Του Κώστα Ράπτη Έχουν και τα καλά τους τα “ροζ” σκάνδαλα: τα όσα αρνήθηκε να πει στη
μεγάλη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε την Τρίτη ο Γάλλος πρόεδρος
Francois Hollande σχετικά με την προσωπική του ζωή επισκίασαν πλήρως στα
διεθνή μέσα ενημέρωσης τα όσα όντως είπε σχετικά με την οικονομική
πολιτική και συνιστούν πολιτική τομή.
Οι Γάλλοι δημοσιογράφοι δεν έχασαν βέβαια από τα μάτια τους την ουσία,
εξ ού και οι επανειλημμένες ερωτήσεις που δέχθηκε ο Hollande για το αν
πλέον αυτοπροσδιορίζεται ως “σοσιαλδημοκράτης” ή “σοσιαλφιλελεύθερος”.
“Και αν κάποιος δεν έχει καταλάβει ότι είμαι σοσιαλδημοκράτης μπορεί
βεβαίως να θέσει μία ερώτηση” δήλωσε, εν μέρει οργισμένος εν μέρει
αστειευόμενος, ο Γάλλος πρόεδρος, ενώ η συνέντευξη Τύπου είχε ήδη
διανύσει μιάμιση ώρα.
“Αν για να είσαι αριστερός αρκεί να μεγαλώνεις τα ελλείμματα, τότε οι
προκάτοχοί μου ήταν ακροαριστεροί” δήλωσε δηκτικά ο Hollande
προσθέτοντας ότι η διαφορά αριστεράς και δεξιάς δεν συνίσταται στο ύψος
των δημοσίων δαπανών αλλά στην δομή τους.
Το θέμα όμως είναι ότι ο πρόεδρος που εξελέγη τον Μάιο του 2012, με την προσδοκία χάραξης ενός δρόμου πέρα από τη λιτότητα, όχι μόνο εξήγγειλε περισσότερες περικοπές, αλλά και εμφανίσθηκε να έχει προσχωρήσει στα supply-side economics που για την γαλλική αριστερά αποτελούν ανάθεμα.
“Η πραγματικότητα είναι ότι πρέπει να κάνουμε τα πάντα για την απασχόληση και την απασχόληση τη δημιουργούν οι επιχειρήσεις” ήταν η φράση-κλειδί της συνέντευξης Τύπου του Hollande, ο οποίος αναρωτήθηκε ρητορικά “τι θα αναδιανείμουμε αν οι επιχειρήσεις μας δεν παράγουν πλούτο;”.
Το σύμφωνο ευθύνης στο οποίο αναφέρθηκε ήδη από το πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του ο Γάλλος πρόεδρος έχει έναν αντισυμβαλλόμενο: την εργοδοτική ένωση MEDEF, η οποία ανταποκρίθηκε ασμένως δεσμευόμενη για την δημιουργία ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας μέχρι το 2020, με αντάλλαγμα μεταρρυθμίσεις στα φορολογικά, το ασφαλιστικό και τις εργασιακές σχέσεις οι οποίες αναμένεται να μειώσουν κατά 100 δισ. ευρώ το κόστος εργασίας.
Πρότυπο αποτελούν προφανώς οι σκανδιναβικές χώρες, οι μόνες με επίπεδα φορολογικής επιβάρυνσης εφάμιλλα των γαλλικών (54% του ΑΕΠ), αλλά με μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας.Τα συνδικάτα ήδη εκφράζουν οργή, ενώ βασίμως μπορεί να αναμένει κανείς και αναταράξεις από την αριστερή πτέρυγα του Σοσιαλιστικού κόμματος, που θα εντείνουν την πολιτική αποδυνάμωση του Γάλλου προέδρου.Είναι προφανώς για αυτόν τον λόγο που οι κύριοι αποδέκτες του μηνύματος Hollande, οι διεθνείς αγορές, αντιδρούν, δια στόματος αναλυτών, με μεγάλη επιφύλαξη, υποθέτοντας ότι οι ηχηρές εξαγγελίες της Τρίτης θα αποδειχθούν απλώς “εξαγορά χρόνου”, όπως προϊδεάζει ως τώρα διακυβέρνηση των Γάλλων Σοσιαλιστών.
