Του Σάββα Ιακωβίδη
- Το σκάνδαλο διαφθοράς αγγίζει τις παρυφές της πρωθυπουργικής εξουσίας
- Η σύγκρουση Ερντογανικών και Γκιουλενιστών γίνεται για την εξουσία και τον έλεγχο του τουρκικού κράτους - Η κατάρρευση του «τουρκικού μοντέλου» - Τι σημαίνει η τουρκική κρίση για την περιοχή και ειδικά για την Κύπρο και την Ελλάδα
- Η ΚΡΙΣΗ στην Τουρκία και η δρομολογηθείσα πτώση του Ερντογάν θέτουν υπό πλήρη αμφισβήτηση τον ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή και ως εταίρου των ΗΠΑ και της Ε.Ε.
Ο Ερντογάν και ο αυτοεξόριστος ιμάμης Φετουλλάχ Γκιουλέν συμμάχησαν για να αποδυναμώσουν τους στρατιωτικούς που είχαν χαρακτηρισθεί ως το «βαθύ κράτος» μέσα στο τουρκικό κράτος. Μέχρι το 2010, οι σχέσεις Ερντογάν-Γκιουλέν ήταν σχεδόν αγαστές. Όταν περατώθηκαν οι γνωστές υποθέσεις συνωμοσίας Εργκένεκον και Βαριοπούλα, ήταν αυτονόητο και αναμενόμενο, πολιτικά, ότι αφού οι δύο σύμμαχοι έμειναν μόνοι και ελεύθεροι από τον κοινό εχθρό τους, θα στρέφονταν κατ’ αλλήλων.
Από τον υμέναιο στον πόλεμο
Ο ισλαμιστής ιμάμης, Γκιουλέν, αυτοεξορίστηκε στις ΗΠΑ, στην Πολιτεία Πενσυλβάνια, απ’ όπου διοικεί μιαν τεράστια αυτοκρατορία κυρίως με σχολεία στις ΗΠΑ, στην Τουρκία και σε άλλες χώρες. Έχει αποκτήσει εκατομμύρια πιστούς στην Τουρκία και πέτυχε να αλώσει το δικαστικό και αστυνομικό σώμα με δικούς του ανθρώπους. Είναι αυτοί που, μετά από μυστική έρευνα πολλών μηνών, ξεκίνησαν δικαστική μάχη κατά της διαφθοράς στην τουρκική κυβέρνηση, που οδήγησε στη σύλληψη των γιων τριών υπουργών του Ερντογάν, στην παραίτηση ή στον εξαναγκασμό σε παραίτηση τριών υπουργών, στην απομάκρυνση του γνωστού υβριστή και αλαζόνα Μπαγίς και στον ανασχηματισμό της κυβέρνησης Ερντογάν, την περ. Τετάρτη βράδυ, με την αντικατάσταση δέκα υπουργών.
Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Κιλιντσάρογλου, κατηγορεί τον Ερντογάν για νέο συναγελασμό του με το «βαθύ κράτος», αφού ειδικά ο νέος υπουργός Εσωτερικών έχει αποστολή να ελέγξει την Αστυνομία. Ήδη, ενώ δικαστικοί που πρόσκεινται στον Γκιουλέν διέταξαν την Αστυνομία να προχωρήσει σε δεύτερο γύρο συλλήψεων ανώτατων κυβερνητικών και πολιτικών αξιωματούχων, που εμπλέκονται σε υποθέσεις διαφθοράς και δωροδοκίας, αυτή αρνήθηκε να το πράξει. Από την άλλη, ο Τούρκος Πρωθυπουργός, τις τελευταίες ημέρες με σκληρή γλώσσα επιτίθεται κατά του Γκιουλέν και αποκαλεί τους οπαδούς του «συμμορία», αναφέρεται σε «βρόμικη επιχείρηση» και σε «συνωμοσία» εναντίον της κυβέρνησής του.
Νέα ψυχρότητα με τις ΗΠΑ
Γι’ αυτήν τη «συνωμοσία» ο Τούρκος Πρωθυπουργός καθιστά υπεύθυνους τις ΗΠΑ, το Ισραήλ, φυσικά, και άλλους ξένους, που επιδιώκουν, δήθεν, να τον εκπαραθυρώσουν. Οι ισχυρισμοί Ερντογάν και δημοσιεύματα του φιλοκυβερνητικού Τύπου είχαν ως αποτέλεσμα μια νέα ψυχρότητα στις σχέσεις Ουάσιγκτον-Άγκυρας. Πριν από δύο και πλέον χρόνια, Ερντογάν και Μπαράκ Ομπάμα είχαν κτίσει στενότατες σχέσεις, ιδιαίτερα μετά την έκρηξη της λεγόμενης «αραβικής άνοιξης», που μετεξελίχθηκε σε βαρύτατον αραβικό χειμώνα. Σε σημείο που ο Ομπάμα μιλούσε πιο συχνά στο τηλέφωνο με τον Ερντογάν, για να τον συμβουλευτεί για θέματα αραβικών χωρών παρά με άλλους ξένους ηγέτες, εκτός του Βρετανού Κάμερον. Οι Τούρκοι θεωρούσαν αυτές τις σχέσεις ως ένδειξη της αναδυόμενης δύναμης της Τουρκίας.
