Γράφει η Κριστιάν Σλότσερ, Suddeutsche Zeitung
Οσο περισσότερο εξακολουθεί ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να διαχειρίζεται το σκάνδαλο διαφθοράς ισχυριζόμενος ότι κάποιοι άλλοι βαρύνονται με την ευθύνη, τόσο πιο πολύ η κυβέρνησή του θα φαίνεται ύποπτη. Αλλοτε είναι οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Ευρωπαϊκή Ενωση ή ένας ισλαμιστής ιεροκήρυκας που ηγείται μιας παγκόσμιας κοινότητας - ο Ερντογάν αναζητά κάπου να βρει τον «κακό» και αυτή του η αναζήτηση διαθέτει τα χαρακτηριστικά είτε παράνοιας είτε μιας καλά υπολογισμένης πρόκλησης, που έχει ως αποδέκτη τον λαό, ο οποίος έχει συνηθίσει στις θεωρίες συνωμοσίας.
Οι γιοι των υπουργών και ο επικεφαλής της κρατικής τράπεζας που έκρυβαν ποσά εκατομμυρίων στα υπνοδωμάτιά τους, ποσά τα οποία είχαν αποκτήσει μέσω αδιαφανών μπίζνες, είναι πάρα πολύ επικίνδυνοι για το συντηρητικό κυβερνών κόμμα του Ερντογάν, το AKP, που διαθέτει θρησκευτική «επένδυση». Η πρώτη τους εκλογική επιτυχία το 2002 οφείλεται πρωτίστως στην υπόσχεση ότι θα βάλουν τέλος στη διαφθορά. Το κόμμα συντηρεί την εικόνα του «καθαρού», του «άμεμπτου», ακόμη και στα αρχικά του ονόματός του: ΑΚ στα τουρκικά σημαίνει λευκός.
Η διαφθορά είναι μια τουρκική ασθένεια που πλήττει τη χώρα από παλιά και αρκετές κυβερνήσεις έφυγαν από την εξουσία επειδή ενεπλάκησαν σε σκάνδαλα με δωροδοκίες. Τα κόμματα αυτά έχουν πια περάσει στη λήθη. Στην αρχή φαινόταν ότι το AKP έχει αντλήσει τα μαθήματά του από αυτές τις περιπτώσεις. Η κυβέρνηση Ερντογάν ξεκίνησε με την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για τη χώρα, άνοιξε την Τουρκία στους επενδυτές και καταπολέμησε τον νεποτισμό και την «οικονομία των κουμπάρων».
Αλλά οι αγαθές προθέσεις δεν κράτησαν για πολύ. Πλέον, ο πρώην μεταρρυθμιστής Ερντογάν τραβά το κόμμα του ολοένα και πιο βαθιά μέσα στον βάλτο. Και να φανταστεί κανείς ότι ήθελε να μετατρέψει τη χώρα του στη μοναδική δημοκρατία-πρότυπο στη Μέση Ανατολή που θα είχε σύνδεση με την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Οσο περισσότερο εξακολουθεί ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να διαχειρίζεται το σκάνδαλο διαφθοράς ισχυριζόμενος ότι κάποιοι άλλοι βαρύνονται με την ευθύνη, τόσο πιο πολύ η κυβέρνησή του θα φαίνεται ύποπτη. Αλλοτε είναι οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Ευρωπαϊκή Ενωση ή ένας ισλαμιστής ιεροκήρυκας που ηγείται μιας παγκόσμιας κοινότητας - ο Ερντογάν αναζητά κάπου να βρει τον «κακό» και αυτή του η αναζήτηση διαθέτει τα χαρακτηριστικά είτε παράνοιας είτε μιας καλά υπολογισμένης πρόκλησης, που έχει ως αποδέκτη τον λαό, ο οποίος έχει συνηθίσει στις θεωρίες συνωμοσίας.
Οι γιοι των υπουργών και ο επικεφαλής της κρατικής τράπεζας που έκρυβαν ποσά εκατομμυρίων στα υπνοδωμάτιά τους, ποσά τα οποία είχαν αποκτήσει μέσω αδιαφανών μπίζνες, είναι πάρα πολύ επικίνδυνοι για το συντηρητικό κυβερνών κόμμα του Ερντογάν, το AKP, που διαθέτει θρησκευτική «επένδυση». Η πρώτη τους εκλογική επιτυχία το 2002 οφείλεται πρωτίστως στην υπόσχεση ότι θα βάλουν τέλος στη διαφθορά. Το κόμμα συντηρεί την εικόνα του «καθαρού», του «άμεμπτου», ακόμη και στα αρχικά του ονόματός του: ΑΚ στα τουρκικά σημαίνει λευκός.
Η διαφθορά είναι μια τουρκική ασθένεια που πλήττει τη χώρα από παλιά και αρκετές κυβερνήσεις έφυγαν από την εξουσία επειδή ενεπλάκησαν σε σκάνδαλα με δωροδοκίες. Τα κόμματα αυτά έχουν πια περάσει στη λήθη. Στην αρχή φαινόταν ότι το AKP έχει αντλήσει τα μαθήματά του από αυτές τις περιπτώσεις. Η κυβέρνηση Ερντογάν ξεκίνησε με την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για τη χώρα, άνοιξε την Τουρκία στους επενδυτές και καταπολέμησε τον νεποτισμό και την «οικονομία των κουμπάρων».
Αλλά οι αγαθές προθέσεις δεν κράτησαν για πολύ. Πλέον, ο πρώην μεταρρυθμιστής Ερντογάν τραβά το κόμμα του ολοένα και πιο βαθιά μέσα στον βάλτο. Και να φανταστεί κανείς ότι ήθελε να μετατρέψει τη χώρα του στη μοναδική δημοκρατία-πρότυπο στη Μέση Ανατολή που θα είχε σύνδεση με την Ευρωπαϊκή Ενωση.