04 Ιανουαρίου 2014

ΛΙΒΑΝΟΣ - ΣΑΟΥΔΙΚΗ ΑΡΑΒΙΑ Φοβού τους ... Δαναούς και «δώρα φέροντας»

Στην αναμέτρηση με τη Συρία και το Ιράν, και με το μάτι στο μεγάλο «έπαθλο», που είναι η επικράτηση στην ευρύτερη Μέση Ανατολή στοχεύουν τα 3 δισ. δολάρια «βοήθεια» που ανακοίνωσε η Σαουδική Αραβία για τον «εκσυγχρονισμό» του λιβανέζικου στρατού με γαλλικά όπλα
Ο μποναμάς του Σαουδάραβα μονάρχη για τα γαλλικά μονοπώλια προκαλεί ιδιαίτερη ικανοποίηση στο Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ
«Μήπως η Γαλλία και η Σαουδική Αραβία πήραν την απόφαση να στείλουν στην πυρά την κατάσταση στο Λίβανο και να καταστρέψουν ό,τι απέμεινε από τους θεσμούς και το σύνταγμά του;» αναρωτιόταν στις αρχές της βδομάδας ο αρθρογράφος κεντρικού άρθρου γνώμης της ημερήσιας εφημερίδας του Λιβάνου «Αλ Ακμπαρ» που θεωρείται φιλικά προσκείμενη στη Χεζμπολλάχ, με αφορμή τον μποναμά των 3 δισ. δολαρίων της Σαουδικής Αραβίας στις γαλλικές πολεμικές βιομηχανίες για την προμήθεια σύγχρονων όπλων και πυρομαχικών στο στρατό του Λιβάνου.Ωστόσο, ξεπερνά κατά πολύ τα σύνορα του Λιβάνου ο απώτερος στόχος του σαουδαραβικού «μποναμά» και της προσφάτως ενισχυμένης γαλλο-σαουδαραβικής συμμαχίας, μετά τις διαφαινόμενες ενδοϊμπεριαλιστικές τριβές του Ριάντ με την Ουάσιγκτον, με σημεία αιχμής(μεταξύ άλλων) τη σύρραξη στη Συρία και τις διαπραγματεύσεις για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Ο απώτερος στόχος των σαουδαραβικών 3 δισ. δεν είναι μόνον η άμεση επέμβαση στα εσωτερικά του Λιβάνου και η ανατροπή των σημερινών, λεπτών ισορροπιών ισχύος στη σύνθετη και ταραγμένη πολιτική σκηνή της Βηρυτού, αλλά η μακροπρόθεσμη έκβαση της αναμέτρησης στη μεγαλύτερη γεωπολιτική σκακιέρα της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, κυρίως ανάμεσα στη Σ. Αραβία και το Ιράν, οι αστικές τάξεις των οποίων φιλοδοξούν να παίξουν το δικό τους αναβαθμισμένο ρόλο στις περιφερειακές εξελίξεις.

Είναι συνεπώς προσχηματική η δικαιολογία περί «εκσυγχρονισμού του λιβανέζικου στρατού» που έδωσε ο Σαουδάραβας μονάρχης Αμπντάλα, επιδίδοντας την επιταγή των 3 δισ. δολαρίων όχι βεβαίως στο Λιβανέζο πρόεδρο Μισέλ Σουλεϊμάν, αλλά στο Γάλλο «σοσιαλιστή» πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, όταν τον συνάντησε ο τελευταίος την περασμένη Κυριακή 29/12 στο Ριάντ με μία κουστωδία ανώτατων διευθυντικών στελεχών 30 γαλλικών αμυντικών και κατασκευαστικών εταιρειών, όπου συνάντησε επίσης τον Λιβανέζο πρώην πρωθυπουργό Σαάντ Χαρίρι και το ηγετικό στέλεχος των αντικαθεστωτικών της Συρίας, Αχζμέντ Τζάρμπα.

Ωστόσο, η Βηρυτός δεν πρόκειται να δει ούτε σεντς από τα 3 δισ. των Σαουδαράβων καθώς αυτά θα δοθούν άμεσα στις γαλλικές πολεμικές βιομηχανίες για την προμήθεια νέων όπλων στο λιβανέζικο στρατό (παρά το γεγονός πως οι ΗΠΑ έχουν δώσει για λογαριασμό του πάνω από 850.000.000 δολάρια από το 2007). Για να καταλάβει κανείς τις τρανταχτές πιθανές επιπτώσεις της επιταγής των 3 δισ. δολαρίων για τον «εκσυγχρονισμό» του λιβανέζικου στρατού (η ισχύς του οποίου ωχριά μπροστά στη στρατιωτική δύναμη της Χεζμπολλάχ), αρκεί κανείς να συλλογιστεί πως το πενταετές πλάνο αμυντικών δαπανών του λιβανέζικου προϋπολογισμού για την περίοδο 2013-2017 προβλέπει συνολικά 1,6 δισ. δολάρια.
 
