29 Δεκεμβρίου 2013

Τουρκία:Eπιστρέφει το σύνδρομο του «μεγάλου ασθενούς»


Η εξελισσόμενη κρίση στην Τουρκία είναι τόσο βαθιά που θα μπορούσε να οδηγήσει όχι μόνο σε ανατροπή του σημερινού πολιτικού σκηνικού, ήτοι στο τέλος της παντοκρατορίας του Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και σε πολυδιάστατη αμφισβήτηση του συνολικού status της γείτονος ως δύναμης στην περιοχή.

Το σκάνδαλο διαφθοράς που ακουμπά τον Τούρκο πρωθυπουργό και την οικογένειά του είναι ένα ακόμα κεφάλαιο σε μια σειρά γεγονότων τα οποία στην αντίληψη των ΗΠΑ και γενικά της Δύσης έχουν δημιουργήσει εδώ και καιρό πολλά ερωτηματικά για τον ίδιο τον Ερντογάν και το ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει, ή όχι, η Τουρκία στη νέα αναδυόμενη αρχιτεκτονική στην Ανατολική Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία.

Η πρώτη ψυχρολουσία για τους Αμερικανούς είχε έρθει νωρίς, ένα περίπου χρόνο μετά την ανάδειξη του Ερντογάν στην ηγεσία της γείτονος, κατά τη δεύτερη εισβολή στο Ιράκ το 2003, όταν το τουρκικό Κοινοβούλιο είχε απορρίψει το αίτημα της Ουάσιγκτον για διέλευση αμερικανικών στρατευμάτων από τουρκικό έδαφος προκειμένου να ανοίξουν το «βόρειο μέτωπο» και να εγκλωβίσουν τις δυνάμεις του Σαντάμ.

Στη συνέχεια όμως ο υποτιθέμενος light Ισλαμισμός του Ερντογάν θεωρήθηκε ότι θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως εργαλείο για την αμερικανική πολιτική, ώστε να καταστεί η Τουρκία μοντέλο για τις υπόλοιπες μουσουλμανικές χώρες, ως υπόδειγμα συνδυασμού της μουσουλμανικής θρησκείας και κουλτούρας με τη δυτικού τύπου δημοκρατία. Η πραγματικότητα θα διαψεύσει τις αμερικανικές προσδοκίες. Αργά αλλά σταθερά ο Ερντογάν θα ξεδιπλώσει ένα όλο και πιο σκληρό ισλαμιστικό προφίλ, φλερτάροντας στην ουσία με την επιβολή της σαρία στη χώρα.

 Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής η νεο-οθωμανική φιλοδοξία της κυβέρνησης Ερντογάν να επιβληθεί η Τουρκία ως ηγέτιδα δύναμη των μουσουλμανικών κρατών συνοδεύτηκε από την ανοιχτή πλέον ρήξη με το Ισραήλ, την οποία ο Τούρκος πρωθυπουργός χρησιμοποίησε ως απόδειξη ότι η Άγκυρα αναλαμβάνει όντως ρόλο εμπροσθοφυλακής του Ισλάμ και δεν διστάζει να προκαλέσει, ακόμα και στρατιωτικά, τον «προαιώνιο εχθρό». Παράλληλα, εκδηλώνεται όλο και πιο ανοιχτά ένας, μέχρι πρότινος «συγκεκαλυμμένος», αντιαμερικανισμός, σε βαθμό που ο Ερντογάν κατηγορεί ανοιχτά τις ΗΠΑ για υποκίνηση των κοινωνικών αντιδράσεων στο εσωτερικό απειλώντας με απέλαση τον Αμερικανό πρέσβη…

Δεδομένης της επιρροής που έχει το εβραϊκό λόμπι στις ΗΠΑ, η σύγκρουση του Ερντογάν με το Ισραήλ είχε και έχει καταλυτικές συνέπειες για τη στάση της Ουάσιγκτον έναντι της Τουρκίας.
Η καταρχήν απόφαση εν τω μεταξύ της τουρκικής κυβέρνησης να προμηθευτεί κινεζικά πυραυλικά συστήματα για το Στρατό, και συγκεκριμένα πυραύλους εδάφους-αέρος, μεγάλου βεληνεκούς, αξίας 2,9 δισεκατομμυρίων ευρώ, από την κινεζική εταιρία CPMIEC, αποτέλεσε μια ακόμη δυσάρεστη έκπληξη για τους Αμερικανούς, η οποία δεν έμεινε αναπάντητη.

Το Κογκρέσο ετοιμάζεται να εγκρίνει νομοσχέδιο με το οποίο θα απαγορεύεται η χρήση αμερικανικής χρηματοδότησης οποιασδήποτε μορφής για την αγορά και την ενσωμάτωση στο τουρκικό οπλοστάσιο κινεζικών πυραύλων. «Ένα τέτοιο σύστημα δεν θα ήταν συμβατό και δεν πρέπει να ενσωματωθεί στα πυραυλικά αμυντικά συστήματα του ΝΑΤΟ», αναφέρεται στην απόφαση.
Σημειωτέον ότι στη συγκεκριμένη κινεζική εταιρία έχουν επιβληθεί κυρώσεις από τις ΗΠΑ επειδή έχει προμηθεύσει οπλικά συστήματα στο Ιράν και τη Συρία παραβιάζοντας το αμερικανικό εμπάργκο, με αποτέλεσμα ο εκνευρισμός των Αμερικανών για την τουρκική κίνηση να μετατρέπεται σε οργή. Υπ’ όψιν, δε, ότι οι αμερικανικές υπηρεσίες φέρονται να είχαν πληροφορίες για υπόγειο παιχνίδι της Άγκυρας και με την Τεχεράνη.

