού Nabucco, τον οποίο υποστηρίζουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ, με την επιτυχία της επανάληψης των διαπραγματεύσεων για τα πυρηνικά του Ιράν, τον Νοέμβριο του 2013 -καρπό έντονης παρασκηνιακής δραστηριότητας του προέδρου Πούτιν με στόχο να προωθήσει το διάλογο έναντι της χρήσης βίας- με την απόφαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) για την καταστροφή του χημικού οπλοστασίου της Συρίας2 και, ακόμα πιο πρόσφατα, με την υπογραφή οικονομικών συμφωνιών μεταξύ Ουκρανίας και Μόσχας αντί για τη συμφωνία σύνδεσης με τις Βρυξέλλες.3
Ο αθλητισμός, πρωταρχικό στοιχείο της μήτρας του έθνους, εξυπηρετεί κι αυτός τον ίδιο σκοπό: «Οι Ολυμπιακοί διαιωνίζουν αυτή την ιδέα περί μεγαλείου που παραπέμπει στις δυο αυτοκρατορίες -τη δυναστεία των Ρομανόφ και τη σοβιετική-, η οποία έχει σμιλεύσει την ταυτότητα της χώρας», αναλύει ο Φον Έγκερτ. Ο αθλητισμός, χαρακτηριστικό το οποίο ενώνει ένα μεγαλειώδες παρελθόν κι ένα λαμπρό μέλλον, όπως ελπίζουν πολλοί, προεκτείνει, με τη βοήθεια υπέρογκων εξόδων, τη γραφή της εθνικής αφήγησης.
Αν οι αγώνες διεξαχθούν χωρίς επεισόδια και αν οι Ρώσοι αθλητές ξεχωρίσουν για τις καλές τους επιδόσεις, θα επιτρέψουν στον Πούτιν να ανορθώσει το κύρος του στην εγχώρια πολιτική σκηνή. «Θα αποτελέσει μια εκθαμβωτική προσωπική νίκη γι' αυτόν, που σκοπεύει να αφήσει στην ιστορία τα χνάρια του ως ένας αρχηγός κράτους ικανός να οδηγήσει ομαλά τη μετάβαση της μετακομμουνιστικής Ρωσίας στον εκσυγχρονισμό», σημειώνει ο Αρνό Ντιμπιέν, διευθυντής του Γαλλορωσικού Παρατηρητηρίου στη Μόσχα. Σύντομη ανάπαυλα προβλέπουν, πάντως, πολλοί παρατηρητές, καθώς οι προκλήσεις στον ορίζοντα πολλαπλασιάζονται: δημοτικότητα σε πτώση («μόνο» 60% θετικές γνώμες συγκριτικά με το 80% το 2008), η ανάγκη να ανοίξει η χώρα τις πύλες της σε εξειδικευμένους μετανάστες παρά τη διστακτική κοινή γνώμη, η ειρήνευση στο Νταγκεστάν, έρμαιο της ισλαμικής τρομοκρατίας και συνάμα βάρβαρης καταστολής, και, κυρίως, ένας απογοητευτικός ρυθμός ετήσιας ανάπτυξης, τον οποίο το υπουργείο Οικονομικών υπολογίζει μόνο στο 1,4% για το 2013 και περίπου στο 2,5% ώς το 2030. Οι προβλέψεις αυτές εξηγούνται από την πτώση των ξένων επενδύσεων και από την κάμψη του εξωτερικού εμπορίου, γεγονότα που εντείνονται από την ξεκάθαρη δημογραφική μείωση: ενώ ο πληθυσμός της ήταν 148,7 εκατομμύρια το 1991, η Ρωσία σήμερα αριθμεί μόνο 142,5 εκατομμύρια κατοίκους. Ένας αριθμός που ενδέχεται να κατεβεί ακόμα και στα 128 εκατομμύρια ώς το 2030.4
Oι προβλέψεις αυτές δεν πτοούν στο ελάχιστο την επιθυμία του Πούτιν να ακολουθήσει πολιτική ανανέωσης των υποδομών της χώρας, οι οποίες είναι διαβόητες για την ημιπρωτόγονη κατάστασή τους, πολλαπλασιάζοντας έτσι τις διεθνείς δεσμεύσεις. «Από τον εορτασμό των 300 χρόνων της Αγίας Πετρούπολης, το 2003 και μετά, όλα τα γεγονότα μείζονος σημασίας αποτελούν πρόφαση για την ανάπτυξη της Ρωσίας», παρατηρεί ο Λουκιανόφ. Ο διαγωνισμός της Γιουροβίζιον στη Μόσχα, το 2009, το 24ο Φόρουμ Οικονομικής Συνεργασίας για την Ανατολική Ασία στο Βλαδιβοστόκ, το 2012, η διάσκεψη κορυφής των G20 στην Αγία Πετρούπολη, το 2013, το παγκόσμιο πρωτάθλημα κολύμβησης στο Καζάν, το 2015 και, βέβαια, το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου, το 2018, οι αγώνες του οποίου θα φιλοξενηθούν σε καμιά δεκαριά πόλεις - ανάμεσά τους το Σότσι, το Καλίνινγκραντ, η Μόσχα και το Βόλγκοκραντ: πολλές οι αφορμές για την ανάπτυξη ενός αχανούς εδάφους.