Ωστόσο, σε αντίθεση με το προηγούμενο 19μηνο, που αφιερώθηκε στην προσπάθεια αύξησης των δημοσίων εσόδων, κυρίως μέσω της αύξησης του ΦΠΑ, η νέα πολιτική Hollande δίνει ρητή προτεραιότητα στην μείωση των δαπανών – με επιπλέον περικοπές ύψους 30 δισ. ευρώ μέχρι το 2017, ώστε να διευκολυνθούν οι φοροαπαλλαγές προς τις επιχειρήσεις. Ωστόσο, εδώ ανακύπτουν σοβαρές αντιφάσεις, διότι περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές χωρίς νομισματικό αντιστάθμισμα γεννούν κίνδυνο αποπληθωρισμού. Για τρίτη φορά την τελευταία πενταετία η ύφεση επιστρέφει, ενώ οι περσινές περικοπές, ίσες με 1,8% του ΑΕΠ ενοχοποιούνται για την εκτίναξη της ανεργίας στο ιστορικό υψηλό του 10,9%.
Επιπλέον, για μια χώρα που πραγματοποιεί τις μισές της συναλλαγές εκτός ευρωζώνης, η έλλειψη νομισματικής κυριαρχίας σημαίνει ότι για να επιτύχει επίπεδα ανταγωνιστικότητας εφάμιλλα της Γερμανίας, η Γαλλία θα πρέπει να υποστεί απαγορευτικές από πολιτική άποψη μειώσεις στο επίπεδο διαβίωσης – ο Huw Pill της Goldman Sachs τις υπολογίζει στο 40%... Ωστόσο, όπως ακριβώς η πολιτική του Hollande μοιάζει να εμπνέεται από την “μεγάλη στροφή” που πραγματοποίησαν το 1983 οι Francois Mitterand και Jacques Delors εγκαταλείποντας τον κεϋνσιανισμό, άλλο τόσο επιμένει και στην στρατηγική επιλογή τους να αναγορεύσουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση σε πρώτιστη γαλλική προτεραιότητα.
Το μήνυμα του Hollande προς το Βερολίνο δεν εξαντλείται στην συμμόρφωση με την “γερμανική συνταγή”, αλλά επεκτείνεται σε μία πρόταση αναβίωσης της εικόνας του “γαλλογερμανικού άξονα” μέσω τριών πρωτοβουλιών: της εναρμόνισης της γαλλικής φορολογικής πολιτικής προς τη γερμανική (με αντιστάθμισμα την μισθολογική εναρμόνιση κατά την αντίθετη φορά), της συντονισμένης μετάβασης προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και της αναβίωσης της ιδέας της στρατιωτικής συνεργασίας των δύο πλευρών. Το αν η Γερμανία θα δελεασθεί πραγματικά από αυτή την πρόταση είναι συζητήσιμο – όπως και το κατά πόσον η Γαλλία δικαιούται (με δεδομένα τα δημογραφικά, ενεργειακά και άλλα πλεονεκτήματά της) να ενστερνίζεται για τον εαυτό της την ρητορική του “μεγάλου ασθενούς”. Το βέβαιο πάντως είναι ότι ο Hollande αποφάσισε να βάλει όλα του τα “αυγά” στο γερμανικό “καλάθι” και οποιαδήποτε ιδέα για συγκρότηση “μετώπου του ευρωπαϊκού Νότου” υπό γαλλική ηγεσία πάει περίπατο.
Το θέμα όμως είναι ότι ο πρόεδρος που εξελέγη τον Μάιο του 2012, με την προσδοκία χάραξης ενός δρόμου πέρα από τη λιτότητα, όχι μόνο εξήγγειλε περισσότερες περικοπές, αλλά και εμφανίσθηκε να έχει προσχωρήσει στα supply-side economics που για την γαλλική αριστερά αποτελούν ανάθεμα.
“Η πραγματικότητα είναι ότι πρέπει να κάνουμε τα πάντα για την απασχόληση και την απασχόληση τη δημιουργούν οι επιχειρήσεις” ήταν η φράση-κλειδί της συνέντευξης Τύπου του Hollande, ο οποίος αναρωτήθηκε ρητορικά “τι θα αναδιανείμουμε αν οι επιχειρήσεις μας δεν παράγουν πλούτο;”.
Το σύμφωνο ευθύνης στο οποίο αναφέρθηκε ήδη από το πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του ο Γάλλος πρόεδρος έχει έναν αντισυμβαλλόμενο: την εργοδοτική ένωση MEDEF, η οποία ανταποκρίθηκε ασμένως δεσμευόμενη για την δημιουργία ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας μέχρι το 2020, με αντάλλαγμα μεταρρυθμίσεις στα φορολογικά, το ασφαλιστικό και τις εργασιακές σχέσεις οι οποίες αναμένεται να μειώσουν κατά 100 δισ. ευρώ το κόστος εργασίας.