Η σφοδρή σύγκρουση του Ερντογάν με τον πρώην μέντορά του, βαθύπλουτο χότζα, ισλαμιστή, διανοούμενο και επικεφαλής μιας ιδιότυπης σέχτας, Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος με έδρα τις ΗΠΑ διοικεί μια αυτοκρατορία όχι μόνο χρήματος αλλά και τεράστιας πολιτισμικής και πολιτικής επιρροής στην Τουρκία (έχει ιδρύσει και χρηματοδοτεί εκατοντάδες ισλαμικά σχολεία, θρησκευτικά και μορφωτικά ιδρύματα), δείχνει ότι ο Τούρκος πρωθυπουργός χάνει ερείσματα και στον άλλοτε σκληρό πυρήνα των υποστηρικτών του. Ο Γκιουλέν, ο οποίος λόγω και της τεράστιας οικονομικής ισχύος του διατηρεί σχέσεις με το αμερικανικό οικονομικό, πολιτικό και διπλωματικό σύστημα, πρόσφατα… καταράστηκε τον Ερντογάν, προβαίνοντας σε μια κίνηση η οποία δεν χρειάζεται ούτε ερμηνείες ούτε σχόλια. Ανεξαρτήτως του αν θα πιάσει η κατάρα του Γκιουλέν, προφανώς και δεν είναι καλά νέα για τον Τούρκο πρωθυπουργό.

Όλα αυτά καταδεικνύουν δύο πράγματα:
Πρώτον, ότι υπάρχει σοβαρός κλονισμός στις σχέσεις Τουρκίας – ΗΠΑ με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους συσχετισμούς στην περιοχή. Ο μεγάλος σύμμαχος των Αμερικανών καθίσταται πλέον ο μεγάλος ύποπτος και ίσως ξανά ο «μεγάλος ασθενής».
Δεύτερον, ότι η εσωτερική πολιτική και κοινωνική αναταραχή στην Τουρκία έχει ήδη επιπτώσεις για τις οποίες δεν μπορεί κανείς να προεξοφλήσει μέχρι πού θα φθάσουν.

Οι ευκαιρίες αναβάθμισης της Ελλάδας και ο κίνδυνος εξαγωγής της κρίσης
Σε ό,τι αφορά τις διεθνείς επιπτώσεις, υπάρχουν πολλές παράμετροι που θα πρέπει να εξεταστούν από την Ελλάδα για να αξιολογηθεί το πώς αυτή η κατάσταση θα επηρεάσει τη δική μας χώρα.
Η μετάλλαξη της Τουρκίας σε παράγοντα αστάθειας και πηγή προβλημάτων (πάντα ήταν για την Ελλάδα, αλλά τώρα γίνεται και για τους δυτικούς συμμάχους της Άγκυρας) ενδεχομένως ανοίγει γεωπολιτικό παράθυρο ευκαιρίας για τη χώρα μας. Η εικόνα μιας Τουρκίας που βρίσκεται σε ανοιχτή σύγκρουση με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, σε αντιδιαστολή με μια Ελλάδα και μια Κύπρο που εμβαθύνουν τη στρατηγική συνεργασία με το Ισραήλ, με φόντο τα πολλά υποσχόμενα κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου, δίνει από μόνη της τον ορίζοντα των πιθανών επιλογών και κινήσεων που μπορούν να ενισχύσουν τη θέση της χώρας μας. Ταυτόχρονα, απαιτείται εγρήγορση για την πιθανότητα να επιχειρηθεί από τουρκικής πλευράς εξαγωγή της κρίσης, με πρόκληση έντασης στο Αιγαίο ή στη Θράκη, σε μια απόπειρα αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης και συσπείρωσης στο εσωτερικό.
Ήδη ο αριθμός των παραβιάσεων και των παραβάσεων στον ελληνικό εναέριο χώρο τις ημέρες των γιορτών δεν περνά απαρατήρητος.

Σχετικά με τη ρευστοποίηση του εσωτερικού σκηνικού στην Τουρκία έχουν προκληθεί αλυσιδωτές αντιδράσεις σε όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων. Οι συνέπειες στην οικονομία είναι ήδη ορατές, με τους ξένους επενδυτές να πωλούν με φρενήρεις ρυθμούς τα τουρκικά ομόλογα φοβούμενοι ότι το σκάνδαλο διαφθοράς θα οδηγήσει σε παρατεταμένη αστάθεια, συμπαρασύροντας το επενδυτικό και επιχειρηματικό τοπίο.

Αν η οικονομία, που ήταν από τα δυνατά χαρτιά του Ερντογάν λόγω των εξελίξεων, πληγεί, ο Τούρκος πρωθυπουργός θα βρεθεί αντιμέτωπος με ένα καταστροφικό τρίπτυχο:Οικονομική επιδείνωση, προβληματική εξωτερική πολιτική με ανοιχτά μέτωπα έναντι πάντων και το κουρδικό να καραδοκεί, ισχυρό ηθικό πλήγμα (άλλος ένας πυλώνας του ηγετικού προφίλ που καταρρέει), με τον Ερντογάν να εμπλέκεται προσωπικά σε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα που έχουν αποκαλυφθεί ποτέ στην Τουρκία.Το ερώτημα αν οι καταγγελίες Ερντογάν περί αμερικανικού και ισραηλινού δάκτυλου που βρίσκεται πίσω από τις αναταραχές και τις αποκαλύψεις έχουν βάση, είναι δύσκολο να απαντηθεί. Μπορεί όμως κάποιος να εκτιμήσει με ασφάλεια ότι είναι μάλλον απίθανο μια σύγκρουση τέτοιας έντασης της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ να μείνει χωρίς συνέπειες.
Λάμπρος Καλαρρύτης, στον “Τύπο της Κυριακής”