Kαι φυσικά, «αυτό γίνεται με τη ρωσική μέθοδο: στο Σότσι, όπως κι αλλού, οι εργασίες πρέπει να γίνουν πάση θυσία, όποιο κι αν είναι το κόστος», λέει με λύπη ο Νικολάι Πετρόφ, ερευνητής στο κέντρο Carnegie της Μόσχας. Αυτή η μονίμως επείγουσα κατάσταση που περιστρέφεται γύρω από κάποιους στρατηγικούς άξονες -πράγμα που εκ των πραγμάτων αποκλείει κάθε δυνατότητα δημοκρατικής διακυβέρνησης- «γεννά μεγαλεπήβολα σχέδια, τα οποία δεν χρειάζεται κανείς», λέει αγανακτισμένη η Λίλια Σέτσοβα, πολιτειολόγος στο κέντρο Carnegie. «Είναι τόσα τα θωρηκτά Ποτέμκιν που επιδεινώνουν τους κινδύνους για κατάρρευση της χώρας». Γιατί οι αδυναμίες παραμένουν ολοφάνερες: οικονομία που εξαρτάται ευρέως από τους υδρογονάνθρακες, βιομηχανική εξειδίκευση κληροδοτημένη από το σοβιετικό πολεμικοβιομηχανικό σύμπλεγμα (εξοπλισμοί, μεταλλουργία, αεροναυπηγική), τραπεζικός τομέας περιορισμένων διαστάσεων...
Πίσω από την ενίσχυση των υποδομών κρύβεται μια συγκεκριμένη στρατηγική: η διατήρηση μιας παρουσίας στις παρυφές της πρώην αυτοκρατορίας, στην ασιατική πλευρά (Βλαδιβοστόκ) απέναντι στους Ιάπωνες ανταγωνιστές και στους Κινέζους αντιπάλους, στη δυτική πλευρά (Καλίνινγκραντ) ως απάντηση στην επέκταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις πύλες του Καυκάσου (Σότσι) για την υποκατάσταση των αποσχιστικών τάσεων με την οικονομική ανάπτυξη. Εν ολίγοις, όπως υποστηρίζει η Νατάλια Ζουμπάριεβιτς, αναλύτρια στο ανεξάρτητο Ινστιτούτο Κοινωνικής Πολιτικής, «τα πάντα είναι ζήτημα εθνικής ασφάλειας, προτεραιότητα με την οποία οι ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών είναι άρρηκτα συνδεδεμένες όσο ποτέ πριν».
Αν όλα κυλήσουν ομαλά, η ερμηνεία που θα δοθεί στην επιτυχία της Ολυμπιάδας είναι αρκετά προβλέψιμη. Τα ερείσματα του προέδρου Πούτιν -οι μεσαίες τάξεις που εργάζονται στον τομέα της κατευθυνόμενης οικονομίας, οι γραφειοκράτες και οι τοπικές ελίτ- θα δουν σε αυτή μια καλοδεχούμενη εδραίωση του κράτους, από την οποία εξαρτώνται οι πηγές των εισοδημάτων τους. Οι επικριτές του καθεστώτος -οι ανώτερες τάξεις που συγκεντρώνονται στις μεγάλες πόλεις και τα δυτικά μέσα ενημέρωσης που στηρίζουν σε μεγάλο βαθμό τα αιτήματά τους-, οι οποίοι καταδικάζουν την αυταρχική στροφή και την ανικανότητα του κράτους να δημιουργήσει μια περισσότερο πλουραλιστική οικονομία, θα έλθουν αντιμέτωποι με την ίδια την οπτική τους για έναν κολοσσό με πήλινα πόδια. Για τους κατοίκους του Σότσι, τέλος, θα έχουν αλλάξει τα πάντα... και συγχρόνως τίποτα: το μποτιλιάρισμα που δημιουργείται συχνά από την κίνηση του προεδρικού κονβόι στην παραθαλάσσια πόλη, το μεσογειακό κλίμα και, βέβαια, το θρόισμα του ανέμου που χαϊδεύει ακούραστα στην προκυμαία τα μεταξένια φύλλα της φοινικιάς.
1 (ΣτΜ): πρώην Στάλινγκραντ
2 Βλ. Jacques Levesque, «Επιστροφή στην παγκόσμια σκηνή με τολμηρή διπλωματία», http://www.monde-diplomatique.gr/spip.php?article488.
3 Βλ. «Αποσύνδεση από την ευρωπαϊκή τροχιά», http://www.monde-diplomatique.gr/spip.php?article494.
4 Βλ. Philippe Descamps, «La Russie en voie de dépeuplement», Le Monde Diplomatique, Ιούνιος 2011.