Πρότυπο αποτελούν προφανώς οι σκανδιναβικές χώρες, οι μόνες με επίπεδα φορολογικής επιβάρυνσης εφάμιλλα των γαλλικών (54% του ΑΕΠ), αλλά με μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας.Τα συνδικάτα ήδη εκφράζουν οργή, ενώ βασίμως μπορεί να αναμένει κανείς και αναταράξεις από την αριστερή πτέρυγα του Σοσιαλιστικού κόμματος, που θα εντείνουν την πολιτική αποδυνάμωση του Γάλλου προέδρου.Είναι προφανώς για αυτόν τον λόγο που οι κύριοι αποδέκτες του μηνύματος Hollande, οι διεθνείς αγορές, αντιδρούν, δια στόματος αναλυτών, με μεγάλη επιφύλαξη, υποθέτοντας ότι οι ηχηρές εξαγγελίες της Τρίτης θα αποδειχθούν απλώς “εξαγορά χρόνου”, όπως προϊδεάζει ως τώρα διακυβέρνηση των Γάλλων Σοσιαλιστών.
Ωστόσο, σε αντίθεση με το προηγούμενο 19μηνο, που αφιερώθηκε στην προσπάθεια αύξησης των δημοσίων εσόδων, κυρίως μέσω της αύξησης του ΦΠΑ, η νέα πολιτική Hollande δίνει ρητή προτεραιότητα στην μείωση των δαπανών – με επιπλέον περικοπές ύψους 30 δισ. ευρώ μέχρι το 2017, ώστε να διευκολυνθούν οι φοροαπαλλαγές προς τις επιχειρήσεις. Ωστόσο, εδώ ανακύπτουν σοβαρές αντιφάσεις, διότι περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές χωρίς νομισματικό αντιστάθμισμα γεννούν κίνδυνο αποπληθωρισμού. Για τρίτη φορά την τελευταία πενταετία η ύφεση επιστρέφει, ενώ οι περσινές περικοπές, ίσες με 1,8% του ΑΕΠ ενοχοποιούνται για την εκτίναξη της ανεργίας στο ιστορικό υψηλό του 10,9%.
Επιπλέον, για μια χώρα που πραγματοποιεί τις μισές της συναλλαγές εκτός ευρωζώνης, η έλλειψη νομισματικής κυριαρχίας σημαίνει ότι για να επιτύχει επίπεδα ανταγωνιστικότητας εφάμιλλα της Γερμανίας, η Γαλλία θα πρέπει να υποστεί απαγορευτικές από πολιτική άποψη μειώσεις στο επίπεδο διαβίωσης – ο Huw Pill της Goldman Sachs τις υπολογίζει στο 40%... Ωστόσο, όπως ακριβώς η πολιτική του Hollande μοιάζει να εμπνέεται από την “μεγάλη στροφή” που πραγματοποίησαν το 1983 οι Francois Mitterand και Jacques Delors εγκαταλείποντας τον κεϋνσιανισμό, άλλο τόσο επιμένει και στην στρατηγική επιλογή τους να αναγορεύσουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση σε πρώτιστη γαλλική προτεραιότητα.
Το μήνυμα του Hollande προς το Βερολίνο δεν εξαντλείται στην συμμόρφωση με την “γερμανική συνταγή”, αλλά επεκτείνεται σε μία πρόταση αναβίωσης της εικόνας του “γαλλογερμανικού άξονα” μέσω τριών πρωτοβουλιών: της εναρμόνισης της γαλλικής φορολογικής πολιτικής προς τη γερμανική (με αντιστάθμισμα την μισθολογική εναρμόνιση κατά την αντίθετη φορά), της συντονισμένης μετάβασης προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και της αναβίωσης της ιδέας της στρατιωτικής συνεργασίας των δύο πλευρών. Το αν η Γερμανία θα δελεασθεί πραγματικά από αυτή την πρόταση είναι συζητήσιμο – όπως και το κατά πόσον η Γαλλία δικαιούται (με δεδομένα τα δημογραφικά, ενεργειακά και άλλα πλεονεκτήματά της) να ενστερνίζεται για τον εαυτό της την ρητορική του “μεγάλου ασθενούς”. Το βέβαιο πάντως είναι ότι ο Hollande αποφάσισε να βάλει όλα του τα “αυγά” στο γερμανικό “καλάθι” και οποιαδήποτε ιδέα για συγκρότηση “μετώπου του ευρωπαϊκού Νότου” υπό γαλλική ηγεσία πάει περίπατο.