Όμως, ο ευέξαπτος και απρόβλεπτος χαρακτήρας του Ερντογάν ανατίναξε κάθε γέφυρα επικοινωνίας με τις ΗΠΑ. Ο Τούρκος Πρωθυπουργός έφτασε στο σημείο όχι μόνο να κατηγορήσει τις ΗΠΑ ότι εμπλέκονται στην παρούσα κρίση στη χώρα αλλά και ο φιλοκυβερνητικός Τύπος, για πρώτη φορά, απαίτησε την απομάκρυνση του Αμερικανού πρέσβη, Ριτσιαρτιόνε, τον οποίο ο Ερντογάν απείλησε με απέλαση. Οι Αμερικανοί δεν λησμονούν τις τουρκικές προκλήσεις εναντίον τους.
Το 2003, ο Ερντογάν απέρριψε αμερικανικό αίτημα και απαγόρευσε τη διέλευση αμερικανικών στρατευμάτων από την Τουρκία προς το Βόρειο Ιράκ για να χτυπήσουν από τον Βορρά τον Σαντάμ Χουσεΐν. Το 2010, η Τουρκία ψήφισε εναντίον μέτρων κατά του Ιράν. Και πρόσφατα συνήψε συμφωνία με κινεζική εταιρεία, που ερευνάται από τους Αμερικανούς, για την αγορά πυραυλικού συστήματος, εκνευρίζοντας το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ.
Κατάρρευση του τουρκικού μοντέλου
Οι ΗΠΑ ήταν μια από τις πολλές χώρες που ανέμελπαν επαίνους και δοξαστικά στο λεγόμενο «τουρκικό μοντέλο», μια κατ’ ισχυρισμόν μείξη οικονομικού και πολιτικού φιλελευθερισμού και Ισλάμ. Αυτό το «μοντέλο», που συνδύαζε την ελεύθερη αγορά, τον καταναλωτισμό, τον συντηρητισμό και ένα είδος αυταρχικής δημοκρατίας, κρίθηκε από σοβαρές εφημερίδες της Ευρώπης και των ΗΠΑ όπως και από αναλυτές, ακαδημαϊκούς και διάφορες δυτικές κυβερνήσεις, ότι θα μπορούσε να αποτελέσει παράδειγμα ειρηνικής συνύπαρξης οικονομίας της αγοράς, δυτικού στυλ δημοκρατίας και ενός Ισλάμ-light. Και να εξαχθεί κυρίως σε αραβικές και μουσουλμανικές χώρες. Ήταν ακόμα μια αμερικανική φαντασίωση, όπως η γνωστή φαντασίωση των ΗΠΑ για την Ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Αυτό το μοντέλο, όμως, σιγά αλλά σταθερά κατέρρευσε και η σημερινή κρίση στην Τουρκία, με την τρομαχτική υπόθεση διαφθοράς που συγκλονίζει τη χώρα, όπως και αποφάσεις Ερντογάν τους τελευταίους μήνες, ανέδειξαν την κενότητά του και το μη εφαρμόσιμο σε άλλες χώρες. Ας προσεχθεί το εξής σημείο: Ερντογάν και Γκιουλέν διεκδικούν και οι δύο ότι είναι οι πιο πιστοί Τούρκοι. Ο Ερντογάν ήταν μαθητής και ακόλουθος του άλλοτε ισλαμιστή ηγέτη, Νετσμετίν Ερμπακάν, που ήταν αντι-δυτικός, εναντίον της ελεύθερης αγοράς και της δυτικού στυλ δημοκρατίας.
Αντίθετα, ο Γκιουλέν είναι περισσότερο δυτικόστροφος, είναι υπέρμαχος της ελεύθερης οικονομίας και διαφώνησε με την πολιτική Ερντογάν έναντι του Ισραήλ, για την εμπλοκή της Τουρκίας στη συριακή κρίση και την υποστήριξή της στους λεγόμενους αντάρτες, που διαβρώθηκαν από εξτρεμιστές και την εν γένει εξωτερική πολιτική της χώρας έναντι κυρίως αραβικών, μουσουλμανικών χωρών.