Οι όροι της Σ. Αραβίας
Ακόμη και έτσι, το «δώρο» δεν έρχεται σκέτο. Συνοδεύεται από την απαίτηση του Σαουδάραβα ηγέτη να αποκλειστεί η Χεζμπολλάχ από μία μελλοντική λιβανέζικη κυβέρνηση, ώστε να αναγκαστεί να αποσύρει την ένοπλη υποστήριξή της στην κυβέρνηση του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ, καθώς εκ των πραγμάτων θα πρέπει να παλέψει για την πολιτική της ισχύ στο Λίβανο.

Φημολογείται μάλιστα έντονα πως εδώ και μερικές βδομάδες (δηλαδή πριν την ανακοίνωση των 3 δισ. δολαρίων από τη Σ. Αραβία...), ο Λιβανέζος πρόεδρος Μισέλ Σουλεϊμάν άρχισε να κινείται υπογείως με στόχο το σχηματισμό μιας τάχα «ουδέτερης» κυβέρνησης δίχως να συμβουλευτεί,όπως συνηθίζεται, όλα τα κόμματα (και βεβαίως τη Χεζμπολλάχ) για τα ονόματα στη σύνθεση του Υπουργικού Συμβουλίου. Φαίνεται δε πως ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου Αμπντούλ Λατίφ αλ Ζαϊγιάνι ήταν ο άνθρωπος που του μετέφερε το τελεσίγραφο του Ριάντ (πριν;) την περίοδο δολοφονίας του Μοχάμεντ Σατάχ, Λιβανέζου πρώην υπουργού Οικονομικών (στελέχους του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον και στενού συνεργάτη του πρώην πρωθυπουργού του Λιβάνου Σαάντ Χαρίρι), σε ισχυρή βομβιστική επίθεση στις 27/12/13 στη Βηρυτό.
Ο Λιβανέζος πρόεδρος φέρεται πως ήδη έχει σπεύσει να ενημερώσει σχετικώς τον πρόεδρο της λιβανέζικης βουλής Ναμπίχ Μπέρικ και τον επικεφαλής των Δρούζων του Λιβάνου και αρχηγό του Προοδευτικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSP) Ουαλίντ Τζουμπλάτ, με τον τελευταίο να αντιτίθεται κατηγορηματικά σε μία τέτοια προοπτική, αντιλαμβανόμενος προφανώς τις εκρηκτικές επιπτώσεις μιας τέτοιας εξέλιξης στα θεμέλια της περίπλοκης λιβανέζικης πολιτικής σκηνής, γνωστής για τις ιδιαίτερα εύθραυστες ισορροπίες ισχύος.

Αξίζει επιπλέον να επισημανθεί πως λίγο πριν την επισημοποίηση του μποναμά των 3 δισ. δολαρίων, ο Λιβανέζος πρόεδρος φαινόταν έτοιμος να ανακοινώσει αυτοβούλως αυτή την τάχα «ουδέτερη» κυβέρνηση, πριν τις 7 Γενάρη, προσπαθώντας να δημιουργήσει τετελεσμένα πριν την έναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών για τη Συρία στην Ελβετία (Γενεύη 2) στις 22 Γενάρη. Στόχος; Να συμπεριληφθεί στις συριακές διαπραγματεύσεις της Γενεύης και αντιπροσωπεία από το Λίβανο ώστε να ασκηθεί περαιτέρω πίεση στην κυβέρνηση του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ σε περίπτωση που επιτραπεί, έστω και την τελευταία στιγμή, η συμμετοχή και Ιρανών αξιωματούχων (όπως επιθυμεί η Δαμασκός αλλά απεύχεται το Ριάντ)...
 
Ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις...
Ας επανέλθουμε τώρα στην ενίσχυση της γαλλο-σαουδαραβικής συμμαχίας. Η γαλλο-σαουδαραβική συμμαχία χαρακτηρίστηκε προσφάτως από την αμερικανική γεωπολιτική επιθεώρηση (ή ανεπίσημη CIA για κάποιους...) STRATFOR σαν «παράξενο ζευγάρι» με τη σημείωση πως «η γεωπολιτική ξεπερνά ιδεολογίες και συχνά δημιουργεί απίθανες σχέσεις». Δεν πρόκειται για υπερβολή. Το Παρίσι και το Ριάντ έρχονται τον τελευταίο καιρό ολοένα και πιο κοντά, όσο αυξάνονται (έντονα είναι η αλήθεια) τους τελευταίους μήνες οι ενδοϊμπεριαλιστικές τριβές ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Ριάντ σε πολλά πεδία. Μεταξύ αυτών είναι:
  • Η πρόσφατη ενίσχυση της αμερικανο-καναδικής ενεργειακής συμμαχίας, με στόχο τη σημαντική αύξηση της παραγωγής πετρελαίου και σχιστολιθικού φυσικού αερίου μέσω της (πολλαπλώς επικίνδυνης για το περιβάλλον) μεθόδου της υδραυλικής ρωγμάτωσης (fracking) που αναμένεται να αναδείξει τις ΗΠΑ πρώτη πετρελαιοπαραγωγό χώρα του κόσμου ως το τέλος του 2020. Εάν αυτό συμβεί, τότε μπορεί κανείς να καταλάβει τις επιπτώσεις για τη Σαουδική Αραβία, στην οποία το πετρέλαιο αποτελεί ως σήμερα (παρά διάφορα υποτιθέμενα μέτρα οικονομικής απεξάρτησης από το πετρέλαιο) το 45% του σαουδαραβικού ΑΕΠ, το 80% των εσόδων του προϋπολογισμού και το 90% των σαουδαραβικών εξαγωγών... Αν συνυπολογίσει κανείς εδώ την έναρξη παραγωγής πετρελαίου στο αυτόνομο ιρακινό Κουρδιστάν (ενώ είναι έτοιμη η μεταφορά και εξαγωγή του από το τουρκικό λιμάνι Τσεϊχάν, εφόσον δώσει τυπικά τη συγκατάθεσή της και η Βαγδάτη) και την πιθανότητα αύξησης παραγωγής και εξαγωγής του λιβυκού πετρελαίου στις διεθνείς αγορές (εφόσον ξεπεραστούν τα προβλήματα που σημειώνονται τους τελευταίους μήνες σε μονάδες παραγωγής πετρελαίου, κυρίως στην Ανατολική Λιβύη), τότε αντιλαμβάνεται κανείς γιατί ήδη ασφυκτιά η Σαουδική Αραβία που θα πρέπει ως το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2014 να μειώσει την πετρελαϊκή παραγωγή της για να διατηρηθεί σταθερή η τιμή του πετρελαίου (και να μην κατρακυλήσει) στις διεθνείς χρηματαγορές...
  • Η άρνηση των ΗΠΑ να πραγματοποιήσουν το φθινόπωρο (και ανοιχτή...) στρατιωτική επέμβαση για να ανατρέψουν το Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ Ασαντ.
  • Η επιλογή της Ουάσιγκτον να προχωρήσει (μαζί με άλλες δυτικές δυνάμεις και τη Ρωσία) σε ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με την Τεχεράνη σχετικά με το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, οι οποίες, σε περίπτωση που καταλήξουν θετικά, θα προκαλέσουν σεισμικές αλλαγές σε όλη την ευρύτερη Μέση Ανατολή, αναδεικνύοντας «μοιραία» την ιρανική υπεροχή σε βάρος των φιλοδοξιών της Σ. Αραβίας.
  • Η συχνά αντιφατική στάση των ΗΠΑ στην υπόθεση της λεγόμενης Αραβικής Ανοιξης, με την Ουάσιγκτον στην κραυγαλέα περίπτωση της Αιγύπτου να διστάζει να ασκήσει πραγματικά δυσμενείς κυρώσεις σε βάρος του αιγυπτιακού στρατού που ανέτρεψε τον περασμένο Ιούλη τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση του ισλαμιστή προέδρου Μοχάμεντ Μούρσι, ενώ προηγουμένως οι ΗΠΑ είχαν υποστηρίξει τις διαδηλώσεις στην πλατεία Ταχρίρ του Καΐρου και την ανατροπή του πρώην προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ...
Με δεδομένες αυτές τις αντιθέσεις, που προφανώς δεν αρκούν επί του παρόντος για να διασαλεύσουν συθέμελα τις αμερικανο-σαουδαραβικές σχέσεις συμφερόντων (πολλών δεκαετιών), η Σαουδική Αραβία φαίνεται διατεθειμένη να τραβήξει το σκοινί. Είτε με τους Γάλλους, είτε ακόμη και «μόνη», όπως έγραφε σε ένα ιδιαίτερα αποκαλυπτικό άρθρο του στις 17 Δεκέμβρη 2013 ο Σαουδάραβας πρέσβης στο Λονδίνο, Μοχάμεντ μπιν Ναουάφ μπιν Αμπντουλαζίζ αλ Σαούντ, στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης». Στο άρθρο του Σαουδάραβα διπλωμάτη, με τον εύγλωττο τίτλο «Η Σαουδική Αραβία θα προχωρήσει μόνη», σημειώνονταν οι «τεράστιες ευθύνες στην περιοχή ως λίκνο του Ισλάμ», αλλά και «διεθνώς ως ο παγκόσμιος κεντρικός τραπεζίτης ενέργειας στην υφήλιο», προειδοποιώντας πως «θα ενεργήσουμε για να εκπληρώσουμε αυτές τις ευθύνες με ή χωρίς την υποστήριξη των Δυτικών εταίρων μας».