Ο Ερντογάν και οι Άραβες
Καθ' υπόδειξιν του τότε καθηγητή Διεθνών Σχέσεων και νυν Υπουργού Εξωτερικών, Νταβούτογλου, ο Τούρκος Πρωθυπουργός, μόλις κατέλαβε την εξουσία, το 2002, μεθόδευσε αντιπαράθεση με το Ισραήλ. Ήταν ο μόνος τρόπος για να κερδίσει τη συμπάθεια των αραβικών και παλαιστινιακών δρόμων, να αναδειχθεί στον δήθεν μοναδικό ηγέτη που συγκρούεται με το σιωνιστικό κράτος και, τάχα, είναι ο μόνος που υπερασπίζεται τα δίκαια των Αράβων και των Παλαιστινίων. Έτσι, ενώ για μια δεκαετία περίπου οι τουρκοϊσραηλινές σχέσεις ήταν ήρεμες, στενές και αμοιβαία αποδοτικές, με την άνοδο του Ερντογάν στην εξουσία αρχίζουν να διασαλεύονται. Μέχρι την γνωστή υπόθεση «Μαβί Μαρμαρά», που οδήγησε σχεδόν σε πλήρη ρήξη και έκτοτε σε σημαντική ψυχρότητα τις σχέσεις των δύο χωρών.
Αυτή η ψυχρότητα και το μη αξιόπιστο της πολιτικής Ερντογάν συνέβαλε στην αναθέρμανση των σχέσεων του Ισραήλ με την Ελλάδα και την Κύπρο, βοηθούσης βεβαίως και της ανακάλυψης υδρογονανθράκων. Όμως, ο Τούρκος Πρωθυπουργός κατάφερε το αδιανόητο: Παρά τη γνωστή διακήρυξη Νταβούτογλου για «μηδενικά προβλήματα» με τα γειτονικά με την Τουρκία, κράτη, η χώρα του Αττίλα έχει με όλα σοβαρά προβλήματα. Με την Αίγυπτο διέκοψε διπλωματικές σχέσεις, επειδή στήριξε τον καθαιρεθέντα Μόρσι και εξύβρισε το νέο καθεστώς. Με τη Συρία οδηγήθηκε σε αδιέξοδο, αφού αυτοί που υποστηρίζει διαβρώθηκαν από παρακλάδια της Αλ Κάιντα και αλληλοσκοτώνονται. Με το Ιράκ -και τις ΗΠΑ- ήρθε σε ρήξη μετά την υπογραφή χωριστής ενεργειακής συμφωνίας με την αυτόνομη κουρδική περιοχή του Β. Ιράκ. Με την Αρμενία, τον Λίβανο και τη Λιβύη η Τουρκία αντιμετωπίζει προβλήματα καθώς και με τη Σ. Αραβία.
Αντί, δηλαδή, ο Ερντογάν να συνεργασθεί με τις αραβικές χώρες, πρώην Οθωμανικές κτήσεις, στράφηκε εναντίον τους για να κτίσει το ηγεμονικό προφίλ του και να αναδείξει την Τουρκία ως νέα, περιφερειακή και ηγεμονική δύναμη. Έκανε λάθος ανάγνωση της περιοχής και των γεγονότων.
Επηρεάζεται η περιοχή
Η ΚΡΙΣΗ στην Τουρκία είναι βαθύτατη, θα διαρκέσει, θα έχει επιπτώσεις στην πολιτική ζωή της και στη περιοχή. Η αστάθεια και η εσωτερική αναμέτρηση πρώτα απ’ όλα επηρεάζουν τις σχέσεις με τις ΗΠΑ και τα συμφέροντά τους στην Αν. Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή. Η Ουάσιγκτον στήριζε πολλές προσδοκίες στον Ερντογάν και τον προέβαλλε ως παράδειγμα μετριοπαθούς ισλαμιστή ηγέτη. Η Ευρώπη τον εμφάνιζε ως «δημοκράτη» και αρκετοί αφελείς, στην Ελλάδα και ειδικά στην Κύπρο, παραληρούσαν για τον Ερντογάν που, δήθεν, θα άλλαζε τα πράγματα στην Τουρκία και θα επίλυε τις ελληνοτουρκικές διαφορές με ειρηνικό τρόπο. Μάλιστα, ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ Ν. Αναστασιάδης με αξιωματούχους του κόμματος μετέβησαν στην Άγκυρα και συνάντησαν τον Ερντογάν και επέστρεψαν εκστασιασμένοι!
Στη συνέχεια αποδείχτηκε πως ο Τούρκος Πρωθυπουργός δεν ήταν αυτός που πολλοί πίστεψαν αλλά ένας ορκισμένος ισλαμιστής που κυβερνά την Τουρκία αυταρχικά, φιμώνει το κόμμα του, φυλακίζει όσους δημοσιογράφους τον επικρίνουν, επιβάλλει στις γυναίκες τι να κάνουν, απαγορεύει το αλκοόλ, επανέφερε τη μαντίλα στη δημόσια ζωή, αλλά φαίνεται πως ακόμα συνεργάζεται με το άλλοτε «βαθύ κράτος» των κεμαλιστών για να ελέγχει και να παρακολουθεί τη ζωή των Τούρκων πολιτών.
Η βαθύτατη κρίση και αστάθεια στην Τουρκία θα επηρεάσει όλη την περιοχή αρνητικά επειδή η χώρα αυτή βρίσκεται σε νευραλγική περιοχή, είναι κέντρο διαμετακόμισης ενέργειας, διαθέτει τον μεγαλύτερο στρατό, άρα ενδέχεται να κάμει, κατά πάγια πρακτική, εξαγωγή της κρίσης προς αδύνατους κρίκους. Ο Ερντογάν θα βγει αποδυναμωμένος και ίσως χαμένος από αυτήν την κρίση. Αυτό θα φανεί στις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου και στις προεδρικές του Αυγούστου. Ήδη ανατέλλει το άστρο του Προέδρου Γκιουλ.
Τουρκία, Ελλάδα, Κύπρος
Σε αυτόν τον «πόλεμο» μεταξύ Ερντογάν και Γκιουλέν οι αδύναμοι κρίκοι είναι η Ελλάδα και η Κύπρος, και οι δύο οικονομικά και άλλως πως αποδυναμωμένες. Είναι άγνωστο ποιος, τελικά, θα επικρατήσει και ποιος θα είναι ο χαμένος. Το σίγουρο είναι ότι άρχισε η πτώση του Ερντογάν αλλ’ αυτό δεν σημαίνει την άνοδο του Γκιουλέν. Εκείνος, μάλλον, που θα βγει κερδισμένος από αυτήν τη θανάσιμη αναμέτρηση Ερντογάν-Γκιουλέν θα είναι κατά μεγάλη πιθανότητα ο νυν Πρόεδρος Γκιουλ. Αν αυτό συμβεί, σημαίνει ότι η Τουρκία θα αλλάξει πολιτική έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου; Η απάντηση είναι αρνητική. Η ιστορία των τουρκοελληνικών σχέσεων των τελευταίων εξήντα χρόνων διδάσκει ότι κάθε φορά που η Τουρκία αντιμετωπίζει κρίση, τα σπασμένα τα πληρώνουν Ελλάδα και Κύπρος.
Έναντι της Ελλάδας, η Άγκυρα ακολουθεί την γνωστή από δεκαετιών επιθετική πολιτική αμφισβήτησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της συνεχούς παραβίασης του ελληνικού εναέριου και θαλάσσιου χώρου και κυριαρχίας ενώ αξιώνει διαμοιρασμό του Αιγαίου - και του φυσικού πλούτου του. Έναντι της Κύπρου, η Τουρκία ακολουθεί ακόμα πιο επιθετική, επεκτατική πολιτική. Ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη έρευνα για το σκάνδαλο διαφθοράς σε βάρος υπουργών του, ο Ερντογάν, με επιστολή του στην Κομισιόν ξεκαθαρίζει ότι δεν θα εντάξει και την Κυπριακή Δημοκρατία στην εφαρμογή της συμφωνίας που υπέγραψε με την Ε.Ε. για την επανεισδοχή παράνομων μεταναστών. Ακόμα μια φορά, ο Ερντογάν δηλώνει ότι για την Τουρκία δεν υπάρχει Κυπριακή Δημοκρατία. Και η Λευκωσία αντιδρά με καταφυγή στην Κομισιόν και στη νομική υπηρεσία της για να γνωματεύσει.
Η κρίση στην Τουρκία και η δρομολογηθείσα πτώση του Ερντογάν θέτει υπό πλήρη αμφισβήτηση τον ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή και ως εταίρου των ΗΠΑ και της Ε.Ε. Και ανακουφίζει τις γειτονικές χώρες που δεν έβλεπαν με καθόλου καλό μάτι την εμπλοκή της στις υποθέσεις ή στα προβλήματά τους. Επίσης καταρρακώνει την εικόνα του Ερντογάν που καταντά πια αναξιόπιστος και καταρρίπτει τον μύθο του δήθεν εκσυγχρονιστή και δημοκράτη. Ο χειρισμός των διαδηλώσεων για το πάρκο Γκεζί και της σημερινής κρίσης καταδεικνύει μια χώρα-μπανανία κι έναν Πρωθυπουργό αυταρχικό, που πίστεψε ότι αυτός και το κόμμα του είναι η Τουρκία που την εξέλαβαν ως ιδιοκτησία τους.